Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Oslo Chamber Choir. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Oslo Chamber Choir. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

07 Ιουνίου 2023

Ketil Bjørnstad: Α Passion For John Donne - live at Sofienberg Kirke, Oslo, 2012 [δισκοκριτική, 2014]


Μια κριτική μου από το 2014 στο άλμπουμ «Α Passion For John Donne», μια ζωντανή ηχογράφηση από το 2012 όπου ο Νορβηγός Ketil Bjørnstad καταπιάστηκε ξανά με την ποίηση του Άγγλου μεταφυσικού John Donne, φτάνοντας στην ίσως καλύτερη δουλειά του πάνω σε αυτήν.

Όπως κι άλλα μου κείμενα της ίδιας περιόδου, η κριτική αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis, του οποίου ήμουν τότε αρχισυντάκτης. Αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* η κεντρική φωτογραφία προέρχεται από το υλικό που δόθηκε τότε ως promo στον Τύπο και ανήκει στον Hans Fredrik Asbjørnsen


Εάν σου έπαιζαν το A Passion For John Donne χωρίς να σου αποκαλύψουν κάποιο στοιχείο για την ταυτότητά του, θα νόμιζες μάλλον ότι ακούς έργο θρησκευτικής μουσικής. Όμως δεν θα ήσουν κι ακριβώς σίγουρος, αφού διάφορα πράγματα θα σε μπέρδευαν, στρέφοντάς σε π.χ. προς την τζαζ ή προς το κλασικό corpus. Κάτι που αποτελεί μεγάλη επιτυχία του άλμπουμ, αφού, πράγματι, είναι όλα αυτά μαζί. 

Πλην βεβαίως του θρησκευτικού, αν και θα μου επιτρέψετε να πω ότι ο Ketil Bjørnstadt έχει αποκτήσει μια θρησκευτικών διαστάσεων σχέση με την ποίηση του John Donne. Άλλωστε πάνε πια πάνω από 20 χρόνια που ο Νορβηγός πιανίστας/συνθέτης καταπιάνεται με τον Άγγλο μεταφυσικό κι αυτή εδώ η ζωντανή ηχογράφηση στο Όσλο είναι απλά ο τελευταίος δισκογραφικός καρπός της εν λόγω σχέσης, αφού έχουν ήδη προηγηθεί 3 σχετικά άλμπουμ: το Shadow του 1990, το Grace του 1999 και το Light του 2008. Όλα τους (παραπάνω από) αξιόλογα. 

Μπαίνω στον πειρασμό να γράψω πως το A Passion For John Donne τα ξεπερνά και είναι το καλύτερο Donne άλμπουμ του Bjørnstadt μέχρι σήμερα. Αν και διατηρώ και τις αμφιβολίες μου. Γιατί αυτή η διαρκής ενασχόληση αποτρέπει ίσως την κατάθεση μιας «απόλυτης» ηχογράφησης πάνω στον Άγγλο ποιητή. Όσο περνάει ο καιρός, δηλαδή, ο Bjørnstadt βρίσκει κι άλλες πτυχές στα έργα του: τα νιώθει διαφορετικά. Και αναλόγως στρέφει και τη δημιουργικότητά του, κρατώντας μερικές σταθερές, αναπροσαρμόζοντας έτερες και δοκιμάζοντας μικρά, καινούρια πράγματα εδώ κι εκεί. 

Υπάρχει βέβαια το πάγιο σύμπαν του Νορβηγού δημιουργού, εκείνο το μεταξύ τζαζ και νεορομαντικού κλασικισμού που ορισμένοι έχουν βαφτίσει «chamber jazz». Τον βρίσκεις κι εδώ αυτόν τον κόσμο, καθώς πιανιστικά μέρη που κουβαλάνε τον απόηχο του Σοπέν ανά τους αιώνες συναντούν την τζαζ, όπως πρωτίστως εκφράζεται από το τενόρο σαξόφωνο του εξαιρετικού Håkon Kornstad, μα και από τα ελλειπτικά κρουστά του Birger Mistereggen. Μια τζαζ ευρωπαϊκή (φυσικά), σκανδιναβική, τύπου ECM, από την οποία δεν λείπουν πάντως και οι αμερικάνικες αναφορές: ακούστε λ.χ. το "Thou Hast Made Me", όπου ο Kornstad παραπέμπει ευθέως στον Sonny Rollins. 

Δίπλα σε όλα αυτά –ή μάλλον ανάμεσά τους– ο Bjørnstadt τοποθετεί μια ικανότατη χορωδία, την Oslo Chamber Choir (σε διεύθυνση Håkon Daniel Nystedt). Και δημιουργείται έτσι ένα καταπληκτικό αλισβερίσι, αφού οι παύσεις των καλλικέλαδων κλασικοσπουδαγμένων τραγουδιστών ή το φόντο τους γεμίζουν σταθερά με αυτήν την «chamber jazz», με αποτέλεσμα μια θεσπέσια χρυσή τομή. Τα παραδείγματα, πάμπολλα: το "A Valediction, Forbidden Mourning", το υπέροχο "A Nocturnal Upon St. Lucy's Day, Being The Shortest Day" και το "Oh, To Vex Me, Contraries Meet In One" είναι οι τρεις ας τις πούμε πιο αγαπημένες στιγμές. 

Το άλμπουμ μένει ασφαλώς μισό αν αδιαφορήσεις για τους στίχους: είναι φτιαγμένο έτσι ώστε πρωταγωνιστής να παραμένει ο ποιητικός λόγος, που άλλωστε περιέχεται και στο συνοδευτικό βιβλιαρίδιο προς διευκόλυνση του ακροατή. Και μιλάμε για ποιήματα εξαιρετικά, τα οποία αποτυπώνουν όχι μόνο την κλάση του John Donne, μα κι ένα κομμάτι της σύνθετης ψυχολογίας του και της λαβυρινθώδους του σχέσης με την καθημερινότητα, με τις πνευματικές ενασχολήσεις, μα και με τους σαρκικούς πόθους ("Farewell To Love", "Batter My Heart, Three-Personed God"). 

Οι διασυνδέσεις της μουσικής και των φωνητικών εκτελέσεων με τα ποιήματα, η ευαισθησία μα και η έκδηλη αγάπη που έχει δείξει ο μελοποιητής Bjørnstadt απέναντί τους, επαναφέρει τη σκέψη πως ο εν λόγω δίσκος είναι πράγματι ο καλύτερός του πάνω στον Donne. Κι ας είναι ζωντανή η ηχογράφηση και όχι στούντιο. Ίσως μάλιστα αυτός να είναι κι ένας παραπάνω λόγος για να παραγκωνιστούν οι όποιες αμφιβολίες (καταλήγω).

Το A Passion For John Donne δεν έχει βέβαια την παραμικρή σχέση με ό,τι λέμε «ποπ κουλτούρα»· ως εκ τούτου, είναι μάλλον δίσκος  απροσπέλαστος για τους πολλούς. Ενδέχεται μάλιστα να δυσκολέψει και μερίδα των τζαζ ακροατών, καθώς όχι μόνο επιμένει στην τραγουδιστική φόρμα, μα προτάσσει και μια χορωδιακή (κατά κύριο λόγο) εκδοχή της. Ωστόσο πρόκειται για κατάθεση μουσικώς άρτια, με μεγάλο συναισθηματικό πλούτο, στην εξερεύνηση της οποίας αξίζει να επιμείνουν όσοι τυχόν ενδιαφερθούν.