Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Lüüp. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Lüüp. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

10 Οκτωβρίου 2023

Lüüp - συνέντευξη (2011)


Εμβριθής φλαουτίστας μα και άνθρωπος που ακούει πολλές και διαφορετικές μουσικές, ο Στέλιος Ρωμαλιάδης ξεχώρισε κατά την τελευταία 15ετία (πάνω-κάτω) ως δημιουργικό επίκεντρο της κολεκτίβας Lüüp, η οποία μας χάρισε ουκ ολίγους ωραίους δίσκους.

Φέτος τον Νοέμβρη, μάλιστα, έμαθα ότι θα δραστηριοποιηθεί και ως καθηγητής στο «Ωδείο Φίλιππος Νάκας», σε έναν κύκλο εργαστηρίων δημιουργικής και βιωματικής προσέγγισης στη σύνθεση σύγχρονης μουσικής, με πεδίο εκείνο το φάσμα που αναγνωρίζουμε ως «πειραματισμό» (ό,τι, λίγο-πολύ, αντιστοιχεί στον διεθνή όρο «experimental», δηλαδή).

Με αυτή την αφορμή, λοιπόν, το blog δημοσιεύει για πρώτη φορά στο ίντερνετ μια κουβέντα μας από τον Ιούλιο του 2011, όταν οι Lüüp είχαν βγάλει το δεύτερό τους άλμπουμ «Meadow Rituals». Είχε πρωτοδημοσιευτεί, εκείνη την εποχή, στις σελίδες του περιοδικού Ήχος, αναδημοσιεύεται εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης μετατροπές.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό που διατέθηκε για το δημοσίευμα


Παίρνω λαβή από το «ritual» του νέου σας άλμπουμ, Meadow Rituals, αλλά και από το εξώφυλλο: υπάρχει μια κεντρική ιδέα σχετική με κάποια ιεροτελεστία και με τη σχέση Ανθρώπου-Φύσης;

Το υλικό του Meadow Rituals μου έδινε από την αρχή την εντύπωση μιας ιεροτελεστίας. Μιας ιεροτελεστίας της φύσης, ιδωμένης από τον άνθρωπο. Μιας ιεροτελεστίας εσωτερικής, όμως: μιας διεργασίας κρυμμένης, που ο άνθρωπος θα ψάξει να ερμηνεύσει για να βρει ποια η σχέση του με τη φύση. Οι άνθρωποι, άλλωστε, πάντα ερμήνευαν, γιόρταζαν και απέδιδαν τιμές στη φύση, μέσω ιεροτελεστιών. Νιώθω ότι μέσα της κρύβονται οι απαντήσεις στις ερωτήσεις των ανθρώπων. Και στη φύση μπορώ επίσης να διακρίνω καθαρά στοιχεία πνευματικότητας, θείας ύπαρξης. 

Στο Meadow Rituals υπάρχει λοιπόν μια ακούσια προσπάθεια για μια μουσική αφήγηση αυτής της σχέσης ανθρώπου-φύσης μέσω της Ιεροτελεστίας. Βέβαια, πιστεύω γενικά ότι ο Σκοπός της Μουσικής είναι η ίδια η Μουσική και όχι κάτι εξωμουσικό, όπως η «αφήγηση/περιγραφή». Απλά, ίσως, προσωπικά, να μου δίνει μια εντύπωση αφήγησης. 

Μετράω δύο στα δύο, όσον αφορά στις διεθνείς εκδόσεις: το ντεμπούτο σας Distress Signal Code βγήκε στη γαλλική Musea (2008), ο καινούριος δίσκος μας έρχεται από την αμερικάνικη Experimedia. Έχει να κάνει με το ότι η κολεκτίβα των Lüüp είναι ένα διεθνές σχήμα; Ή έχει να κάνει με τη δική σας θέληση να μη μπλέξετε με τις εγχώριες δισκογραφικές;

Περισσότερο έχει να κάνει με το ότι οι Lüüp είναι ένα διεθνές πρότζεκτ, με μουσικούς από διάφορες χώρες (και στο μέλλον θέλω να υπάρξουν κι άλλοι μουσικοί). Και σαν τέτοιο, μια κυκλοφορία μόνο εντός των ελληνικών συνόρων θα ήταν άδικη. Δεν γνωρίζω, άλλωστε, καμιά ελληνική δισκογραφική η οποία να έχει διανομή και δίκτυο στο εξωτερικό... 

Τι αγαπάς ιδιαίτερα ως ακροατής; Υπάρχουν συγκεκριμένες τάσεις στη δισκοθήκη σου ή να τη φανταστούμε πολυσυλλεκτική; 

Προσπαθώ συνέχεια να ενημερώνομαι για νέα άλμπουμ και να παρατηρώ τον ήχο της εποχής μας, όσο και να μαθαίνω τη μουσική παλαιότερων περιόδων. Έχω, πάντως, μια αδυναμία προς τη μουσική του 20ύ αιώνα (Stravinsky, Σκαλκώτα, Prokofiev, Bartok, Webern κ.ά.), στη νεο-φολκ σκανδιναβική σκηνή των Jenny Hval, Lisa Isaksson, Promise & The Monster κλπ., στις σύγχρονες minimal ambient ηχητικές απολήξεις των Arve Henriksen και David Sylvian, καθώς και στο κλασικότροπο πρόσωπο του προοδευτικού ροκ (King Crimson, Van Der Graaf Generator, Univers Zero, Aranis, Magma κ.ά.).

Αν και είσαι φλαουτίστας, πέρα από δημιουργός των όσων ακούμε υπό τους Lüüp, στο Meadow Rituals ακούμε λιγότερο φλάουτο συγκριτικά με το ντεμπούτο σας. Γιατί; 

Αυτό έγινε συνειδητά, με ενδιαφέρει να ψάχνω νέα προσέγγιση στο υλικό, να μην επαναλαμβάνομαι. Ταυτόχρονα, αντιπαθώ συνήθως τα άλμπουμ που κυκλοφορούν από σολίστες και χρησιμοποιούν τη μουσική σαν ένα υπόβαθρο για να έχουν χώρο να σολάρουν. Ο σκοπός είναι η μουσική και όχι η προβολή κάποιου οργάνου... 

Φυσικά έχει σημασία ο προσωπικός ήχος του κάθε μουσικού, αλλά θα πρέπει ο μουσικός αυτός να έχει το θάρρος και την αυτογνωσία να τον υποβάλλει στη σύνθεση: να κρίνει, δηλαδή, αν η μουσική ζητάει τον ρόλο του (και πού) και όχι ο ρόλος του να φτιάχνει τη μουσική. Έστω κι αν αυτό σημαίνει την πλήρη απουσία του σε μέρη της σύνθεσης ή και σε ολόκληρη τη σύνθεση. Το εναρκτήριο κομμάτι του Meadow Rituals δεν έχει φλάουτο από εμένα κι αποτελεί και κάτι σαν δήλωση αυτό. 

Επίσης, και πάλι συγκρίνοντας το νέο άλμπουμ με το Distress Signal Code, οι ενορχηστρώσεις σας σπρώχνουν προς μια νεοκλασική κατεύθυνση, ενώ περιορίζεται ο ρόλος του αυτοσχεδιασμού –για να μην πω ότι «υποτάσσεται» πλέον στη σύνθεση. Τι υπαγόρευσε μια τέτοια αλλαγή πλεύσης;

Με ενδιαφέρει ο ήχος των κλασικών οργάνων και οι άπειρες δυνατότητες που σου δίνονται με μια τέτοια ενορχήστρωση. Ο αυτοσχεδιασμός είναι μια ενστικτώδης συνθετική διαδικασία, ουσιαστικά με τον αυτοσχεδιασμό συνθέτεις, απλά δεν φιλτράρεις το υλικό που βρίσκεις, αντιδράς σε αυτό. Με τη σύνθεση, όμως, το υλικό (το οποίο ίσως να ανακαλύπτεις και αυτοσχεδιαστικά) το επεξεργάζεσαι, το σκηνοθετείς, το αντιμετωπίζεις από διαφορετική σκοπιά. Γενικά έχεις μεγαλύτερο έλεγχο ώστε να πετύχεις αυτό που θέλεις. Δεν θεωρώ ότι ένας μουσικός πρέπει να λειτουργεί με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο. Και τα δύο είναι εξίσου σημαντικά.

Στις επίσημες φωτογραφίες για το Meadow Rituals φλερτάρετε στιλιστικά με τη ντόπια παράδοση. Πόσο σας απασχολεί και υπό ποιο πρίσμα; 

Με την ελληνική μουσική παράδοση δεν έχω ασχοληθεί, αν και θα με ενδιέφερε μια διαφορετική προσέγγισή της. Προς την κατεύθυνση λ.χ. την οποία μας έδειξε ο μεγάλος Νίκος Σκαλκώτας. 

Πώς συντονίζονται όλοι όσοι αποτελούν τους Lüüp; Υπάρχει κάποιο πλάνο εργασίας, εκπορευόμενο από σένα; 

Στο Meadow Rituals κάποιες συνθέσεις είναι δικές μου και κάποιες γράφτηκαν μαζί με άλλους μουσικούς (Lisa Isaksson, Λευτέρη Μουμτζή, Γιώργο Βαρουτά, Andria Degens). Με τους μουσικούς από άλλες χώρες υπάρχει το πρόβλημα της απόστασης, αλλά από πριν γνώριζα ότι έχουμε μια κοινή αισθητική. Υπάρχει λοιπόν ένα επίπεδο κατανόησης, χωρίς να χρειάζεται να εξηγηθούν πολλά πράγματα. Νιώθω πολύ τυχερός που είχα όλους αυτούς τους συνεργάτες στο άλμπουμ και είναι μεγάλη μου τιμή! Η συνεργασία επίσης με τον παραγωγό Αλέξιο Μπόλπαση αποδείχθηκε πολύτιμη.

Είσαι ευχαριστημένος από την ως τώρα απήχηση του άλμπουμ; Ποιο είναι το κλίμα υποδοχής του στο εξωτερικό; 

Περισσότερο από όσο περίμενα! Οι κριτικές είναι πολύ καλές και η Experimedia με ενημερώνει κι αυτή για την ικανοποίησή της από την υποδοχή μέχρι τώρα. Επίσης ευχάριστη έκπληξη είναι και η μεγαλύτερη παρουσία σε ραδιοφωνικές εκπομπές (Rai 3 Ιταλίας, RNE 3 Ισπανίας, BCBradio Αγγλίας, BSRradio Rhode Island και άλλες).

Οργανωτικά –και οικονομικά– η φύση των Lüüp μάλλον αποτρέπει από το να σας δούμε κάποια στιγμή επί σκηνής. Έχετε κάνει σκέψεις για ζωντανή παρουσίαση της μουσικής σας, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό; 

Κάποια στιγμή θα γίνουν συναυλίες, απλά με μια μικρότερη σύνθεση μουσικών. Έχουν γίνει σκέψεις και συζητήσεις με υπεύθυνους και για το εξωτερικό, είναι κάτι που βλέπουμε για τον φετινό χειμώνα.

Ποιος είναι ο Στέλιος Ρωμαλιάδης όταν δεν καταγίνεται με τους Lüüp; Πώς να σε φανταστεί ένας ακροατής σου στην καθημερινότητα; 

Θα με βρείτε είτε να διαμαρτύρομαι (όπως όλος ο κόσμος) ενάντια στον οικονομικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει σε παγκόσμιο επίπεδο, είτε να εκτελώ τοπογραφικές εργασίες, είτε να ακούω μουσική, είτε να παρακoλουθώ την ταινία «Τα Σαγόνια του Καρχαρία» πίνοντας μπράντι βερίκοκο.



29 Δεκεμβρίου 2022

Lüüp - ανταπόκριση (2016)


Ένα ακόμα παλιό μου κείμενο εδώ, μια ανταπόκριση από τη συναυλία της εφευρετικής κολεκτίβας Lüüp του Στέλιου Ρωμαλιάδη, στην οποία χρωστάμε μερικούς από τους ωραιότερους εγχώριους δίσκους της τελευταίας 15ετίας.

Η συναυλία έλαβε χώρα στο «Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων» τον Μάρτιο του 2016 και η ανταπόκριση δημοσιεύτηκε στο Avopolis –αναδημοσιεύεται τώρα με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη βραδιά και ανήκουν στη Δάφνη Ανέστη 


Παρά τους βροχερούς δρόμους και την κάμποση κίνηση προς τις κεντρικές αρτηρίες, το φιλόξενο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων ήταν γεμάτο την Παρασκευή το βράδυ. Στη σκηνή του, η κολεκτίβα των Lüüp παρατάχθηκε με τη νέα της, πενταμελή, σύνθεση. Για ένα σετ 9 κομματιών, το οποίο έδωσε μια καλή γεύση του «οπλοστασίου» της, ενόψει ενός νέου τρίτου δίσκου, που, όπως μάθαμε μιλώντας με τον Στέλιο Ρωμαλιάδη, βρίσκεται επί του παρόντος περίπου στα μισά του.

Αρχικά, οι Lüüp έπαιξαν ως τριπλέτα –με τον Ρωμαλιάδη στο φλάουτο, τη Σοφία Ευκλείδου στο τσέλο και τον Γιώργο Βαρουτά στην ακουστική κιθάρα. Μπήκαν δε δυνατά, με μία από τις καλύτερες συνθέσεις τους ("Taurokathapsia", από το Meadow Rituals του 2011), η οποία έδωσε αμέσως στη βραδιά έναν χαρακτήρα μυσταγωγίας. Το μάτι μου, μάλιστα, έπεφτε επίμονα στη ζωοκεφαλή με τα στριφτά κέρατα στο πλάι του Ρωμαλιάδη, η οποία μου θύμισε τα στριφτοκέρατα βόδια της «Ιλιάδας», ωθώντας με να φανταστώ μια χρονική λούπα όπου το ανάκτορο του γερήνιου Νέστορα στην Πύλο γέμισε με λάπτοπ και μικρόφωνα, αντηχώντας από τη μουσική των Lüüp. Είναι άλλωστε μεγάλη η δύναμή της να δημιουργεί εικόνες, όσο κλισέ κι αν ακούγεται κάτι τέτοιο.

Το «τελετουργικό» θα έμενε παρόμοιο για δύο ακόμα κομμάτια, πριν υποδεχθούμε στη σκηνή τις τραγουδίστριες του γκρουπ –την Άννα Λινάρδου και τη γνώριμη από τους Night On Earth και τις συνεργασίες της με τον Φοίβο Δεληβοριά, Σοφία Σαρρή. Σε συνδυασμό με τη γλυκιά κιθάρα του Βαρουτά, οι φωνές τους μας μετέφεραν σε ένα πιο αμερικάνικο folk σκηνικό, που θα μπορούσε (χοντρικά) να περιγραφεί ως μια ελαφρώς πειραματικότερη εκδοχή των Transatlantic Sessions

To «παιχνίδι» αυτό συνεχίστηκε και στη συνέχεια της συναυλίας με παραλλαγές, οι οποίες άλλοτε είχαν πιο έκδηλα ντόπιους απόηχους (οφειλόμενους κυρίως στο υπέροχο φλάουτο του Ρωμαλιάδη) κι άλλοτε φλέρταραν πιο ανοιχτά με τον αυτοσχεδιασμό. Μου δημιουργήθηκε όμως η εντύπωση μιας μονότονης τραγουδιστικής προσέγγισης εκ μέρους των οπωσδήποτε λειτουργικών φωνών, που αχνοθύμιζε Björk ή και τα γήινα χρώματα της Emiliana Torrini. Επίσης, μάλλον περίμενα περισσότερα από τη Σαρρή βασισμένος σε πρόσφατα κείμενα περί των live παρουσιών της, βρέθηκα όμως να γοητεύομαι κυρίως από τη Λινάρδου, που σε κάποιο σημείο του "Spiraling" έβαλε για λίγο –μάλλον ασυναίσθητα;– και το τακούνι από τις κομψές της μπότες στο ηχητικό οικοδόμημα, καθώς το χτύπαγε στο πάτωμα.

Στο τέλος βέβαια η Σαρρή πήρε τη ρεβάνς με τους φωνητικούς αυτοσχεδιασμούς που επέδειξε στο "See You In Me" (που έκλεισε και το live, εν μέσω θερμών χειροκροτημάτων), οι οποίοι σε κάποιο σημείο ακούστηκαν πραγματικά σαν πόρτα που ετοιμάζεται να βροντήξει από το ρεύμα του αέρα, ενώ σε άλλο κόμισαν κάτι από την αισθητική των πολυφωνικών τραγουδιών του βορειοελλαδικού χώρου. Ήταν ένα δείγμα δυνατοτήτων στιβαρό, που πιστεύω θα αποτελέσει γερό χαρτί στις νέες ηχογραφήσεις των Lüüp. Εκεί στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, άλλωστε, μας έδωσαν έναν ακόμα λόγο να αδημονούμε γι' αυτές.