Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαρμπή Καίτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαρμπή Καίτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

26 Μαΐου 2021

Ta hard & heavy μπλουζάκια του Φοίβου και ένα παλιότερο κείμενο (2012)


Παρά τα ονόματα που επιστρατεύτηκαν για την παρουσίαση (Ελένη Φουρέιρα) και την κριτική επιτροπή (Γιώργος Αρσενάκος, Καίτη Γαρμπή, Γιάννης Πλούταρχος & Φοίβος), το ρεάλιτι/talent show House of Fame νομίζω ότι δεν πήγε όσο καλά ανέμεναν οι ιθύνοντές του στον ΣΚΑΪ. Φάνηκε μάλιστα εξαρχής ότι είχε πρόβλημα, γιατί οι επιλεγμένοι συμμετέχοντες ήθελαν πολλή δουλειά (για την οποία δεν υπήρχε ο χρόνος), ενώ συχνά διαγωνίζονταν με τραγούδια εκτός των όποιων δυνατοτήτων τους.

Παρά ταύτα, μέλλει πιστεύω να το θυμόμαστε χάρη στον Φοίβο, που έκλεψε την παράσταση τόσο με τα hard rock/heavy metal μπλουζάκια τα οποία φόραγε (Saxon όπως στη φωτογραφία λ.χ., αλλά και Manowar, Iron Maiden, Ratt, Metallica), όσο και με τις εύστοχες, απολαυστικά σκληρές κριτικές του, οι οποίες κάθε άλλο παρά αυτιά χάιδευαν. Ενίοτε, επίσης, διηγήθηκε και απολαυστικές ιστορίες: για το πώς π.χ. γνώρισε τον Τόλη Βοσκόπουλο ή με τον Νίκο Καρβέλα, στον οποίον τηλεφωνά και λέει «γεια σου θεέ μου», για να του απαντήσει εκείνος «γεια σου πιστέ μου». Ήδη πολύς κόσμος που βαριόταν να κάτσει να δει όλο το σόου ή δεν ενδιαφερόταν καν, αναζητά τέτοια στιγμιότυπα σε ξεχωριστά κλιπάκια στη σελίδα του ΣΚΑΪ ή/και στο YouTube.

Καλλιτεχνικά μιλώντας ο Φοίβος είναι περίπτωση δημιουργού που έχει συνδεθεί με τρομερά λαοφιλείς επιτυχίες, μα στέκει πλήρως σχεδόν απαξιωμένος στο στερέωμα της «σοβαρής» κριτικής. Κάποια στιγμή, ωστόσο, η τελευταία θα πρέπει να διεκδικήσει όντως τη σοβαρότητα που επικαλείται και να ασχοληθεί μαζί του (όπως και εν γένει με ό,τι αποκαλούμε ποπ ή mainstream). Όχι συμβιβαστικά, αλλά με το ίδιο ακριβώς πνεύμα που κι εκείνος έγινε κριτικός, μετέχοντας στο House of Fame. Αποκαλύπτοντας δηλαδή τα αισθητικά του ναδίρ, αλλά παραδεχόμενη και τα ωραία τραγούδια τα οποία έγραψε, καθώς και την ευφυΐα που συχνά επέδειξε, ακόμα κι όταν υφάρπαζε οφθαλμοφανώς διεθνείς συνθέσεις –αξέχαστο στιγμιότυπο το "Gucci Φόρεμα".

Μια τέτοια απόπειρα έκανα τον Σεπτέμβριο του 2012, έστω κι αν εκ των συνθηκών έμεινε περιορισμένη στα όρια και στα πλαίσια μιας συναυλιακής ανταπόκρισης, αφού πήγα στο Ολυμπιακό Στάδιο για να παρακολουθήσω την παράσταση 20 Χρόνια Φοίβος. Το κείμενο δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και τώρα, καθώς το House of Fame φτάνει στο φινάλε αυτή την εβδομάδα, αναδημοσιεύεται κι εδώ. Με αισθητικής φύσης μικροτροποποιήσεις, αλλά και με κάποιες αναγκαίες αλλαγές/διασαφηνίσεις, καθώς ήταν ενάμιση χρόνο μετά που έμαθα κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες ως προς την προσέλευση, μιλώντας με άνθρωπο της εγχώριας συναυλιακής πραγματικότητας που γνώριζε καλά τα τι και πώς του παρασκηνίου.

Θα το γράψω επίσης εγώ κι ας σπάσουν μερικά αβγά, δεν πειράζει. Για την ανταπόκριση αυτή, οι άνθρωποι που είχαν τότε το promo της συναυλίας –οι οποίοι μου είναι και συμπαθείς, μάλιστα– έστειλαν έπειτα να με ευχαριστήσουν. Ωστόσο όταν τους ζήτησα δημοσιογραφική πρόσκληση, αρνήθηκαν να μου δώσουν: με διάφορες ευγενομανατζερίστικες προσπάθειες, με άφησαν στο περίμενε της τελευταίας στιγμής. Δεν ξέρω αν αυτά πιάνουν σε άλλους δημοσιογράφους και «δημοσιογράφους», εγώ πάντως ούτε καν τους ξανάστειλα κάτι. Πήρα εισιτήριο και πήγα.

Όσο για τα hard & heavy μπλουζάκια του Φοίβου, που έδωσαν τον τίτλο της παρούσας ανάρτησης και τόσο εξέπληξαν κάποιους, αντανακλούν μια πραγματικότητα μουσικών προτιμήσεων αρκετά γνώριμη σε όσους τον έχουμε παρακολουθήσει δίχως παρωπίδες. Μάλιστα, έχω στο αρχείο μου μια εκτενή λίστα με τους αγαπημένους του hard & heavy δίσκους, η οποία δεν έχει δημοσιευτεί πουθενά. Σκέφτηκα να τη βάλω εδώ, αλλά προτιμώ να κάνω κάτι διαφορετικό και πιο ουσιώδες. Θα την κάνω δώρο στο «νέο αίμα» της αναιμικής εγχώριας μουσικοκριτικής που θα κάνει τον κόπο να προβεί σε μια σοβαρή αποτίμηση του Φοίβου, πέρα από τους άχαρους μανιχαϊσμούς που επιμένουν να κυριαρχούν και την ξινίλα όσων αποστρέφονται ό,τι το λαϊκό και μαζικό.

* η φωτογραφία του Φοίβου προέρχεται από τη σελίδα του στο Facebook. Οι φωτογραφίες από τη συναυλία του 2012 ανήκουν στον Μανώλη Χιώτη και προέρχονται από το promo υλικό που στάλθηκε τότε στον Τύπο


Είκοσι χρόνια Φοίβος. Η συναυλία που δεν ένωσε καμία κοινότητα, μα συζητήθηκε απ' όλες, με πάθος το οποίο θύμισε αλλοτινές εποχές μουσικών διαξιφισμών. Η σημειολογία της, πέλαγος: πρώτα-πρώτα, ο Φοίβος Τασσόπουλος γιόρτασε τα 20 χρόνια του ως δημιουργός την ίδια μέρα που ο Μίκης Θεοδωράκης έστηνε ένα ακόμα Άξιον Εστί, σε ένα κατάμεστο Ηρώδειο. Ένα εμβληματικό έργο του νεότερου ελληνισμού σε αμφιλεγόμενη εκτέλεση, κόντρα στον «δημοφιλέστερο Έλληνα συνθέτη». Έτσι έγραφε στο εισιτήριό μου προς το ΟΑΚΑ. Μια έξυπνη διατύπωση. Καμία δάφνη σπουδαιότητας, μονάχα ένας δείκτης λαοφιλίας.  

Περισσότερη σημειολογία, αργότερα. Μερικά γεγονότα τώρα: η συναυλία δεν άρχισε στις 20.30, όπως έγραφε το δελτίο Τύπου. Άρχισε 21.30φεύγα. Και ήταν Δευτέρα, ήτοι επόμενη μέρα καθημερινή = εργάσιμη. Δεν ξέρω αν στη 1 παρά που βγήκε ο μεγάλος όγκος κόσμου είχε ακόμα ΗΣΑΠ, πάντως ήταν λιγάκι άσχημο να έχει βγει το τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς να πει δυο λόγια (και δυο είπε, λιτά, με τις απαραίτητες ευχαριστίες και με χιούμορ) και να βλέπεις κόσμο από τις κερκίδες να αποχωρεί. Λίγη σημειολογία-σφήνα: κόσμο κυρίως από τα VIP των 60 ευρώ και από τα «ακριβά» καθίσματα των 28. Από την αρένα των χαμηλών βαλαντίων, ουδείς. Έφευγαν οι έχοντες και κατέχοντες αυτοκίνητα, έμεναν οι ίσως-μη-έχοντες-πια-ΗΣΑΠ. 


Από την άλλη, η καθυστέρηση με βοήθησε να παρατηρήσω με προσοχή τι είχε σκαρώσει ο Φωκάς Ευαγγελινός. Το ΟΑΚΑ είχε κοπεί στα δύο, με τη σκηνή να έχει τοποθετηθεί στο μέσον. Ήταν φτιαγμένη πρωτότυπα, σαν ασφαλτόδρομος διπλής κατεύθυνσης με απλή λευκή λωρίδα ως διαχωριστικό. Στο ένα της άκρο, το προς τις κερκίδες, βρίσκονταν οι ηχολήπτες. Το άλλο της άκρο ήταν ένα μεγάλο video wall. Πάνω δεξιά κι αριστερά είχε διαμορφωθεί ο χώρος για την ορχήστρα. Κάτω δεξιά κι αριστερά, τα δύο τμήματα της αρένας. Σε γενικές γραμμές, οι πρωταγωνιστές της βραδιάς έμπαιναν από video wall πλευρά, κινούνταν στο μέσον του Foivos Road, αποχωρούσαν από το άκρο των ηχοληπτών. Και είχε κι άλλες καλές ιδέες ο Ευαγγελινός, όπως θα αποκάλυπτε η εξέλιξη της βραδιάς. 

Μερικά γεγονότα ακόμα: κάπου διάβασα ότι δεν είχε καλό ήχο στου Φοίβου. Δεν αληθεύει. Ο ήχος ήταν μεν γηπεδικός, με μπαρόκ τάσεις και υπερβολικά ντεσιμπέλ, ωστόσο επέτρεπε να ακούς λεπτομέρειες στα παιξίματα, αλλά και όλους τους στίχους καθαρά. Λύσσαξαν επίσης ορισμένοι με το ότι δεν είχε κόσμο –τα άκουγα πριν τη συναυλία, τα άκουσα και μετά. Εδώ χωράει μεγάλη συζήτηση, π.χ. για το πόσο κόσμο «έπρεπε» να έχει, ώστε να «έχει» κόσμο. Πάντως η τελική εικόνα της προσέλευσης δεν ήταν αυτή που θα περίμενε κανείς. Πόσο μάλλον αν αληθεύουν τα όσα έμαθα, για 7.000 προσκλήσεις.

Πάμε όμως λίγη σημειολογία ακόμα. Το μεγάλο στοίχημα βρισκόταν στο αν τα γενέθλια του Φοίβου θα έπειθαν το κοινό που συνήθως απολαμβάνει τα τραγούδια του σε μεγάλα ξενυχτάδικα (καθισμένο ή εν χορώ, με τα ουίσκι και τα ξηροκάρπια παραδίπλα), ώστε να μετάσχει σε ένα event με διαφορετικό κώδικα. Έναν κώδικα πιο συναυλιακό. Έπεισε κάποιους ο Φοίβος να έρθουν ως το ΟΑΚΑ, αλλά τους περισσότερους όχι. Επίσης, όπως υποψιαζόμουν, έβαλε κι εκείνος νερό στο κρασί του, για να εξασφαλίσει ότι δεν θα τους ξενίσει το πράγμα. 

Έτσι, λίγα τραγούδια τα ακούσαμε ολόκληρα. Πολλά από αυτά παίχτηκαν δυστυχώς με τη λογική του ποτ πουρί: ένα κουπλέ + ένα ρεφρέν και πάμε στο επόμενο. Σαν να βρισκόσουν σε κέντρο. Κατανοητό, έτσι όμως αποδυναμώθηκε το υλικό και έλαβε σάρκα και οστά μία από τις μεγαλύτερες κατηγορίες εναντίον του Φοίβου, ότι το έργο του απαρτίζεται από «τραγούδια-συνθήματα», φτιαγμένα με τη σέσουλα, τα οποία ποντάρουν σε ένα-δυο στιχουργικά πυροτεχνήματα προς ρεφρέν μεριά.   


Την πρώτη ώρα βαρέθηκα. Το πομπώδες μπάσιμο με το παιδάκι, τους χορευτές και μια απαστράπτουσα, ούμπερ σέξι Δέσποινα Βανδή να μας καλωσορίζει με το "Γεια" διέθετε μομέντουμ, αλλά τα μικρά ονόματα που ανέλαβαν τη συνέχεια δεν κατάφεραν να το διατηρήσουν. 

Οι περισσότεροι, δηλαδή. Γιατί ο Θάνος Καλλίρης μπορεί να βγήκε πρώτος και να ξεχάστηκε κατόπιν, υπήρξε όμως συγκινητικός και είπε θαυμάσια το "Κάποιο Καλοκαίρι" και το "Αγάπη Καλοκαιρινή", δύο δηλαδή από τα ωραιότερα τραγούδια του Φοίβου. Γιατί η Άντζελα Δημητρίου μπορεί να υποφέρει από φωνητικές φθορές και να μην κατάλαβε τον κώδικα «στάδιο» –δίνοντας συχνά στο κοινό τα τραγούδια, σαν να βρισκόταν στην Εμπατή North– αλλά το έχει. Η Λαίδη ξέρει επίσης να κάνει είσοδο επί σκηνής και ο Ευαγγελινός της έφτιαξε μια ταιριαστή εξτραβαγκάνζα: έστρωσε κόκκινο χαλί κι έντυσε το μπαλέτο δημοσιογράφους, να την κυνηγούν για μια δήλωση όσο εκείνη μάδαγε μαργαρίτες και μας διηγούταν για κάτι χαρακτήρες τελειωμένους αναπτήρες (κρίμα που δεν χώρεσε στο σετ και το "Ακατοίκητες Οι Νύχτες", που τόσο μου αρέσει). Ο κόσμος την καταχειροκρότησε. 

Κατά τα λοιπά, ο Διονύσης Σχοινάς έμεινε όσο λίγο έπρεπε (θυμίζοντας και το φλώρικο μα συμπαθές χιτάκι με τα συγκοινωνούντα δοχεία), ο Tus δεν μπόρεσε να σταθεί ούτε καν στο εκρηκτικό σουξέ "Χόρεψε Μωρό Μου" –κι ας είχε την Ελεάννα Αζούκη μαζί– και ο Δημήτρης Κόκοτας εκτέθηκε βγαίνοντας μετά τη Μαντώ, γιατί όσο δονούσε εκείνη το στάδιο με τις κορώνες της, τόσο απαρατήρητη πέρασε η δική του φωνή. Η Μαντώ, ωστόσο, «φάνηκε» μόνο στο δεύτερο μισό, όταν πραγματοποίησε guest εμφάνιση στο πλευρό του Αντώνη Ρέμου για το "Εμείς". Η Έλλη Κοκκίνου στα πράσινα υπήρξε μία από τις ομορφότερες παρουσίες της βραδιάς, όμως ούτε το "Ήταν Ψέμα", ούτε οι ιδέες του Ευαγγελινού με τα πολύχρωμα μπαλόνια (στο πρώτο μέρος) και την επέλαση των ΜΑΤ (στο δεύτερο μέρος) δεν καμουφλάρανε επαρκώς την ανικανότητά της να πατήσει ερμηνευτικά έξω από τον ορίζοντα Βανδή-Βίσση. 


Βλέποντας επίσης τον Θάνο Πετρέλη να είναι τόσο απλός μεν, τόσο λίγος δε στο μικρόφωνο, έπαψα να αναρωτιέμαι γιατί χάθηκε, παρότι στο δεύτερο μισό του live το "Χτύπα Κι Άλλο" ανέσυρε μνήμες στους 30+. Τον Πάνο Καλλίδη δεν τον θυμάμαι στο πρόγραμμα, πάντως, εφόσον μπήκε, θα μπορούσε ίσως να προσπαθήσει να μην τραγουδά σαν ανθυπο-Αντύπας, παίρνοντας π.χ. μερικά μαθήματα από τον Νίνο. Ο οποίος στάθηκε πολύ μετρημένα, κομψά ντυμένος και με τη δέουσα σοβαρότητα, δείχνοντας ότι έχει μεγάλο γκελ στο πιο νεανικό κοινό. Να διέθετε και καμιά φωνή της προκοπής... Τα μισά της συναυλίας χωρίστηκαν από το «special DJ σετ» του Μιχάλη Τσαουσόπουλου. Το οποίο δεν είχε τίποτα το σπέσιαλ. Μόνο φτηνή, pseudo-εντυπωσιακή electronica και τον ίδιο να καμώνεται τον superstar DJ.

Σημειολογίας ξαφνική επέλαση: το δελτίο Τύπου της Spicy, αλλά και το εισιτήριό μου, σημείωναν εμφατικά ότι τον Φοίβο θα συνόδευαν «όλοι οι σπουδαίοι Έλληνες ερμηνευτές της τελευταίας 20ετίας». Βλέποντας λοιπόν τον υιό Κόκοτα, τον Σχοινά, τον Νίνο, τον Καλλίδη και τον Tus, δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ ότι όποιος το έγραψε αυτό α) είναι θρασύτατος ψεύτης β) είναι επικίνδυνα ανόητος. 


Όσο βαρέθηκα στο πρώτο μέρος, άλλο τόσο διασκέδασα στο δεύτερο. Η Δέσποινα Βανδή είχε δικαιωματικά οριστεί ως βασίλισσα της βραδιάς και επιτέλεσε τον ρόλο της άψογα. Εμφάνιση, κίνηση, σόου, επικοινωνία με το κοινό, ερμηνείες, σε όλα τα πήγε περίφημα. Εντάξει, κατά σημεία τσίριζε· όμως η υπερβολή και το δράμα μοιάζουν συνυφασμένα με πολλά τραγούδια της. Κοίταξε να δεις, δεν γίνεται όταν φωνάζει η Νατάσσα Μποφίλιου να είναι πάντα ωραίο, αλλά όταν το κάνει το «Δεσποινάκι» να είναι εξ ορισμού κακό... Θέλει π.χ. υπερβολή το "Στα 'Δωσα Όλα", δεν βγαίνει διαφορετικά. Και θέλουν δράμα τα "Γυρίσματα" (ένα από τα ωραία ελληνικά τραγούδια του 2012). 

Έλα όμως που τελικά της πήρε τα σκήπτρα μέσα από τα χέρια η Καίτη Γαρμπή! Σείστηκε το Ολυμπιακό Στάδιο όταν είπε τα "Χαμένα" και το "Θα Μελαγχολήσω", χτυπώντας μια νότα συγκίνησης που έλειπε από την ατσαλάκωτη εμφάνιση της Βανδή. Μάλιστα, πέταξα κι εγώ τη σκούφια μου όταν άκουσα το "Επιτέλους" κι ας έλειπε η Νατάσσα Θεοδωρίδου. Η δύναμη του χειροκροτήματος και συνθήματα τύπου «Καίτη θεά, στον θρόνο σου ξανά» δεν άφησαν αμφιβολία: Δέσποινα-Καίτη, σημειώσατε 2.

Από τους άντρες ερμηνευτές, το ξέρω ότι συμμετείχε και ο Αντώνης Ρέμος, το ξέρει όμως κι εκείνος πιστεύω ότι δεν θα στεφόταν βασιλιάς της Δευτέρας. Ό,τι πάντως του έλειπε σε εκτόπισμα, το αναπλήρωσε σε αξιοπρέπεια· μου θύμισε δε πόσο μεγάλο ζεϊμπεκοσουξέ υπήρξε κάποτε το "Τι Ήμουνα Για Σένα". Προσωπικά περίμενα τον Γιώργο Μαζωνάκη να κερδίσει τον τίτλο με άνεση, εκείνος όμως είχε άλλα κατά νου: έκανε την πιο εντυπωσιακή εμφάνιση της βραδιάς μπουκάροντας στη σκηνή με αυτοκίνητο εποχής Ποτοαπαγόρευσης και τραγουδώντας με κατακόκκινη φόρμα εν μέσω των μαυροντυμένων γκάνγκστερ του, είπε όμως λίγα τραγούδια και έφυγε. Ασφαλώς ήταν και το "Gucci Φόρεμα" και το "Τέσσερις" ανάμεσά τους. Κι όποιος δεν έχει πιάσει πόσο κλάσικ λαϊκό θεωρείται πια το τελευταίο, φοβάμαι ότι δύσκολα θα καταλάβει βασικά πράγματα για τον λαϊκό μας πολιτισμό. 

Κάπως έτσι, λοιπόν, ως αδιαφιλονίκητος νικητής έμεινε ο King Bill ή «Μπίλαρος», όπως τον αποκαλούσε ένας πίσω μου. Ο Βασίλης Καρράς μπορεί να μην έχει πια τη φωνή των νιάτων του, οδήγησε όμως το ΟΑΚΑ σε δεύτερο σεισμό χειροκροτημάτων και ιαχών με το "Τι Αισθάνεσαι Για Μένα", το "Γι’ Αυτό Στάσου" και το "Απορώ Αν Αισθάνεσαι Τύψεις", ενώ εξέπληξε άπαντες όταν υποδέχτηκε επί σκηνής την Κωνσταντίνα (που δεν είχε ανακοινωθεί) για να πουν μαζί το "Δηλητήριο". 


Σημειολογίας ρελάνς & φινάλε: ο Φοίβος είχε κάθε δικαίωμα να γιορτάσει την εικοσαετία του. Έχει γράψει περισσότερα ωραία πράγματα από έναν σωρό κακών μίμων του Μάνου Χατζιδάκι, τραγουδοποιών της συμφοράς και αγγλόφωνων απομιμήσεων, που διαρκώς λανσάρονται ως ποιοτικοί. Μαζί με τον Νίκο Καρβέλα γύρισε τη βαριά σελίδα του λαϊκού μας τραγουδιού, γράφοντας το τελευταίο μέχρι σήμερα κεφάλαιό του: η λαϊκοπόπ έχει συμβεί σε όλους τους λαούς με γηγενή πολιτισμό που βρέθηκαν εμπρός στη λαίλαπα μιας γοργής Παγκοσμιοποίησης. Δεν χρειάζεται να αξιολογηθεί ως σημαντικό αυτό το κεφάλαιο για να του αναγνωριστεί  υπόσταση. Τέτοιος λαός γίναμε, άτσαλα μπερδεμένος μεταξύ μπουζουκιού και beat/ποπ/ηλεκτρικής κιθάρας, μόνο ένα τέτοιο λαϊκό τραγούδι μπορούσαμε να έχουμε μετά τη δεκαετία του 1990. 


Το τραγούδι αυτό, ωστόσο, είχε –όχι πάντα, αλλά συχνά– κάτι περισσότερο να πει για τις ζωές μας από πολλά «ποιοτικά», τα οποία απλά μπουρδολογούσαν. Κι αν ξεπατικώθηκε και κάτι από Coldplay, 50 Cent, Him και Faithless στην πορεία, δεν λέμε να μην επισημανθεί. Αρκεί να θυμόμαστε να διαμαρτυρηθούμε το ίδιο έντονα και όταν ξεπατικώνονται οι Αγγλοσάξονες από ατάλαντους αγγλόφωνους, όταν θυμόμαστε τον Απόστολο Καλδάρα και το Μπόλιγουντ ή τους πρώτους λαϊκούς δημιουργούς με την πρότερή τους δημοτική παράδοση. 

Όποιοι λοιπόν φρίττουν με τη θέση του Φοίβου στο εγχώριο τραγούδι, καλό θα ήταν αν πρώτα είχαν το σθένος να τα βάλουν με ό,τι πετάει ένα «Χατζιδάκις» και καθαρίζει, με ό,τι καβαλάει κίτρινα ροκ ποδήλατα στις παρυφές της Αριστερής διαμαρτυρίας, με ό,τι υποκλίνεται όψιμα και πονηρά στο θέρεμιν και βαφτίζεται ιμάμ, ιλεγκάλ ή δεν ξέρω τι άλλο. Ας καθαρίσει πρώτα αυτή η κόπρος του Αυγεία κι ας πάψει να λαμβάνει στήριξη από εναλλακτικά μεν, ημιμαθή δε ραδιόφωνα/έντυπα/sites και μετά να πιάσουμε αν θέλετε και τον Φοίβο. Γιατί είναι ορισμένα άλλα πράγματα που υπονομεύουν τη σύγχρονη ελληνική μουσική, περισσότερο από όλα τα σουξεδάκια του μαζί.