Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσέρτος Μπάμπης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσέρτος Μπάμπης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

05 Οκτωβρίου 2023

«...Και Ο Μήνας Έχει Εννιά»: Αφιέρωμα στον Μιχάλη Σουγιούλ - ανταπόκριση (2008)


Οκτώβρης 2008, αρχές του μήνα, με τη θερμοκρασία να κρατιέται ακόμα σε ψιλοθερινά επίπεδα. Οι υπαίθριοι χώροι είχαν λοιπόν την ευχέρεια να μένουν ανοιχτοί και το Ηρώδειο φιλοξένησε ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Μιχάλη Σουγιούλ, σε επιμέλεια και σκηνοθεσία του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

Δεν γράφω (ακριβώς) έτσι πια, πάντως στην ανταπόκριση που δημοσίευσα τότε στο Avopolis για τη βραδιά αυτή, αναγνωρίζω τις ρίζες του γραψίματος και της ματιάς μου. Γι' αυτό και τη διάλεξα για αναδημοσίευση στο blog, περνώντας την όμως ξανά ένα χέρι επιμέλειας εδώ κι εκεί. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το υλικό που διατέθηκε στον Τύπο για το promo της βραδιάς. Στην κεντρική εικονίζεται ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, στην κάτωθι ο Μπάμπης Τσέρτος


Εικοσαμελής ορχήστρα στα δεξιά και πίσω αριστερά, με το πιάνο στο μπροστινό μέρος δεξιά· ευρύχωρος λευκός καναπές στα αριστερά, ώστε να μπορούν να κάτσουν όλοι οι συμμετέχοντες ερμηνευτές· και εκμετάλλευση του χώρου πίσω από την κυρίως σκηνή ως πίστας για ζευγάρι χορευτών.

Με αυτόν τον ευφάνταστο τρόπο σκηνοθέτησε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης την αφιερωματική συναυλία «...Και Ο Μήνας Έχει Εννιά» για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Μιχάλη Σουγιούλ. Την οποία και προϋπάντησε ένα κατάμεστο Ηρώδειο, τιμώντας, έτσι, με τον πρέποντα τρόπο, έναν από τους σπουδαιότερους συνθέτες του ελληνικού πενταγράμμου, ο οποίος δυστυχώς δεν λαμβάνει πάντοτε τη δέουσα αναγνώριση. Κινδυνεύοντας δηλαδή να γίνω γκρινιάρης, για άλλη μια φορά βρέθηκα στο Ηρώδειο νιώθοντας σαν τη μύγα μες το γάλα των διοπτροφόρων μεσηλίκων (και βάλε): οι άνθρωποι της ηλικίας μου λίγο φάνηκε να συγκινήθηκαν από μια τέτοια βραδιά. 

Η παράσταση ξεκίνησε με έναν ακορντεονίστα να διασχίζει τον διάδρομο που χώριζε τη σκηνή από τις κερκίδες παίζοντας τον ρυθμό του "Άστα Τα Μαλλάκια Σου", το οποίο τραγουδήσαμε όλο το κοινό μαζί, δημιουργώντας «κλίμα» ήδη από το ξεκίνημα. Τον διαδέχθηκε –στο ίδιο τραγούδι– η Παιδική Χορωδία Σπύρου Λάμπρου, για να αρχίσει στη συνέχεια η κυρίως παράσταση, χωρισμένη σε δύο μέρη: το πρώτο ήταν αφιερωμένο στα αμιγώς ελαφρά τραγούδια του Σουγιούλ, το δεύτερο στα λεγόμενα αρχοντορεμπέτικα. 

Οι συμμετέχοντες ήταν πολλοί και μια διεξοδική αναφορά στα πεπραγμένα τους θα χρειαζόταν ένα εκτενές και μάλλον κουραστικό στην ανάγνωση κείμενο. Θα σταθώ επομένως στα βασικά μιας παράστασης που και τον στόχο της πέτυχε και την ευχαριστήθηκα και προσωπικά, παρά κάποιες επιμέρους ενστάσεις που διατηρώ. Άλλωστε, με τόσες τραγουδάρες τις οποίες διαθέτει το ρεπερτόριο του Σουγιούλ, θα έπρεπε να γίνουν ...χοντράδες για να μη συμβεί αυτό. Και οι καλλιτέχνες που επιμελήθηκαν το «...Και Ο Μήνας Έχει Εννιά» δεν είναι τίποτα τυχαίοι: ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, άλλωστε, δεν πήρε μόνο τα εύσημα της σκηνοθεσίας, μα και του ερμηνευτή, όντας ο γνωστός χειμαρρώδης και εκφραστικός εαυτός του, με καλύτερή του στιγμή το "Πάμε Μια Βόλτα Στο Φαληράκι". 

Μεγάλος πρωταγωνιστής της βραδιάς ήταν, βέβαια, ο Μπάμπης Τσέρτος, ο οποίος έχει πρόσφατα βγάλει και διπλό δίσκο-αφιέρωμα στον Σουγιούλ. Δεν τον βρίσκω συναρπαστικό ερμηνευτή, αποδείχθηκε όμως επαρκέστατος στα όσα τραγούδησε, δείχνοντας την καλή και αν μου επιτρέπετε μερακλίδικη δουλειά την οποία έχει καταθέσει. 

Φοβάμαι, πάντως, ότι τελικά του έκλεψε την παράσταση ο παρουσιαστής Ηλίας Λογοθέτης: αυθόρμητος, ετοιμόλογος και αεικίνητος, θύμισε κάποιους διαολεμένους κονφερασιέ του παρελθόντος –«είχες και στην εποχή σου μικρόφωνο;», απάντησε αυστηρά σε κάποιον από το κοινό, όταν παραπονέθηκε για το ότι συνέχισε να διαβάζει, ενώ το μικρόφωνό του δεν είχε πια ήχο. Αργότερα, επίσης, παρέπεμψε κάποιον άλλον στις υπάρχουσες εγκυκλοπαίδειες, όταν ζήτησε διευκρινήσεις για το ποιοι ήταν οι στιχουργοί των τραγουδιών που ακούγονταν. Όταν δε πήρε και ο ίδιος το μικρόφωνο, τραγουδώντας θαυμάσια τη "Μπιρμπίλω", ανταμείφθηκε με ζεστό και παρατεταμένο χειροκρότημα. 

Από τους υπόλοιπους, θα μου επιτρέψετε να μη σχολιάσω τις τραγουδιστικές επιδόσεις του Σπύρου Παπαδόπουλου, που σημειώστε πως μου είναι  συμπαθής –άλλωστε ο άνθρωπος ζήτησε προκαταβολικά συγγνώμη για το ότι θα τραγουδούσε. Και μόνο η παρουσία του, πάντως, νομίζω πως θα έφτανε. Από τους ...κανονικούς τραγουδιστές, τώρα, ως καλύτεροι αναδείχθηκαν ο Μανώλης Μητσιάς, η Νατάσσα Μποφίλιου και η Ελίζα Μαρέλλι. 

Ο πρώτος έδειξε όλη του την κλάση, ιδιαίτερα στο "Βρέχει-Βρέχει". Η δεύτερη απέδειξε γιατί θεωρείται ως η καλύτερη γυναικεία φωνή της νεότερης γενιάς, τραγουδώντας θαυμάσια τόσο στο ελαφρό μέρος ("Άσε Τον Παλιόκοσμο Να Λέει"), όσο και στο αρχοντορεμπέτικο ("Μονά-Ζυγά"). Και η τρίτη θύμισε σε όλους γιατί υπήρξε η τελευταία βασίλισσα του ελαφρού τραγουδιού, προτού το είδος αυτό πάρει την κατιούσα ανεπιστρεπτί. Αλλά και γιατί οι σημαίνουσες τραγουδίστριες μπορούν να συγκινήσουν ερμηνεύοντας ακόμα και σε μια ηλικία όπου πια δεν έχουν τις φωνητικές δυνατότητες της νεότητάς τους. Κρίμα που δεν συμμετείχε τελικά και η Στέλλα Γκρέκα, όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί. 

Η Ελένη Δήμου, από την άλλη, δεν ξεκίνησε καλά: ξεψυχισμένη βρήκα την απόδοσή της στο εκπληκτικό "Ας Ερχόσουν Για Λίγο". Στο αρχοντορεμπέτικο μέρος, όμως, ανέβασε επιδόσεις. Η Νάντια Καραγιάννη δεν έπρεπε να τραγουδήσει καθόλου στο πρώτο μέρος, όπως έκανε, καθώς τα γνήσια λαϊκά ηχοχρώματα της φωνής της αποδείχθηκε ότι ταίριαζαν γάντι στο δεύτερο μέρος του προγράμματος –στον ελαφρό κόσμο, ήχησαν εντελώς παράταιρα. Οι Θάνος Πολύδωρας και Χρυσούλα Στεφανάκη έχουν μεν φωνές, μα ακόμα δεν ξέρουν τι να τις κάνουν, αρκούμενοι, έτσι, στην αναπαραγωγή ερμηνευτικών μανιέρων του παρελθόντος. 

Για τελευταία άφησα τη Μάρα Θρασυβουλίδου, η οποία έμοιαζε να είχε ξεκινήσει για χορό στις ...Βερσαλλίες με το κατακόκκινο φόρεμά της και τα τόσα πράγματα τα οποία γυάλιζαν πάνω της. Η εκτέλεσή της στο "Για Μας Κελαηδούν Τα Πουλιά" ήταν, νομίζω, από τις χειρότερες στιγμές της παράστασης. Συνδυάζοντας τις ενδυματολογικές υπερβολές με τις υπερβολές στην ερμηνεία θύμισε εποχές τέλματος για το ελαφρό τραγούδι, όταν η γλυκερότητα και οι φωνητικές ακροβασίες υποκαθιστούσαν την ουσία. Η Θρασυβουλίδου, πάντως, κάθε άλλο παρά στερείται ικανοτήτων. Πράγμα που απέδειξε όταν τραγούδησε ντουέτο με τον Τσέρτο το "Αθήνα Και Πάλι Αθήνα". Αυτό, μάλιστα: ήταν ανάμεσα στις ωραιότερες στιγμές της βραδιάς στο Ηρώδειο. 

Τα παραλειπόμενα της συναυλίας ήταν ο μυστακοφόρος κύριος στο μπροστινό διάζωμα στα δεξιά της σκηνής, ο οποίος σηκωνόταν συχνά στο αρχοντορεμπέτικο μέρος, χορεύοντας ζεϊμπέκικο –ή, για την ακρίβεια, νομίζοντας ότι χορεύει ζεϊμπέκικο. Καλό θα ήταν, δηλαδή, να τον ενημερώσει κάποιος ότι το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται με ελαφρά σηκώματα των ποδιών και επίμονους στροβιλισμούς των χεριών. Διάκριση εξίσου σημαντική με το ότι το Ηρώδειο βρίσκεται μεν κάτω από την Ακρόπολη, αλλά δεν ταυτίζεται με το εξοχικό κέντρο στο οποίο, ενδεχομένως, έχει μάθει να επιδίδεται ελεύθερα σε τέτοια κινησιολογία. 

Η συναυλία, τέλος, είχε μεγαλύτερη διάρκεια από όση έπρεπε για τα δεδομένα μιας καθημερινής, αλλά και με βάση την ηλικία του κοινού που παραβρέθηκε. Δεν ήταν τυχαίο, δηλαδή, ότι ελάχιστοι ζήτησαν encore: με το φινάλε του προγράμματος, οι περισσότεροι πετάχτηκαν όρθιοι για να φύγουν. Και δεν είναι πως δεν πέρναγαν καλά κατά την ώρα της παράστασης. Το τι γκρίνια ακούσανε μετά οι ταξιθέτες και ταξιθέτριες του Ηρωδείου, δεν περιγράφεται –κανείς δεν είχε κατανόηση για το ότι ήθελε λεπτό χειρισμό η αποχώρηση 4.500 ανθρώπων τέτοιων ηλικιών... Σημασία, πάντως, έχει ότι έμειναν κυρίως οι θετικές εντυπώσεις, από μια βραδιά που και καλό ήταν που έγινε και καλή υπήρξε.