Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βενετσάνου Νένα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βενετσάνου Νένα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

16 Μαΐου 2023

Μαρίζα Κωχ & Νένα Βενετσάνου: Απ' Την Κορφή Του Χρόνου - ανταπόκριση (2018)


Δεκέμβριος 2018, πρώτη φορά στο «Trii Art Hub» στο Κουκάκι, για μια πολύ ξεχωριστή βραδιά: «Απ' την Κορφή του Χρόνου» ο τίτλος της, με τη Μαρίζα Κωχ να ζωντανεύει τη Σαντορίνη των παιδικών της χρόνων –ένα νησί πολύ διαφορετικό από τον χλιδάτο τουριστικό προορισμό του σήμερα– έχοντας την πολύτιμη αρωγή της εξαιρετικής Νένας Βενετσάνου. Πραγματικά εξαιρετικής, όχι με την κλισέ, δημοσιογραφική κατάχρηση του όρου.

Μια ανταπόκριση από τη βραδιά βρήκε τότε τον δρόμο της δημοσίευσης στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν με κινητό κατά τη διάρκεια της βραδιάς, από τη συνοδό μου


Δεν το βάζει ίσως το μάτι σου πόσο χώρο διαθέτει το «Trii Art Hub» αν περάσεις απλά απέξω, στον πεζόδρομο της Δράκου στο Κουκάκι. Ο δε πάνω όροφος, που λειτουργεί σαν γκαλερί, μεταμορφώνεται τα Σάββατα, ώστε να φιλοξενήσει τη φετινή σύμπραξη της Μαρίζας Κωχ και της Νένας Βενετσάνου· για μια μουσικοθεατρική παράσταση λιτή και ουσιαστική. 

Κοιτώντας μαζί τους από την Κορφή του Χρόνου, ατενίζουμε βασικά τις παιδικές μνήμες της Μαρίζας Κωχ από τη Σαντορίνη και τη σταδιακή ανακάλυψη της ταυτότητάς της: αν ποτέ έχετε αναρωτηθεί για το επίθετό της, θα βρείτε κάποιες απαντήσεις. Πρώτη ύλη, το πρόσφατο βιβλίο της Το Ξανθό Κορίτσι της Σαντορίνης, όπου διηγείται την όλη ιστορία. Η Νένα Βενετσάνου, από την άλλη, είναι αυτή που ανέλαβε να το μετατρέψει σε «σενάριο» και «καύσιμο» για μια παράσταση η οποία ζωντανεύει ενώπιόν μας με μορφή αναλογίου.

Τα πράγματα είναι πολύ απλά, εκεί στο «Trii Art Hub»: η Βενετσάνου κάθεται σε μία άκρη με τα κείμενα και την κιθάρα της. Αφηγείται, τραγουδά και συχνά απευθύνεται στην Κωχ, η οποία κάθεται απέναντί της, σχολιάζοντας, παρατηρώντας και τραγουδώντας. Μόνη μουσική συνοδεία  (πλην της κιθάρας της Βενετσάνου) μια viola da gamba, την οποία παίζει σε μια τρίτη, διακριτική «γωνία» του χώρου ο Αντώνης Σκαμνάκης. Οι θεατές παρατάσσονται περιμετρικά, σε δύο άτυπα «ημικύκλια», το ένα με λίγο μεγαλύτερο «βάθος» (ήτοι, περισσότερες καρέκλες) σε σύγκριση με το άλλο. 

Σε άλλα χέρια, με ένα διαφορετικό κείμενο, η όλη εμπειρία θα μπορούσε να εξοκείλει στο βαρετό. Στη συγκεκριμένη παράσταση, όμως, κάνεις επαφή από την αρχή κιόλας και μένεις συντονισμένος ως το φινάλε, χωρίς να χάσεις το ενδιαφέρον σου. Το βιβλίο της Κωχ έχει τον δικό του τρόπο να συναρπάζει και οι ιστορίες που παρελαύνουν μπροστά από τα παιδικά της μάτια σε ρουφάνε, καθώς ζωντανεύουν τη Σαντορίνη μιας περασμένης εποχής, η οποία δεν έχει σχέση με τον νυν τουριστικό προορισμό και τις χλιδάτες διακοπές που ονειρεύονται οι νεόπλουτοι με φόντο τα ηλιοβασιλέματά της. Στη Σαντορίνη της Κωχ η γερμανική Κατοχή είναι βίωμα νωπό, η φτώχεια πέφτει βαριά, μια χαλβαδόπιτα μπορεί να λογιστεί ως σπουδαία γλυκιά πολυτέλεια και το ηφαίστειο βρυχάται –κατέστρεψε ολοσχερώς το χωριό της. Κι επιπλέον, υπάρχουν εκείνα τα μυστικά. Για τα οποία φαίνεται να ξέρει όλο το χωριό, εκτός από την πρωταγωνίστρια και την αδερφή της. 

Η ίδια η Κωχ, σαν φυσική παρουσία στην παράσταση, δεν στέκει αναλόγως δυνατή «κόντρα» στην παιδική της υπόσταση. Ο ρόλος της έχει αφεθεί λιγάκι λάσκα, με αποτέλεσμα σε σημεία να μην ακολουθεί τις προτροπές της Βενετσάνου. Όταν τραγουδά, επίσης, ξυπνά μεν πολλές μνήμες από μια θαυμάσια δισκογραφία –που ίσως δεν έχει ακόμα εκτιμηθεί σε όλες τις διαστάσεις της– αλλά με ένα αποτέλεσμα διφορούμενο. Σε πολλές περιπτώσεις, δηλαδή, επέλεξε να ερμηνεύσει ψηλά και τα αποτελέσματα δεν τη δικαίωσαν. Την κλάση της, αντιθέτως, την έδειξε όταν διάλεξε απλά να συνοδεύσει τη Βενετσάνου ή να τραγουδήσει πιο χαμηλά, ενώ υπήρξε καθηλωτική σε έναν θρησκευτικό ύμνο, ανακαλώντας όσα έμαθε στο ψαλτήρι του χωριού της. Εκεί, ουσιαστικά, όπου έκανε τα πρώτα καλλιτεχνικά βήματα.  

Έτσι, αν το βιβλίο της Κωχ είναι η γενεσιουργός αιτία της παράστασης, «ψυχή» της εκεί στο «Trii Art Hub» αναδεικνύεται η Νένα Βενετσάνου. Δεν τη βλέπεις εύκολα τη Βενετσάνου, ούτε δυστυχώς την ακούς συχνά στα ραδιόφωνα που κατά τα λοιπά (αυτο)προσδιορίζονται ως «ποιοτικά». Αποτελεί όμως κεφάλαιο για το ελληνικό τραγούδι. Και το ξαναθυμάσαι αυτό, κάθε που την αντικρίζεις να τραγουδά απλά με την κιθάρα της. 

Εδώ βέβαια την απολαύσαμε και ως αφηγήτρια, καθώς πέτυχε πραγματικά να μαγνητίσει, διαβάζοντας τα όσα αποσπάσματα είχε επιλέξει. Σκεφτείτε πόσες φορές έχετε βρεθεί αντιμέτωποι με κάτι ανάλογο (και μικρότερης διάρκειας) σε πάνελ παρουσιάσεων ή ομιλίες, και θα συμφωνήσετε πιστεύω ότι μόνο αυτονόητο δεν είναι ότι θα στήσεις αυτί. Πετούσαμε βέβαια τη σκούφια μας και κάθε που έπιανε την κιθάρα της. Ειδικά μάλιστα όταν είπε το δικό της "Ρωτώ Να Μάθω Την Αλήθεια", το κοινό αντέδρασε σαν σώμα ένα, με πολλούς να σιγομουρμουρίζουν μαζί της τους στίχους.

Στο άτυπο encore, η Κωχ μίλησε για τα νέα της σχέδια: έναν έτοιμο δίσκο με μελοποιημένα ποιήματα της Κικής Δημουλά. Μας είπε μάλιστα κι ένα τραγούδι (το ποίημα ήταν το "Βρετανικό Μουσείο (Ελγίνου Μάρμαρα)"), που φοβάμαι ότι δεν αποτυπώθηκε ως κάτι το ιδιαίτερο, τουλάχιστον σε αυτή τη λιτή μορφή παράθεσης. Αντιθέτως, ζωηρές ήταν οι εντυπώσεις –αλλά και οι αντιδράσεις του κόσμου– όταν ζήτησε από τη Βενετσάνου παραγγελιά τις "Πόλεις Του Νότου", συνοδεύοντάς τη. 



18 Μαΐου 2021

Η Νένα Βενετσάνου στα Εξωτικά - ανταπόκριση (2014)


Δεν ξέρω γιατί η Νένα Βενετσάνου δεν έχει «συναντηθεί» με ένα μαζικότερο κοινό, έστω αυτό που δίνει το παρών σε διάφορες έντεχνες συναυλίες, κατά τη διάρκεια μιας πολύχρονης και πάντοτε προσεγμένης καριέρας. Η οποία ξεκίνησε το 1977, με την επιστροφή της στην Αθήνα από τη Γαλλία και τα τραγούδια που παρουσίασε εντασσόμενη στο Φεμινιστικό Αυτόνομο Κίνημα. Η ίδια φαίνεται πάντως να αρκείται σε όσα έχει καταφέρει και ουδέποτε μέσα στα χρόνια δεν άκουσα να «γκρινιάζει» –κάτι σπάνιο με τους καλλιτέχνες, το ξέρουμε νομίζω όλοι. 

Τρέφω ιδιαίτερη εκτίμηση για τη φωνή και τους δίσκους της Νένας Βενετσάνου και τη θεωρώ δύναμη για το τραγούδι που λέμε «έντεχνο», καθώς το εκπροσωπεί στην ουσιώδη του και όχι στην τάχα μου/δήθεν μου διάστασή του. Και τώρα διαβάζω ότι εκμεταλλεύεται κι αυτή το άνοιγμα μετά τη βαριά δεύτερη καραντίνα του κορωνοϊού για να βγει ξανά να τραγουδήσει: το Σάββατο 29 Μαΐου θα βρεθεί στον κήπο του πολυχώρου τέχνης Αλεξάνδρεια (πλατεία Αμερικής), μαζί με τη Λήδα Χαλκιαδάκη –την κόρη της θρυλικής Δανάης– για μια παράσταση αφιερωμένη στα πολλά πρόσωπα της Αγάπης.

Η ανακοίνωση μου θύμισε μια εξαιρετική βραδιά στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» τον Φεβρουάριο του 2014, η οποία έλαβε χώρα στην τότε σειρά συναυλιών Χειμώνας στον Παρνασσό. Η Βενετσάνου πήρε μέρος στήνοντας την παράσταση Τα Εξωτικά, στην οποία συμμετείχε και η Γιοβάννα, κάτι που δεν είχε γνωστοποιηθεί από πριν στο κοινό. Η συναυλία, δυστυχώς, δεν είχε καθόλου νέο κόσμο. Ήταν όμως εξαιρετική, σε όλα της. Φεύγοντας μάλιστα από τον Παρνασσό, συνάντησα στις σκάλες και τον Κ.ΒΗΤΑ και μοιραστήκαμε τη συγκίνησή μας για τα όσα είχαμε παρακολουθήσει.

Μια ανταπόκριση γράφτηκε τότε για λογαριασμό του Avopolis. Το κείμενο αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη βραδιά και ανήκουν στην Joe Pateraki


Η Νένα Βενετσάνου δεν εμφανίζεται συχνά. Όπως και με τη δισκογραφία, έτσι και με τις συναυλίες: προτιμά να κινείται με τους δικούς της χρόνους, αδιαφορώντας για το τι έχει επιβάλλει η μουσική βιομηχανία ως «επικαιρότητα». Έχει τους λόγους της, ωστόσο –και είναι νομίζω καλοί. Γιατί χάρη σε τέτοιους ρυθμούς έχει κάνει την κάθε της παρουσία να μετράει, εδώ και 34 χρόνια. Γι' αυτό και στην ατζέντα μου κύκλωσα εμφατικά την 24η του φετινού Φλεβάρη. Ανεξαρτήτως υποχρεώσεων, η συναυλία της στον Παρνασσό ήταν εκείνη που δεν θα έχανα παρά με ανωτέρα βία. 

«Καλησπέρα... και μπον σουάρ!», μας είπε βγαίνοντας, θέλοντας έτσι να τονίσει τον χαρακτήρα του λάιβ, αφού στο πρώτο μέρος θα ακούγαμε δικές της μελοποιήσεις σε έργα Michel Deguy, Paul Eluard, Alberto Savinio και Γιώργου Σαραντάρη. Κοινός παρονομαστής τους, η Γαλλία –που αφορά βέβαια και την ίδια τη Βενετσάνου. Γιατί είναι βαθιά η σχέση της μαζί της. Όχι επειδή είναι ακόμα μία ξενομανής, αλλά γιατί είναι καλλιτέχνιδα που βούτηξε πραγματικά στα βαθιά της αλλότριας αυτής κουλτούρας, επιδιώκοντας να της αφαιρέσει το «εξωτικό» στοιχείο και να την καταστήσει δική της. Τα έχει καταφέρει περίφημα. 

Θα τονίσω ξανά ότι οι μελοποιήσεις που ακούσαμε στον Παρνασσό ανήκουν στη Βενετσάνου, γιατί έχει σημασία να θυμόμαστε ότι δεν είναι απλά μια ερμηνεύτρια, μα μια ολοκληρωμένη δημιουργός. Το απέδειξε βέβαια και όταν έκατσε στη σκηνή παρέα με την κιθάρα της, παίζοντας και τραγουδώντας (σε άπταιστα γαλλικά, σημειωτέον) πράγματα που σε κάποιους φαντάζουν «δύσκολα», με μια αμεσότητα που μόνο η Αρλέτα κατέχει ανάμεσα στους συναδέλφους της στην ημεδαπή. Το "Où La Loire" του Ντεγκύ, τα "En Vertu De L' Amour" και "Je Ne Suis Pas Seul" του Ελυάρ και το "Dans Tes Yeux" του Σαραντάρη θα καταγράφονταν ως αδιαφιλονίκητες κορυφές του πρώτου μέρους της συναυλίας, αν το πρόγραμμα δεν περιλάμβανε εκείνη την απίστευτη ενότητα Savinio ("La Rencontre", "Tête Antichambre Du Ministre" & "Scène DeLa Tour").

Η ενότητα αυτή απαιτούσε συνολικότερη performance, καθώς η Βενετσάνου μελοποίησε με βάση τις περγαμηνές του μουσικού θεάτρου του 20ου αιώνα, μη διστάζοντας κατά σημεία να δώσει έντονο πειραματικό χαρακτήρα –στο πνεύμα λ.χ. των έργων του Mauricio Kagel. Δεν τραγούδησε απλά έξοχα, μα μεταμορφώθηκε μπροστά μας σε όσους ρόλους της υπέβαλλε ο Savinio, λαμβάνοντας πολύτιμη βοήθεια από τα κάθε λογής κρουστά του φοβερού Σόλη Μπαρκί, μα και από την ορχήστρα που τη συνόδευσε άψογα: τη Βιβή Γκέκα στο μαντολίνο, τον Σταύρο Αγιαννιώτη στην κλασική κιθάρα και τον Χάρη Μέρμηγκα στο κοντραμπάσο.


Στο δεύτερο μέρος παραμείναμε μεν στη Γαλλία, ακολουθήσαμε όμως διάφορες συμπλεύσεις της με την Ελλάδα, ενώ μας δόθηκε η σπάνια ευκαιρία να δούμε ζωντανά τη Γιοβάννα. Αυτή η συναρπαστική τραγουδίστρια δείχνει να έχει αποσυρθεί, έπραξε όμως πολύ σωστά η Βενετσάνου που την έπεισε να κάνει μια έκτακτη εμφάνιση: μπορεί ο χρόνος να έχει φθείρει το μέταλλο της φωνής της, αλλά τα χρώματά της και η εκφραστική της δεινότητα παραμένουν ζωηρά. Έτσι, δεν υπήρξε άνθρωπος στον Παρνασσό να μην νιώσει ένα ταρακούνημα στα σώψυχα ακούγοντάς τη στα "Les Coiffes Noires" και "Le Ciel Est Une Plage" (αμφότερα συνθέσεις του Γιάννη Σπανού), τα οποία μας είπε με μόνη συνοδεία το πιάνο του Χρήστου Κουμούση. Αισθάνθηκα αληθινά τυχερός που μπόρεσα να δω τη Γιοβάννα στη σκηνή, καθώς είχα χάσει την αποχαιρετιστήρια συναυλία που έδωσε πριν κάποια χρόνια.

Πολύ σωστά η Βενετσάνου διάλεξε να αφήσει τη Γιοβάννα να λάμψει μόνη της, αρκούμενη σε ένα διακριτικό ντουέτο στο "Chez Linardo". Όταν ωστόσο επέστρεψε με τους μουσικούς της (παρέμεινε κι ο Κουμούσης) οδήγησε τη βραδιά σε νέες κορυφώσεις, φανερώνοντας κι άλλες πτυχές της ερμηνευτικής της περσόνας καθώς μας τραγουδούσε το "Dans Mon Pays, Dans Mon Village", τον "Μέτοικο" του Georges Moustaki, το "L' Auvergnat" του Georges Brassens και το "Les Amants De Teruel". Έκλεισε υποδειγματικά, με μια φλογισμένη ερμηνεία στο "Non Je Ne Regrette Rien", πριν μας καληνυχτίσει μ' ένα όμορφο encore-ντουέτο με τη Γιοβάννα. 

Φεύγοντας, συνάντησα τον Κ.ΒΗΤΑ στη σκάλα και μοιραστήκαμε τη συγκίνησή μας για τα όσα καταπληκτικά είχαμε μόλις παρακολουθήσει. Είναι κρίμα που δεν βρέθηκαν παρά ελάχιστοι νέοι άνθρωποι στον (κατάμεστο, κατά τα λοιπά) Παρνασσό, για να διαπιστώσουν και μόνοι τους γιατί η Νένα Βενετσάνου είναι από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες που έχουμε στη χώρα.