Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Borknagar. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Borknagar. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

16 Φεβρουαρίου 2021

Borknagar: True North [δισκοκριτική, 2019]


Ο Χειμώνας είναι μια εποχή που πάντα με άφηνε με ανάμεικτα συναισθήματα. Από τη μία διέθετε μια γοητεία πολλαπλή –ως φυσικό και ποιητικό τοπίο, ως φόντο αφηγήσεων συναρπαστικών, για αρκτικούς και ανταρκτικούς εξερευνητές. Από την άλλη, αντιπαθώ το κρύο και το γεγονός ότι έζησα αρκετά χρόνια πρώτα στα Γιάννενα και ύστερα στο Λίβερπουλ «έχτισε» ακόμα περισσότερο αυτή την αντιπάθεια μέσα μου. 

Με τα χρόνια, πάντως, την έκανα την ειρήνη μου με τον βασιλιά Χειμώνα, παρότι παραμένω «παιδί» της Άνοιξης και του Καλοκαιριού. Ίσως να βοήθησε σε αυτό η πτώση της αν(τ)οχής μου κόντρα στη θερινή ζέστη, ίσως να είναι απλώς καρπός της υπόγειας δράσης του Πανδαμάτορα. 

Εν τέλει, μάλιστα, έχω συνδυάσει και κάποιες μουσικές με τον Χειμώνα και τείνω να τις ακούω περισσότερο αυτήν την εποχή, παρά άλλες. Το εκπληκτικό 50 Words For Snow της Kate Bush (2011), για παράδειγμα, το τραγούδι "Χειμώνας" της Σοφίας Βέμπο (1940), το ΕΡ A Winter Garden: Five Songs For The Season της Loreena McKennitt (1995), το "Rage Of The Winter" των Rhapsody (1997), εσχάτως και το άλμπουμ των Borknagar True North (2019), το οποίο μάλλον κύκλωσε σε συνολικότερη μορφή ένα παλιότερο –καταπληκτικό– κομμάτι τους για τον Χειμώνα, το "Winter Thrice" (2016).

Τα χιόνια που κάλυψαν το Παγκράτι (μετά από πολλά, πολλά χρόνια που θυμάμαι να συνέβη κάτι τέτοιο) έδωσαν λοιπόν κατάλληλη αφορμή για να ξαναγυρίσω στους Borknagar, τους οποίους περίμενα πώς και πώς να δω live στην Αθήνα τον Αύγουστο του 2020. Ο κορωνοϊός είχε βέβαια διαφορετικά σχέδια, όμως κρατώ κι εγώ καρτερικά τα αγορασμένα εισιτήρια και περιμένω. 

Μέχρι τότε, ιδού η κριτική που έγραψα για το True North και τη θεωρώ μία από τις καλύτερες στην καριέρα μου, με σαφή  θέση για μεταλλικά πράγματα που τείνουν πλέον να θολώνουν αρκετά σε επίπεδο τόσο κοινού, όσο και γραφιάδων. Για έναν δίσκο που κάνει βαθιά υπόκλιση στη διαχρονική αίγλη του βασιλιά Χειμώνα και διαθέτει χαρακτηριστικά αρκτικής περιπέτειας βγαλμένης από τις σελίδες του Ιουλίου Βερν, όπου οι αχανείς εκτάσεις του Βορρά υμνούνται ως έσχατο πεδίο ελευθερίας. Πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.


Κοντά πλέον στα 25 χρόνια ζωής, οι Borknagar δεν είναι μονάχα «βετεράνοι» (όπως θέλουν τα δημοσιογραφικά κλισέ), αλλά κι ένα γκρουπ με αρκετές ηχητικές μεταμορφώσεις. Το οποίο έχει διώξει κι έχει φέρει κοντά του διαφορετικά κατά καιρούς ακροατήρια, στην πορεία από μια νορβηγοκρατούμενη μαυρίλα-με-keyboards προς έναν ουμανιστικό folk metal ήχο με αυξομειούμενες progressive rock αποκλίσεις. Το True North τους βρίσκει μάλιστα σε μία ακόμα μεταβατική σελίδα: ο τραγουδιστής και πολυοργανίστας Andreas "Vintersorg" Hedlund φεύγει μετά από 19 χρόνια, το ίδιο πράττει και ο ντράμερ Baard Kolstad (στη μπάντα από το 2012), αλλά και ο έμπειρος δεύτερος κιθαρίστας Jens F. Ryland (1997-2003, 2007-2018).

Τέτοιες ανακατατάξεις σπανίως ωφελούν τους δίσκους που έρχονται εν μέσω τους ή αμέσως μετά· στην περίπτωση όμως του True North διαθέτουν ένα ξεκάθαρο ατού, καθώς παρουσιάζουν τους Borknagar ως μπάντα στην οποία πρωταγωνιστούν πλέον τα φωνητικά του ICS Vortex. Δεν είναι βέβαια ο αποκλειστικός τραγουδιστής, καθώς μοιράζεται αρκετά από τα καθήκοντα με τον κιμπορντίστα Lars A. Nedland. Ωστόσο παραμένει στα 45 του ένας πολύ αποτελεσματικός ερμηνευτής, με θαυμαστή ευελιξία: ακόμα και όσοι τον γνωρίζουν καλά, θα εκπλαγούν σε σημεία από τις προσεγγίσεις του. Συνολικά, επίσης, η διάδραση Vortex/Nedland καλύπτει πλήρως τις ανάγκες του True North. Τόσο δηλαδή τα σημεία που απαιτούν αγριάδα, όσο και τα πιο στοχαστικά, φιλοσοφημένα μέρη, τα οποία απηχούν το πάγιο ενδιαφέρον του γκρουπ για τη Φύση, την Ύπαρξη, ενίοτε και τον Παγανισμό.

Τα μακρινά μπουμπουνητά με τα οποία ξεκινάει το "Thunderous" ξετυλίγουν ένα πραγματικά εκπληκτικό κομμάτι, που στα 8,5 λεπτά της διάρκειάς του θέτει το μοτίβο κίνησης ολόκληρου του άλμπουμ. Το μεταμορφώνει δηλαδή σε αρκτική περιπέτεια βγαλμένη από τις καλύτερες σελίδες του Ιούλιου Βερν, με την έλευση του Χειμώνα να αναπλάθει τις αχανείς εκτάσεις του Βορρά σε έσχατο πεδίο ελευθερίας («vast horizons call»). Ως ντόπιοι, βέβαια, οι Borknagar δεν επιθυμούν τη φαντασιακή απόδραση από το Δυτικό άστυ που επεδίωκε ο Βερν, αλλά κάνουν μια βαθιά υπόκλιση στην Υπέρτατη Δύναμη και στη διαχρονική αίγλη του Χειμώνα, κάτω από έναν παντεπόπτη ουρανό, που κυριαρχεί στο τοπίο με τους κεραυνούς του.

Από εκεί και πέρα, το πώς θα αποτιμήσει κανείς το άλμπουμ εξαρτάται αρκετά από το πού ακριβώς στέκεται, καθώς οι Borknagar διατηρούν λίγο-πολύ σταθερό το επίπεδο της έμπνευσής τους καθ' όλη τη διάρκεια του True North, όμως «παίζουν» αρκετά με τις διαθέσεις. Άλλοτε δηλαδή φανερώνονται ως μία πρωτίστως metal μπάντα, με όλα τα υπόλοιπα που τους απασχολούν να τοποθετούνται γύρω-γύρω, σε ρόλο ενισχυτικό. Κι άλλοτε δείχνουν ότι θέλουν να συγκινήσουν αυτούς που υπήρξαν κάποτε μεταλλάδες, μα στο πέρασμα των χρόνων μπλέχτηκαν με τα πιο prog, τα πιο ακουστικά, τα πιο folk και τις πιο «alternative» διαθέσεις και τη βρίσκουν πλέον με μπαλάντες καλοφτιαγμένης μελαγχολίας σαν το "Wild Father's Heart" ή με την ήρεμη στοχαστικότητα τραγουδιών τύπου "Voices".

Προσωπικά δεν τρέφω και πολλή συμπάθεια για τους δεύτερους, γιατί βρίσκω ότι υποβιβάζουν πλέον το metal σε απλή αφορμή για να ακούσουν επί της ουσίας άλλα πράγματα –ας τα ακούσουν απευθείας, λοιπόν, είναι η γνώμη μου. Αν εξαιρέσεις όμως μεμονωμένες στιγμές σαν τις προαναφερθείσες, οι Borknagar φροντίζουν εδώ να φτιάξουν έναν δίσκο που λάμπει πραγματικά όταν βάζει τον έναν κόσμο μέσα στον άλλον. Δεν σε αφήνει επομένως να μπεις σε λογική «στρατοπέδων», μα σου προσφέρει ψαχνό και από τους δύο κόσμους.

Μάλιστα, ακόμα και όταν δείχνουν να τρώνε από τα έτοιμα καθώς οικοδομούν τραγούδια σαν το "Mount Rapture", το "Into The White" ή το αγέρωχο "The Fire That Burns", οι Νορβηγοί διαθέτουν μια ζηλευτή στόφα πολυεπίπεδης τραγουδοποιίας με αλάνθαστη ραδιοφωνική δυναμική, για την οποία άλλα συγκροτήματα θα σκότωναν. Στις δε κορυφώσεις τους, απλά δεν παίζονται: ο γοργόφτερος καλπασμός του "Up North" σε παίρνει μαζί του ακόμα κι αν δεν προσέξεις τις στιχουργικές διασυνδέσεις του χειμώνα με τον (συμβολικό, μα και κυριολεκτικό) θάνατο, ενώ εκείνο το καθαρτικό «freedom exists on a greater scale» από το "Lights" θα τραγουδηθεί εγγυημένα στις πρώτες σειρές των συναυλιών της μπάντας, καθώς θα υψώνεται νοερά το ποτήρι της Μνήμης προς τους πεθαμένους ήρωες του καθενός μας. 

Με το True North, επομένως, οι Borknagar δεν έχουν πραγματικά τίποτα να φοβούνται καθώς συμπληρώνουν 25 χρόνια ζωής, ατενίζοντας το ξημέρωμα μίας ακόμα δεκαετίας. Αποδεικνύουν ότι παραμένουν ανάμεσα στους μεγάλους μελωδούς του νορβηγικού metal, αλλά και στους λίγους που είναι ικανοί να «μπασταρδέψουν» τη μεταλλική συνισταμένη με ήχους που μπορεί να αφορούν και πολλά ακόμα αυτιά. Δίχως στην πορεία να την ξεφτίσουν, διακυβεύοντας την ταυτότητα και το πρόταγμά της για τα τριάντα αργύρια του alternative κοινού, όπως πολλοί κάνουν εσχάτως.