Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιοβάννα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιοβάννα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

27 Μαρτίου 2022

Γιοβάννα: Τα Οχήματά Μου Για Τον Ουρανό - ανταπόκριση (2019)


Απόψε τραγουδά η Γιοβάννα στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Κάτω από τον τίτλο «Εκείνοι που Έφυγαν και Είναι Εδώ», η θρυλική ερμηνεύτρια του ελαφρού ρεπερτορίου των δεκαετιών του 1960 και 1970 θα παρουσιάσει μια βραδιά βασισμένη μόνο σε πιάνο και φωνή, έχοντας στο πλάι της τον Χρήστο Κουμούση.

Με το ίδιο ακριβώς στήσιμο, με τον ίδιο συνεργάτη στο πιάνο, στον ίδιο χώρο, είχε στηθεί και η συναυλία «Τα Οχήματά Μου Για Τον Ουρανό» τον Φεβρουάριο του 2019. Μια πολύ ωραία βραδιά, με λίαν ικανοποιητική προσέλευση, στην οποία η Γιοβάννα παρουσίασε ένα αναπάντεχο πρόγραμμα: τραγούδησε σε γαλλικά, ισπανικά και ρώσικα, στάθηκε στον Bob Dylan, διασκεύασε Loreena McKennitt. Και είπε φυσικά και ελληνικά κομμάτια, με το "Θυμήσου Τον Σεπτέμβρη" να μας αφήνει συγκλονισμένους και συγκινημένους, κλέβοντας την παράσταση από το πολυαναμενόμενο "Αν Θυμηθείς Τ' Όνειρό Μου" –το οποίο είχε πει σε πρώτη εκτέλεση το μακρινό 1960.

Με την αφορμή λοιπόν της νέας αυτής συναυλίας, αναδημοσιεύεται ένα κείμενο ανταπόκρισης για τη βραδιά του 2019. Το οποίο δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και εμφανίζεται εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.


«Δεν το παίρνω απόφαση να σταματήσω να τραγουδώ», ήταν ένα από τα πρώτα πράγματα που μας είπε η Γιοβάννα, βγαίνοντας στο σανίδι της Εναλλακτικής Σκηνής της Λυρικής. Σε μία ακόμα από τις σποραδικές εμφανίσεις που πραγματοποιεί τα τελευταία χρόνια, η οποία ξεπέρασε κάθε προσδοκία, επιβεβαιώνοντας ότι καλά κάνει και δεν αφήνει το τραγούδι. Κι ας έφτασε 79 ετών. 

Ο ταξιτζής που με έφερε στον προορισμό μου γούρλωσε με εμφανή έκπληξη τα μάτια του, όταν του είπα ότι πηγαίνω να δω τη Γιοβάννα. Είχε (προφανώς) πολλά χρόνια να ακούσει το όνομά της, αν και την εκτιμούσε ιδιαιτέρως. Στην Εναλλακτική Σκηνή μαζεύτηκε πάντως αρκετός κόσμος. Κοινό μεγαλύτερης ηλικίας, κατά κύριο λόγο, και καλά ενημερωμένο για το τι ερχόταν να δει: στο φινάλε της βραδιάς, η κυρία δίπλα μου τραγούδησε τη "Μυρτιά" και το "Καλοκαιράκι" χωρίς κανένα λάθος στους στίχους. 

Το πρόγραμμα που μας δόθηκε στην είσοδο, ωστόσο, δεν προέβλεπε ούτε "Μυρτιά", ούτε "Καλοκαιράκι", ούτε καν την πιο διάσημη στιγμή της Γιοβάννας "Αν Θυμηθείς Τ' Όνειρό Μου" –όλα αυτά τα έπαιξε στο άτυπο encore, με το οποίο έκανε φινάλε. Η παράσταση «Τα Οχήματά Μου Για Τον Ουρανό» είχε ως κυρίως περιεχόμενο 17 τραγούδια τα οποία αγγίζουν ιδιαίτερα την ερμηνεύτρια: παλιά και νέα, όχι απαραίτητα δικά της. Μαζί με αυτά η Γιοβάννα έφερε και τις ιστορίες της, δένοντας κάθε επιλογή με ένα προσωπικό στιγμιότυπο είτε από τη ζωή, είτε από την καριέρα της. Ήταν ένας συνδυασμός που δούλεψε, παρά το γεγονός ότι είχε κι ένα τρακ καθώς μας μιλούσε. Κάτι που ξέρανε λίγο τη ροή του λόγου της, μα διέθετε ταυτόχρονα και γοητεία.

Δίπλα της υπήρχε μόνο ο Χρήστος Κουμούσης, στο πιάνο. Ένας εξαιρετικός εκτελεστής, ο οποίος τη συνόδευσε άριστα, προσφέροντας παιξίματα που διέθεταν κλάση, θέρμη, αλλά και το «άγγιγμα» εκείνο που απαιτεί η ελαφρά μουσική ώστε να ηχήσει γλυκιά δίχως να ξεφτίσει σε γλυκερή. Όπως μας είπε η ίδια η Γιοβάννα, τη συνοδεύει πάντα σε ό,τι κάνει αυτά τα τελευταία χρόνια. Κάτι που εξήγησε τη θαυμάσια επικοινωνία που επέδειξαν πάνω στη σκηνή: ο Κουμούσης ήξερε κάθε «βήμα» που επρόκειτο να κάνει η φωνή της.

Η Γιοβάννα μπήκε με Νέο Κύμα, μετατρέποντας για λίγο την Εναλλακτική Σκηνή σε μπουάτ καθώς είπε το "Έλα Μαζί Μου" του Λάκη Παππά. Και έκλεισε το κυρίως πρόγραμμα με διεθνή εσάνς, διασκευάζοντας το "La Mamma" του Charles Aznavour. Στο μεσοδιάστημα τραγούδησε σε ελληνικά, γαλλικά, ισπανικά, ρώσικα και αγγλικά. Πότε ανατρέχοντας στη συνεργασία της με τον Σπήλιο Μεντή, πότε τιμώντας τον Γιάννη Σπανό και τον Μάνο Χατζιδάκι, πότε ξανοιγόμενη στο γαλλικό chanson, πότε στεκόμενη στον Bob Dylan, αλλά και στη δική της τεράστια καριέρα στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Κι έφτασε ως την αγάπη της για τη Loreena McKennitt, αλλά και την εκτίμησή της για τον Γιώργο Καγιαλίκο –έναν νέο συνθέτη, ο οποίος ευτύχησε να έχει 3 δικά του τραγούδια στο πρόγραμμά της. Καθώς μάλιστα βρισκόταν ανάμεσα στο κοινό, τον κάλεσε και στη σκηνή λίγο πριν κάνει διάλειμμα, για να μας τον συστήσει. 

Η Γιοβάννα ζωντάνεψε ξανά τα νεανικά της βράδια στο σπίτι του Γιάννη Ρίτσου, για να τραγουδήσει έπειτα τη μελοποίηση του Μεντή στο "Ανοιξιάτικο Βραδάκι". Μας διηγήθηκε επίσης τι σήμαινε να μπαίνεις στο στούντιο με τον Χατζιδάκι πριν διασκευάσει θεσπέσια τη "Μικρή Ραλλού", μας θύμισε ότι ήταν η πρώτη Ελληνίδα που πήγε στη Γιουροβίζιον σε εποχές που δεν είχαμε τηλεόραση στη χώρα μας –εκπροσωπώντας την Ελβετία στον διαγωνισμό του 1965– αλλά δεν δίστασε να γίνει και εξομολογητική, με απρόσμενο τρόπο: μας μίλησε δηλαδή για τα παιδιά που επιθύμησε να κάνει μα ο Θεός δεν θέλησε να της δώσει, πριν πει το "Έλα Κόρη Μου, Έλα Μάτια Μου"· ένα νανούρισμα που έγραψε η ίδια (στιχουργικά) για την κόρη την οποία δεν απόκτησε. 

Ήταν μία από τις μεγάλες στιγμές της συναυλίας, αλλά όχι η μόνη. Γιατί, τελικά, το πιο απρόσμενο απ' όλα ήταν το πόσο καλά στέκεται η Γιοβάννα στα 79 της. Φυσικά και υπάρχουν σημάδια του χρόνου στη φωνή της. Όμως το χρώμα της μένει αναλλοίωτο, ενώ η ερμηνευτική της ισχύ αποδείχθηκε συχνά τόσο μεγάλη, ώστε να μας αφήσει απλά να την κοιτάμε, καρφωμένοι στη θέση μας: απέδωσε περίφημα τα απαιτητικά σημεία του προαναφερθέντος "La Mamma", σκόρπισε ρίγη συγκίνησης τραγουδώντας στα ρωσικά τις "Νύχτες Της Μόσχας" (έπρεπε νομίζω να το πει όλο στα ρωσικά, κι ας έχει βάλει η ίδια ελληνικούς στίχους), μας άφησε συγκλονισμένους με το πώς προσέγγισε το "Θυμήσου Τον Σεπτέμβρη" –κρατώντας όλο το συναίσθημά του, αλλά τηρώντας κι ένα μέτρο, που δεν άφησε ποτέ τη θλίψη του να γίνει μελό. 

Παρά το ποιητικό και πεζογραφικό της έργο, το οποίο δεν είναι διόλου αμελητέο (θυμίζω ότι έργα της έχουν μεταφερθεί με επιτυχία σε κινηματογράφο, τηλέοραση και θέατρο), η Γιοβάννα παραμένει –πρωτίστως– τραγουδίστρια. Και κάνει πολύ καλά που μας το θυμίζει και στο νυν ηλικιακό φάσμα· όποτε το μπορεί, με τον τρόπο που κάθε φορά θέλει. 



18 Μαΐου 2021

Η Νένα Βενετσάνου στα Εξωτικά - ανταπόκριση (2014)


Δεν ξέρω γιατί η Νένα Βενετσάνου δεν έχει «συναντηθεί» με ένα μαζικότερο κοινό, έστω αυτό που δίνει το παρών σε διάφορες έντεχνες συναυλίες, κατά τη διάρκεια μιας πολύχρονης και πάντοτε προσεγμένης καριέρας. Η οποία ξεκίνησε το 1977, με την επιστροφή της στην Αθήνα από τη Γαλλία και τα τραγούδια που παρουσίασε εντασσόμενη στο Φεμινιστικό Αυτόνομο Κίνημα. Η ίδια φαίνεται πάντως να αρκείται σε όσα έχει καταφέρει και ουδέποτε μέσα στα χρόνια δεν άκουσα να «γκρινιάζει» –κάτι σπάνιο με τους καλλιτέχνες, το ξέρουμε νομίζω όλοι. 

Τρέφω ιδιαίτερη εκτίμηση για τη φωνή και τους δίσκους της Νένας Βενετσάνου και τη θεωρώ δύναμη για το τραγούδι που λέμε «έντεχνο», καθώς το εκπροσωπεί στην ουσιώδη του και όχι στην τάχα μου/δήθεν μου διάστασή του. Και τώρα διαβάζω ότι εκμεταλλεύεται κι αυτή το άνοιγμα μετά τη βαριά δεύτερη καραντίνα του κορωνοϊού για να βγει ξανά να τραγουδήσει: το Σάββατο 29 Μαΐου θα βρεθεί στον κήπο του πολυχώρου τέχνης Αλεξάνδρεια (πλατεία Αμερικής), μαζί με τη Λήδα Χαλκιαδάκη –την κόρη της θρυλικής Δανάης– για μια παράσταση αφιερωμένη στα πολλά πρόσωπα της Αγάπης.

Η ανακοίνωση μου θύμισε μια εξαιρετική βραδιά στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» τον Φεβρουάριο του 2014, η οποία έλαβε χώρα στην τότε σειρά συναυλιών Χειμώνας στον Παρνασσό. Η Βενετσάνου πήρε μέρος στήνοντας την παράσταση Τα Εξωτικά, στην οποία συμμετείχε και η Γιοβάννα, κάτι που δεν είχε γνωστοποιηθεί από πριν στο κοινό. Η συναυλία, δυστυχώς, δεν είχε καθόλου νέο κόσμο. Ήταν όμως εξαιρετική, σε όλα της. Φεύγοντας μάλιστα από τον Παρνασσό, συνάντησα στις σκάλες και τον Κ.ΒΗΤΑ και μοιραστήκαμε τη συγκίνησή μας για τα όσα είχαμε παρακολουθήσει.

Μια ανταπόκριση γράφτηκε τότε για λογαριασμό του Avopolis. Το κείμενο αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη βραδιά και ανήκουν στην Joe Pateraki


Η Νένα Βενετσάνου δεν εμφανίζεται συχνά. Όπως και με τη δισκογραφία, έτσι και με τις συναυλίες: προτιμά να κινείται με τους δικούς της χρόνους, αδιαφορώντας για το τι έχει επιβάλλει η μουσική βιομηχανία ως «επικαιρότητα». Έχει τους λόγους της, ωστόσο –και είναι νομίζω καλοί. Γιατί χάρη σε τέτοιους ρυθμούς έχει κάνει την κάθε της παρουσία να μετράει, εδώ και 34 χρόνια. Γι' αυτό και στην ατζέντα μου κύκλωσα εμφατικά την 24η του φετινού Φλεβάρη. Ανεξαρτήτως υποχρεώσεων, η συναυλία της στον Παρνασσό ήταν εκείνη που δεν θα έχανα παρά με ανωτέρα βία. 

«Καλησπέρα... και μπον σουάρ!», μας είπε βγαίνοντας, θέλοντας έτσι να τονίσει τον χαρακτήρα του λάιβ, αφού στο πρώτο μέρος θα ακούγαμε δικές της μελοποιήσεις σε έργα Michel Deguy, Paul Eluard, Alberto Savinio και Γιώργου Σαραντάρη. Κοινός παρονομαστής τους, η Γαλλία –που αφορά βέβαια και την ίδια τη Βενετσάνου. Γιατί είναι βαθιά η σχέση της μαζί της. Όχι επειδή είναι ακόμα μία ξενομανής, αλλά γιατί είναι καλλιτέχνιδα που βούτηξε πραγματικά στα βαθιά της αλλότριας αυτής κουλτούρας, επιδιώκοντας να της αφαιρέσει το «εξωτικό» στοιχείο και να την καταστήσει δική της. Τα έχει καταφέρει περίφημα. 

Θα τονίσω ξανά ότι οι μελοποιήσεις που ακούσαμε στον Παρνασσό ανήκουν στη Βενετσάνου, γιατί έχει σημασία να θυμόμαστε ότι δεν είναι απλά μια ερμηνεύτρια, μα μια ολοκληρωμένη δημιουργός. Το απέδειξε βέβαια και όταν έκατσε στη σκηνή παρέα με την κιθάρα της, παίζοντας και τραγουδώντας (σε άπταιστα γαλλικά, σημειωτέον) πράγματα που σε κάποιους φαντάζουν «δύσκολα», με μια αμεσότητα που μόνο η Αρλέτα κατέχει ανάμεσα στους συναδέλφους της στην ημεδαπή. Το "Où La Loire" του Ντεγκύ, τα "En Vertu De L' Amour" και "Je Ne Suis Pas Seul" του Ελυάρ και το "Dans Tes Yeux" του Σαραντάρη θα καταγράφονταν ως αδιαφιλονίκητες κορυφές του πρώτου μέρους της συναυλίας, αν το πρόγραμμα δεν περιλάμβανε εκείνη την απίστευτη ενότητα Savinio ("La Rencontre", "Tête Antichambre Du Ministre" & "Scène DeLa Tour").

Η ενότητα αυτή απαιτούσε συνολικότερη performance, καθώς η Βενετσάνου μελοποίησε με βάση τις περγαμηνές του μουσικού θεάτρου του 20ου αιώνα, μη διστάζοντας κατά σημεία να δώσει έντονο πειραματικό χαρακτήρα –στο πνεύμα λ.χ. των έργων του Mauricio Kagel. Δεν τραγούδησε απλά έξοχα, μα μεταμορφώθηκε μπροστά μας σε όσους ρόλους της υπέβαλλε ο Savinio, λαμβάνοντας πολύτιμη βοήθεια από τα κάθε λογής κρουστά του φοβερού Σόλη Μπαρκί, μα και από την ορχήστρα που τη συνόδευσε άψογα: τη Βιβή Γκέκα στο μαντολίνο, τον Σταύρο Αγιαννιώτη στην κλασική κιθάρα και τον Χάρη Μέρμηγκα στο κοντραμπάσο.


Στο δεύτερο μέρος παραμείναμε μεν στη Γαλλία, ακολουθήσαμε όμως διάφορες συμπλεύσεις της με την Ελλάδα, ενώ μας δόθηκε η σπάνια ευκαιρία να δούμε ζωντανά τη Γιοβάννα. Αυτή η συναρπαστική τραγουδίστρια δείχνει να έχει αποσυρθεί, έπραξε όμως πολύ σωστά η Βενετσάνου που την έπεισε να κάνει μια έκτακτη εμφάνιση: μπορεί ο χρόνος να έχει φθείρει το μέταλλο της φωνής της, αλλά τα χρώματά της και η εκφραστική της δεινότητα παραμένουν ζωηρά. Έτσι, δεν υπήρξε άνθρωπος στον Παρνασσό να μην νιώσει ένα ταρακούνημα στα σώψυχα ακούγοντάς τη στα "Les Coiffes Noires" και "Le Ciel Est Une Plage" (αμφότερα συνθέσεις του Γιάννη Σπανού), τα οποία μας είπε με μόνη συνοδεία το πιάνο του Χρήστου Κουμούση. Αισθάνθηκα αληθινά τυχερός που μπόρεσα να δω τη Γιοβάννα στη σκηνή, καθώς είχα χάσει την αποχαιρετιστήρια συναυλία που έδωσε πριν κάποια χρόνια.

Πολύ σωστά η Βενετσάνου διάλεξε να αφήσει τη Γιοβάννα να λάμψει μόνη της, αρκούμενη σε ένα διακριτικό ντουέτο στο "Chez Linardo". Όταν ωστόσο επέστρεψε με τους μουσικούς της (παρέμεινε κι ο Κουμούσης) οδήγησε τη βραδιά σε νέες κορυφώσεις, φανερώνοντας κι άλλες πτυχές της ερμηνευτικής της περσόνας καθώς μας τραγουδούσε το "Dans Mon Pays, Dans Mon Village", τον "Μέτοικο" του Georges Moustaki, το "L' Auvergnat" του Georges Brassens και το "Les Amants De Teruel". Έκλεισε υποδειγματικά, με μια φλογισμένη ερμηνεία στο "Non Je Ne Regrette Rien", πριν μας καληνυχτίσει μ' ένα όμορφο encore-ντουέτο με τη Γιοβάννα. 

Φεύγοντας, συνάντησα τον Κ.ΒΗΤΑ στη σκάλα και μοιραστήκαμε τη συγκίνησή μας για τα όσα καταπληκτικά είχαμε μόλις παρακολουθήσει. Είναι κρίμα που δεν βρέθηκαν παρά ελάχιστοι νέοι άνθρωποι στον (κατάμεστο, κατά τα λοιπά) Παρνασσό, για να διαπιστώσουν και μόνοι τους γιατί η Νένα Βενετσάνου είναι από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες που έχουμε στη χώρα.