Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Zebra Tracks. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Zebra Tracks. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

18 Οκτωβρίου 2022

Zebra Tracks - Waves [δισκοκριτική, 2015]


Μια κριτική μου από τo 2015 στο άλμπουμ «Waves» των Zebra Tracks, οι οποίοι σε κάποιο σημείο συγκαταλέγονταν στα ευρέως αναγνωρίσιμα (εγχώρια) indie ονόματα για την alternative διασκέδαση του ευρύτερου αθηναϊκού κέντρου.

Όπως και άλλα μου κείμενα της ίδιας περιόδου, η κριτική αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis, του οποίου ήμουν τότε αρχισυντάκτης. Αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.


Αν μου ζητούσαν να αναφέρω ένα εγχώριο μουσικό όνομα που να ακούστηκε πολύ στο σινάφι μας κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας των 2010s, αλλά να μην εξαργύρωσε αυτή τη φήμη «εκεί έξω», ίσως διάλεγα τους Zebra Tracks. 

Δεν νομίζω δηλαδή ότι υπάρχει άνθρωπος που να μην τους ξέρει ανάμεσα σε όσους γράφουμε για μουσική ή στο μικρό εκείνο κοινό που από το 2004 κι έπειτα στήριξε την indie φάση –λυπάμαι, φάση και όχι σκηνή– στη Σύνταγμα/Καρύτση/Αβραμιώτου/Γκάζι ακτίνα. Σε αυτόν τον κόσμο, οι Zebra Tracks υπήρξαν και γνωστοί και αναγνωρίσιμοι· και σαν γκρουπ και σαν ξεχωριστές φιγούρες, αφού για αρκετούς δημοσιογραφούντες μα και για διάφορες γνωστές φάτσες σε συναυλίες είναι «o Ζήσης, ο Γιώργος ο Νίκας, ο Αντώνης». Έξω ωστόσο από το συγκεκριμένο πλαίσιο, μάλλον δεν συνέβη ποτέ τίποτα, παρά τη δισκογραφική περιπέτεια του Collective Guilt (2012) στο πάντα εξωτικό (για μας) Μαϊάμι.

Τα παραπάνω φωτίζουν και το τι συμβαίνει με το Waves. Μέχρι τώρα, δηλαδή, οι Zebra Tracks έδειχναν λίγο-πολύ βολεμένοι με το να παρέχουν ένα αθηναϊκό soundtrack σε όσους ακούγανε indie πράγματα, μη θέλοντας κάτι περισσότερο από ένα οικείο «χαλί», το οποίο να παίζει στο φόντο της φιλικής μάζωξης στο σπίτι ή του ποτού σε «κοινοτικά» στέκια σαν το Key. Αναπαρήγαν (με συγκρότηση, ομολογουμένως) τις δόξες του βρετανικού post-punk και των κλαδιών του, παίζοντας μουσική που σε καμία περίπτωση δεν πρόσβαλλε τη νοημοσύνη σου, μα δεν άλλαξε και ποτέ τη ζωή κανενός. Σαν άπειρα ακόμα συγκροτήματα στο πλανητικό στερέωμα που πήραν μικρόφωνα, κιθάρες και ντραμς για να το κάνουν κι εκείνα «όπως» οι ηρωές τους. Η σχετική ιστορία είναι πιο παλιά και από τους Beatles. 

Αλλά το Waves δείχνει μια αντίληψη ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τα '10s βρίσκονται πια στα μέσα τους, οι 20άρηδες του 2004 είναι πλέον και με τη βούλα 30άρηδες, οι 20άρηδες πάλι που πήραν την (indie) σκυτάλη ψήνονται (για την ώρα) περισσότερο με τη νεοψυχεδέλεια παρά με το post-punk, τα μούσια αρχίζουν να μη θεωρούνται και τόσο cool, το ελληνικό indie δεν το αποκαλούν πια «σκηνή» ούτε όσοι λύσσαξαν κάποτε να μας πείσουν πως έτσι είχαν τα πράγματα. Έτσι, οι Zebra Tracks καβαλάνε τα Κύματα και ψάχνουν για τη νέα στεριά.   

Γίνονται λοιπόν κάτι τις πιο ποπ, δίνουν μια ώθηση σε πιο χορευτικούς ρυθμούς ("Indian Summer"), ψάχνουν με λίγα λόγια την ανανέωση σε γειτνιάζουσες περιοχές του ήχου τους, χωρίς να εγκαταλείπουν τη βασική κατεύθυνση ("Waves", "Writing Fields"). Και χωρίς βέβαια να πάνε κι εκείνοι προς τις ψυχεδέλ αναβιώσεις, όπου ο συναγωνισμός φαντάζει πλέον πραγματικά μεγάλος. Πολύ σωστά το βλέπουν, είναι η γνώμη μου. Και τραγούδια σαν το αληθώς καλοστεκούμενο "Grains Of Sand" (που πρωτακούσαμε πέρυσι, σε ένα ΕΡ-προπομπό του Waves) τους επιβεβαιώνουν, διατηρώντας τους αναγνωρίσιμους μα συνάμα φρεσκαρισμένους. 

Τίποτα ωστόσο από αυτά δεν επανακαθορίζει τη μεγάλη εικόνα. Οι Zebra Tracks ή, εφόσον επιμένετε, «o Ζήσης, ο Γιώργος ο Νίκας, ο Αντώνης (και ο Νικόλας στα ντραμς)», ανανεώνουν μεν τον ήχο τους, παραμένουν δε μια εγχώρια αντανάκλαση παγιωμένων εναλλακτικών τάσεων του διεθνούς ποπ/ροκ στερεώματος. 

Μπορεί η εκτελεστική τους δεινότητα να γνωρίζει πρόοδο, μπορεί η άνεσή τους με την κατασκευαστική διαδικασία ενός τραγουδιού να έχει εξελιχθεί σε σύγκριση με τις μέρες των "Silicone Valley" και "Borealis Fallacia", αλλά οι δημιουργικές τους φιλοδοξίες τελειώνουν εκεί ακριβώς όπου αρχίζουν: επιμένουν να το κάνουν όπως στους (διεθνείς) δίσκους τους οποίους ακούνε (τους ακούμε κι εμείς), αδιαφορώντας για οτιδήποτε ελληνικό, αθηναϊκό, ζίμπρα, ζήσικο, γιωργονίκικο, καββαδιώτικο –πείτε το όπως θέλετε τέλος πάντων το «διακριτό». Κι έτσι, πέρα από τις ευπρόσωπες ανοιχτωσιές του Waves και κάτω από τον πράγματι δουλεμένο νέο ήχο εξακολουθούν να φτιάχνουν μουσική που επουδενί δεν θα σε προσβάλλει, μα ποτέ δεν θα σου αλλάξει και τη ζωή.