30 Οκτωβρίου 2020

Συζητώντας με τον (γιατρό και συνθέτη) Θανάση Δρίτσα, μέρος 1 (2008)

Πάνε πλέον 12 χρόνια από τον Οκτώβριο του 2008, όταν πρωτογνώρισα τον Θανάση Δρίτσα. Όχι όμως με την ιδιότητα του επιφανούς καρδιολόγου, όπως ίσως τον ξέρουν οι περισσότεροι (σήμερα είναι Αναπληρωτής Διευθυντής στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, στο Τμήμα Αναιμάκτων Διαγνωστικών Τεχνικών), αλλά ως συνθέτη –με αφορμή το 6ο του τότε άλμπουμ Στην Άκρη Των Παραμυθιών: Τραγούδια Και Εύθραυστοι Ήχοι Για Φωνή Και Πιάνο (Protasis Music).

Στον καφέ που κανονίσαμε στο θρυλικό ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία (το οποίο ζει πλέον το δικό του τέλος εποχής, αφού οι τύχες του περνούν σε αραβικό επιχειρηματικό όμιλο με έδρα το Κατάρ), μου δόθηκε η ευκαιρία να διαπιστώσω ότι ο Δρίτσας είναι άνθρωπος με κυκλική παιδεία και εύρος ενδιαφερόντων: ένα ανήσυχο πνεύμα, εμφορούμενο από σπάνιο για την εποχή μας ουμανισμό. Και έτσι παραμένει, όπως εύκολα μπορείτε να διαπιστώσετε και παρακολουθώντας την τακτική του αρθρογραφία (κυρίως στην Athens Voice) ή τις αναρτήσεις στο προφίλ του στο Facebook. 

Η κουβέντα που κάναμε το 2008 στη Μεγάλη Βρετανία δημοσιεύτηκε στο τότε Avopolis Greek και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. Έκτοτε συναντηθήκαμε με τον Θανάση Δρίτσα κι άλλες φορές: το 2009 τον καλέσαμε με τον Στυλιανό Τζιρίτα στην πρώτη ραδιοφωνική εκδοχή της Συχνοτικής Συμπεριφοράς στους 105,5 Στο Κόκκινο –ήταν μια σπαρταριστή εκπομπή, με πολύ γέλιο– το 2017 ξανακάναμε μια συνέντευξη για τον Τύπο (με αφορμή τα μουσικά μεσημέρια τα οποία έστηνε στο Ωνάσειο) και το 2019 ξανάρθε στο ράδιο, στη δεύτερη εκδοχή της Συχνοτικής Συμπεριφοράς, με αφορμή το άλμπουμ A Portrait In Three Colors.

Τις ραδιοφωνικές μας εκπομπές δυστυχώς δεν τις έχω κάπου, αν κι αυτή του 2019 έχει σίγουρα σωθεί στο αρχείο που ετοιμάζει το Κόκκινο και θα είναι έτσι διαθέσιμη στο άμεσο μέλλον για το κοινό. Η συνέντευξη του 2017 θα αναδημοσιευτεί σύντομα κι εδώ, ως μέρος 2 των συνομιλιών μας με τον Θανάση Δρίτσα.


Ως τώρα δεν μας είχατε συνηθίσει σε δισκογραφικές επισκέψεις με τραγούδια, οι προηγούμενες δουλειές σας ήταν ορχηστρικής κυρίως μουσικής...

Ναι, είναι η πρώτη φορά που κάνω έναν κύκλο τραγουδιών. Βέβαια τα τραγούδια αυτά έχουν ζυμωθεί εδώ και αρκετά χρόνια κι έχουν παρουσιαστεί σε πολλές συναυλίες, με πιο αντιπροσωπευτική αυτή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, πέρυσι τον Μάιο. Εκεί παρουσιάστηκε ένας πλήρης κύκλος, από τον οποίον επιλέχθηκαν τώρα κάποια ώστε να δημιουργηθεί το άλμπουμ Στην Άκρη Των Παραμυθιών.

Έως και πόσα χρόνια πίσω φτάνει δηλαδή η αρχική δημιουργία των τραγουδιών αυτών;

Κάποια από αυτά τα τραγούδια, κανα-δυο, αριθμούν ήδη γύρω στα 20 χρόνια. Τα περισσότερα έχουν όμως γραφτεί στο διάστημα 2004-2008. 

Συμπίπτει αυτό το διάστημα με τη γνωριμία σας με τον Χρήστο Μπουλώτη; Από ότι έχω καταλάβει, ο ρόλος του υπήρξε καταλυτικός για τη δημιουργία του Στην Άκρη Των Παραμυθιών...

Ο Χρήστος υπήρξε πράγματι καταλύτης. Ξέρω λιγότερα για τη δουλειά του ως αρχαιολόγου, εκτιμώ όμως πολύ τα παραμύθια του. Ο λόγος του δεν είναι ο συγγραφικός λόγος κάποιου ας πούμε ο οποίος διηγείται μια ιστορία. Τα παραμύθια του Μπουλώτη είναι ποιητικά, έχουν ένα λυρικό/ποιητικό στοιχείο, γι’ αυτό και πολλές φορές ακόμα και τα πεζά του «τραγουδάνε». 

Τον Χρήστο τον γνώρισα μέσα από τα παραμύθια του. Κάποια λοιπόν στιγμή του είπα πως μου αρέσουν πολύ, γιατί βγάζουν κάτι το μουσικό· και τον ρώτησα μήπως έχει γράψει και τίποτα στίχους. Και μου λέει είναι μεγάλη σύμπτωση, γιατί έχω κάνει μια συλλογή ονόματι Του Έρωτα Και Των Παραμυθιών, «θα ’θελες να δεις αν σε ενδιαφέρει κάτι;». Και όταν τα είδα ήταν κάτι σαν αποκάλυψη, ήταν σαν να συνάντησε ο ένας τον άλλον. Ένιωσα όπως όταν πράγματα κοιμούνται στο υποσυνείδητό μας, περιμένοντας ένα ερέθισμα για να ξυπνήσουν: σαν να περιμένανε τα τραγούδια αυτά τη συνάντησή μου με τον Μπουλώτη. Υπάρχει κι άλλο υλικό, σκέφτομαι ήδη να συμπεριλάβω κι άλλα σε κάποια επόμενη δισκογραφική δουλειά.

Με την Αθηνά Δημητρακοπούλου πώς προέκυψε η συνεργασία; Είχε χαθεί νομίζω από το προσκήνιο μετά τον δίσκο που έβγαλε το 2006, το Κέρασμα...

Ήταν μεγάλη τύχη κι αυτή η συνεργασία. Έχουμε κάνει πολλές συναυλίες με την Αθηνά πριν από αυτόν τον δίσκο και υπάρχει εξαιρετική χημεία. Είναι ένα παιδί εξαιρετικό ως ποιότητα ανθρώπου, που μπαίνει μέσα στα τραγούδια με όλη της την ψυχή. 

Δεν είναι μόνο το καλό της background στην κλασική παιδεία, είναι και που θέλει να μαθαίνει τόσα πράγματα για τον συνθέτη, τον ποιητή, το κλίμα του τραγουδιού –και φροντίζω να της δίνω και μια ελευθερία ώστε να εκφράσει και δικά της πράγματα τραγουδώντας. Μου αρέσει οι άνθρωποι οι οποίοι παίζουν μαζί μου να έχουν μια τέτοια ελευθερία πάνω στις συνθέσεις μου, γιατί πιστεύω πολύ στον αυτοσχεδιασμό, θεωρώ πως είναι η χρυσή μου πλευρά. 

Πού θα εντοπίζατε την απαρχή αυτής της αγάπης σας για τον αυτοσχεδιασμό; 

Από παιδί είχα μεγάλη αγάπη για τον Keith Jarrett και την πλευρά αυτή της τζαζ, την οποία λατρεύω. Ήταν μεγάλο έναυσμα για μένα ο Jarrett, με είχε καθηλώσει το Κοντσέρτο στην Κολονία (1975), τον θεωρώ έναν δίσκο-μνημείο. Ο Jarrett λοιπόν στοίχειωσε τη σχέση μου με το πιάνο και τον αυτοσχεδιασμό και μου άρεσε έτσι πάντοτε πολύ η ιδέα του να είμαι με ένα πιάνο. Γι’ αυτό ήθελα και να κάνω έτσι λιτά το Στην Άκρη Των Παραμυθιών, μόνο για φωνή και πιάνο, παρ' όλο που ξέρω πόσο δύσκολο είναι να αναδειχθεί ένα τραγούδι έτσι. Οι πλούσιες ενορχηστρώσεις πάντα βοηθάνε, τόσο όμως στις επιστήμες όσο και στις τέχνες η απλότητα έχει μια διαφορετική χάρη, αν επιτευχθεί. 

Ξέρεις, πολλοί μουσικοί με κλασική παιδεία δεν μπορούν να αυτοσχεδιάσουν· η παρτιτούρα αποτελεί και φυλακή. Για μένα η παρτιτούρα δεν είναι παρά ένας μπούσουλας, από εκεί και πέρα το έργο μου ξεφεύγει πάντα από αυτήν. 

Πέρα από τον Jarrett, ποιους άλλους θα αναφέρατε ως βασικές σας επιρροές;

Η άλλη μεγάλη πηγή ήταν για μένα ο Μάνος Χατζιδάκις. Τον θεωρώ ένα είδος αρχαίου σοφού. Δεν ήταν απλώς ένας συνθέτης, ήταν επίσης και φιλόσοφος και επέβαλλε μια αισθητική σε ό,τι κι αν έκανε, όπου κι αν ανακατεύτηκε. Θαύμαζα το ότι ήταν ένας άνθρωπος της διαρκούς επανάστασης, ο οποίος δεν άνηκε πουθενά. Από τα έργα του θεωρώ ως κορυφή τον Μεγάλο Ερωτικό (1972). 

Από εκεί και πέρα μελέτησα πολύ και τα νέα ρεύματα στη μουσική του 20ου αιώνα, από τα οποία με ενδιέφερε πολύ ο μινιμαλισμός. Ο Philip Glass είναι ένα όνομα-αναφορά, κι ας εξελίχθηκε πολύ εμπορικά τελευταία. Τρέφω επίσης μεγάλη αγάπη για τη μουσική του Γιάννη Κωνσταντινίδη (ή Κώστα Γιαννίδη), για τον οποίον λίγοι ξέρουν ότι ήταν ένας εξαιρετικός πιανίστας. Το γράψιμό του για πιάνο ήταν ανεπανάληπτο, όπως και ο τρόπος με τον οποίον συνόδευε. Λίγοι πιανίστες ξέρουν να το κάνουν αυτό, χωρίς να θάβει το πιάνο τη φωνή ή το αντίθετο, ο Γιώργος Χατζηνάσιος π.χ. είναι σπουδαίος σε αυτό. 

Πιτσιρικάς αγάπησα επίσης πολύ τον Μπετόβεν, καθώς η μουσική του ήταν δυνατή και επαναστατική, όπως και τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη –όχι όμως και το συμφωνικό του έργο. Ίσως να με διαψεύσει ο χρόνος, ο μεγαλύτερος κριτής, αλλά θεωρώ ότι, αν δεν ήταν πολιτικό πρόσωπο, δεν θα τύχαινε προβολής αυτή η πλευρά της δημιουργίας του. Τα τραγούδια του, όμως, είναι πράγματι καταπληκτικά. Αλλά αγάπησα και τους Γάλλους ιμπρεσιονιστές, τον Κλωντ Ντεμπισί και τον Μωρίς Ραβέλ. Μεγαλώνοντας, επίσης, ανακάλυψα και τον Μότσαρτ. 

Φοβάστε τους ανθρώπους οι οποίοι δεν διαβάζουν παραμύθια; 

Τους φοβάμαι, ναι. Φοβάμαι όσους ανθρώπους φοβούνται το όνειρο στη ζωή τους ή το να παραδοθούν στις εμπειρίες. Τους θεωρώ κάτι σαν ζωντανούς-νεκρούς. Εμείς οι γιατροί ορίζουμε ως ζωντανό ένα πλάσμα που αναπνέει και χτυπάει η καρδιά του. Κι όμως, αν δεν εκτεθεί ο άνθρωπος στην εμπειρία, στη στιγμή, αν δεν μπορεί να κάνει ανιδιοτελή πράγματα, τότε ζει ως φάντασμα. 

Χρόνια πριν, προτού το Άγιο Όρος γίνει γκλαμουριά, ένας αγιορείτης μοναχός μου είχε πει ότι στη ζωή, όποιος θέλει να έχει ισορροπία, πρέπει να έχει ένα χειροτέχνημα κι ένα διακόνημα. Το διακόνημα μπορεί και να σε έχουν βάλει να το κάνεις, το χειροτέχνημα όμως είναι κάτι το ανιδιοτελές. Από μια τέτοια άποψη, θεωρώ πολύ σημαντικό που η καθημερινή μου δουλειά ως γιατρού μου εξασφαλίζει ένα εισόδημα το οποίο απελευθερώνει τη μουσική μου από την ανάγκη του να είναι χρηστική: με ενδιαφέρει να ακουστεί, να διαδοθεί ή και να πουλήσει –δεν περιφρονώ το χρήμα· όχι όμως το να την ξεπουλήσω για αυτόν τον σκοπό. 

Δεν σας τρώει όμως πολύ χρόνο η ιατρική; Γιατί δεν είστε απλά ένας γιατρός, το βιογραφικό σας είναι αυτό ενός διαπρεπή επιστήμονα στην καρδιολογία...

Οπωσδήποτε μου τρώει. Δεν ξέρω, βρίσκω τις μαγικές ώρες μάλλον. Εκείνες όπου έχουμε μαγικές συναντήσεις με τον εαυτό μας. Υπάρχουν πράγματα τα οποία ωριμάζουν μέσα μας χρόνια και χρόνια μέχρι που έρχεται η κατάλληλη στιγμή και ξεπηδάνε. Η αλήθεια πάντως είναι ότι ευρύτερο κοινό ξέρει τη δουλειά μου στη μουσικοθεραπεία (και γενικότερα την τέχνη ως μέσο θεραπείας), παρά την πλευρά μου ως συνθέτη.

Τα παραμύθια, αν δεν κάνω λάθος, έχουν και μία σχέση με το επιστημονικό σας έργο, καθώς έχουν κι αυτά χρησιμοποιηθεί, όπως και η μουσική, για θεραπευτικούς σκοπούς...

Ναι, η αφήγηση πράγματι χρησιμοποιείται, καθώς παρηγορεί. Κατά έναν ανεξήγητο τρόπο, οι άνθρωποι προσηλώνονται σε όποιον λέει μια ιστορία. Κι εγώ τελευταία δουλεύω πολύ πάνω σε αυτό, κάνω μουσική για αφήγηση μαζί με τον Στέλιο τον Πελασγό, ιστορητή-αφηγητή και χαρισματικό γενικά άνθρωπο. Ετοιμάζουμε έναν δίσκο που θα λέγεται Μεταλλαγμένα Παραμύθια, πρόκειται για μια εισβολή της τεχνολογίας στο δάσος των παραμυθιών, από την οποία προκύπτουν τρελά αποτελέσματα. 

Ο παρών βέβαια δίσκος, το Στην Άκρη Των Παραμυθιών, δεν έχει να κάνει με παραμύθια για παιδιά, ασχολείται με την παραμυθένια πλευρά της ζωής. Αν ο άνθρωπος χάσει το παράθυρο στο όνειρο κινδυνεύει να αρρωστήσει –κάποια στιγμή και σωματικά. Άλλωστε ο όρος «ψυχοσωματικός», είναι λάθος: όλα τα νοσήματα είναι ψυχοσωματικά, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να αρρωστήσεις από ένα π.χ. σωματικό νόσημα και να μην επηρεαστεί η ψυχή σου ή και το αντίστροφο.

Συμφωνείτε πάντως στο ότι υπάρχει από αρκετούς μια προκατάληψη απέναντι στη μουσικοθεραπεία, την οποία μάλλον βιάζονται να συσχετίσουν με κάτι το new age; 

Ισχύει, πράγματι, γιατί έχει δοθεί μια τέτοια εμπορική πλευρά, που πρέπει να μας κάνει συγκρατημένους. Πρώτα-πρώτα, χρειάζεται να επισημανθεί ότι η μουσικοθεραπεία είναι μια επιστήμη στην οποία πρέπει να εκπαιδευτεί κανείς και ότι δεν σχετίζεται με το να κάθεσαι και να ακούς CD με new age μουσική για χαλάρωση, τα οποία πουλήθηκαν κατά κόρο στην Αμερική. 

Ο Μότσαρτ έχει επίσης χρησιμοποιηθεί πολύ για τέτοιους σκοπούς, υπάρχουν π.χ. CD με συνθέσεις του για μωρά ή κατά του στρες και της κατάθλιψης. Η μουσική του έχει πράγματι μια μαγική απλότητα, που την καθιστά εύληπτη στο μέσο αυτί, παράλληλα όμως διατηρεί και μια τρομερή αρχιτεκτονικότητα: από πλευράς κατασκευής είναι όσο τέλεια είναι π.χ. και ο Παρθενώνας. Δεν είναι απλοϊκός ο Μότσαρτ και κακώς μεταχειρίζεται κατά τον παραπάνω τρόπο. 

Αν κι εσείς αποτελείτε εμφανώς εξαίρεση, συμμερίζεστε το διαδεδομένο στερεότυπο που θέλει τους γιατρούς να είναι τόσο εξειδικευμένοι ώστε να μην έχουν τελικά κανένα άλλο ενδιαφέρον;

Νομίζω ότι οι άνθρωποι γεννιούνται ως προς τις κλίσεις και τις τάσεις τους. Όσο κι αν προσπαθήσεις μετά να το διώξεις, αν έχεις αυτό το «μικρόβιο» δεν θα μπορέσεις ποτέ να το αποβάλλεις. Δυστυχώς, πάντως, είμαι απογοητευμένος από την πλειονότητα των νεότερων γιατρών –πάντοτε βέβαια υπάρχουν εξαιρέσεις– γιατί έχουν μια τεχνοκρατική κατεύθυνση και μια μηχανιστική αντιμετώπιση, όχι μόνο για τον άρρωστο, αλλά και για τη ζωή. 

Πολλοί παλιοί, ας πούμε, προτάσσανε το ανθρωπιστικό και ήταν άρχοντες και προς τους αρρώστους και προς τη ζωή· γι’ αυτό και υπήρξαν γιατροί π.χ. οι οποίοι ήταν και σπουδαίοι λογοτέχνες, όπως ο Γιώργος Χειμωνάς. Τώρα το επίπεδο είναι μικροαστικό και κυριαρχεί μια νοοτροπία του πώς θα τα 'κονομήσουμε πιο γρήγορα. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην ιατρική, έχει να κάνει με τη μετριοκρατία η οποία κυριαρχεί στη νεοελληνική πραγματικότητα. 

Τι περιλαμβάνουν τα επόμενα σχέδιά σας; 

Είμαι καλεσμένος σε ένα σπουδαίο συνέδριο στη Βιέννη 16 με 19 Νοεμβρίου, όπου θα παίξω κιόλας, αυτοσχεδιασμούς σε πιάνο με παράλληλη προβολή φωτογραφιών. Λέγεται Mozart And Science και θα συγκεντρώσει πολλούς από τους σπουδαιότερους διεθνώς ανθρώπους στον χώρο της μουσικοθεραπείας. Στη συνέχεια, στις 12 Ιανουαρίου 2009, παρουσιάζω στον Παρνασσό τα Μεταλλαγμένα Παραμύθια με τον Στέλιο τον Πελασγό, το οποίο όπως είπα παραπάνω θα δισκογραφηθεί κιόλας. 







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου