Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιωαννίδης Αλκίνοος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιωαννίδης Αλκίνοος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

17 Νοεμβρίου 2023

Αλκίνοος Ιωαννίδης - συνέντευξη (2014)


Την περιπέτεια της Κόκκινης Καρφίτσας, δεν τη συζητάω πρόθυμα. Δεν την έχω στο βιογραφικό μου, δεν τη βρίσκει κανείς στα info των social media. Και πιστεύω ότι δεν θα είχα μπλέξει, εάν δεν ήταν στη μέση ο Βαγγέλης ο Βέκιος ως διευθυντής –ο οποίος με πήρε τηλέφωνο λέγοντάς μου γελώντας «ξέρω, όλο σου προτείνω πράγματα δίχως λεφτά»– και ο Σωκράτης ο Παπαχατζής που θα έτρεχε την αρχισυνταξία, τον οποίον είχα ήδη αρχισυντάκτη στον Ήχο, οπότε ήξερα ότι θα συνεννοούμασταν χωρίς πολλές και περιττές κουβέντες.

Με τον Βαγγέλη είχαμε μια σύμπλευση με πολλά σκαμπανεβάσματα όσο ζούσε, όμως τον είχα συγχωρέσει, πια, για τις όποιες παγαποντιές και διατηρούσαμε μια καλή σχέση –δεν ξεχνούσα, άλλωστε, ότι του όφειλα την καριέρα μου στο ραδιόφωνο. Επειδή, όμως, πράγματι μου πρότεινε συνέχεια πράγματα δίχως λεφτά κι επειδή εγώ δεν δούλευα έτσι, κάναμε μια συμφωνία: ναι, θα έρθω στην Κόκκινη Καρφίτσα να σου γράφω ελληνικά, με διορία 4 τεύχη (νομίζω, μπορεί να είπαμε και 5;) για να βρεθούν χρήματα.

Κόκκινη Καρφίτσα, λοιπόν, ένα ειδικό μουσικό ένθετο που αποφασίστηκε να κυκλοφορεί μία φορά τον μήνα με την κυριακάτικη έκδοση της «Αυγής», προτείνοντας μάλιστα κι ένα CD, το οποίο έβγαινε ως αποκλειστικό του όλου πακέτου. Δεν έκανα πολλά που θυμάμαι εκεί, ούτε με ευχαριστούσε η σύνδεση του ονόματός μου με την «Αυγή»: τη σεβόμουν την ιστορία της, μα δεν μου άρεσε η γλώσσα της εκείνα τα χρόνια και θεωρούσα ότι, όντας ήδη στον 105,5 Στο Κόκκινο –ένα κομματικό ραδιόφωνο– έδινα λαβές για λάθος συμπεράσματα γύρω από την πολιτική μου ιδεολογία, συμπορευόμενος ΚΑΙ με την εφημερίδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Αλλά για μένα οι άνθρωποι έπαιζαν και παίζουν σημαντικότερο ρόλο από το τι θα πει ο κόσμος για την πάρτη μου.

Τέλος πάντων, χάρη στην Καρφίτσα γνώρισα τη Λένα Πλάτωνος, βγήκε σε CD και μια αξιόλογη δουλειά της Κατερίνας Κυρμιζή με τον Νίκο Γρηγοριάδη και κλείσαμε μια παλιά «σύρραξη» με τον ακριβοθώρητο σε επίπεδο συνεντεύξεων Αλκίνοο Ιωαννίδη, οργανώνοντας μια κουβέντα με αφορμή την έκδοση του άλμπουμ «Μικρή Βαλίτσα» και τις επικείμενες εμφανίσεις του στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Φιλοξενήθηκε λοιπόν στην Κόκκινη Καρφίτσα, στο ένθετο του Οκτωβρίου 2014 και τώρα αναδημοσιεύεται κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις –για πρώτη φορά στο ίντερνετ.

Λεφτά, βέβαια, δεν φάνηκαν ποτέ κι εγώ παραιτήθηκα, όπως είχα πει: με αντικατέστησε η Πέννυ Γέρου, αν θυμάμαι καλά, με την οποία, αργότερα, θα είχαμε αγαστή συνεργασία όταν ήρθε στο Avopolis ως συντάκτρια. Με τον Βαγγέλη περπατήσαμε αρκετά μια μέρα στα πέριξ Ομόνοιας και Ψυρρή, ήταν κι αυτός μπαϊλντισμένος. Μου είπε ότι σκόπευε να πάει την Καρφίτσα πακέτο σε μια άλλη εφημερίδα, ικανή να τη χρηματοδοτήσει, του είπα ότι εκεί στην Αριστερά φυτρώνει διαρκώς το «βάλτε πλάτη» και ότι εγώ παραμένω ιδεολογικά αντίθετος του εθελοντισμού, όσο ζούμε σε συνθήκες οργανωμένου καπιταλισμού, έστω και α λα ελληνικά. Ήταν, δυστυχώς, η τελευταία φορά που τον είδα. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από εμφανίσεις του Αλκίνοου Ιωαννίδη στο «Κύτταρο» 2 χρόνια αργότερα και ανήκουν στον Χάρη Σφακιανάκη


Πέντε χρόνια μας χωρίζουν πια από τη Νεροποντή (2009), έναν δίσκο που συζητήθηκε αρκετά για την επιλογή του να στηριχτεί στο λόγιο τραγούδι. Πόσο κοντά της και πόσο μακριά της βρίσκεται –για σένα, ως δημιουργό– η Μικρή Βαλίτσα; 

Η Νεροποντή ήταν ίσως ο πιο προσωπικός δίσκος που είχα κάνει μέχρι τότε, η Μικρή Βαλίτσα είναι ο πιο αληθινός. Κρύβει μιάν άλλη δύναμη. Είναι πιο συμπυκνωμένος και συμπαγής. Φέρνει το μέσα μου έξω και το έξω μέσα μου, περισσότερο από κάθε προηγούμενη δουλειά μου. 

Ήταν έντονα τα χρόνια που πέρασαν, τόσο κοινωνικά, όσο και προσωπικά. Στο ενδεχόμενο –για διάφορους λόγους– να μετακομίσουμε οικογενειακώς στο εξωτερικό, αναγκάστηκα να δω τι θα κρατούσα από τον τόπο, τη ζωή και τον εαυτό που θα άφηνα. Η εποχή μάς υποχρέωσε να δούμε με διαφορετικό μάτι τη ζωή μας και τους άλλους. Προσπάθησα να τα συσκευάσω όλα αυτά σε μια μικρή αποσκευή. 

Η Μικρή Βαλίτσα είναι λοιπόν ένας γυμνός δίσκος, χωρίς ευκολίες και στολίδια. Είναι όπως βλέπω εμένα και τους συνανθρώπους μου. Οι εντάσεις του εκφράζονται χωρίς ηλεκτρικά όργανα και κρουστά. Στηρίζεται στο κουαρτέτο εγχόρδων, που άλλοτε γλυκαίνει κι άλλοτε σπάει χορδές, και στο τρίχορδο, αφού κάτι που θα έπαιρνα οπωσδήποτε μαζί μου φεύγοντας, θα ήταν τα λαϊκά μας τραγούδια. Η Μικρή Βαλίτσα δεν είναι χρονογράφημα. Είναι ένα παιδί της εποχής μας. Αυτής της άγριας, αβέβαιης και τόσο ζωντανής εποχής.

Και τι σε κάνει να μη θες να την αφήσεις αυτήν τη Μικρή Βαλίτσα, ακόμα και όταν σου κόβει τα χέρια –όπως γλαφυρά περιγράφεις στο ομώνυμο τραγούδι; 

Δεν είναι που δεν θέλω, είναι που δεν μπορώ… Δεν μπορεί κανείς να φύγει χωρίς να πάρει μαζί το βάρος του παρελθόντος, ούτε και μπορεί να μείνει χωρίς να σηκώσει το βάρος του παρόντος. Είτε μείνει κανείς, λοιπόν, είτε φύγει, πρέπει να πάρει την απόφαση και να σηκώσει το βάρος. Για να έχει νόημα η μέρα που πέρασε, η μέρα που ζούμε και η μέρα που θα 'ρθει.

Έγραψες το "Πάντα Θα Ξημερώνει" μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ωστόσο δύσκολα θα φανταζόταν κανείς κάτι τέτοιο ακούγοντάς το, αν δεν το σημείωνες ο ίδιος στα credits. Σε έχει ενοχλήσει μήπως η ευκολία με την οποία κάποιοι κάνουν θόρυβο γύρω από το όνομά του;

Σκέφτηκα αν πρέπει να αφιερώσω το τραγούδι στη μνήμη του, αφού για εκείνον το έγραψα κι αυτόν σκέφτομαι όταν το λέω. Αποφάσισα τελικά πως μια «επίσημη» αφιέρωση δεν θα του πρόσφερε τίποτα. Είναι καλό να τιμά και τον άλλον η αφιέρωση, όχι μόνο εσένα που αφιερώνεις. 

Δεν το χρειάζεται η μνήμη του, ώστε να κρατήσει και να μας κρατήσει στα δύσκολα χρόνια που έρχονται. Ο ίδιος ήταν απλό παιδί, καμιά επισημότητα δεν του ταιριάζει. Ούτε και τους δικούς του νομίζω πως θα παρηγορούσε καθόλου. Έχασα κι εγώ έναν αδερφό πριν από κάποια χρόνια, βλέπω τη μάνα μου, ξέρω πώς είναι. Πάντως δεν με ενόχλησε η χρήση του ονόματός του, τουλάχιστον από τους μουσικούς, αν και δεν παρακολουθώ πολύ το τι γίνεται. Στο κάτω-κάτω, χάσαμε συνάδελφο από μαχαίρι φασίστα, να μην τον τραγουδήσουμε; Να μην τραγουδήσουμε μαζί και για όσους άλλους χάθηκαν με τον ίδιο τρόπο; 

Πιστεύω πως, αν ήμουνα στη θέση του, θα χαιρόμουν να γράφονταν τραγούδια, ειδικά αν γράφονταν από καρδιάς. Με αφιερώσεις ή χωρίς, επομένως, θα τον τραγουδάμε για χρόνια. Η δολοφονία του, όπως και να 'χει, αποτελεί ορόσημο. Μένει στον καθένα μας να την αντιμετωπίσει όπως μπορεί και αντέχει. Τέτοια γεγονότα σού υψώνουν έναν καθρέφτη και σε υποχρεώνουν να κοιταχτείς. Ο καθένας –και η κοινωνία όλη– καθρεφτίζεται όπως του αξίζει. Ο καθρέφτης γερός, το είδωλο σπασμένο...

Στην "Πολιτική Τοποθέτηση" σκιαγραφείς απολαυστικά μια γνώριμη φιγούρα: του Νεοέλληνα της εποχής μας, που «ρεύεται σούσι κι ονειρεύεται επανάσταση» και «απαγγέλει το κενό του στο διαδίκτυο». Πόσο κυρίαρχη τη θεωρείς ωστόσο αυτή τη μορφή; Και τι μας περιμένει από τις λαβές που λαμβάνει για να ενδυναμωθεί πολιτικά; 

Δεν αναφέρομαι στον Νεοέλληνα γενικώς, αλλά σε ένα είδος Αριστερού, και, αναπόφευκτα, σε μένα: βρισκόμουν στη Νέα Υόρκη, όπου πήγαινα συχνά για συναυλίες και μαζί για να δω κάποιους ανθρώπους που πεθυμώ. Καθόμουν σ' ένα παγκάκι στην πλατεία των εκεί «Αγανακτισμένων» κι έτρωγα σούσι στο πλαστικό, από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς –εκεί δεν είναι είδος πολυτελείας. 

Κοίταζα γύρω και σκεφτόμουν πώς θα μπορούσε να είναι η μέρα μετά από μια επανάσταση σε μια τέτοια πόλη. Πώς (και αν) εμείς, οι σωτήρες της Ανθρωπότητας, με τις μεγάλες ιδέες, την αυτοθυσία και τα αισθήματα να ξεχειλίζουν, θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε τον τεράστιο αυτόν οργανισμό. Την καθημερινότητα, τα σκουπίδια, τα λουλούδια, τους βόθρους, την υγεία, την ελευθερία, τις συνήθειες, τις προμήθειες, το έγκλημά της. 

Αν μας δινόταν η δυνατότητα, θα είμασταν έτοιμοι και ικανοί; Ποιες αξίες θα έπρεπε να έχουμε διαφυλάξει βαθιά μέσα μας, κρατώντας τις καθαρές μες στα χρόνια της ευμάρειας και της φούσκας; Τι προετοιμασία θα έπρεπε να είχαμε κάνει, μόνος του ο καθένας και όλοι μαζί; Πόσα τέρατα θα έπρεπε να έχουμε νικήσει μέσα και έξω μας; Πώς δεν θα καταντούσαμε κι εμείς εξουσία; Τέτοια σκεφτόμουνα... Και κατέληξα να μετράω ποιοι είμαστε, πόσοι είμαστε και πώς είμαστε. Μου 'κατσε βαρύ το κολατσιό.

Σε συνέντευξη του 2012 μίλησες εκτενώς για το έντεχνο τραγούδι, ευχόμενος να «βρει σημαντικότερα πράγματα να πει, απ' όσα είπε τις τελευταίες δύο δεκαετίες». Πολλοί συνάδελφοί σου έλεγαν σε δικές τους συνεντεύξεις, όταν ξεκίνησε η παρούσα Κρίση, πως θα δώσει την ευκαιρία για το απαιτούμενο ξεσκαρτάρισμα, στρέφοντας ξανά τον κόσμο στα ουσιαστικά. Βρίσκεις ότι συνέβη όντως κάτι τέτοιο; 

Παρά τα όσα ευχηθήκαμε στους εαυτούς μας, λίγα πράγματα άλλαξαν μέχρι στιγμής: το πλαστικό, επαρχιώτικο lifestyle μας μοιάζει πιο μίζερο, πιο φτωχό, πιο άδειο, πιο ανεξήγητο και πιο γελοίο ίσως· εξακολουθεί όμως να παίζει καθοριστικό ρόλο, αφού ακόμα ορίζει την αισθητική, άρα και την ηθική μας. 

Από την άλλη, το έντεχνο αδειάζει ύποπτα, αδυνατώντας να εκφράσει βαθιά τις ψυχές μας. Όλα όμως ξεκινούν και τελειώνουν στον ακροατή, ο οποίος έχει τεράστια ευθύνη, αφού είναι πάντα ο μεγάλος πρωταγωνιστής: τα τραγούδια γράφονται γιατί υπάρχει εκείνος που θα τα ακούσει. Φεύγουν από τον δημιουργό τους γιατί κάποιος άλλος τα θέλει. Και διαδίδονται γιατί μερικοί αδυνατούν να εκφραστούν, να χαρούν, να επικοινωνήσουν, να ζήσουν χωρίς αυτά. 

Ας γίνουμε λοιπόν ουσιαστικοί ακροατές, δηλαδή ουσιαστικοί άνθρωποι, και τότε θα προκύψουν και τα ουσιαστικά τραγούδια. Τα λέω και στην αγουροξυπνημένη φάτσα μου κάθε πρωί: βρες σήμερα, άχρηστε, βρες 3 λεπτά να νιώσεις τα τρίσβαθά σου. Και πολύ συχνά το βράδυ πέφτω για ύπνο έχοντας κάνει χίλια-δυο, εκτός από αυτό. Εξακολουθούμε, παρά τα όσα συμβαίνουν μέσα και δίπλα μας, δημιουργοί και ακροατές, να αποφεύγουμε την ουσία συστηματικά· σαν να πρόκειται για καμιά αρρώστια ή αγγαρεία.

Πώς θα στηρίξεις τη Μικρή Βαλίτσα στη χειμερινή σεζόν που έρχεται; Θα βρίσκεσαι κάπου σε μόνιμη βάση ή να περιμένουμε μεμονωμένες συναυλιακές εμφανίσεις; 

Αυτή θα με στηρίξει! Θα με πάει ταξίδια, θα μπω στην καθημερινότητα ανθρώπων που δεν γνωρίζω, θα ενοχλήσω κάποιους, θα ενωθώ με άλλους, άλλοι θα αδιαφορήσουν, θα περάσω στιγμές πολύτιμες με το κοινό στις συναυλίες. Όλα αυτά εξαιτίας της. Θα παίξουμε αρχικά στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, κάθε Παρασκευή και Σάββατο –από 31 Οκτωβρίου και για τέσσερα διήμερα. Μετά, θα πάμε στη Θεσσαλονίκη και σε διάφορες ακόμα πόλεις. Και την άνοιξη στην Ευρώπη, για έναν μήνα. Μετά, ποιος ξέρει; Η Μικρή Βαλίτσα θα με πάρει μαζί της, όπου εκείνη ταξιδέψει. Θα είμαι η αποσκευή της.



25 Φεβρουαρίου 2021

Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης στο Κύτταρο - ανταπόκριση (2018)


Το δύσκολο καλοκαίρι του 2020, όταν σίγησαν για πρώτη φορά τα φεστιβάλ και οι συναυλίες, κάποιες λίγες παραστάσεις μπόρεσαν να πραγματωθούν, έστω και με τους νέους όρους/περιορισμούς. Ανάμεσά τους ήταν και το Live Looping του Αλκίνοου Ιωαννίδη, το οποίο έλαβε χώρα 17 & 18 Ιουλίου στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου.

Η συναυλία αυτή θα αναμεταδοθεί τώρα δωρεάν από το Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, μέσω του καναλιού του στο YouTube: το Σάββατο 27 Φεβρουαρίου στις 17.00 (θα είναι διαθέσιμη για 48 ώρες). Και δίνει μια καλή αφορμή για να θυμηθώ την επίσκεψή μου στο Κύτταρο στις 30 Νοεμβρίου 2018, όταν έδωσα το παρών σε ένα από τα τραπέζια του εξώστη μαζί με τη Χριστίνα Κουτρουλού, τη Νικολέτα Κομποθέκρα και τον Παναγιώτη Βορριά, για τις Σόλο παραστάσεις του Αλκίνοου Ιωαννίδη.

Σε εκείνες τις συναυλίες, ο Κύπριος τραγουδοποιός αποτολμούσε να βγει μόνος στη σκηνή, απλά με μια κιθάρα. Και ήταν αφοπλιστικός πέρα από κάθε προσδοκία, κάτι που εξηγούσε και το σταθερά φισκαρισμένο Κύτταρο, ως και τις τελευταίες ημερομηνίες της εν λόγω παράστασης.

Μια ανταπόκριση από τη βραδιά της 30ης Νοέμβρη βρήκε τότε τον δρόμο της δημοσίευσης στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. Η πρώτη φωτογραφία ανήκει στον Κωνσταντίνο Σαλασίδη και προέρχεται από το promo υλικό που διακινούσε τότε το Κύτταρο. Η δεύτερη φωτογραφία είναι από τη συναυλία που παρακολούθησα και ανήκει στη Vánagandr Fenrir.


Το πρόγραμμα που παρουσιάζει ο Αλκίνοος Ιωαννίδης στο Κύτταρο, δεν είναι καινούριο· το έχει ξανακάνει. Ούτε και στην έναρξη των φετινών εμφανίσεων ήμασταν, την τελευταία ημέρα του Νοέμβρη. Αντιθέτως, βρισκόμασταν στο φινάλε σχεδόν. 

Κι όμως, το Κύτταρο ήταν φίσκα –με πλήρη απαρτία στα τραπέζια και με όσους όρθιους γινόταν να χωρέσουν. Μπορεί να κοντεύει πια τα 50 και να μετρά 25 χρόνια απ' όταν βγήκε Στην Αγορά Του Κόσμου, μα ο κόσμος ακολουθεί ακόμα πιστά· τόσο όσοι μεγάλωσαν μαζί με τον Κύπριο τραγουδοποιό, όσο και αρκετοί νεότεροι. Η ηλικιακή εκπροσώπηση έλαβε μάλιστα και άτυπα «ταξικό» πρόσημο, με τις μικρότερες ηλικίες στο όρθιο στρίμωγμα και τις μεγαλύτερες στο καθιστό, με τη φιάλη και το φρούτο τους. 

Υπάρχουν καλοί λόγοι γι' αυτήν την «ψήφο εμπιστοσύνης» και τους είδαμε ενώπιόν μας στο Κύτταρο, να ξετυλίγονται με τρόπο τέτοιον, που δεν άφηνε περιθώρια αμφιβολίας ούτε στον πιο αυστηρό κριτή. 

Δεν κάνει κάτι εύκολο ο Αλκίνοος Ιωαννίδης αποτολμώντας να βγει ολομόναχος στη σκηνή και να «γδύσει» το ρεπερτόριό του, παρουσιάζοντάς το απλά με μια κιθάρα (ακουστική ή κλασική) ή με ένα λαούτο (ενίοτε). Μας εξήγησε βέβαια ότι για τον ίδιο αποτελεί ανάγκη, από καιρό σε καιρό. Επιστρέφοντας όμως σε αυτήν την αρχέγονη σχέση καλλιτέχνη και κοινού και επικαλούμενος τα πολύ βασικά που γεννάνε την τέχνη του τραγουδιού –με αρωγούς τους ανθρώπους πίσω από τον καλό ήχο (Βαγγέλης Λάππας) και τα ωραία φώτα (Κωνσταντίνος Μαργκάς) –στέκει στα πιο δυνατά του. Σαν να αφήνει σκέτη την ουσία ενώπιόν μας, αναβαπτιζόμενος κι εκείνος με τη σειρά του στη σχηματιζόμενη «κολυμπήθρα», πριν συνεχίσει την πορεία του μέσα στον χρόνο. 

Δεν νομίζω ότι υπήρξε τραγούδι του Αλκίνοου Ιωαννίδη που να έχει «γράψει» στο μουσικόφιλο συνειδητό και να μην ακούστηκε. Και στην "Αγορά Του Αλ Χαλίλι" ξαναπεριπλανήθηκαν οι παλιότεροι, ενθυμούμενοι τους μακριούς βοστρύχους του και τις μέρες του στα Μπακούρια, και η "Ζήνωνος" ξανάζησε από εκείνα τα τραγούδια του Νίκου Ζούδιαρη –σε μια εξαιρετική εκτέλεση, μάλιστα– και ο "Βόσπορος" τραγουδήθηκε με ζέση από το κοινό και τον "Καθρέφτη" απολαύσαμε και στο "Όνειρο Ήτανε" σιωπήσαμε ευλαβικά, καταχειροκροτώντας τον τραγουδοποιό. Αλλά και ο "Προσκυνητής" παίχτηκε και η "Πατρίδα" ήχησε με ανανεωμένη βροντή υπό τη βαριά σκιά των τελευταίων χρόνων και στο "Πάντα Θα Ξημερώνει" φτάσαμε, από άσματα της τρέχουσας δεκαετίας. 

Ο "Βυθός" δεν αποτέλεσε βέβαια έκπληξη, αποτυπώθηκε όμως ξανά ως ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια του Ιωαννίδη, ενώ θαυμάσια αναδύθηκε και το σκοτάδι του "Edgar Allan Poe" σε αυτήν τη μόνο φωνή και κιθάρα συνθήκη. Αν ψάχνετε για εκπλήξεις, θα διάλεγα τον χατζιδακικό "Κεμάλ" (που ποτέ δεν ξέρεις αν θα το παίξει ή όχι) και το παραδοσιακό κυπριακό "Τ' Αη Γιωρκού", με το οποίο πήγαμε πίσω σε χρόνους μεσαιωνικούς. Ίσως και τη διασκευή στον "Νεοέλληνα" του Τζίμη Πανούση, καθώς μπόρεσε να κρατήσει τη «ροκιά» της, παρά τον μη ηλεκτρικό χαρακτήρα της εκτέλεσης. 

Είθισται τον Δεκέμβριο –λόγω εορταστικής περιόδου και εξτρά ροής χρημάτων σε όσες μισθοδοσίες βάστηξαν εν μέσω Κρίσης– να δίνεται παράταση στα προγράμματα των μουσικών σκηνών. Γράφοντας αυτές τις γραμμές δεν ξέρω αν ο νυν σόλο κύκλος του Ιωαννίδη έληξε ή θα λάβει το χρίσμα της συνέχειας. Είναι ωστόσο με τέτοιες συναυλίες που κρατά ζωντανή τη σχέση με το κοινό και «πυροδοτεί» ξανά τα πολλά ωραία τραγούδια τα οποία έχει πει ή έχει γράψει, ανανεώνοντας δεσμούς εμπιστοσύνης ήδη γερά σφυρηλατημένους.