Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαλκιάς Λάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαλκιάς Λάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

23 Αυγούστου 2022

Λάκης Χαλκιάς - συνέντευξη (2012)


Φέτος τον Αύγουστο συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από ένα ιστορικό μα ξεχασμένο συναυλιακό τριήμερο, που έλαβε χώρα στον Λυκαβηττό, στα πλαίσια του τότε Φεστιβάλ Αθηνών, με πρωτοβουλία του Λάκη Χαλκιά. 

Εκεί, μαζί με τον πατέρα του, τον μέγα Τάσο Χαλκιά (1914-1992), γιόρτασαν μαζί τη διαδρομή 125 ετών της οικογένειάς τους στα μουσικά πράγματα, σε μια βραδιά την οποία παρουσίασε ο γνωστός ηθοποιός Μάνος Κατράκης και η Φωτεινή Χαραλαμπίδου.

Η γενεαλογία των Χαλκιάδων είναι καλά καταγεγραμμένη, αναγόμενη στον 19ο αιώνα, όταν, μετά από μάχη ενάντια στους Τούρκους, ο Αντώνης Κάμψος (1824-1887) εγκατέλειψε την Αλβανία, μετοίκησε στα Γιάννενα και άλλαξε το όνομά του σε Χαλκιάς. Ήταν δάσκαλος στο επάγγελμα, παράλληλα όμως έπαιζε και μουσική, γνωρίζοντας τα μυστικά του μαντολίνου και του λαούτου. 

Έκτοτε, πέντε διαφορετικές γενιές διατήρησαν τον παραδοσιακό θησαυρό που συνδέθηκε με το όνομά τους, «παραδίδοντάς τον από πατέρα σε γιό και πλουτίζοντάς τον με νέα ακούσματα και νέες αξίες από τις λαϊκές εμπειρίες της κάθε γενιάς», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Κατράκης στον Λυκαβηττό.

Τιμώντας λοιπόν τα 40 χρόνια από εκείνες τις βραδιές, αλλά και τα 60 χρόνια του Λάκη Χαλκιά στο τραγούδι, δημοσιεύεται σήμερα –για πρώτη φορά στο ίντερνετ– η σύντομη κουβέντα που κάναμε τον Δεκέμβριο του 2011, όταν βρεθήκαμε στο σπίτι του με αφορμή τον θαυμάσιο δίσκο Μνήμες Της Ξενιτιάς: 12 Δημοτικά Τραγούδια Της Ηπείρου. Αυτή είναι και η ορθή χρονολογία έκδοσης του άλμπουμ (2011, Φεβρουάριος για την ακρίβεια), καθώς στο Discogs αναγράφεται ως μη γνωστή (unknown). 

Η συνέντευξη που προέκυψε πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ήχος», στο τεύχος Ιανουαρίου 2012, και παρουσιάζεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. Η κεντρική φωτογραφία είναι μεν από όσες δόθηκαν τότε για τις ανάγκες του εντύπου, αλλά είναι εκείνη που αγαπούσε ιδιαίτερα ο ίδιος ο Χαλκιάς, όπως μου είπε, ξεχωρίζοντάς την.


Πώς διαλέξατε το υλικό που μπήκε στις Μνήμες Της Ξενιτιάς, τους στίχους δηλαδή της Βασιλικής Σκουτέλα τους οποίους μελοποιήσατε και τους μουσικούς που σας συντρόφευσαν;

Αρχικά, κάναμε μια εκλογή περίπου 50 τραγουδιών. Σε πολλά όμως από όσα κατέγραψε η Βασιλική Σκουτέλα έχουν πια χαθεί οι μουσικές, απέμειναν μόνο οι στίχοι. Έτσι, καταλήξαμε σε εννιά και έκατσα μετά και μελοποίησα ο ίδιος δύο επιλογές από το βιβλίο της, ενώ της έγραψα και το "Θέλω Να Βγω Βασιλική", ως αφιέρωση. 

Την ορχήστρα την έφτιαξε ο αδερφός μου, ο Χρήστος Χαλκιάς. Και ήρθαν πολλοί εξαιρετικοί μουσικοί: ο Γιώργος ο Κωτσίνης στο κλαρίνο, ο βιολιστής ο Λάζος ο Ευθυμίου κ.ά. Όλοι δουλέψαμε με αγάπη και φροντίσαμε να έχει ο δίσκος εκείνον τον παλιό τον ήχο, ώστε να μην ξεφύγουμε από το καθιερωμένο. Θέλαμε να του δώσουμε μια αρχοντιά, μια αξιοπρέπεια, ώστε να μπορεί να κάτσει ένας άνθρωπος να τον ακούσει πίνοντας ένα ποτό και να συγκινηθεί. Δώσαμε νομίζω τον καλύτερό μας εαυτό. 

Παρότι προέρχεστε από μια μεγάλη οικογένεια του παραδοσιακού τραγουδιού, στην καριέρα σας δεν μείνατε προσηλωμένος στα δημοτικά, μα σταδιοδρομήσατε και στο λαϊκό και στο πιο έντεχνο ρεπερτόριο... 

Αν παρακολουθεί κανείς τα τραγούδια που έχω πει στην πορεία μου μέσα στον χρόνο, ναι, έτσι ακριβώς είναι: έχω τραγουδήσει σχεδόν όλα τα είδη. Σε αυτό συντέλεσε βέβαια και η δημιουργική εποχή στην οποία βρέθηκα. Γιατί ευτύχησα να καθίσω δίπλα στον Μάρκο Βαμβακάρη, στον Βασίλη Τσιτσάνη, στον Γιάννη Παπαϊωάννου· σε όλους γενικά τους τεράστιους δημιουργούς εκείνης της εποχής, όσους έφτιαξαν έναν κρίκο με την παράδοση. Από εκεί και μετά συνδέεται η δουλειά και η ζωή μου με τους υπόλοιπους μεγάλους δημιουργούς, μέχρι και σήμερα. 

Πάντως, θέλω να τονίσω ότι η καριέρα μου υπήρξε απόρροια σκληρής δουλειάς κι ατέλειωτων ωρών μελέτης –τόσο με τη φωνή μου, όσο και με τα όργανα που παίζω. Δεν έχω σταματήσει να ερευνώ προς κάθε κατεύθυνση και να διαβάζω, ενώ έχω κι αναπτυγμένο αίσθημα αυτοκριτικής. Ό,τι έχω τραγουδήσει, το έχω συνδέσει με τα όσα έζησα μα και με την ιστορία του τόπου μου. Γι’ αυτό και τα θεωρώ αληθινά. 

Νιώθετε δικαιωμένος από τον κόπο που αφιερώσατε για να δείξετε τη διασύνδεση της νεοελληνικής δημοτικής παράδοσης με την αρχαία ελληνική μουσική; 

Αφιέρωσα 10 χρόνια για να ολοκληρώσω την έκδοση του εγχειρήματος 2500 Χρόνια Ελληνική Μουσική (1999) –και από εκεί έβγαλα πολλά συμπεράσματα για το πώς μας κρύβουν διάφορα πράγματα σχετικά με τον πολιτισμό μας. Διέθεσα πολύ χρόνο και πολλά χρήματα, γιατί καμία δισκογραφική εταιρεία δεν ήταν διατεθειμένη να εκδώσει το έργο όπως ακριβώς το ήθελα εγώ να βγει. Πιστεύω όμως ότι δικαιώθηκα, ότι φάνηκε δηλαδή η διασύνδεση του σύγχρονου τραγουδιού με την αρχαιότητα. 

Αυτή τη στιγμή η έκδοση διδάσκεται σε 7-8 πανεπιστήμια του εξωτερικού, κυρίως στην Αμερική, όπου υπάρχει και ελληνική έδρα. Ξέροντας τώρα έστω αυτά τα λίγα πράγματα, είμαστε σε θέση να καταλάβουμε ότι η ιστορία που ξεκίνησε στην αρχαιότητα εξελίχθηκε χωρίς να διακοπεί πουθενά. Το βλέπεις τόσο στον λόγο, όσο και στα μουσικά όργανα: η πανδουρίδα των αρχαίων, ας πούμε, έγινε ο ταμπουράς, τον οποίον έπαιζε ο Ρήγας Φεραίος και ο Κατσαντώνης, και κατόπιν το γνωστό μας μπουζούκι. 

Ως λαός, έχουμε ζωντανή σχέση με τις ρίζες μας; Ή τους γυρίσαμε την πλάτη;

Γενικά θα έλεγα ότι ο Έλληνας δεν φταίει, κυρίως γιατί εκείνοι που κυβέρνησαν δεν του έδωσαν ποτέ τη σωστή παιδεία. Τον δε πολιτισμό του, τον έθαψαν όσο μπορούσαν, ώστε να τον αποπλανήσουν και να τον καταστήσουν ανίκανο να σκεφτεί –προκειμένου να σκέφτονται για λογαριασμό του όσοι βρίσκονται σε αυτό το παιχνίδι. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια διαφήμιση των Αφών Λαμπρόπουλου, έλεγε «εμείς σκεφτόμαστε πριν από σας, για σας».  

Πάντως το κύτταρό μας είναι τόσο ποτισμένο από την παράδοση, ώστε δεν θα λυγίσει τόσο εύκολα. Θα σου πω ένα περιστατικό: είχα πάει στην τηλεόραση, καλεσμένος σε κάποια εκπομπή, όπου τραγούδησα το "Τζιβαέρι". Δυο μέρες μετά, καθώς γυρνούσα σπίτι, παρκάρω το αμάξι εδώ πιο κάτω σε ένα γήπεδο μπάσκετ όπου πάνε τα πιτσιρίκια της γειτονιάς και παίζουνε, όταν με βλέπει ένας μικρός, 10-11 ετών. Έρχεται λοιπόν τρέχοντας και μου φωνάζει: «κύριε Χαλκιά, να σας πω κάτι;». Τι θέλεις, τον ρωτάω. «Σας είδα προχθές στην τηλεόραση και είπατε το "Τζιβαέρι", τι ωραίο τραγούδι!». 

Αυτή είναι η δύναμη του δημοτικού μας τραγουδιού. Αν τη δώσεις λοιπόν στον Έλληνα την παράδοση όπως πρέπει να του τη δώσεις, πιστεύω θα την αποδεχθεί. 
 
Η τηλεόραση, όμως, δεν είναι αυτή που μας έχει κάνει τη μεγάλη ζημιά; 

Ναι, η τηλεόραση έχει σαρώσει τα πάντα και είναι υπεύθυνη για την πνευματική μας πτώχευση, η οποία προηγείται της οικονομικής. Αυτό το σαρωτικό πολιτιστικό ισοπέδωμα άρχισε πριν από περίπου 20 χρόνια –με κύριο πρωταγωνιστή την υποτιθέμενη «ελεύθερη» τηλεόραση. 

Με επίκεντρο λοιπόν το λαμπερό γυαλί της τηλεόρασης (χαζοκούτι, όπως το λέει ο λαός μας), έχει γιγαντωθεί η εικόνα ενός «τίποτα», η οποία έχει παγιδέψει την πλειονότητα του κόσμου. Τη ρυπαίνει, τη ρηχαίνει, την ευτελίζει, τη χλευάζει, την εκπορνεύει και την αποπροσανατολίζει... Τελικά γίναμε ένας λαός Ελεύθερων Πολιορκημένων, αιχμάλωτος του λαμπερού γυαλιού. 

Τι γίνεται αλήθεια ο δίσκος που προγραμματίζετε με τα τραγούδια της Ρούμελης; Και τι ετοιμάζετε σχετικά με τον πατέρα σας; 

Το 2012 κλείνουν 20 χρόνια από όταν έφυγε ο πατέρας μου, ο Τάσος Χαλκιάς. Ετοιμάζεται λοιπόν ένα βιβλίο, το οποίο θα συνοδεύεται από CD με ένα ακυκλοφόρητο ως σήμερα έργο του –θα γίνει δε και μια μεγάλη εκδήλωση στα Γιάννενα. 

Το 2012, επίσης, συμπληρώνονται και τα δικά μου 50 χρόνια στο τραγούδι. Και θα ήθελα να τα συνδυάσω με τον δίσκο που ετοιμάζω τελευταία πάνω στη Ρούμελη: ένα διπλό CD με 35 τραγούδια, τα οποία θα καλύπτουν την περιοχή από άκρη σε άκρη. Το άλμπουμ είναι σχεδόν έτοιμο, αλλά θέλω να βγει όπως πρέπει να βγει.