Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Rohner Samuel. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Rohner Samuel. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

10 Νοεμβρίου 2022

Nils Petter Molvær, Eivind Aarset & Samuel Rohner - ανταπόκριση (2020)


Έχασα δυστυχώς τη συναυλία του Σάκη Παπαδημητρίου στο Μέγαρο Μουσικής –την οποία ήθελα πολύ να δω– λόγω της χθεσινής γενικής απεργίας, που άφησε ουσιαστικά την Αθήνα δίχως μέσα μαζικής μεταφοράς καθώς συμμετείχαν και τα ταξί. Και η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να καταλάβω το σκεπτικό των ιθυνόντων της, δεδομένων αυτών των συνθηκών. Ζουν άραγε σε έναν κόσμο όπου η κατοχή ΙΧ είναι τόσο αυτονόητη;

Τέλος πάντων, κάπως η μνήμη έκανε με αυτά και με αυτά ένα άλμα προς άλλες πρόσφατες τζαζ συναυλίες που απολαύσαμε στην πόλη και στάθηκε στον Ιανουάριο του 2020. Όταν, ανύποπτοι ακόμα για την πανδημία που ερχόταν, μαζευτήκαμε στο «Half Note» για να δούμε Nils Petter Molvær, Eivind Aarset & Samuel Rohner.

Συναρπαστικά ρευστή βραδιά, για την οποία γράφτηκε έπειτα και μια ανταπόκριση. Πρωτοδημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη συναυλία και ανήκουν στον Νίκο Ζαραγκόπουλο


Θαυμάσια μουσική είχαμε την τύχη να ακούσουμε όσοι δώσαμε το παρών στο Half Note. Το οποίο μπορεί να μη βγήκε sold-out, γέμισε όμως σε ικανοποιητικότατο βαθμό, με το αθηναϊκό κοινό να τιμά με τον δέοντα τρόπο τον ερχομό του Nils Petter Molvær στην πόλη. 

Αν και Νορβηγός, ο Molvær αποδείχθηκε ...Εγγλέζος στο ραντεβού των 22.30, λαμβάνοντας θέση στο αριστερό μέρος της σκηνής (όπως τη βλέπαμε), έχοντας στο πλάι του ένα λάπτοπ και δύο χαμηλά τοποθετημένα μικρόφωνα πιο μπροστά του. Η απόστασή τους από τον ίδιο δεν ήταν μεγάλη, δυσχέρανε όμως σημαντικά την επιδιωκόμενη επικοινωνία: κάθε που ο Molvær αποφάσιζε να μας πει κάτι, δηλαδή, αναγκαζόταν να σκύβει αρκετά, με τη μάλλον βαριά προφορά του και το γεγονός ότι τα έλεγε σιγανά να μην τον καθιστούν πολύ κατανοητό. Με λίγη καλή πρόθεση, ωστόσο, έπιανες μέσες-άκρες τα λεγόμενα. 

Απέναντι από τον Molvær βρισκόταν ο Ελβετός ντράμερ Samuel Rohner, ενώ στη μέση έκατσε ο (επίσης Νορβηγός) κιθαρίστας Eivind Aarset, με τα μπόλικα πετάλια του. Σημειωτέον, ο Aarset έχει πετύχει κι αυτός να γίνει όνομα αναφοράς στα σύγχρονα τζαζ πράγματα στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη του συνεργασία με τον Molvær (1997), κάνοντας τη συναυλιακή τους σύμπραξη στην Αθήνα μία ακόμα πιο ευτυχή συγκυρία. Ασφαλώς, αξίζουν συγχαρητήρια στο Half Note που φρόντισε να φέρει το τρίο στα μέρη μας, έστω κι αν υπήρξαν σημεία στα οποία η διαμόρφωση του χώρου και η λογική που τον διέπει δοκίμασαν τα όρια της συναυλίας.


Κάποιες στιγμές ήταν τόσο λεπτεπίλεπτες και εγκεφαλικές, δηλαδή, ώστε πραγματικά απορρυθμίζονταν από τους μικρούς μα αισθητούς θορύβους ποτηριών, πιατελών, φιαλών, αλλά και από τις κουβέντες ορισμένων θαμώνων, που μάλλον είχαν βγει να διασκεδάσουν με «κάτι σε τζαζ», χωρίς να υπάρχει επίγνωση για το πού ακριβώς πήγαιναν. Οι κυρίες δίπλα μου αποτέλεσαν χαρακτηριστικό παράδειγμα: έφτασαν αργοπορημένες και πρώτα θέλησαν να διασφαλίσουν τις φωτογραφίες τους για τα social media, πριν ασχοληθούν με τη συναυλία. Κι ενώ έδειξαν ειλικρινές ενδιαφέρον στη συνέχεια, έγινε φανερό ότι δυσκολεύονταν να «επικοινωνήσουν» με ό,τι έβλεπαν. Το διάλειμμα, επίσης, αν και πάγια τακτική –και πλέον αιτούμενο του κοινού, λόγω της αυστηρότητας των αντικαπνιστικών μέτρων– διέκοψε άγαρμπα μια εξαιρετική ροή, εκεί μάλιστα όπου είχε κορυφωθεί η εμπειρία. Έστω κι αν οι Molvær, Aarset & Rohner δεν δυσκολεύτηκαν να μας ξαναβάλουν στο κλίμα, στην έναρξη του δεύτερου μέρους.

Τέλος πάντων, τα όσα εκτυλίχθηκαν επί σκηνής αποδείχθηκαν τόσο συναρπαστικά, ώστε εύκολα εξανέμισαν κάθε έγνοια περί των παραπάνω. Το επίρρημα «συναρπαστικά», τώρα, εδράζεται στο γεγονός μιας ρευστής ταυτότητας, στην οποία θόλωνε κατά το δοκούν το αν άκουγες τζαζ ή αν γινόσουν κοινωνός μιας εξερευνητικής διαδρομής προς το άγνωστο, που απλά είχε ως σημείο σημείο εκκίνησης την τζαζ. 

Όλα αυτά έδωσαν βαρύτητα στον πολυδιαφημισμένο όρο «future jazz» στον οποίον συχνά εγγράφεται η δράση του Molvær –με ένα ανάλογο σλόγκαν κοινοποιήθηκε μάλιστα και ο ερχομός του στο Half Note. Άλλωστε είναι και ο προπάτορας της όλης τάσης, από τότε που με το άλμπουμ Khmer (1997) ανακάτεψε τόσο την τράπουλα μεταξύ τζαζ και ηλεκτρονικών, ώστε «ανάγκασε» τον Manfred Eicher να βγάλει τον ίσως πιο εξωστρεφή δίσκο της ECM, κόβοντας ακόμα και ...single! Το μοναδικό στην ιστορία του label.

Ως επίκεντρο πολλών από όσα συνέβησαν παρέμεινε βέβαια η τρομπέτα του Molvær, η οποία διαθέτει αδιαμφισβήτητες τζαζ καταβολές, εύκολα εντοπίσιμες στον Miles Davis της Bitches Brew φάσης (μα όχι μόνο). Την ίδια στιγμή, όμως, την είδαμε –και τη θαυμάσαμε– να γίνεται και μηχανισμός εκτροπής, οδηγώντας τη μουσική σε μονοπάτια πιο «κουνημένα», χωρίς να χάνεται η στρογγυλή αίσθηση των μελωδιών στους όποιους μετατονισμούς. 

Είναι ένα σημείο για το οποίο ο Νορβηγός δεξιοτέχνης έχει δεχτεί και επικρίσεις. Κατ' εμέ, πάντως, διαθέτει κομβική σημασία, γιατί διατηρεί προσπελάσιμες τις εξερευνήσεις του, χωρίς να προαπαιτεί τη θητεία του ακροατή σε πιο πειραματικά πεδία. Όσο εγκεφαλικό ή «ακανόνιστο» κι αν γίνεται το άπλωμα, δηλαδή, διατηρείται κάτι το ντελικάτο· κάτι από την απλή ομορφιά εκείνου που κάποιοι αποκαλούν «νυχτερινή τζαζ». Τις λοξοδρομήσεις αυτής της τζαζ, τώρα, υπηρέτησε τόσο το λάπτοπ του ίδιου του Molvær, το οποίο ωθούσε τα πράγματα προς έναν ήχο με συγγένειες στον Oneohtrix Point Never (ή και στον Flying Lotus), αλλά πολύ περισσότερο η παρουσία των δύο συνεργατών του. 


Ο λιτός και ουσιαστικός Aarset πρόσφερε σωστές αντιστίξεις και σπουδαίες αντανακλάσεις, κάνοντας τη διαδρομή να φτάνει προς τα «σύνορα» περιπτώσεων σαν τους Grails, ίσως και των Earth, όταν στην πρώτη γραμμή έμπαιναν τα πετάλια. Ο δε Rohner αποδείχθηκε ντράμερ ολκής, ο οποίος έπαιξε με αξιοσημείωτη εσωτερική ένταση και ίδρωσε (κυριολεκτικά) και την κόκκινη, μα και τη μαύρη «φανέλα». Επιβεβαιώνοντας τη φήμη του στο ευρωπαϊκό τζαζ στερέωμα, στάθηκε έξοχα τόσο στο ελλειπτικό γκρουβ που απαιτούσαν οι στιγμές που επένδυαν σε μια αιθέρια ποιότητα, όσο και στα πιο δυναμικά ρυθμικά μέρη, τα οποία αποκτούσαν εγγύτητα προς το jazz rock καθώς ο Molvær άφηνε παράμερα την τρομπέτα για να πιάσει το μπάσο.

Το θερμό χειροκρότημα στο φινάλε, κάποιες ιαχές κι ένα δυνατό, χαρακτηριστικό σφύριγμα (μάλλον από την πλευρά του εξώστη) φάνηκαν αρκετά για να πείσουν το τρίο να μας χαρίσει ένα ακόμα κομμάτι, ως encore. Με αξέχαστο στιγμιότυπο τον Molvær να βάζει το στόμα του στο στόμιο της τρομπέτας και να χρησιμοποιεί την ηχώ της ίδιας του της φωνής ως ένα ακόμα όργανο, με το ελεύθερο χέρι του να λειτουργεί ως «φράγμα». 

Αλλά και κάτι ακόμα, ως επίλογος: απογοητευτικά απούσα από το Half Note η ηλικιακή φουρνιά η οποία στη δεκαετία που μόλις πέρασε ήπιε νερό στο όνομα του Kamasi Washington και μέσα στο 2019 σήκωσε ανεξήγητο ντόρο για την άνιση δισκογραφική παρουσία των The Comet Is Coming, που σε αρκετά πράγματα  βασίζεται στην αισθητική που ο Molvær πρότεινε ήδη από το 1997. 

Όση καλή πρόθεση κι αν έχει κανείς για να μιλήσει περί μιας ζωντανής, μαζικότερης τζαζ (η οποία μπορεί να αφορά λ.χ. και όσους δεν ακούν τζαζ), δεν γίνεται να το κάνει έχοντας τα αυτιά άδεια από καλλιτέχνες οι οποίοι έθεσαν τέτοιες βάσεις και παραμένουν όχι μόνο ενεργοί, μα και σε θέση να δίνουν συναυλίες σαν κι αυτήν. Συμβαίνει εδώ το ίδιο πράγμα που έχει παρατηρηθεί και με διάφορους που χρησιμοποιούν αβασάνιστα και καταχρηστικά τον όρο «ψυχεδέλεια», ενώ δεν έχουν πάει να δουν ούτε μία φορά τους Acid Mothers Temple & Τhe Melting Paraiso U.F.O.