Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Udo Dirkschneider. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Udo Dirkschneider. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

15 Απριλίου 2021

Εβδομάδα Accept, μέρος 4: o Udo παίζει Accept, για τελευταία(;) φορά (2016)


Ο Udo Dirkschneider ήταν στους Accept από την αρχή-αρχή και τα χαρακτηριστικά του γρυλίσματα έγιναν σήμα κατατεθέν του ήχου που έπλασαν οι συνιδρυτές Wolf Hoffmann (κιθάρα) & Peter Baltes (μπάσο). Ήχου που κατάφερε να περάσει ακόμα και στο mainstream μετά το 1983, χάρη στην επιτυχία του άλμπουμ Balls To The Wall.

Λίγο αργότερα, ωστόσο, επήλθε η πρώτη ρήξη στις σχέσεις τους, με τον Udo να φεύγει το 1987 ιδρύοντας τους U.D.O. και τους Accept να οδηγούνται σε παύση εργασιών το 1989. Τα ξαναβρήκαν ωστόσο το 1992 (οι παλιότεροι θα  θυμούνται και την επική συναυλία στο Ρόδον, το 1996), για να μπουν σε χειμερία νάρκη το 1997. Το 2005 περιόδευσαν και πάλι μαζί, αλλά η συναυλία στο Kaliakra Rock Festival της Βουλγαρίας (27 Αυγούστου 2005) σήμανε και το οριστικό τέλος της συνεργασίας τους: «πλέον, έχουμε καλή μεταξύ μας σχέση», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Udo το 2007, «και είναι καλύτερα να το αφήσουμε έτσι». Εκείνα τα χρόνια, άλλωστε, ο ίδιος υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγικός με το συγκρότημά του.

Όπως είδαμε στα προηγούμενα μέρη αυτής της Accept εβδομάδας του blog (εδώ, εδώ και εδώ), οι Accept πήραν μπρος ξανά από το 2010 και μετά, όταν μπόρεσαν να βρουν έναν επιτυχημένο αντικαταστάτη του Udo στο πρόσωπο του Αμερικανού Mark Tornillo. Ζυγίζοντας ίσως τα πράγματα μετά την απρόσμενη επιτυχία του δικού τους Blind Rage (2014), ο Udo αποφάσισε το 2015 να κλείσει οριστικά το κεφάλαιο Accept, με μια διεθνή περιοδεία στην οποία θα έπαιζε τα τραγούδια τους για τελευταία φορά. 

Η περιοδεία αυτή τον έφερε βέβαια και στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2016, για δύο συναυλίες: μία στο Principal της Θεσσαλονίκης και μία στο Piraeus Academy της Αθήνας, με support τους Γερμανούς Palace και τους παλαίμαχους Καναδούς Anvil. Στη δεύτερη, ασφαλώς, φρόντισα να δώσω το παρών, αποχαιρετώντας μια εποχή ιδιαιτέρως σημαντική για τα μουσικά μου γούστα. Ήταν μάλιστα η τελευταία φορά που βρέθηκα στις πρώτες σειρές, καθώς τα έτη είχαν γίνει πλέον στρογγυλά 40 και οι σωματικές/ψυχικές αντοχές προηγούμενων χρόνων είχαν ξεθωριάσει. Δεν το μετάνιωσα στιγμή, πάντως: ήταν από εκείνες τις live εμπειρίες που μένουν πολύ ζωντανές στη μνήμη.

Μια ανταπόκριση που γράφτηκε τότε για λογαριασμό του Avopolis αναδημοσιεύεται λοιπόν εδώ –με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις– ουσιαστικά ολοκληρώνοντας αυτή την Accept εβδομάδα του blog, αφού ο φρέσκος τους δίσκος Too Mean To Die είναι ήδη γεγονός και η σχετική κριτική βρίσκεται ήδη δημοσιευμένη στις φιλόξενες σελίδες του Mic Music Portal.

Βέβαια, εκείνο το «τελευταία φορά» είναι πάντα αμφιλεγόμενο στα καλλιτεχνικά. Κι έτσι αποδείχθηκε και στην περίπτωσή μας, αφού στη συναυλία που έδωσαν οι U.D.O. τον Σεπτέμβριο του 2020 στο Πλόβντιβ της Βουλγαρίας παίχτηκαν ξανά ορισμένα τραγούδια της Accept περιόδου. Πριν λίγες μέρες, μάλιστα, ο Dirkschneider δήλωσε στο Made in Metal ότι «ίσως να βιάστηκε» όταν έκλεισε το κεφάλαιο Accept το 2016. Διευκρίνισε ασφαλώς ότι δεν παίζει με τίποτα κάποια επανένωση, όμως φάνηκε να προετοιμάζει το κοινό για μια επανάληψη των Accept βραδιών, πιθανώς προς το 2023, εφόσον έχουμε ξεμπερδέψει και με τα του κορωνοϊού.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες ανήκουν στην Αρετή Σταυροπούλου και προέρχονται από τη βραδιά στο Piraeus Academy


Δύσκολα τις βάζεις στο word τέτοιες συναυλίες, που κάνουν ένα γεμάτο μαγαζί να πηγαίνει πάνω-κάτω και να ξελαρυγγιάζεται 2 ώρες στο τραγούδι. Δεν τα μετράνε όμως αυτά όσοι μόνιμα γκρινιάζουν για το ελληνικό κοινό, το οποίο πάει συνέχεια στα «παλιά» και δεν στηρίζει τα «καινούρια». Έχουν ασφαλώς και τα δίκια τους, αλλά δεν συνυπολογίζουν ουσιώδη πράγματα. Γιατί, αν περνάς τόσο καλά, όχι μόνο δεν τα κλαις τα πολλά ευρώ του εισιτηρίου, μα θα τα ξαναδώσεις· ιδιαίτερα σε εποχές οικονομικών στριμωγμάτων.

Στο Academy της Πειραιώς 117 ήταν ακόμα απόγευμα όταν βγήκαν οι Palace, ακριβώς στην ώρα τους (19.15). Οι ουρές που είχαν δημιουργηθεί απέξω λόγω του ότι αγόραζες εισιτήρια/αντάλλασσες εκείνα της Αρχιτεκτονικής (όπου ήταν να γίνει αρχικά η συναυλία)/έπαιρνες δημοσιογραφικές προσκλήσεις από μόλις δύο ταμεία, εμπόδισαν αρκετούς που είχαν έρθει έγκαιρα από το να τους δουν, με αποτέλεσμα το γερμανικό τρίο να παίξει μπροστά σε λιγοστό κόσμο. 


Παρά ταύτα, το κοινό έστησε για χάρη τους μια μικρή μα ζωηρή κερκίδα μπροστά από τη σκηνή, που ενθουσίασε τον frontman Harald Piller. Λίγο φωνακλάδες τους βρήκα βέβαια τους Palace, αλλά με βιωματική σχέση με το 1980s heavy metal που πρεσβεύουν (και φέρνει λίγο στους Accept). Έπαιξαν λοιπόν ένα ψυχωμένο set, σωστό στη διάρκειά του και εν τέλει καλό για μια πρώτη, χαλαρή μπύρα.

Ώσπου να δούμε στη σκηνή τους Anvil, η πλατεία του Academy είχε πια γεμίσει. Θα ερχόταν κι άλλος λαός στη συνέχεια, χωρίς ποτέ να επικρατήσουν ασφυκτικές συνθήκες ή να χρειαστεί να ανοίξει και ο εξώστης (αν και ορισμένοι πέρασαν το κιγκλίδωμα κι έπιασαν θέσεις στις σκάλες). Όσο για τους Καναδούς, μόνο ως support δεν τους αντιμετώπισε ο περισσότερος κόσμος. Αντιθέτως, υποδέχτηκε θερμά τον ιδιαίτερα ομιλητικό Steve "Lips" Kudlow –που έσκασε μύτη φορώντας μαύρο αμάνικο με στάμπα τρία φύλλα σφενδάμου στα κοκκινόασπρα χρώματα της πατρίδας του– φώναξε ρυθμικά «Anvil, Anvil» κάμποσες φορές στη διάρκεια του set και χειροκρότησε με αρκετή ζέση ακόμα και το ξεπερασμένο σαν συναυλιακή πρακτική drum solo του Rob Reiner.


Ομολογουμένως, οι Anvil έχουν βαρύνει με τα χρόνια. Παραμένουν πάντως μια τίμια μπάντα σε αυτό που κάνουν, παίζοντας με αληθινό μεράκι και κουβαλώντας –60 χρονών άνθρωποι– όλο τον εξοπλισμό μονάχοι τους (δεν έχουν road crew). Φωνητικά, βέβαια, η κόψη του Kudlow έχει δυστυχώς στομώσει. Κάτι που έχει αντίκτυπο και στο υλικό. Σε εκτελεστικό επίπεδο, ωστόσο, μη σας μένει αμφιβολία: οι Anvil σκίζουν. Και το υπερασπίστηκαν με ό,τι είχαν το σπιντάτο, βαρύ τους rock 'n' roll, παρέχοντάς μας ωραίες ζωντανές εκτελέσεις σε αγαπημένα κομμάτια σαν τα "Winged Assasins" και "March Of The Crabs". Έκλεισαν δε πανηγυρικά, με το τραγούδι που περίμεναν οι περισσότεροι: "Metal On Metal", με το Academy να «πυρακτώνεται» επιτυχώς για τη συνέχεια της βραδιάς.

Ο κόσμος, τώρα (το αντιλαμβάνεστε πιστεύω), ήταν λιγάκι ...σιτεμένος. Άλλωστε τον Udo να τραγουδάει τελευταία φορά Accept είχε έρθει να δει, μιλάμε επομένως για αποχαιρετιστήριο κάλεσμα σε μια συγκεκριμένη γενιά. Στο κοινό υπήρχαν πάντως και πιτσιρικάδες και η τριπλέτα δίπλα μου ήταν αρκούντως πονηρεμένη: «πάμε τώρα μπροστά», τους παρακίνησε ο ένας όταν τέλειωσαν οι Anvil, «και αν δεν μπορεί να τραγουδήσει, γυρίζουμε πίσω». Δεν γύρισαν ποτέ, οπότε μάλλον αυτό απαντάει και στις δικές σας απορίες για τη φωνητική κατάσταση του 63άχρονου Udo Dirkschneider.

Για να είμαστε ακριβείς, ο Udo υπήρξε καταιγιστικός ήδη από το μπάσιμο με το "Starlight". Και όχι μόνο δεν έχασε σε απόδοση ώσπου να γεμίσει το δίωρο της εμφάνισης, μα ανέβαζε και στροφές καθώς κυλούσαν οι λεπτοδείκτες, εμφανώς τροφοδοτούμενος από το πάθος και τον ενθουσιασμό του κόσμου –έστω κι αν (όπως πάντα) δεν έδειξε παρά ελάχιστο συναίσθημα. Εδώ, βέβαια, πρέπει να σημειωθεί και ο απίστευτος ήχος τον οποίον απολαύσαμε, όπως και τα καταπληκτικά κινούμενα φώτα. Εξοπλισμό που ανήκει ολόκληρος στον Udo και στήνεται/ξηλώνεται από την αρχή σε κάθε σταθμό της νυν περιοδείας.

Όσο για τη setlist, ήταν βγαλμένη από το ευτυχέστερο όνειρο κάθε fan των Accept –με αποτέλεσμα ο Udo και οι συνοδοιπόροι του να πυροβολούν στο ψαχνό, οδηγώντας μας σε φρενίτιδα. Με απίθανα τραγούδια σαν τα "Living For Tonite", "Princess Of The Dawn", "Breaker", "Midnight Mover", "Restless And Wild", "Son Of A Bitch" και "TV War" να πέφτουν πάνω μας σαν βόμβες, αλλά και με ένα encore που ξεκίνησε σεισμικά με το "Metal Heart" και είχε μεταξύ άλλων "Fast As A Shark" και βέβαια "Balls To The Wall", καταλαβαίνετε ότι περάσαμε 2 ώρες να τραγουδάμε σαν παλαβοί, κυριολεκτικά. Μάλιστα, η χορωδία που στήσαμε στο "Princess Of The Dawn" ήταν νομίζω ασυναγώνιστη στα συναυλιακά metal χρονικά της πρωτεύουσας.

Σε κάποιο σημείο της βραδιάς, έκανα την (αναπόφευκτη;) σύγκριση με την πρόσφατη συναυλία των Accept στο Gagarin, στην οποία είχαμε πράγματι περάσει φίνα και είχαμε απολαύσει τον νυν frontman, Mark Tornillo. Κι όμως, δεν συγκρινόταν με ό,τι παρακολουθούσα στο Academy. Ίσως γιατί ο σκληροτράχηλος Γερμανός performer πήρε το κοντόχοντρο σαρκίο του και τους παιχταράδες του –Andrey Smirnov στην κιθάρα, Fitty Wienhold στο μπάσο, τον υιό του Sven Dirkschneider στα ντραμς και τον Kasperi Heikkinen στη δεύτερη κιθάρα– κι έδειξε με ένα περήφανο αντίο στο σημαντικότερο κομμάτι της ιστορίας του ότι τα χρόνια μπορεί να περνούν, μα η αλητεία μένει.