Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Hemming Fujiko. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Hemming Fujiko. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

03 Μαρτίου 2024

Fujiko Hemming - ανταπόκριση (2013)


Πηγαίνοντας να δω την Fujiko Hemming στο Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη, τον Νοέμβριο του 2013, γνώριζα πως πήγαινα στη συναυλία μιας αμφιλεγόμενης πιανίστριας. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν ήμουν προετοιμασμένος για το θέαμα των αρκετών αποχωρήσεων από την αίθουσα, που συνέβαιναν μάλιστα και επιδεικτικά, καθώς έπαιζε. Μου έχει μείνει στη μνήμη η έκπληξη που ένιωσα.

Η δική μου εντύπωση, πάλι, ήταν η ακριβώς αντίθετη –την απόλαυσα τη Fujiko Hemming. Μια ανταπόκριση για τη βραδιά, μάλιστα, δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό που διατέθηκε εκείνη την εποχή στον Τύπο


Στο μικρό διάλειμμα που έκανε η Fujiko Hemming ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ της, κρυφάκουσα έναν άλλον θεατή εκεί στο Ίδρυμα Κακογιάννη, ο οποίος διαμαρτυρόταν στην κοπέλα που τον συνόδευε για τα όσα είχαμε μόλις ακούσει –αν δεν κάνω λάθος, μάλιστα, έφυγαν πριν την ολοκλήρωση της συναυλίας. Φαίνεται ότι ορισμένοι ακροατές κλασικής μουσικής τρέφουν αντιπάθεια προς τους σολίστες εκείνους που δεν συμπεριφέρονται φρόνιμα και «σεβάσμια» προς τα πλήκτρα τους.

Η Hemming, βέβαια, δεν είναι καμιά θεατρίνα. Δεν είναι καθόλου επικοινωνιακή, ας πούμε (φάνηκε και από τις αμήχανες ευχαριστίες της στο τέλος, σε ένα μίγμα ιαπωνικών, γερμανικών και ακαταλαβίστικων αγγλικών), ενώ το ντύσιμό της απέχει παρασάγγας από το γνώριμο, ατσαλάκωτα επίσημο στιλ των δεξιοτεχνών του κλαβιέ. Κι αν το εκθαμβωτικό κόκκινο κιμονό του πρώτου μέρους έγινε δεκτό ως αναφορά στις ρίζες ή/και ως ένδειξη ευχαριστίας προς την ιαπωνική πρεσβεία στην Ελλάδα (ήρθε ως προσκεκλημένη της), το ντύσιμο του δεύτερου μέρους σίγουρα σήκωσε αρκετά απορημένα φρύδια, με όλη εκείνη την παρέλαση των ποστίς μαλλιών, των τσιγγάνικων φουλαριών και των ριχτών ρούχων. Εν πάση περιπτώσει, δεν πρόκειται να κερδίσεις έτσι τη συμπάθεια του παραδοσιακού κοινού κλασικής μουσικής, με την κάπως πουριτανική αίσθηση της ευπρέπειας που το διακρίνει. Και οπωσδήποτε κάνεις τη ζωή σου ακόμα πιο δύσκολη αν αρχίσεις να παίζεις Σεργκέι Ραχμάνινοφ, Μωρίς Ραβέλ και Φρεντερίκ Σοπέν έτσι «ακατάστατα». 

Αλλά η δική μου γνώμη είναι ότι η 74χρονη μουσικός με την περιορισμένη ακοή (μόλις 40% της έχει απομείνει, ύστερα από δοκιμασίες με σοβαρές μολύνσεις στα αφτιά) ξέρει πάρα πολύ καλά τι κάνει· ότι συνειδητά σπάει τους τύπους, κάνοντας μια ηχηρή δήλωση για το πώς αντιλαμβάνεται τον πιανίστα. Έτσι όπως επιτίθεται (και το εννοώ μισο-κυριολεκτικά) στα πλήκτρα, δηλαδή, όπως αντιστρατεύεται την απαλότητα στις συνθέσεις του Σοπέν και του Φραντς Λιστ (προτιμώντας ένα πνεύμα πιο διονυσιακό) ή όπως περιφρονεί τις πιο μακροσκελείς μελωδικές φράσεις, μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλικό τον τυπικό, λεπτολόγο επαγγελματία σολίστ ή όποιον τέλος πάντων ακροατή δίνει βάση στην ακρίβεια των παραδεδομένων και γενικά στα τακτοποιημένα πράγματα. 

Είναι ακριβώς αυτή η προσέγγιση, όμως, που έκανε το σαγόνι πολλών από μας να πέσει στο Ίδρυμα Κακογιάννη. Στο πιο απίθανο "Nocturne in B flat minor op. 9-1" του Σοπέν που έχω ακούσει· σε έναν θριαμβικό, απόλυτα προσωπικό Λιστ, όπως εκφράστηκε κυρίως στο "La Campanella (Études D' Exécution Transcendante D' Après Paganini S. 141-3)"· σ' ένα απίθανο "Pavane Pour Une Infante Défunte" του Ραβέλ· και, πάνω απ' όλα, σε εκείνη την απίστευτα μινιμάλ ανάγνωση στο "Prelude in G major Op. 32-5" του Ραχμάνινοφ. 

Σε κάθε μία από τις εν λόγω περιπτώσεις, η Hemming μου θύμισε τον τρόπο του Δημήτρη Μητροπάνου: εκείνη την έμφαση δηλαδή που έδινε στον συναισθηματικό χρωματισμό των λέξεων, χάριν της οποίας δεν δίσταζε να μετακινηθεί εκτός παρτιτούρας και δεδομένων μελωδικών γραμμών, ακόμα και να ολισθήσει στην τονική αστάθεια. Η Hemming, λοιπόν, εφορμά στο συναίσθημα με παρόμοιο τρόπο, αντιλαμβανόμενη τον πιανίστα όχι ως άρτιο μηχανικό εκτελεστή, μα ως τον μεσάζοντα που πρέπει να επικοινωνήσει το απίθανο, όσα στοιχεία καθιστούν τα (όποια) έργα διαχρονικό αντικείμενο πάθους. Ακόμα κι αν στην πορεία καταστρατηγήσει ό,τι θεωρείται ωδειακώς «σωστό».

Η βραδιά είχε κόσμο, αλλά όχι τόσο ώστε να γεμίσει το Ίδρυμα Κακογιάννη –παρότι η είσοδος ήταν ελεύθερη (είχε βέβαια και Ιγκόρ Στραβίνσκι στο Μέγαρο, την ίδια μέρα). Το βρήκα κρίμα, γιατί η ιαπωνική πρεσβεία μας έκανε ένα αληθινά ακριβό δώρο. Η αξία του, ωστόσο, ίσως τελικά να κρίνεται ανάλογα με το πόσο μη τυπολατρικά μπορείς να σταθείς απέναντι στη μουσική. Στη δική μου συνείδηση, πάντως, μετά τα όσα βίωσα, δεν χωρούν αμφιβολίες: η Fujiko Hemming είναι μια καταπληκτική πιανίστρια.