Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Sarissa. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Sarissa. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

03 Μαρτίου 2021

Sarissa: Nemesis [δισκοκριτική, 2016]


Οι τελευταίες μέρες του Φλεβάρη έφεραν το δυσάρεστο νέο του θανάτου του Δημήτρη Σελαλμαζίδη, τον οποίον ανακοίνωσε η κόρη του. Καθώς φαίνεται, είχε πάθει κάποια θρόμβωση πριν μερικούς μήνες, που δυστυχώς κατέστη μοιραία.

Μπασίστας και ηγέτης των Sarissa, ο Σελαλμαζίδης υπήρξε μορφή για τα ελληνικά metal πράγματα, καταφέρνοντας σε εποχές δύσκολες για την εγχώρια υπόσταση του είδους να οδηγήσει τη μπάντα σε ένα demo (1987) που έγραψε ιστορία.

Τιμής ένεκεν, λοιπόν, αναδημοσιεύεται εδώ ένα παλιότερο κείμενο για το άλμπουμ Nemesis του 2016, το οποίο ήταν και το τελευταίο για τους Θεσσαλονικείς. Ετοίμαζαν πάντως κάτι καινούριο, γιατί είχαν δώσει στη δημοσιότητα ορισμένα φρέσκα τραγούδια, με τελευταίο το "Macedonian Army", το οποίο είχε δουλευτεί πάνω σε ακυκλοφόρητο υλικό που υπήρχε διαθέσιμο από sessions του 2007. Ποιος ξέρει αν δούμε τελικά έναν δίσκο, κάποια στιγμή. 

Η αρχική κριτική για το Nemesis βγήκε τότε στο Avopolis, το κείμενο όμως που ακολουθεί περιέχει τροποποιήσεις, καθώς και αλλαγές αισθητικής φύσης.


Παρά την εξαιρετικά αποσπασματική τους πορεία, οι Sarissa εξακολουθούν να απολαμβάνουν σεβασμού, κυρίως γιατί έδρασαν σε χρόνια δύσκολα για εγχώριες μπάντες με σκληρό ήχο και αγγλικό στίχο. Και όχι απλά έδρασαν: εκείνο το ιστορικό (πια) demo του 1987 συζητήθηκε ευρέως, όχι μόνο εντός Ελλάδας μα και εκτός, σε εποχές στις οποίες δεν συνέβαιναν τέτοια πράγματα. 

Ωστόσο, για μια σειρά από αιτίες, οι Θεσσαλονικείς δεν τα κατάφεραν. Παρότι βγήκε τελικά ένα ντεμπούτο στα 1990s, αφενός λόγω περιορισμένης κοπής (2.000 αντίτυπα, αν θυμάμαι καλά;), αφετέρου λόγω δισκογραφικών καιρών –οι οποίοι είχαν σαφώς αλλάξει, σε διεθνή κλίμακα– έμειναν στη μνήμη των πολλών ως ταλέντο το οποίο χάθηκε άδοξα. Κάτι που επισφράγισε και η διάλυσή τους λίγο μετά και δεν πέτυχε να αλλάξει μια νέα ανάδυση της μπάντας, κάπου στα μισά των '00s.

Το Nemesis έρχεται λοιπόν να θέσει τέλος σε 12 χρόνια σιωπής, βρίσκοντάς τους να επιμένουν με δύο αυθεντικά μέλη –Δημήτρης Σελαλμαζίδης σε μπάσο και κιθάρες & Γιώργος Χατζησυμεωνίδης στα φωνητικά– πλαισιωμένα από τις νέες παρουσίες του Ορέστη Ναλμπαντή (κιθάρα) και του Στέλιου Σιούλα (ντραμς). Δεν είναι όμως απλά επίμονοι οι Sarissa: αν μη τι άλλο, αυτό το άλμπουμ αποδεικνύει πως έχουν κάθε λόγο να παραμένουν ενεργοί κι ας παίζουν επί της ουσίας ένα παλιοκαιρισμένο, ηρωικό metal, που τραγουδά για πολεμιστές και ανδραγαθήματα ζωσμένο την power πανοπλία. Εάν μάλιστα είχαν προσέξει και την αισθητική του εξωφύλλου, δεν θα υπήρχε η παραμικρή γκρίνια (κακά τα ψέματα, είναι κάκιστο).

Το Nemesis έχει την τιμιότητα να μην ξανοίγεται σε περιοχές που δεν κατέχει για να φανεί ντε και καλά «σύγχρονο». Την επικαιρότητά του δεν την κερδίζει στη βάση της δημοφιλίας της χι ή ψι ηχητικής τάσης, αλλά με τη λογική της παραγωγής του, την ατόφια έμπνευση, την εκτελεστική βιρτουοζιτέ και τη σπάνια αίσθηση οικονομίας με την οποία έχει οικοδομηθεί. Από τα εννιά τραγούδια, δεν πετάς εύκολα ούτε μισό. Ούτε καν δηλαδή η αναπόδραστη μπαλάντα ("I'm Coming Home") δεν προδίδει τη μπάντα, ούτε καν μερικά υπέρ το δέον αναμενόμενα ποδοβολητά τύπου "Sacrifice". Πουθενά δεν εντοπίζεις φλυαρίες, πουθενά δεν έχει κενούς εντυπωσιασμούς. Ακούς ένα σφιχτοδεμένο σύνολο με περίπου 40 λεπτά διάρκεια, φτιαγμένο από μια συμπαγή ομάδα με καλή αίσθηση του τι θα πει μελωδική γέφυρα και στρογγυλό, μεταλλοθρεμμένο ρεφρέν ("Warriors", "Fight The Devil (Centuries-Old Conspiracy)", "Fallen"). 

Είναι γεγονός ότι οι Sarissa υπερασπίζονται εδώ έναν παλιό μεταλλικό κώδικα, που μπορεί να διαθέτει ακόμα πιστό κοινό, μα καλλιτεχνικά θεωρείται εξαντλημένος, άρα ντεμοντέ. Δεν ξέρω πάντως κατά πόσο ευσταθεί να μιλάμε για «ντεμοντέ» σε μια ροκ εν ρολ εποχή όπου αποθεώνονται διάφορα σχήματα επειδή κοπιάρουν επιτυχημένα μουσικές πολύ πιο παλιές από το σύμπαν αναφορών των Sarissa. Στο κάτω-κάτω, εκείνοι κι αν δικαιούνται να παίζουν α-λα-παλαιά.

Έχουν το νόημά τους ασφαλώς και τέτοιες συζητήσεις, θα ήταν κρίμα όμως να μην παρατηρήσουμε στο μεταξύ ότι οι Sarissa βάζουν εδώ το κεφάλι κάτω και μας δείχνουν γιατί η κληρονομιά των Judas Priest, του Dio, των Accept, μα και των Jag Panzer, μπορεί ακόμα να ηχεί και απολαυστική, αλλά και πωρωτική.