Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Verbal Delirium. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Verbal Delirium. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

02 Οκτωβρίου 2023

Verbal Delirium - συνέντευξη (2011)


Μια κουβέντα από τον Μάιο του 2011 με το εγχώριο γκρουπ των Verbal Delirium, που έκανε μια συγκροτημένη προσπάθεια πάνω στο νεο-progressive rock της τελευταίας δεκαπενταετίας, προβάλλοντας όμως ένα πιο alternative art rock στυλ, όπως και οι ίδιοι προτιμούν να το λένε. 

Τελικά, βέβαια, έχω την αίσθηση ότι δεν βγήκαν και πολλά πράγματα, πέραν των ήδη δεδομένων. Τότε, πάντως, τράβηξαν την προσοχή της εκλεκτικής γαλλικής δισκογραφικής Musea, η οποία και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο τους «So Close & Yet So Far Away».

Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το τότε promo υλικό για την προώθηση του δίσκου


Διάβασα, με κάποια έκπληξη ομολογώ, ότι υπάρχετε για πάνω από μια δεκαετία. Με δεδομένη την ευκολία έκδοσης δίσκων στην εποχή μας, πώς και δεν είδαμε νωρίτερα κάποιο επίσημο ντεμπούτο σας;

Πράγματι, το να βγάλει κανείς δίσκο σήμερα φαντάζει πανεύκολο. Παρ'όλα αυτά, για ένα σχήμα το οποίο σέβεται τόσο τη δουλειά του, όσο και τους ακροατές που θα θελήσουν να έρθουν σε επαφή μαζί του, ο όρος «ευκολία» τελικά δεν χωρά. Κι εμείς σίγουρα δεν επιζητήσαμε ποτέ το ευκαιριακό μέσα από την ενασχόλησή μας με τη μουσική. 

Έτσι κι αλλιώς, το στήσιμο ενός σχήματος είναι γενικά από τις πλέον δύσκολες υποθέσεις. Από τη μεριά των ακροατών μπορεί να εμφανίζεται ως μια έτοιμη, στημένη εικόνα, κατ' ουσίαν, όμως –στην πράξη– συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Και πραγματικά, τα σχήματα συνήθως περνούν ένα αξιοσέβαστο μέρος της ύπαρξής τους στην αφάνεια, πριν αρχίσουν να αποκτούν μια σχετική αναγνωσιμότητα. Είναι αυτό που ονομάζουμε «νεκρός» χρόνος, όπου το σχήμα χτίζεται αλλά κανείς δεν το ξέρει, εκτός φυσικά από το ίδιο. 

Αν συνυπολογίσει κανείς και τις αλλαγές στα μέλη που μπορεί να προκύψουν (όπως και συνέβη, στην περίπτωσή μας), τότε ίσως τελικά να μην αποτελεί και τόσο έκπληξη το όλο γεγονός. 

Μια δεύτερη έκπληξη, προέρχεται από το γεγονός ότι τελικά αυτό σας το ντεμπούτο δεν μας έρχεται από κάποια εγχώρια εταιρεία, μα από τη γαλλική Musea. Το ψάξατε με τις ελληνικές δισκογραφικές και δεν βγάλατε άκρη; Ή αναζητήσατε εξαρχής άκρη με το εξωτερικό;  

Όταν τελειώσαμε τις ηχογραφήσεις του So Close & Yet So Far Away το 2009, το στείλαμε απευθείας σε εταιρείες του εξωτερικού. Αφενός γιατί πιστεύαμε ότι μπορούσε να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις και στα στάνταρ της ξένης δισκογραφίας και πως του άξιζε αυτή η ευκαιρία. Αφετέρου, γιατί η ελληνική πραγματικότητα (μουσικές σκηνές, Τύπος, ραδιόφωνα και ο κόσμος τους) δεν χάνουν την ευκαιρία να «τονίζουν», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει χώρος για «τέτοιες μουσικές»! 

Έτσι, σκεφτήκαμε ότι δεν είχαμε να χάσουμε κάτι απευθυνόμενοι στο εξωτερικό. Αν τα καταφέρναμε, ίσως άνοιγε και ο δρόμος για τη χώρα μας. Μας πήρε λοιπόν 3 μήνες αναμονής και ήρθε η πρώτη απάντηση από τη Musea, με την οποία και τελικά συμφωνήσαμε, λόγω της μεγάλης, διεθνούς της εμβέλειας στη διανομή. Τελικά ίσως να μην είχαμε και άδικο γιατί, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, γίναμε ίσως η αφορμή ώστε η Musea να δικτυωθεί εκ νέου με την ελληνική αγορά –μέσω της Soundforge, η οποία ανέλαβε τη διανομή του CD μας εδώ.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο Στέλιος Ρωμαλιάδης των Lüüp –ένας ακόμα Έλληνας που έχει δισκογραφήσει στη Musea– δήλωσε ότι «είναι πολύ πιο εύκολο να συνεννοηθείς με ξένη δισκογραφική εταιρεία παρά με ελληνική». Συμφωνείτε ή διαφωνείτε; 

Δεν μπορούμε να σας απαντήσουμε σε αυτήν την ερώτηση, μιας και δεν ήρθαμε ποτέ σε επαφή με εγχώρια εταιρεία. Μας προσέγγισε μεν κάποια, αλλά αφού είχε κυκλοφορήσει ο δίσκος –οπότε το θέμα έμεινε εκεί. 

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι μια εταιρεία που εδρεύει στη Γαλλία (ή γενικότερα στη Δυτική Ευρώπη) λειτουργεί σε ένα διακρατικό καθεστώς και δίνει έτσι τη δυνατότητα σε ένα σχήμα να ακουστεί σε όλη την Ευρώπη. Kαι όχι μόνο. Αντίθετα με τις ελληνικές εταιρείες, οι οποίες, κατά κύριο λόγο, λειτουργούν αποκομμένα: τους αφορά μόνο το ελληνικό κοινό, διατηρούν ένα εγχώριο στάτους και δείχνουν να μην τους ενδιαφέρει να επεκταθούν σε άλλες –ευρωπαϊκές, έστω– αγορές.

Τα συν του να βγάζετε τη δουλειά σας στο εξωτερικό είναι λοιπόν προφανή. Υπάρχουν όμως και πλην, για ένα συγκρότημα που εξακολουθεί να εδρεύει στην Ελλάδα; 

Σίγουρα το να εδρεύεις στην Ελλάδα δεν βοηθάει ιδιαίτερα. Κυρίως γιατί δεν υπάρχει εδώ σκηνή του είδους που εμείς εκπροσωπούμε κι έτσι το ενδιαφέρον του κόσμου δεν είναι ανάλογο, όπως σε άλλες χώρες. Επίσης, ίσως σε κάποια άλλη χώρα να μας δινόταν η δυνατότητα να μπορούσαμε να ζούμε κι οικονομικά από αυτό. Εδώ κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο!   

Μιας και θίξατε το θέμα του ήχου σας, πριν βγει το So Close & Yet So Far Away είχατε τη φήμη ενός progressive rock σχήματος, για όσους ήξεραν την ύπαρξή σας ή είχαν ακούσει το demo The Imprisoned Words Of Fear (2007). Πλέον, παρουσιάζεστε με έναν πιο πολυσχιδή ήχο. Γιατί νιώσατε την ανάγκη να απομακρυνθείτε λίγο από τα «προοδευτικά» 1970s, μιας και είναι φανερό πως τα αγαπάτε ιδιαίτερα;

Γιατί πολύ απλά κι εμείς οι ίδιοι –σαν ακροατές και μουσικοί– εμπλουτίσαμε με το πέρασμα του χρόνου τα ακούσματα μας. Όλοι στο σχήμα έχουν μια πολύ ανοιχτή αντίληψη ως προς τα είδη. Δεν απορρίπτουμε τίποτα. Αυτή εξάλλου δεν είναι και η ουσιαστική έννοια του όρου progressive; Πόσο «προοδευτικός» μπορεί να είσαι λέγοντας ότι ακούς ένα συγκεκριμένο αποκλειστικά είδος μουσικής; Απλά στα ακούσματα των περισσότερων από εμάς το art rock (όπως προτιμάμε να το λέμε) της δεκαετίας του 1970 έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο. Γι' αυτό και προτιμάμε να ονομάζουμε την μουσική μας alternative/art rock, παρά progressive. Είναι μια πολύ παρεξηγημένη έννοια.

Έχει αλλάξει πιστεύετε το κλίμα αντιμετώπισης του progressive από το ροκ κοινό; Ή, ειδικά στην Ελλάδα, αντιμετωπίζεται ακόμα ως μια ασθένεια από την οποία μας γλίτωσε το πανκ και οι επίγονοί του; 

Ο σημαντικότερος λόγος που αντιμετωπίζεται αρνητικά από κάποιους, είναι η περιθωριακή και αποστασιοποιημένη αντιμετώπισή του από τους ίδιους τους εκφραστές του. Αν το αντιμετωπίζαμε όλοι σαν ένα είδος που μπορεί να ακούσει το ευρύ κοινό και όχι μόνο οι μουσικοί και κάποιοι περίεργοι «ψαγμένοι» τύποι, εάν τα ραδιόφωνα και τα μέσα προβολής του έδιναν ευκαιρία προώθησης και δεν το αντιμετώπιζαν σαν κάτι το παλαιολιθικό και εάν οι καλλιτέχνες οι οποίοι το εκπροσωπούνε προσπαθούσαν να το πάνε ένα βήμα μπροστά –σταματώντας να αντιγράφουν τους προπάτορές του, άρα κάνοντάς το να ακούγεται παλαιομοδίτικο– τότε θα αποκτούσε περισσότερους φίλους.

Στο So Close & Yet So Far Away διαφαίνεται μια ανάγκη σας να φλερτάρετε (και) με τον ωκεανό της κλασικής μουσικής. Υπήρξε κι αυτό ανάμεσα στα αιτήματα του art rock, αλλά στην περίπτωσή σας διαφαίνεται μια πιο σύγχρονη λογική γεφύρωσης με το ροκ. Πιστεύετε ότι αποτελεί έναν δρόμο εξέλιξης για το τελευταίο; Φοβάστε ότι μια τέτοια διαδρομή ίσως απαξιωθεί ως «εστετίστικη» από όσους προτιμούν το κλασικό τρίπτυχο κιθάρα-μπάσο-τύμπανα;

Στην τέχνη και στον πολιτισμό γενικότερα κανείς δεν αρχίζει από μηδενική βάση. Όλοι έχουν επιρροές από παλαιότερες ή σύγχρονες δημιουργίες, από τις σπουδές τους κι έναν σωρό άλλα ερεθίσματα, που λαμβάνουμε όλοι μας από τον κοινωνικό περίγυρο. Αυτές οι επιρροές –με την ανάλογη διεργασία, αλλά και την οπτική του καθενός– έρχονται και «δένουν» με το παρόν, δημιουργώντας κάτι νέο. Κάτι τέτοιο κάναμε κι εμείς, τίποτα περισσότερο. 

Οι επιρροές μας σαφώς δεν είναι μόνο από την κλασική μουσική κι αυτό πιστεύουμε ότι είναι εμφανές. Άλλωστε το ροκ αποτελεί μια «πλατφόρμα» την οποία ο καθένας εμπλουτίζει όπως τον εκφράζει. Είναι μάλλον προφανές από το άλμπουμ μας ότι οι επιρροές μας είναι πολλές και διαφορετικές. Κι αυτό θα φανεί ακόμα περισσότερο και στις προσεχείς ηχογραφήσεις μας. Σκοπός μας είναι να κινηθούμε «ανοιχτά» μιας και πιστεύουμε ότι τόσο το ροκ, όσο γενικότερα και η μουσική, δεν έχει όρια. 

Με αυτή την οπτική είναι γραμμένο και το So Close & Yet So Far Away, χωρίς βέβαια να φιλοδοξεί να αρέσει σε όλους –κάτι που θα ήταν μάλλον παράλογο. Το feedback που παίρνουμε από τον κόσμο, πάντως, είναι ακριβώς ότι καθένας βρίσκει να «πατήσει» και σε κάτι διαφορετικό.

Μιας και μιλάμε για μουσικές αγάπες, ποιοι είναι οι δίσκοι δίχως τους οποίους οι Verbal Delirium δεν μπορούν να ζήσουν; 

Άπειροι....!!! Για να μην μακρηγορήσουμε θα αναφέρουμε κάποιους, ενδεικτικά, επιλογές όλων των μελών του γκρουπ:

Camel – Harbour Of Tears
Peter Hammill – The Silent Corner & The Empty Stage
Genesis – Nursery Cryme
Igor Stravisky – Rite Of Spring
Λένα Πλάτωνος – Μάσκες Ηλίου
Beatles – Abbey Road
Rush – Hemispheres 
Led Zeppelin – II
Miles Davis – Kind Of Blue
Μάνος Χατζιδάκις – Για Την Ελένη
Radiohead – Hail To The Thief
Nevermore – Dreaming Neon Black

Βλέπω και ελληνικούς δίσκους. Θα σας ενδιέφερε αλήθεια να τραγουδήσετε στα ελληνικά; Σας ενδιαφέρουν –ως μουσικούς και ακροατές– τα εγχώρια δρώμενα;   

Δεν είμαστε αντίθετοι σε κάτι τέτοιο, απλά οι επιρροές μας προέρχονται κυρίως από την ξένη μουσική σκηνή –όπως γίνεται εμφανές και από τα ακούσματά μας. Δεν μας έχει προκύψει μέχρι στιγμής ελληνικός στίχος, όμως τίποτα δεν αποκλείεται! 

Κατά τ' άλλα και βέβαια μας ενδιαφέρουν τα εγχώρια δρώμενα. Γι' αυτό και είμαστε εδώ! Πιστεύουμε πως υπάρχει χώρος, αλλά και είναι και καιρός να διευρυνθούν οι μουσικοί ορίζοντες της χώρας μας. Η Ελλάδα διαθέτει αξιόλογους καλλιτέχνες και πολύ καλούς μουσικούς, το θέμα είναι ότι αυτο-περιχαρακώνονται σ' όσα «έχουν πέραση» ή περιθωριοποιούνται. Εμείς θα θέλαμε να ξεφύγουμε και από τις δύο αυτές οδούς.  

Πώς θα κινηθείτε συναυλιακά; Και τι άλλα σχέδια υπάρχουν για εσάς μέσα στο 2011;

Τον χειμώνα εμφανιστήκαμε σε πολλές σκηνές της Αθήνας. Κάναμε έναν μικρό «μαραθώνιο» live εμφανίσεων, με κύριο μέλημά μας να γνωρίσει όσο το δυνατό περισσότερος κόσμος τη μουσική μας και να την κρίνει. Αυτός είναι λοιπόν και ο στόχος του καλοκαιριού! Επιθυμία μας είναι να εμφανιστούμε σε φεστιβάλ σε όλη την Ελλάδα και γενικότερα να κινηθούμε με εμφανίσεις στην επαρχία. 

Γεγονός είναι, πάντως, πως έχουμε παρατηρήσει ήδη μια πολύ καλή ανταπόκριση από τον κόσμο, που όχι μόνο μας γνωρίζει σιγά-σιγά, αλλά και μας ενθαρρύνει προς αυτήν την κατεύθυνση. Γι' αυτό και τον φετινό χειμώνα, εκτός από νέες εμφανίσεις στην Αθήνα, θα προσπαθήσουμε να συμμετάσχουμε και σε κάποιες διοργανώσεις του εξωτερικού. Παράλληλα, έχουμε ήδη επικεντρωθεί στο υλικό για τον επόμενό μας δίσκο. Είναι σχεδόν έτοιμο και σύντομα θα μπούμε στο στούντιο να γράψουμε. Ευελπιστούμε, αν όλα πάνε καλά, ότι θα το κυκλοφορήσουμε μέσα στο 2012! 

Σε ό,τι αφορά τα άμεσα σχέδιά μας, τώρα, στις 22 Ιουνίου θα εμφανιστούμε στο αίθριο του Iδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, στα πλαίσια του Blender Festival. Πιστεύουμε θα είναι μια πολύ όμορφη βραδιά, κάτω από τον αττικό ουρανό.