14 Οκτωβρίου 2020

Secondhand Daylights - συνέντευξη (2015)

 

Πίσω στο 2015, η πατρινή Inner Ear ανέσυρε από τη σκόνη του χρόνου τις άγνωστες ηχογραφήσεις των Αθηναίων Secondhand Daylights από το 1985, με τις οποίες σκόπευαν τότε να συστηθούν στο κοινό που παρακολουθούσε τα αγγλόφωνα post-punk δρώμενα· κάτι που τελικά δεν συνέβη.
 
«Ψυχή» και αποκλειστικός συνθέτης/στιχουργός των κομματιών τους ήταν ο Λάκης Χαλκιόπουλος, που είχε ήδη διατελέσει κιθαρίστας και τραγουδιστής στους Headleaders, συγκρότημα καταγραμμένο στην εγχώρια δισκογραφία. Τον πλαισίωσαν ο Χρήστος Τριάντης (μπάσο-φωνητικά) και ο Χρήστος Σβάρνας (ντραμς-φωνητικά), με τους οποίους στήθηκε το 1985 η πρώτη εκδοχή του γκρουπ, υπό το όνομα X-Ray. 

Πολύ γρήγορα, ωστόσο, προτίμησαν το Fade, με το οποίο κι έδωσαν μάλιστα κάποιες συναυλίες (Ροντέο, Σκιάχτρο, Μουσική Αποθήκη), για να κατασταλάξουν τελικά στο Secondhand Daylights καθώς έμπαιναν στο στούντιο για τις ηχογραφήσεις που θα έδιναν το ντεμπούτο τους. Όμως, αν και το ολοκλήρωσαν, δεν έμελλε να το κυκλοφορήσουν: ο Χαλκιόπουλος έφυγε φαντάρος την άνοιξη του 1986 και, αναγκαστικά, όλα μπήκαν στον πάγο· όταν επέστρεψε, συνέχισε ως μέλος των Next To Nothing.
 
Η Inner Ear συνόδευσε την έκδοση του άλμπουμ Fade με ένα κατατοπιστικό σημείωμα του Νίκου Πετρουλάκη (επί σειρά ετών συνάδελφος στις ραδιοφωνικές συχνότητες του 105,5 Στο Κόκκινο). Επειδή όμως έμεναν κάποια πράγματα να διευκρινιστούν, είπαμε τότε να στήσουμε μια κουβέντα με τους Χαλκιόπουλο, Σβάρνα & Τριάντη. Η συνέντευξη που προέκυψε δημοσιεύτηκε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.
 
Στην πορεία της, μάλιστα, δεν ξεκαθαρίστηκαν μόνο ζητήματα για τη σχέση μεταξύ των τριών μελών πριν τη συγκρότηση των Secondhand Daylights (που δεν γνωρίστηκαν το 1985, όπως λ.χ. θεωρούν ορισμένοι) ή λεπτομέρειες για το τέλος του γκρουπ, αλλά αποκαλύφθηκαν και οι Έλληνες ...Oasis! Οι οποίοι έδρασαν 7 χρόνια πριν τη διάσημη μπάντα των αδελφών Gallagher, αφήνοντας μόνο κάποιες ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις σε κασετόφωνο.

 
* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο της μπάντας


Να θεωρήσουμε από το όνομα Secondhand Daylights ότι οι μεγαλύτεροί σας ήρωες εκείνα τα χρόνια ήταν οι Magazine; Ή είχατε και πιο δυνατές αγάπες;
 
(όλοι): Το "Feed The Enemy" των Magazine (1979) ήταν ένα από τα αγαπημένα μας τραγούδια. Την πρώτη δε φορά που τους ακούσαμε, ήταν για εμάς μια σπουδαία  ανακάλυψη γιατί δεν τους ήξερε ο πολύς κόσμος και τους πήραμε κάπως προσωπικά –ήταν, κατά κάποιον τρόπο, δικοί μας. Οι μεγαλύτεροι ήρωές μας πάντως όχι, γιατί είχαμε και άλλους, όπως τους Television, Stranglers, Roxy Music, Velvet Underground και The Jam.
 
Πώς ακριβώς σχηματίστηκε το συγκρότημα; Γνωριζόσασταν και από πριν;
 
Λ.Χ.:
Το συγκρότημα σχηματίστηκε ακριβώς μετά τη διάλυση των Headleaders. Από την ανάγκη μου να συμμετέχω πάντα σε μπάντα, ήθελα να προχωρήσω στη δημιουργία καινούριου γκρουπ, αφού από παιδί –από την ηλικία των 13 χρόνων, συγκεκριμένα– έγραφα συνεχώς τραγούδια με αγγλικό στίχο. Και οι τρεις γνωριζόμασταν από το σχολείο.
 
Πόσα από τα τραγούδια του Fade υπήρχαν (ως ιδέες ή μισοέτοιμα) από τον καιρό των Headleaders;
 
Λ.Χ.:
Κανένα. Όλα αυτά τα τραγούδια γράφτηκαν στο διάστημα 1984/1985. Οι Headleaders διέλυσαν το 1983, αμέσως μετά την ηχογράφηση του άλμπουμ What It Means To Me. Θέλοντας λοιπόν να γυρίσω σελίδα, δεν χρησιμοποίησα καμία παλιά μου ιδέα.
 
Τι σας έκανε να ξανακοιτάξετε αυτό το επί τόσο καιρό παρατημένο υλικό και να αποφασίσετε ότι έπρεπε τελικά να βγει, εν έτει 2015; Έπαιξε ρόλο αλήθεια η αναβίωση του post-punk ήχου, κατά τα τελευταία χρόνια;
 
(όλοι):
 Αυτό το παρατημένο υλικό ήταν πάντα στο μυαλό και στην καρδιά μας και δεν είχε ξεχαστεί όλα αυτά τα χρόνια. Συχνά μάλιστα βρισκόμασταν σε κάποιο σπίτι και το βάζαμε από κασέτα και το ακούγαμε. Γελούσαμε με τα λάθη μας, που δεν μπορούσαμε πλέον να τα διορθώσουμε. Μετά από χρόνια έπεσε στα χέρια του Νίκου Πετρουλάκη και έτσι βγήκε σε βινύλιο. Για εμάς, δεν έπαιξε ρόλο η αναβίωση του post-punk ήχου.
 
Γιατί μια στρατιωτική θητεία ήταν τότε λόγος για να διαλυθεί μια μπάντα, που είχε μάλιστα και έτοιμο υλικό; Έχουμε ξέρετε πάντα την εντύπωση ότι ο χρόνος παλιότερα δεν έτρεχε με τους φαστ-φουντ ρυθμούς της σημερινής μουσικής επικαιρότητας...
 
(όλοι): Ναι, ο χρόνος κυλούσε πιο αργά τότε. Όλοι όμως  κάναμε κάποιου είδους restart, μετά τον στρατό. Έτσι, μετά από ενάμιση χρόνο θητεία (που έμοιαζαν με δέκα), είχαν ξεχαστεί τα πάντα· και όλα είχαν μπει στο χρονοντούλαπο, ίσως για αργότερα. 
 
Τι τόσο σημαντικό είχε συντελεστεί δηλαδή ώστε τα τραγούδια του άλμπουμ να σας φανούν ξεπερασμένα και να τα αφήσετε στο συρτάρι, ως «εκτός κλίματος»; 
 
(όλοι):
  Θέλαμε να προχωρήσουμε καλλιτεχνικά· και ο καθένας από εμάς, με τον καιρό, αποκτούσε κι άλλα ακούσματα, διαφορετικά. Κοιτώντας πίσω, λοιπόν, δεν  θέλαμε να το επαναλάβουμε. Το είχαμε κάνει όταν ήμασταν 20 χρονών.
 
Πώς ήταν τα πράγματα κατά τη δεκαετία του 1980 για όσους καταπιάνονταν με το αγγλόφωνο τραγούδι στην Ελλάδα; Βάλτε μας λίγο στο κλίμα της εποχής...
 
(όλοι):
 Εύκολα και δύσκολα, συγχρόνως. Εύκολα, γιατί το αγγλόφωνο rock είχε τη θέση του τότε στη χώρα μας. Πολλοί ήταν που άκουγαν τα punk rock συγκροτήματα της εποχής. Υπήρχαν και πιο ποιοτικές σκηνές και πιο εξειδικευμένες στα μουσικά είδη, καθώς και ραδιοφωνικές εκπομπές. Δύσκολα, γιατί δεν έφτανε το κοινό για να συντηρήσει κάποιο συγκρότημα, όπως συντηρούσε άλλους καλλιτέχνες, διαφορετικού είδους.
 
Στις εμφανίσεις σας στη Μουσική Αποθήκη, είχατε γνωριστεί και με την Κατερίνα Γώγου. Τι μνήμες έχετε από τη συνάντηση μαζί της; 
 
(όλοι):
 Η Κατερίνα, γενικώς, ήταν θαμώνας της Μουσικής Αποθήκης. Απλά της άρεσε πολύ η μπάντα μας και μιλούσαμε αρκετά μετά από τα live μας στο μαγαζί.
 
Παρακολουθείτε το αγγλόφωνο τραγούδι της τελευταίας δεκαετίας; Υπάρχουν νεότερα σχήματα με τα οποία να αισθάνεστε συγγενείς;
 
(όλοι):
 Όχι ιδιαίτερα, για να μπορούμε να πούμε ότι είμαστε συγγενείς. Απλά αυτό που ακούμε συνεχώς στα καινούρια σχήματα, συγκροτήματα και super groups είναι τα διάφορα στοιχεία punk, τα οποία ξεφυτρώνουν εκεί που δεν τα περιμένεις.
 
Υπάρχει περίπτωση να σας παρακολουθήσουμε επί σκηνής, να παίζετε το υλικό του Fade;
 
Λ.Χ.:
Όχι, εκτός αν μας πάρουν τηλέφωνο για να εμφανιστούμε σε κάποιο φεστιβάλ. Άλλωστε τώρα είμαστε απορροφημένοι γράφοντας υλικό με τον Χρήστο Τριάντη, σε καινούριο project που ετοιμάζουμε.
 
Έτσι για τη συμπλήρωση του παζλ εκείνων των χρόνων, σε ποιες μπάντες είχατε εσείς προϋπηρεσία, Χρήστο Τριάντη & Χρήστο Σβάρνα, πριν τη συγκρότηση των Secondhand Daylights; Φτάσατε με κάποια από αυτές στη δισκογραφία ή, έστω, κάπου εκεί κοντά;
 
Χ.Τ.:
Εγώ έπαιζα κιθάρα σε μια μπάντα που είχε δημιουργηθεί πάλι με φίλους από το σχολείο (Σπύρος Λεχουρίτης & Γιάννης Δαβαρίας): λεγόταν Oasis και είχε αγγλικό στίχο. Απίστευτο κι όμως αληθινό, δεν είχαμε κάνει δισκογραφία, παρά μόνο κάτι ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις σε κασετόφωνο. Μετά από 7 χρόνια, το 1991, δημιουργήθηκαν στη Βρετανία οι Oasis που όλοι γνωρίζουμε σήμερα. Τους ζητάμε τα δικαιώματα του ονόματός μας, αλλά δεν έχουν απαντήσει ακόμα! (γέλια)
 
Χ.Σ.: Πριν από τους Secondhand Daylights είχα παίξει σε κάτι τελείως ερασιτεχνικά σχήματα, που δεν κατέληξαν πουθενά. Μετά έφτιαξα γκρουπ με τον Παύλο Βογιατζιάν –τους Suicide Passengers, σε garage ύφος. Κάναμε κάποιες εμφανίσεις στο An Club.
 
Σε τι μονοπάτια κινηθήκατε μετά τη διάλυση του τρίο; Μείνατε γενικά στα μουσικά πράγματα ή σας απορρόφησαν άλλες επαγγελματικές κατευθύνσεις;
 
(όλοι):
 Μας απορρόφησαν οι δουλειές μας, για να βγαίνουν τα προς το ζην. Όμως η μουσική παραμένει ο κρυφός έρωτας της ζωής μας.
 
Λάκη Χαλκιόπουλε, το 2008 παρουσίασες το άλμπουμ Άκυρη Εποχή, όπου ξεδιπλώνονταν και ανησυχίες πιο κοντά στην ποπ και σε ό,τι λέμε «έντεχνο» τραγούδι. Δεν είχε όμως συνέχεια. Δεν ήθελες εσύ ή δεν ευνόησε η εποχή;
 
Λ.Χ.:
Με τον ελληνικό στίχο ασχολήθηκα για πρώτη φορά το 2000, με τον φίλο μου Ιωσήφ Μπασελιέ (δημιουργό των Headleaders), οπότε και φτιάξαμε από κοινού το συγκρότημα folder#9, με κομμάτια των δυο μας, σε πειραματικό ύφος. 

Το 2008 ήθελα να το επαναλάβω αυτό με τον ελληνικό στίχο, διώχνοντας όμως τα μαύρα στοιχεία από το υλικό –κι έτσι μου βγήκε προς την ποπ. Δεν νομίζω ότι θα το ξανακάνω.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου