Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Say Fazil. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Say Fazil. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

07 Νοεμβρίου 2022

Academy Of Saint Martin In The Fields - ανταπόκριση (2020)


Ήθελα να πάω να δω τους Les Arts Florissants του William Christie στο Μέγαρο Μουσικής στις αρχές του φετινού Οκτώβρη, καθώς πρόκειται για μπάντα μεγάλης σημασίας για τα μπαρόκ πράγματα των τελευταίων 40 ετών. Τελικά, όμως, δεν κατάφερα να παραστώ στη συναυλία, εν μέρει γιατί δεν μπόρεσα, εν μέρει γιατί κάτι δεν μου καθόταν καλά στο πρόγραμμα το οποίο θα παρουσίαζαν. Σίγουρα προτιμούσα μια όπερα, δηλαδή, παρά την ανθολόγηση συνθέσεων που σχετίστηκαν με τα θεατρικά έργα του Μολιέρου.

Συζητώντας πριν λίγες μέρες με τον φίλο Παναγιώτη Παρασκευά –βαθύ γνώστη των μπαρόκ υποθέσεων– ανακάλυψα ότι το ένστικτό μου ήταν σωστό: η συναυλία ήταν έτσι κι έτσι, πράγμα που με τη σειρά του αλάφρυνε το «γαμώτο» που την είχα χάσει. Και σκέφτηκα ότι κάπως έτσι την πάτησα και στο πρόσφατο παρελθόν, τον Ιανουάριο του 2020, όταν πήγα στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου για να παρακολουθήσω τους Academy Of Saint Martin In The Fields.

Σπουδαία ορχήστρα, βέβαια, οι Academy Of Saint Martin In The Fields. Αλλά μετά την απώλεια του σερ Neville Marriner (2016), φαίνεται ότι κάτι τις έχει χαθεί. Με αποτέλεσμα να μείνω ικανοποιημένος μα όχι και ενθουσιασμένος από το πρόγραμμα που έπαιξαν, συμπράττοντας με τον Τούρκο πιανίστα Fazil Say.

Μια ανταπόκριση για τη βραδιά δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από υλικό που δόθηκε στον Τύπο ως promo, με την κάτωθι του Fazil Say να ανήκει στον Marco Borggreve


Ο κύκλος του Μεγάρου Μουσικής «Μεγάλες Ορχήστρες-Μεγάλοι Ερμηνευτές» έχει φέρει κατά καιρούς ορισμένα τρανταχτά ονόματα του κλασικού ρεπερτορίου, για συναυλίες στις οποίες πολλοί (Αθηναίοι και μη) κατέληξαν να αναζητούν εισιτήρια. Από άποψη πρεστίζ, λοιπόν, ήταν ποδαρικό με το δεξί να ξεκινά το 2020 με τους Academy Of Saint Martin In The Fields. Ωστόσο, αν και ο κόσμος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα, η αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» δεν βγήκε sold-out· και η βραδιά, παρότι δεν της έλειψαν οι συγκινήσεις, δεν συνάντησε το «μεγαλειώδες», όπως αρκετοί περιμέναμε. 

Η Ακαδημία του Αγίου Μαρτίνου των Αγρών, βέβαια, είναι μία από τις πιο διάσημες ορχήστρες του πλανήτη (σύνολο μουσικής δωματίου, για την ακρίβεια). Μετράει 62 χρόνια παρουσίας και πάνω από 500 καταγραφές στη δισκογραφία, έχοντας πολλάκις διακριθεί –ακόμα συζητιέται λ.χ. η εκτέλεσή της στις Τέσσερις Εποχές του Αντόνιο Βιβάλντι (1969) κι ας μας χωρίζει πια μισός αιώνας από τότε. 

Όμως ο χρόνος κυλά αδυσώπητα για όλους και ο ιδρυτής της, ο σερ Neville Marriner, μετρήθηκε ανάμεσα στις απώλειες της πρόσφατης δεκαετίας (2016). Έστω κι αν είχε παραχωρήσει το διευθυντικό πόστο στον Joshua Bell ήδη από το 2011, ο οποίος και ανέλαβε την πλοήγηση στον απαιτητικό 21ο αιώνα, όπου το σχήμα συνεχίζει να πορεύεται παίζοντας πλέον χωρίς μαέστρο/αρχιμουσικό: όπως διαπιστώσαμε και στο Μέγαρο Μουσικής, ήταν ο εξάρχων βιολιστής Tomo Keller που ουσιαστικά «διεύθυνε», από το αναλόγιό του.

Είδαμε λοιπόν τους Academy Of Saint Martin In The Fields σε μία από τις εξωστρεφείς κινήσεις που χαρακτηρίζουν αυτήν την ύστερη δράση τους, να συνεργάζονται με τον Τούρκο πιανίστα Fazil Say για ένα πρόγραμμα με αρκετή ποικιλία. Το οποίο μπορεί να είχε τον απαραίτητο Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ (η ορχήστρα έχει υπογράψει άλλωστε το soundtrack της θρυλικής ταινίας Amadeus του Miloš Forman), επεκτάθηκε όμως και σε Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Μπέλα Μπάρτοκ, καθώς και σε μια σύνθεση του ίδιου του Fazil Say. 

Το "Κονσέρτο Για Πιάνο Και Ορχήστρα αρ. 1 σε φα μείζονα" αποδόθηκε πολύ ωραία, διατηρώντας στο προσκήνιο τον λαμπερό ήχο που έχουμε συνδυάσει με τα «ρευστά» μα ακριβέστατα βιολιά των Academy Of Saint Martin In The Fields, τα οποία κι έδεσαν αρμονικά με το παίξιμο του Say. Αναδεικνύοντας έτσι τις ανάλαφρες πινελιές αυτού του νεανικού έργου του Μότσαρτ, που βασίζεται σε έργα άλλων μουσουργών (ένας, μάλιστα, παραμένει αταυτοποίητος). Ήταν μια ταιριαστή εισαγωγή πριν την καταβύθιση στη ρώσικη βαρύτητα της "Συμφωνίας Δωματίου για Ορχήστρα Εγχόρδων σε ντο ελάσσονα" του Σοστακόβιτς. Χωρίς πλέον τα πνευστά και δίχως την παρουσία του Say, η ορχήστρα πρόσφερε μια δωρική μα απαιτητική εκτέλεση, πετυχαίνοντας να αποτυπώσει κάτι από τη δύσθυμη ιδιοσυγκρασία αυτού του σημαντικού μα άβολου έργου, όπου «επισήμως» ο Σοστακόβιτς αναφερόταν στα θύματα του πολέμου και του φασισμού, μα επί της ουσίας συνέθετε ένα ρέκβιεμ για τον εαυτό του. 

Μετά το προβλεπόμενο διάλειμμα, ο Fazil Say επέστρεψε στη σκηνή για να παρουσιάσει μαζί με την ορχήστρα το δικό του έργο Yürüen Köşk (Η Κινούμενη Έπαυλη), το οποίο, όπως και του Σοστακόβιτς αμέσως πριν, εμπεριέχει υπαινιγμούς, αφού στα πρώτα μέτρα του δεύτερου τμήματος γίνεται λόγος για μάχη ενάντια στις σκοταδιστικές ιδεολογίες –καλό πάντως είναι, σε μια εποχή σαν τη δική μας, να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια. Κατά τα λοιπά, πηγή έμπνευσης είναι εδώ ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος προτίμησε κάποτε να μετακινήσει μια έπαυλη στη Γιάλοβα, παρά να κοπεί ένας πλάτανος (και η έπαυλη και ο πλάτανος υπάρχουν ακόμα στη σημερινή Τουρκία). 

Με ρομαντικό πνεύμα, αλλά και με έντονες κινήσεις και εξάρσεις, ο Say έχει φτιάξει μια προσεγμένη σύνθεση, ταμάμ για να αποδίδεται ζωντανά, δίνοντας την ευκαιρία να θαυμάσει κανείς το ζωηρό παίξιμο που απαιτεί και που ο ίδιος απέδωσε με τις κινήσεις του κορμού του. Ως συνηθίζει, επίσης, ενσωμάτωσε και κάτι τις ανατολίτικο από τις παραδόσεις του τόπου του, δίνοντας έτσι εξαιρετική πάσα στο "Ντιβερτιμέντο Για Ορχήστρα Εγχόρδων" του Μπάρτοκ, με τις παραπομπές του σε ρυθμικά στοιχεία της folk μουσικής της Ουγγαρίας. 

Σε γενικές γραμμές, ο Άγιος Μαρτίνος των Αγρών το έκανε ...το θαύμα του: κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν παρακολουθήσαμε μια καλή συναυλία, με ενίοτε θαυμαστές αποδόσεις εκ μέρους των μουσικών. Νομίζω ωστόσο ότι τέτοια προγράμματα-σούπερ μάρκετ δεν ενδείκνυνται για μεγάλες, συνολικές συγκινήσεις. Η εμπειρία γίνεται φύσει αποσπασματική, βρήκα δε ότι χρειαζόταν να διατρέξεις μια σημαντική γκάμα διαθέσεων από τον ανάλαφρο Μότσαρτ στον βαρύ Σοστακόβιτς κι από εκεί στην εσκεμμένα «κινηματογραφική» γραφή ενός καλού σολίστα μα όχι και τόσο σπουδαίου συνθέτη, καταλήγοντας σε έναν Μπάρτοκ που αποδόθηκε ορθά, αλλά όχι λαμπρά. 

Κάπου δηλαδή χάνεται η εμβάθυνση με μια τέτοια επιλογή, κάπου όμως και οι ορχήστρες έχουν εν τέλει τις ...σπεσιαλιτέ τους: δεν είναι πάντα οι κατάλληλες για να ακούσεις έναν συγκεκριμένο συνθέτη. Ισχύει ακόμα και για τους Academy Of Saint Martin In The Fields, τουλάχιστον της νυν εποχής.