Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζερβάκης Γιώργος Νικηφόρου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζερβάκης Γιώργος Νικηφόρου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

04 Απριλίου 2023

Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης - Κρητικός Ορίζοντας [δισκοκριτική, 2016]


Πηγαίνοντας να δω την εορταστική συναυλία του B.D. Foxmoor για τα 30 του χρόνια στη δισκογραφία, διαπίστωσα ξανά –κάπου μέσα στην παρέλαση των καλεσμένων του– πόσο καλός τραγουδιστής είναι ο Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης.

Και θυμήθηκα ότι τον είχα προσέξει ήδη από το 2016, όταν συνεργάστηκε με τον (πολυσυζητημένο εσχάτως, ελέω Παύλου Παυλίδη, μα μάλλον ξεχασμένο τότε) Γιάννη Μαρκόπουλο για τον δίσκο «Κρητικός Ορίζοντας», στον οποίον ήταν βασικός ερμηνευτής.

Μια κριτική μου δημοσιεύτηκε τότε για το Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, δοθείσης της ευκαιρίας –με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* η κεντρική φωτογραφία προέρχεται από υλικό που δινόταν ως promo στον Τύπο, εκείνη την εποχή, για τις ζωντανές εμφανίσεις του καλλιτέχνη


Ο «Κρητικός Ορίζοντας» έχει την όψη δουλειάς από παλιούς δισκογραφικούς καιρούς, έτσι όπως τοποθετεί πρώτα το όνομα του δημιουργού και έπειτα του ερμηνευτή –λες και δεν ήρθε ποτέ η δεκαετία του 1990 να αναποδογυρίσει οριστικά αυτή την ισορροπία ισχύος. 

Πρώτα ο Γιάννης Μαρκόπουλος, λοιπόν, έπειτα ο Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης. Κι ας ισχύει το παράδοξο, ο συνθέτης να μοιάζει απών εδώ και χρόνια (παρότι πέρυσι μόλις έβγαλε το «Ἐντεῦθεν»), συνδεδεμένος με ένα μαγικό παρελθόν εγχώριων καλλιτεχνικών κορυφώσεων, ενώ ο τραγουδιστής να είναι ένα αστέρι μιας YouTube εποχής, στην οποία έγινε αναγνωρίσιμος σε χρόνο dt. Όσο χρειάστηκε δηλαδή στο βιντεοκλίπ του ντουέτου του "Να Σταθώ Στα Πόδια Μου" (2015) με τον Λεωνίδα Μπαλάφα για να γίνει viral.

Ο νέος δίσκος του Μαρκόπουλου, τώρα, αιτείται μεν το 2016, όμως τον αποτελεί υλικό που δουλεύεται και ξαναδουλεύεται εδώ και κάμποσα χρόνια, απηχώντας μάλιστα έναν ακόμα πιο παλιό κόσμο: «εντυπώσεις, ιστορήματα και φως από τα εφηβικά χρόνια [του συνθέτη] στον αθέατο κόσμο της περιλάλητης μεγαλονήσου». Και παρότι το καλύτερο τραγούδι της συγκομιδής ("Πότε Θα Ξαναβρεθούμε") μιλάει για βίντεο με ρομπότ τα οποία «τεχνολογίζουν» τα μυαλά μας, είναι πράγματι σε αυτές τις εικόνες που χάνεσαι κι εσύ, σαν ακροατής· στους ξετραχηλισμένους πολεμάρχους στης Μεσσαράς τους κάμπους, στις πολεμίστρες των Αναγεννησιακών κάστρων, στις ντουφεκιές, στις μαδάρες και στους έρωντες παρελθόντων καιρών, όταν η σχέση του ανθρώπου με την ύπαιθρο έδειχνε αδιαμεσολάβητη.

Δεύτερον (και κυριότερο), ο «Κρητικός Ορίζοντας» αιτείται να είναι πρωτίστως του Μαρκόπουλου, ενώ μάλλον είναι του Ζερβάκη. Με την έννοια ότι δυνατό του χαρτί αποδεικνύεται ο ερμηνευτής του, αυτός ο 30άχρονος με τη στιβαρή φωνή και το σημαίνον εκφραστικό βάρος. Ο οποίος πέφτει σαν τραμουντάνα στους κρητοέντεχνους των καιρών μας –όσους λυμαίνονται το όνομα της Κρήτης απλά επειδή πετάνε ένα «τση» ή επειδή τραγουδούν κάπως σαν τον Νίκο Ξυλούρη– σκορπίζοντάς τους με την ορμή που σκόρπισε και ο Ιησούς τους εμπόρους/αργυραμοιβούς στον Ναό του Σολομώντα.

Γράφοντας κάτι τέτοιο, πάντως, δεν θέλω να υποτιμήσω τη δουλειά του Μαρκόπουλου. Αν και επιμένει να αναλαμβάνει την ενορχήστρωση των έργων του (θα τον ωφελούσε πιστεύω μια πιο φρέσκια, ίσως και λοξή, ματιά) και καταθέτει έναν κύκλο τραγουδιών χωρίς εκπλήξεις, που μερικές φορές αφήνει και μια εντύπωση επανάληψης, οι συνθέσεις του διαθέτουν επίπεδο και μαστοριά. Επιπλέον, κρατούν κι ένα μέτρο που πρέπει να ωφέλησε πολύ τις ερμηνείες του Ζερβάκη –εξοχότερο παράδειγμα είναι νομίζω το ομώνυμο κομμάτι. 

Έχουμε εδώ έναν δίσκο που, όσο τον ακούς, τόσο σου αρέσει. Σε κάθε ακρόαση, όμως, κοσμολογική σταθερά αυτού του κρητικού ορίζοντα παραμένει ο Ζερβάκης. Είναι η φωνή του η οποία υψώνει το δεδομένο υλικό, εκείνη που του δίνει όχι μόνο αποφασιστική πνοή, αλλά και συναισθηματική δύναμη, οδηγώντας το δάχτυλό σου στο πλήκτρο του repeat.