Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγγελόπουλος Χαράλαμπος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγγελόπουλος Χαράλαμπος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

03 Απριλίου 2023

Μυρτώ Παπαθανασίου & Χαράλαμπος Αγγελόπουλος - ανταπόκριση (2013)


Μαρία Κάλλας μπορεί να υπήρξε μόνο μία, αλλά η χώρα μας συνέχισε να βγάζει καλές λυρικές φωνές –τόσο γυναικείες, όσο και ανδρικές. Μία από τις καλύτερες που άκουσα προσωπικά τα τελευταία 10 (λίγο ή πολύ) χρόνια είναι αυτή της Μυρτώς Παπαθανασίου, που συνειδητοποιώ τώρα, γράφοντας τούτες τις γραμμές για το blog, ότι έχω μάλλον χάσει τελευταία. Και ο λόγος είναι, ασφαλώς, ότι διαπρέπει στο εξωτερικό. 

Μία από τις περιστάσεις όπου την απόλαυσα ζωντανά ήταν τον Δεκέμβριο του 2013, όταν εμφανίστηκε στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής παρέα με τον Χαράλαμπο Αγγελόπουλο, για κάτι ειδικό: ένα αφιέρωμα στο ιταλικό τραγούδι του 19ου αιώνα.

Μια ανταπόκριση για την ωραία βραδιά δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικές φύσης τροποποιήσεις. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από υλικό που δόθηκε τότε στον Τύπο ως promo


Aναντίρρητα, στάθηκε εμπειρία να ακούς τη Μυρτώ Παπαθανασίου χωρίς μικρόφωνο, να γεμίζει την αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» με τη φωνή της. Το μεγαλύτερο ίσως ταλέντο που έχει αναδείξει τα τελευταία χρόνια η χώρα μας σε επίπεδο σοπράνο παραμένει δυστυχώς άγνωστο στο ντόπιο κοινό, το οποίο –κατά προσφιλή του συνήθεια– τυρβάζει περί αλλοτρίων· εξ ου και η μικρή αίθουσα στην οποία διεξήχθη αυτό το αφιέρωμα στο ιταλικό τραγούδι του 19ου αιώνα, εξ ου και το ότι είχε μεν κόσμο, μα δεν γέμισε κιόλας. Κι όμως, εκτός συνόρων η Λαρισαία σοπράνο διαπρέπει, έχοντας παρουσία όχι μόνο σε μεγάλες παραστάσεις, μα και στη δισκογραφία. 

Το ιταλικό τραγούδι, τώρα, υπήρξε πάντα δημοφιλές στην Ελλάδα: κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα λατρεύτηκαν κάμποσες άριες από όπερες του Τζουζέπε Βέρντι (και άλλων), μετά τον Πόλεμο αγαπήθηκαν καλλιτέχνες σαν τον Adriano Celentano, τη Milva, τη Mina (και πολλούς ακόμα), ενώ και στα πιο σύγχρονα χρόνια είδαμε να αποκτούν δημοτικότητα ο Eros Ramazzotti ή η Giusy Ferreri. 

Αλλά το αφιέρωμα που μας παρουσίασαν η Παπαθανασίου με τον πιανίστα Χαράλαμπο Αγγελόπουλο είχε ως στόχο να μας πάει στις μακρινές ρίζες της Ferreri και της Milva, σε εκείνο δηλαδή το έντεχνο τραγούδι που άκμασε τον 19ο αιώνα στις παρυφές της όπερας, κάτω από την επίδραση της διεθνούς επιτυχίας των σουμπερτικών lied. Σε πολλούς ακροατές, βέβαια, ηχεί σαν όπερα –και είναι αλήθεια ότι οι βασικές τεχνικές μοιράζονται, όπως και ότι ο χώρος εκπροσωπήθηκε από δημιουργούς τους οποίους ξέρουμε από όπερες. Πρόκειται, εντούτοις, για κάτι διαφορετικό. 

Όχι άριες λοιπόν, αλλά ρομάντσες (κατά κύριο λόγο) και αριέτες, συν μια ναπολιτάνικη ταραντέλα. Αυτό το πρόγραμμα ακούσαμε στο Μέγαρο, όπου η Παπαθανασίου, με την άξια συνοδεία ενός μετρημένου μα οπωσδήποτε ενθουσιώδη στο παίξιμό του Αγγελόπουλου, ζωντάνεψε για χάρη μας μια εποχή με διαφορετικές αναζητήσεις από εκείνες που εξέφραζε η όπερα. Δίνοντάς μας την ευκαιρία να ανακαλύψουμε –μα και να απολαύσουμε– μιαν άλλη πτυχή της δημιουργίας του Βέρντι, του Μπελίνι και του Ροσίνι. Ένα τραγούδι πιο κοντά στην καθημερινότητα του αστού της εποχής, πιο πουπουλένιο σε σχέση με το στιλιζάρισμα της οπερατικής άριας, πιο ελεύθερο και ποιητικό (ακόμα και στα μελαγχολικά του) απέναντι στον έρωτα. 

Κάπως έτσι, ακούσαμε ωδές προς τη μελαγχολία ("Malinconia, Ninfa Gentile") και το λυκόφως ("Le Crépuscule") –εδώ καταχειροκροτήσαμε την Παπαθανασίου, στην κορυφαία ίσως ερμηνεία της βραδιάς– συμμεριστήκαμε την αγωνία της Αντζολέτα για το αν ο γονδολιέρης της καρδιάς της θα κέρδιζε σε μια κωπηλατική κούρσα στα νερά της Βενετίας (φυσικά και κέρδισε, λαμβάνοντας μάλιστα και φιλί από την Αντζολέτα), ακολουθήσαμε τα βήματα ενός φλέρτι χορού της εποχής στο "La Danza", συμμεριστήκαμε το κάλεσμα για την επιστροφή της ναζιάρας Φίλλυς ("Torna, Vezzosa Fillide") και –ίσως με κάποια περίσκεψη;– παρατηρήσαμε το πώς η αστική τάξη του 19ου αιώνα αρεσκόταν σε εξωραϊσμένα, ανάλαφρα κατά βάση, πορτραίτα όσων βρίσκονταν έξω από τη σφαίρα της, ακούγοντας για τον χαρωπό καπνοδοχοκαθαριστή του Βέρντι ("Lo Spazzacamino") ή για την ατίθαση τσιγγάνα του Ντονιτζέτι ("La Zingara"). 

Σε κάθε περίπτωση, η Παπαθανασίου απέδωσε θαυμάσια όποια διάθεση κι αν πρόσταζαν οι μελωδίες και οι στίχοι (τους οποίους βλέπαμε μεταφρασμένους σε προτζέκτορα), όχι μόνο με τη φωνή της, μα και με τη χαριτωμένη, λεπτή της παρουσία επί σκηνής. Η οποία πρόδιδε ασφαλώς μια σημαντική οπερατική εμπειρία: στην παράσταση συμμετείχαν δηλαδή και τα χέρια της, το βλέμμα της, οι εκφράσεις γενικά του προσώπου, όπως και οι κινήσεις του κορμού. 

Τα χειροκροτήματά μας στο τέλος της συναυλίας την «ανάγκασαν» σε δύο encore. Κι αν το πρώτο φάνηκε προμελετημένο (ένας ακόμα Μπελίνι), το δεύτερο ήταν εντελώς αυθόρμητο και της στιγμής, αντικατοπτρίζοντας μια εμφανή ικανοποίηση εκ μέρους της –όπως φυσικά και του Αγγελόπουλου– για τον ενθουσιασμό και τα μπράβο μας.