Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ghold. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ghold. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

03 Φεβρουαρίου 2023

Fraternity Of Sound Festival/μέρα 2 - ανταπόκριση (2017)


Όταν ήμουν αρχισυντάκτης του Avopolis, ένας από τους στόχους μου για το site ήταν ότι έπρεπε να βρίσκεται (σχεδόν) παντού στην πόλη, όπου συνέβαινε κάποιο μεγάλο ή μικρότερο μα ενδιαφέρον event. Να πηγαίνει εκεί ως κοινωνός της μουσικής ζωής, δηλαδή, όπως πήγαινε και ο κάθε απλός μουσικόφιλος, αλλά να είναι και σε θέση να αποτιμήσει κριτικά αυτό που είδε κι άκουσε.

Δεν ξέρω αν εκτιμήθηκε η πολιτική μου αυτή –από το κοινό, από τη διεύθυνση, ίσως και από τους κατά καιρούς συνεργάτες μου, ακόμα. Πάντως οι καλύτεροι και συνεπέστεροι ανάμεσά τους τη στήριξαν έμπρακτα, με τον κόπο, την κούραση και τα κείμενά τους. Όπως τη στήριξα κι εγώ, βέβαια, πιστός στην πάγια πεποίθησή μου ότι δεν νοείσαι ως αρχισυντάκτης, εάν πάψεις να επωμίζεσαι τα βάρη του συντάκτη. Αλλιώς γίνεσαι κάτι σαν διαχειριστής. Καλός διαχειριστής, ίσως, μα τίποτα παραπάνω από ένα ακόμα γρανάζι της διοίκησης. Και ο ρόλος σου δεν γίνεται, δεν μπορεί να περιορίζεται σε κάτι τέτοιο. Ψιλά γράμματα για πολλούς αρχισυντάκτες εκεί έξω, το γνωρίζω. 

Τα λέω αυτά γιατί από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες τις οποίες περάσαμε ως ομάδα το φθινόπωρο του 2017 ήταν το υπερ-φιλόδοξο, πολυήμερο φεστιβάλ Fraternity Of Sound που διοργάνωσε τότε το Temple, ενοικιάζοντας το Fuzz ώστε να το φιλοξενήσει. Προσωπικά ανέλαβα την κάλυψη της 2ης μέρας του (ανήμερα 28η Οκτώβρη ήταν) και ακόμα το θυμάμαι ως ένα από τα πιο κουραστικά πράγματα που έκανα στην καριέρα μου. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που αισθάνθηκα το βάρος του χρόνου στις πλάτες μου και κυρίως στα πόδια μου. 

Οι Godflesh, ωστόσο, οι οποίοι επιστρέφουν φέτος στην Αθήνα (Σάββατο 4 Μαρτίου, στο Temple αυτή τη φορά), στάθηκαν επιβλητικοί. Έστω κι αν οι Unsane, λίγο πριν, παρά λίγο να τους κλέψουν την παράσταση και τη δόξα. Μια πλήρης ανταπόκριση για τη βραδιά δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη βραδιά στο Fuzz και ανήκουν στον Θάνο Λαΐνα, εκτός από αυτές των Pharaoh Overlord & Omega Monolith που είναι του Μιχάλη Κουρή


Η 2η μέρα του Fraternity Of Sound έπεσε 28η Οκτωβρίου, σε ένα ιδιαίτερα φθινοπωρινό Σάββατο, ενώ θα ξεκινούσε και υπό τη σκιά του παραδοσιακού ποδοσφαιρικού ντέρμπι Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός. Δεν ήταν ν' απορεί λοιπόν κανείς που η έναρξη στο Fuzz έγινε μπροστά σε πολύ λίγα άτομα. Όσοι κόπιασαν από νωρίς, πάντως, φάνηκε ότι ήξεραν τι είχαν έρθει να δουν. 

Οι Pharaoh Overlord, βλέπετε, είναι ένα side project των Circle, εκείνων που χάλασαν κόσμο στην 1η μέρα του φεστιβάλ. Είναι βέβαια το ας το πούμε σοβαρό side project των Jussi Lehtisalo, Janne Westerlund & Tomi Leppänen, καθώς στη δική τους περίπτωση δεν έχουμε τρελά κολάν και προβοκατόρικες επικλήσεις στη hard rock τεστοστερόνη. 


Αντιθέτως, τα πράγματα οδεύουν προς την πειραματική πλευρά του rock κι έτσι δεν αργήσαμε να χαθούμε σε μια ηχητική σπείρα με χαρακτήρα χαλαρής δίνης (ή κολλητικού mantra), στην οποία ό,τι το «βαρύ» μάλλον πήγαζε από την αγάπη προς το stoner που έχουν φανερώσει κατά καιρούς στη δισκογραφία τους. Καθώς η φάση ήταν αμιγώς οργανική (παίχτηκε μόλις ένα κομμάτι με φωνητικά), ίσως τα πράγματα να έγιναν κάπως εγκεφαλικά για έναρξη. Εντούτοις το ενδιαφέρον δεν «έσπασε» και όσοι βρίσκονταν εκείνη την ώρα στο Fuzz χειροκρότησαν με θέρμη στο τέλος του set. 

Σειρά κατόπιν είχαν οι «δικοί μας» Omega Monolith, οι οποίοι βγήκαν μπροστά σε αισθητά περισσότερο κόσμο. Τους περίμενα με ανυπομονησία, θέλοντας να δω τι θα έκαναν στις πολύ καλές ηχητικές συνθήκες του Fuzz, αφού τους είχα παρακολουθήσει να παίζουν κολασμένα στις κακές συνθήκες του stage 2 στο περσινό Desertfest. 


Κι έτσι ομολογώ ότι απογοητεύτηκα λίγο, καθώς ναι μεν απόλαυσα ξανά τα ξεσπάσματά τους, όπου πρωταγωνιστεί σταθερά ο εκκωφαντικός τρόπος με τον οποίον παίζει τα τύμπανα ο Άλεξ Monolith, όμως ο χώρος που έδωσαν στην post-rock πλευρά των επιρροών τους δημιούργησε ένα ευπρόβλεπτο μοτίβο καταβυθίσεων και κορυφώσεων, που δεν κρύβει πια καμία έκπληξη ώστε να μπορεί να υπηρετήσει ένα οργανικό συναυλιακό set. Με δυο λόγια, τους απόλαυσα κάθε που βάραγαν, αλλά κάθε που γίνονταν αργοί έχανα εκείνες τις ωραίες διασυνδέσεις που έχουν βρει με την κληρονομιά των Isis και ανάλογων σχημάτων. 

Οι Ghold έσκασαν επί σκηνής με φοβερό τσαμπουκά και ενέργεια, παίζοντας το "Partaken Incarnate" (από το Of Ruin του 2015). Κατά τα λοιπά, όμως, είχαν έρθει στην Αθήνα αποφασισμένοι να μας σερβίρουν μια γενναία δόση του επικείμενου άλμπουμ Stoic –και μάλιστα σε υψηλά ντεσιμπέλ και με ασίγαστη επιθετικότητα. Πράγματι, μας έπιασαν όλους από τα μούτρα, αλλά κομμάτι το κομμάτι βρήκα προσωπικά ότι δεν είχαν και πολλά να μας δώσουν, πέρα από αυτό το ωμό ζοριλίκι. 


Το οποίο ναι μεν δεν έπαψε να λειτουργεί υπέρ τους εφόσον η συνθήκη ήταν συναυλιακή και μπορούσες να βλέπεις τη λύσσα με την οποία έπεφταν πάνω στα όργανά τους, δεν μπόρεσε όμως να κρύψει και τον μάλλον φτωχό και μονότονο χαρακτήρα των συνθέσεών τους. Πάντως το φινάλε του set με βρήκε σίγουρα σε αντίθετη πορεία με αυτήν της πλειονότητας του κόσμου στο Fuzz, που καταχειροκρότησε με έκδηλο ενθουσιασμό τους Βρετανούς. Και δεν αντιλέγω: ορισμένα πράγματα είναι εν τέλει και θέμα γούστου. 

Για εμένα, ας πούμε, ό,τι δεν έκαναν οι Ghold, το ποίησαν οι Unsane, οι οποίοι ήρθαν στη χώρα μας για πρώτη φορά στα περίπου 30 χρόνια πορείας τους, αντικρίζοντας τον περισσότερο κόσμο που θα μαζευόταν το Σάββατο στο Fuzz. Οι Νεοϋορκέζοι επέδειξαν δηλαδή την απαραίτητη μουσικότητα ώστε να μη νιώθεις ότι ακούς το ίδιο πράγμα σε αέναες παραλλαγές· κι ας έπαιζαν τα πάντα με την ίδια κτηνώδη μονολιθικότητα, σαν καλοκουρδισμένες μηχανές σε βαρέων βαρών αποστολή. Οι hardcore punk καταβολές των φωνητικών, οι noise rock περιπλανήσεις, η αμετακίνητη πρόσδεση σε ένα underground metal αμερικάνικης κοπής και τα φουριόζικα τραγούδια ενός γερού νέου δίσκου (σαν το "Factory"), υπήρξαν σύμμαχοί τους σε μια εξαιρετική συναυλία. 


Έτσι, σε στιγμές που ο κόσμος περίμενε να ακούσει –σαν το "Killing Time" ή το "Only Pain"– μπορούσες να δεις την αμφίδρομη σχέση της γενικευμένης πώρωσης, με τη σκηνή να «τρέφει» την πλατεία και τούμπαλιν: οι χοντρές στάλες ιδρώτα που έπεφταν από το μπέιζμπολ καπελάκι του απίθανου Chris Spencer, στάθηκαν αδιάψευστος μάρτυρας. Αλλά δεν ήταν εν τέλει ούτε τα χιλιόμετρα εμπειρίας των βετεράνων Unsane, ούτε η ιδιαίτερή τους ύπαρξη στα «σύνορα» διακριτών οντοτήτων του αμερικάνικου σκληρού ήχου, ούτε οι τραγουδάρες τους, που κέρδισαν την πρώτη τους αυτή ελληνική συναυλία. Ήταν πάνω από όλα η κωλοπετσωμένη αλητεία την οποία απέπνεαν επί σκηνής, καθώς και μια στιβαρή αποφασιστικότητα να «stay hungry», που μου έφερε κατά νου τους Sacred Reich. 

Με αυτά και με αυτά, βέβαια, ο πήχης ξάφνου ψήλωσε για τους δίκαιους headliners της 2ης Fraternity Of Sound ημέρας. Αλλά το κοινό που την τίμησε ήταν φανερό πως τους περίμενε με ιδιαίτερα δίψα τους Godflesh. Κι εκείνοι αποτυπώθηκαν ενώπιόν μας όσο επιβλητικοί τους είχαμε φανταστεί, με το βιομηχανικών απολήξεων metal τους να ξεπροβάλλει αλάθητα κοφτερό, όσο o Justin Broadrick με τον G. C. Green χάνονταν ψαρωτικά μέσα σε καπνούς αλλόκοσμα χρωματισμένους από τους μπλε, πράσινους, κόκκινους φωτισμούς. 


Με λίγα λόγια, οι Godflesh έπαιξαν με επίγνωση του underground θρύλου τους και με όλη εκείνη την καταιγίδα που έχει διακρίνει δισκογραφικές κορυφές σαν το Streetcleaner του 1989, κάνοντάς τους μία από τις πλέον επιδραστικές μπάντες σε ό,τι αποκαλούμε σχηματικά alternative metal ή metal για όσους έχουν λίγα-έως-καθόλου μαλλιά και μούσια. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι κι αυτοί διάλεξαν μια setlist επικεντρωμένη σε παλιό υλικό, ξέροντας προφανώς πόσο αδημονούσε το κοινό για κομμάτια σαν το "Mothra", το "Tiny Tears" ή το "Christbait Rising". Έτσι, η 2η μέρα του Fraternity Of Sound έκλεισε ιδανικά, μέσα σε βροντερά beats και σε μπασογραμμές με σεισμικές ποιότητες, τις οποίες ένιωθες (και) σωματικά.

Το νέο φεστιβάλ της Three Shades of Black δεν βρήκε την απήχηση που άξιζε στη μουσική του ποιότητα (κρίνοντας και από όσα διάβασα για την προσέλευση στις υπόλοιπες μέρες), πιστεύω όμως ότι και οι ιθύνοντες δεν έπεσαν από τα σύννεφα: θέλει χρόνο και πείσμα ένα event τόσο φιλόδοξης κλίμακας, απευθυνόμενο σε τσέπες που παραμένουν οικονομικά ρημαγμένες. Ειδικά εφόσον προσπαθεί να κάνει τη διαφορά εν μέσω ενός εκτροχιασμένου σκηνικού ως προς τη συναυλιακή υπερπροσφορά. 

Αν κάτι πρέπει να διορθωθεί την επόμενη φορά, είναι  η τήρηση του δημοσιευμένου ωραρίου. Γιατί, παρά τη σχετική εξαγγελία της διοργάνωσης, οι Pharaoh Overlord μπήκαν τελικά με 15 λεπτά αργοπορίας, τα οποία έγιναν 30 ώσπου να βγουν οι Omega Monolith και διατηρήθηκαν έτσι, εκτροχιαζόμενα σε περίπου 50 λεπτά καθυστέρησης για τους Godflesh.