Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Köksal Fide. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Köksal Fide. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20 Φεβρουαρίου 2023

Μίμης Πλέσσας & Γιάννης Πλούταρχος - ανταπόκριση (2014)


Πρόσφατα, πηγαίνοντας στα 7α γενέθλια του ανιψιού μου Γιάννη, ανακάλυψα ότι στην πεθερά του αδερφού μου αρέσει πολύ ο Γιάννης Πλούταρχος. Μάλιστα, στη συζήτηση που ακολούθησε, ο αδερφός μου θυμήθηκε και κάτι εμφανίσεις του όπου τραγουδούσε παλιές επιτυχίες του Γιάννη Πουλόπουλου.

Αυτό, με τη σειρά του, έκανε κι εμένα να θυμηθώ ότι είχα πάει σε μία από τις εν λόγω συναυλίες του Πλούταρχου –τον Ιανουάριο του 2014, στο ιστορικό θέατρο «Παλλάς», όπου μάλιστα ήταν και ο Μίμης Πλέσσας μαζί του. Και με είχε εκπλήξει πολύ ευχάριστα ο τραγουδιστής από τη Μαυρόγεια της Βοιωτίας.

Μια ανταπόκριση για τη βραδιά δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το υλικό που διατέθηκε τότε στον Τύπο, ως promo


Ανάγκα και θεοί (της νύχτας) πείθονται; Να ώθησαν άραγε τα αδιέξοδα της άτιμης της Κρίσης έναν σούπερ σταρ σαν τον Γιάννη Πλούταρχο να αφήσει τα συνήθη μαγαζιά και να δοκιμαστεί στο πλάι του Μίμη Πλέσσα; Να ήταν καλλιτεχνικά τα κίνητρα; Ή ένας συνδυασμός, τύπου το τερπνόν μετά του ωφελίμου; 

Τα σκεφτόμουν όλα τούτα πηγαίνοντας προς το Παλλάς και είχα τις αμφιβολίες μου. Κάπου μέσα μου, ωστόσο, εντόπιζα και μια πίστη στο εγχείρημα. Ένα «μπορεί και να...», το οποίο ως το τέλος της βραδιάς είχε μετατραπεί από πιθανότητα σε βεβαιότητα. Μια θριαμβευτική βεβαιότητα, μάλιστα. 

Γιατί θριάμβευσε ο Πλούταρχος αντιμετωπίζοντας τα τραγούδια του Πλέσσα. Με εξέπληξε ευχάριστα, συγκινητικά, εμένα που πλην ελαχίστων εξαιρέσεων βρίσκω το ρεπερτόριό του ανυπόφορο και τον ίδιο εγκλωβισμένο σε μια κλαψιάρικη μανιέρα. Με βάση αυτά τα δεδομένα, λοιπόν, το περισσότερο που έλπιζα ήταν να φανεί στοιχειωδώς επαρκής, στοιχημάτιζα δε πως θα πατούσε πάνω στο παράδειγμα του Γιάννη Πουλόπουλου και θα τα έβγαζε πέρα απλά και μόνο επειδή η φωνή του διαθέτει ορισμένα κοινά ηχοχρώματα. Δεν ήμουν προετοιμασμένος, δηλαδή, για έναν τραγουδιστή διατεθειμένο να τα δώσει όλα, που αληθινά θα πάσχιζε για το καλύτερο ερμηνευτικό του πρόσωπο μέχρι σήμερα, αλλά και για εκείνο το κάτι παραπάνω, το οποίο θα έδινε μια πιο εξατομικευμένη νότα σε ένα τόσο στάνταρ ρεπερτόριο. 

Η καλή μέρα, από το «πρωί» φάνηκε: η έναρξη της συναυλίας με το "Όλα Δικά Σου" μπορεί να μην υπήρξε καθηλωτική, στάθηκε όμως δείκτης πως η βραδιά θα ξεπερνούσε τις καχύποπτες προσδοκίες μου. Δεν ξέρω αν τις μοιραζόταν το κοινό που είχε γεμίσει κατά τα 2/3 περίπου το Παλλάς, γιατί δεν μπορούσα να βγάλω άκρη με τη σύστασή του· δύο κόσμοι είχαν συναντηθεί εκεί στη Βουκουρεστίου και κάθονταν –κάπως άβολα– ο ένας δίπλα στον άλλο. Κάτι σεβάσμια ζευγάρια πέραν της μέσης ηλικίας ήταν το κοινό του Μίμη Πλέσσα, κάτι νεότερα ζευγάρια μα και κάτι γυναικείες συντροφιές είχαν ένα πιο έκδηλα λαϊκό προφίλ και δεν έκρυβαν ότι το δικό τους επίκεντρο της προσοχής ήταν ο Βοιωτός τραγουδιστής. Στην πορεία της βραδιάς, πάντως, ανακατεύτηκαν και ξεπέρασαν την όποια αμηχανία της συγκατοίκησής τους. 

Βοήθησε σε αυτό και η άριστη ορχήστρα, βέβαια. Γιατί, υπό τη στιβαρή καθοδήγηση του Νάσου Σωπύλη –ο οποίος στεκόταν στα δεξιά όπως βλέπαμε τη σκηνή, καθισμένος πίσω από τα Roland πλήκτρα του– έδωσε παιξίματα που έφτιαξαν κλίμα, οδηγώντας σε κάμποσες κορυφώσεις. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στα μπουζούκια της παρέας, τον Γιώργο Παχή και τον Νίκο Κατσίκη. Και μία ακόμα ξεχωριστή αναφορά αξίζει βέβαια και στη Fide Köksal. 


Μπορεί η συμμετοχή της να ήταν σχεδιασμένη υποστηρικτικά, ώστε να παίρνει μερικές ανάσες ο Πλούταρχος στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος της συναυλίας, πάντως η Τουρκάλα τραγουδίστρια συμπεριφέρθηκε πρωταγωνιστικά. Χάρμα οφθαλμών στο κομψότατο φόρεμά της, επιβλήθηκε στη σκηνή, επέδειξε ταιριαστή με το υλικό κινησιολογία και ερμήνευσε ωραιότατα, με μπρίο μα και ενθουσιασμό, κερδίζοντας θερμό χειροκρότημα εκ μέρους του κόσμου. 

Ο Μίμης Πλέσσας, από την άλλη, με δυσαρέστησε. Αν και οι ικανότητές του στο πιάνο παραμένουν, οφείλω να σημειώσω, θαυμαστές. Μίλησε ωστόσο υπερβολικά πολύ στο πρώτο μέρος και μου έδωσε την εντύπωση ανθρώπου που αναζητούσε να τα πει –επεδίωξε μάλιστα να φανεί και αστείος (επανειλημμένα), κάτι που δεν κατάφερε, κατά τη γνώμη μου: υπήρχε μονίμως μια δύσκαμπτη σοβαρότητα στη στάση του σώματός του και στο βάθος της φωνής του, η οποία μάλλον υπονόμευσε την απόπειρα, αν και  κατευχαριστήθηκα τη διήγηση για το πώς κάποτε ο Quincy Jones και ο Dizzy Gilespie τον έκατσαν κάτω να του δείξουν τους τρόπους με τους οποίους τα τζαζ πνευστά δεν θα ηχούσαν «ασπρουλιάρικα». Αλγεινή δε εντύπωση μου έκανε το πώς προέβαλλε τη σημασία του έργου του· είπε για παράδειγμα ότι ο Πλούταρχος πείστηκε να αφήσει τα μεγαλεία και να έρθει να αναμετρηθεί με τα ιερά και τα όσια... 

Καταλαβαίνω ότι ο Πλέσσας νιώθει υποτιμημένος και αναγνωρίζω το άδικο που υπάρχει σε μια τέτοια αντιμετώπιση: πρόκειται πράγματι για συνθέτη που έχει γράψει πλήθος όμορφων τραγουδιών, τα οποία τραγουδιούνται ακόμα με ενθουσιασμό και εξακολουθούν να κερδίζουν νέους φίλους. Την όποια αδικία, όμως, θα τη διορθώσει η δυναμική του έργου του, καθώς και η ιστορία. Είναι ανάρμοστο να έρχεται ο ίδιος να εκφέρει τέτοιες κρίσεις δημοσίως, τραβώντας τα πράγματα από το μαλλί προς την επιθυμητή κατεύθυνση. 

Τον Γιάννη Πλούταρχο, τώρα, τον επαίνεσα ήδη αρκετά, θεωρώ όμως ότι οφείλω να επιστρέψω σε εκείνον κλείνοντας. Δεν αισθανόταν εντελώς άνετα πάνω στη σκηνή, στην αρχή: στο πρώτο μέρος επιχείρησε να διαχειριστεί το άγχος με τρόπους που προφανώς γνώριζε από την πίστα, με συνεχείς π.χ. υποκλίσεις προς τους μουσικούς και με διαρκείς προτροπές στο κοινό για παλαμάκια. Αν και με ενόχλησε το συγκεκριμένο κλίμα, μου έδωσε ταυτόχρονα την ευκαιρία να δω πόσο σοβαρά είχε πάρει την όλη ιστορία. Δεν είχε έρθει εκεί για να κάνει τον σταρ. 

Όπως και να έχει, σύντομα τα παλαμάκια και οι ιαχές τον έκαναν να πάρει τα πάνω του και είναι τότε που πραγματικά απογειώθηκε, βγαίνοντας παλικάρι ακόμα κι όταν αναμετρήθηκε με ένα τόσο βαρύ (για τη φωνή του) ζεϊμπέκικο σαν το "Βρέχει Φωτιά Στη Στράτα Μου" ή με τα τραγούδια της δισκάρας εκείνης που λέγεται «Ο Δρόμος» (1969), στα οποία απέφυγε προσεκτικά το οτιδήποτε προκάτ ή αυτοματοποιημένο –με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη μετρημένη, προσωπική του ερμηνεία στο "Έπεφτε Βαθιά Σιωπή". 

Μέρες μετά, ακόμα σκέφτομαι πόσο υπέροχα ήχησαν εκείνα τα γιασεμάκια από το "Μέθυσ' Απόψε Το Κορίτσι Μου", κυρίως όμως τον ατόφια συγκινητικό τρόπο με τον οποίον απέδωσε τον στίχο «αγάπη μου δεν θα σε ξαναδώ», στο ρεφρέν του "Ποια Νύχτα Σ' Έκλεψε": δεν είχε καμία σχέση με κάτι σπαραξικάρδιες εκτελέσεις που θα βρείτε στο YouTube, από παρελθοντικές του εμφανίσεις. Μπράβο λοιπόν στον Πλούταρχο, γιατί έπιασε την ατόφια ψυχή του λαϊκού μελοδράματος που τόσο επιτυχημένα εξέφρασε ο Πλέσσας στις συνεργασίες του με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Δείχνοντας έτσι ότι πρόκειται για τραγουδιστή με μεγαλύτερο ερμηνευτικό εκτόπισμα από όσο είχε αφήσει να φανεί η μέχρι στιγμής πορεία του στη δισκογραφία. 





24 Μαΐου 2021

Fide Köksal - συνέντευξη (2012)


Κατά καιρούς στην Ελλάδα ήρθαν, εγκαταστάθηκαν και δισκογράφησαν διάφοροι διεθνείς τραγουδιστές, τους οποίους με έναν τρόπο «υιοθετήσαμε». Έτσι με έναν πρόχειρο αναστοχασμό, λ.χ., θυμάμαι τον Ιταλό Φεφέ Αλιμπέρτι –ο οποίος απαθανατίστηκε στο soundtrack της ταινίας Κορίτσια Στον Ήλιο (1968)– τον Αϊτινό Ζαν Ρομπέρ, τη Ζανέτ Καπούγια από την Ουρουγουάη (ο άντρας της έχει μαγαζί στη γειτονιά μου, μάλιστα) ή τον Daniel Armando Jusid από την Αργεντινή, που ανήκει στους συνιδρυτές του συγκροτήματος Apurimac.

Τέτοια περίπτωση είναι και η Fide Köksal από την Τουρκία, η οποία βρέθηκε στη χώρα μας το 2006 για το Fame Story 4 του ANT1. Ως γνωστόν, βέβαια, το talent show το κέρδισε τότε ο Λεωνίδας Μπαλάφας, εντούτοις μέσω αυτού η Σμυρνιά τραγουδίστρια απόκτησε αρκετή δημοσιότητα. Κι έμεινε έκτοτε στην Αθήνα, βγάζοντας μέχρι και δίσκο με τον Μίμη Πλέσσα (Bridges, 2010).

Τα ίχνη της τα είχα χάσει τα τελευταία χρόνια, όμως τώρα, λόγω μιας ιντερνετικής «καραμπόλας» –ήτοι, κάτι άλλο έψαχνα, κάπου αλλού κατέληξα– ανακάλυψα ότι επέστρεψε πρόσφατα με το τραγούδι "Umut" (που προσφέρεται και σε ελληνική εκδοχή, ως "Ελπίδα"), σε μουσική Νάσου Σωπύλη και στίχους δικούς της. Παρεμπιπτόντως, οι δυο τους είναι αντρόγυνο και, αν δεν κάνω λάθος, έχουν κι ένα κοριτσάκι.

Έχει ωραία φωνή η Fide Köksal και είναι επίσης ένας ευγενέστατος, συμπαθής άνθρωπος. Το "Umut" με έκανε δηλαδή να θυμηθώ ότι είχαμε συναντηθεί στον Κεραμεικό για μια συνέντευξη τον Μάρτιο του 2012, με αφορμή κάποια συναυλία της στο (τότε) PassPort. Σκαλίζοντας λίγο στα αρχεία μου, την εντόπισα: είχε δημοσιευτεί τότε για λογαριασμό του Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.


Πώς έμαθες να μιλάς τόσο καλά ελληνικά; 

Δεν ήξερα καθόλου ελληνικά το 2006 που ήρθα. Αλλά, από τη στιγμή που πάτησα εδώ, ρωτάω τα πάντα! Μαθαίνω εύκολα τις ξένες γλώσσες και μου αρέσουν. Θεωρώ επίσης ένδειξη σεβασμού το να μπορείς να μιλήσεις τη γλώσσα του τόπου όπου αποφασίζεις να ζήσεις και να δουλέψεις. Θα ντρεπόμουν να μη μπορώ να συνεννοηθώ στα βασικά της καθημερινότητάς μου. 

Τι άλλες γλώσσες μιλάς; 

Αγγλικά, από πολύ μικρή. Έκανα επίσης γαλλικά και γερμανικά. Τα γαλλικά μου αρέσουν περισσότερο από τα γερμανικά, αλλά η αλήθεια είναι ότι όσες γλώσσες δεν χρησιμοποιείς τις ξεχνάς σιγά-σιγά. Όμως η ελληνική γλώσσα, είναι κάτι άλλο: τη βρίσκω ενδιαφέρουσα και πολύ πλούσια. Βοηθάει βέβαια και η καλή μνήμη, γιατί έμαθα τα ελληνικά μόνη μου, δεν έκανα μαθήματα. 

Βρέθηκες από τη Σμύρνη στην Κωνσταντινούπολη κι από εκεί στην Αθήνα...

Στη Σμύρνη γεννήθηκα και μεγάλωσα. Είναι ο τόπος που σχετίζω με φιλίες, βόλτες, πρώτους έρωτες, αλλά και με τα φαγητά της μαμάς και της γιαγιάς! Μοιάζει πολύ με τη Θεσσαλονίκη, πάρα πολύ. Προσπαθώ να πηγαίνω μια εβδομάδα ή δέκα μέρες κάθε καλοκαίρι. 

Έζησα μέχρι τα 18 εκεί και μετά πήγα στην Κωνσταντινούπολη για σπουδές: σπούδασα Διεθνείς Σχέσεις & Πολιτικές Επιστήμες (στην αγγλική γλώσσα) και παράλληλα Musical Theatre στο Istanbul Conservatory. Εκεί με βρήκε ο ΑΝΤ1, όταν ήρθαν οι άνθρωποί του για να κάνουν οντισιόν για το Fame Story και είπα γιατί να μην το δοκιμάσω; Ήθελα να ζήσω την εμπειρία και ήταν και μια ευκαιρία να μάθω καλύτερα τους Έλληνες. Στη χώρα μου, άλλωστε, μάλλον δεν θα συμμετείχα σε κάποιο ανάλογο σόου. 

Αφού ήρθα, γνώρισα πολλούς καλούς μουσικούς και είχα διάφορες ευκαιρίες να δουλέψω, οπότε αποφάσισα να μείνω στην Αθήνα. 

Γιατί δεν θα συμμετείχες σε κάποιο ανάλογο σόου στην Τουρκία;

Ίσως γιατί εκεί θα βρισκόταν πολύ κοντά στην προσωπική μου ζωή. Και δεν θα μου άρεσε να βλέπουν τι κάνω επί 24 ώρες. Χρειαζόμουν επίσης μια αλλαγή τότε, ήμουν και 23 χρονών. Στην Αθήνα βρήκα σιγά-σιγά τον δρόμο μου και κατάλαβα τι θέλω να κάνω. Και κυρίως τι δεν θέλω να κάνω, που είναι και πιο σημαντικό. 

Τι έμαθες λοιπόν ότι δεν θέλεις να κάνεις;

Πράγματα που δεν σχετίζονται με την ποιότητα και με τις ανθρώπινες σχέσεις. Μου αρέσει να κάνω συναυλίες, ας πούμε, αλλά όχι να δουλεύω σε κάποιο πρόγραμμα και να πρέπει να τραγουδάω κάθε Παρασκευοσάββατο. Να μην είναι συνήθεια η δουλειά μου, μα να μου λείπει και λίγο. 

Και ως προς τη μουσική μου, επίσης: ήθελα να χρησιμοποιούμε πολλά όργανα, γι' αυτό κι έχουμε π.χ. και κανονάκι και βιόλα και ακορντεόν, πιάνο, κρουστά στην ενορχήστρωση. Ο στόχος ήταν να μην βρισκόμαστε ματιά από τον σύγχρονο ήχο, αλλά ταυτόχρονα να υπάρχει μια γερή βάση στην παραδοσιακή ελληνική και τούρκικη μουσική.    

Από το Fame Story 4, τι αναμνήσεις έχεις; Ξέρεις, αρκετοί βλέπουν με καχυποψία τους τραγουδιστές που βγαίνουν από τα talent shows...

Έμεινα περίπου δύο μήνες στο σόου, ωραία ήταν, τη θυμάμαι με χαμόγελο την εμπειρία. Είναι κάτι που έχει και πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα για κάποιον που θέλει να ξεκινήσει την καριέρα του έτσι. Εξαρτάται από τον άνθρωπο και από το πώς θα παρουσιάσει τον εαυτό του. 

Ένα τέτοιο σόου, κατά την προσωπική μου γνώμη, δεν σου δίνει μεγάλες ευκαιρίες να εκφραστείς όπως είσαι, γιατί η κατεύθυνσή του είναι πιο εμπορική. Χρειάζεται να βρεις λοιπόν έναν τρόπο πιο δικό σου. Εμένα πάντως βοήθησε να με μάθει ο κόσμος. Γνώρισα έτσι τον Κώστα τον Κουτσομύτη, που έκανε μετά το σίριαλ Ματωμένα Χώματα (2008), στο οποίο έπαιξα και συμμετείχα και στο soundtrack. 

Κι αν δεν είχε τύχει αυτό, τι θα είχες κάνει; Θα γινόσουν ας πούμε διπλωμάτης;

Διπλωμάτης όχι, δεν θα γινόμουν κάτι τέτοιο. Ίσως όμως έκανα κάτι σχετικό με τον πολιτισμό. 

Και θα γύριζες στη Σμύρνη ή θα προτιμούσες να μείνεις στην Κωνσταντινούπολη; 

Θα έμενα στην Κωνσταντινούπολη, είναι μεγάλος έρωτας... Λένε ότι η Σμύρνη είναι η γυναίκα σου και η Πόλη η ερωμένη. Και είναι έτσι, σαν μια γυναίκα από την οποία δεν μπορείς να ξεκολλήσεις: όπου και να πας, κάτι θα σου τη θυμίζει. 

Δεν έχω πάει ποτέ...

Α, θα πάθεις πλάκα! Ειδικά αν σου αρέσει το περπάτημα, η θάλασσα, το καλό φαγητό και τα γλυκά. Έλληνες και Τούρκοι είμαστε πολύ του τραπεζιού. Μας αρέσει να κάνουμε μεγάλα τραπέζια, με πολύ κόσμο και πολύ φαγητό. Δεν αγαπάμε τις μικρές ποσότητες, τα θέλουμε όλα μπόλικα! (γέλια εκατέρωθεν)

Αλήθεια, πώς έμαθες να χορεύεις τόσο ωραία; 

Δεν είναι κάτι που το σπούδασα... Στην Τουρκία οι κοπέλες χορεύουν, ήταν φυσικό να μάθω τσιφτετέλι. Άλλωστε την κίνηση μου λέγανε από μικρή ότι την έχω! Αυτό που σπούδασα είναι το τάνγκο, για πέντε χρόνια. Ήμουνα μάλιστα και δασκάλα, αλλά το παράτησα γιατί με ενδιέφερε περισσότερο το τραγούδι.  

Σε ενοχλεί που σε ρωτούν συνέχεια στις συνεντεύξεις για τις πολιτικές σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία;

Όχι, δεν με ενοχλεί. Φυσικά και θα με ρωτήσουν, νομίζω άλλωστε ότι ο καθένας θα πρέπει να έχει θέση για τέτοια πράγματα, τι πιστεύει ή δεν πιστεύει, τι υποστηρίζει και τι όχι. Δεν είναι κακό. Όποιος έχει επίσης κακές αναμνήσεις, είναι λογικό να έχει μείνει στο παρελθόν. Αν βάλουμε τους εαυτούς μας στη θέση όσων έχουν πολεμήσει κι έχουν χάσει ανθρώπους ή και τα σπίτια τους, τον τόπο τους, θα το καταλάβουμε. Αυτό το έχουμε ζήσει και οι δύο λαοί, όχι μόνο εσείς, όχι μόνο εμείς. 

Όμως το παρελθόν δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Και για μένα έχει σημασία να ζήσουμε το τώρα. Το παρελθόν πέρασε, το μέλλον δεν ξέρουμε αν θα έρθει. Στο τώρα, λοιπόν, βλέπω ότι οι περισσότεροι –και εδώ και στην Τουρκία– έχουν αρχίσει να αφήνουν πίσω αυτή την πικρία. Άλλωστε, υπάρχουν πλέον και περισσότερα πηγαινέλα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το καταλαβαίνεις επίσης από το πόσο αγαπητές έχουν γίνει εδώ κάποιες τούρκικες τηλεοπτικές σειρές.   

Δεν συνάντησες δηλαδή ποτέ δυσκολίες στην Ελλάδα, λόγω του ότι προερχόσουν από την Τουρκία;

Όχι, δεν συνάντησα δυσκολίες. Μόνο με τη γραφειοκρατία των δημοσίων υπηρεσιών, αλλά αυτό ξέρω ότι δυσκολεύει ακόμα και τους Έλληνες! (γέλια) 

Ίσως μάλιστα το γεγονός ότι ήμουν από την Τουρκία δημιούργησε και μεγαλύτερο ενδιαφέρον, γιατί ο κόσμος ήθελε να μάθει περισσότερα πράγματα για μένα ή να ακούσει τούρκικα τραγούδια. Έτσι χτίστηκε μια βάση και τώρα προσπαθώ να τη μεγαλώσω –και στην Ελλάδα, μα και στο εξωτερικό. 

Και έκανες κι ένα σημαντικό πρώτο δισκογραφικό βήμα, με τον Μίμη Πλέσσα...

Είχα ακούσει πολλά τραγούδια από τον Μίμη Πλέσσα, μερικά μάλιστα τα ήξερα χωρίς να γνωρίζω ότι ήταν δικά του. Πήγα λοιπόν σε μια συναυλία του και μετά το τέλος της αποφάσισα να του κάνω μια πρόταση, να κάναμε μερικά τραγούδια μαζί. Χτύπησα στο καμαρίνι του, συστήθηκα, του είπα ότι ζω εδώ, τραγουδάω και γράφω μουσική και στίχους. Και μου απάντησε «Πολύ ωραία! Γιατί δεν έρχεσαι στο στούντιο να σε ακούσω;». 

Εκεί μου έκανε ο ίδιος μια πρόταση, να κάναμε έναν ολόκληρο δίσκο. Χάρηκα πάρα πολύ, ήταν μεγάλη τιμή για μένα, παρότι υπήρχε κι ένα ρίσκο να βάλω τούρκικους στίχους σε τραγούδια που κάποιος έχει συνηθίσει να ακούει στα ελληνικά. Όμως άρεσαν στον κόσμο, όπως διαπίστωσα στις συναυλίες. Ό,τι κάνεις με την καρδιά σου, το αισθάνονται κι οι άλλοι ως αληθινό. 

Και τώρα έφτασε η ώρα για έναν νέο δίσκο. Άκουσα ήδη ένα τραγούδι, το "Basit". Τι θα πει αλήθεια basit;

Basit θα πει «απλά». Έχω γράψει και ελληνικούς στίχους γι' αυτή τη μελωδία του Νάσου Σωπύλη, οπότε θα το τραγουδήσουμε και στα ελληνικά στη συναυλία στο PassPort. Υπάρχουν επίσης τραγούδια του Μίμη Πλέσσα, του Γιώτη Κιουρτσόγλου, του Νίκου Κυπουργού και της Ζωής Τηγανούρια, συν άλλα δύο κομμάτια τα οποία έγραψα με τον Νάσο Σωπύλη. Όλα τα λόγια θα είναι δικά μου. Ο δίσκος αναμένεται να βγει περίπου σε έναν μήνα.    

Τι έχεις κλείσει για συναυλίες, για μετά το PassPort; Φαντάζομαι ήδη κάνεις τα πλάνα του καλοκαιριού... 

Ναι, έχουμε ήδη πει π.χ. με τον Παντελή Θαλασσινό να κάνουμε μια συναυλία το καλοκαίρι στη Χίο. Θέλω να κάνω κι ένα promo tour για το άλμπουμ κι έτσι έχουμε κλείσει αρκετές ακόμα εμφανίσεις και σε Ελλάδα, Τουρκία (Σμύρνη, Ίμβρος, Πόλη, Αϊβαλί), αλλά και στο εξωτερικό –Λονδίνο, Ισπανία, Πορτογαλία. Θα προσπαθήσουμε να τραγουδήσουμε παντού!