Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δαιμονία Νύμφη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δαιμονία Νύμφη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

01 Απριλίου 2021

Δαιμονία Νύμφη - συνέντευξη (2019)


Υπάρχουν από το 1994 και είναι μια ελληνική περίπτωση με διεθνές ύφος, το οποίο δεν χωρά εύκολα στις υπάρχουσες ταμπέλες. 

Συνήθως κατατάσσονται δηλαδή στο (neo)folk, αλλά αρχικά τράβηξαν το ενδιαφέρον του μεταλλικού Τύπου –ίσως και λόγω των Fiendish Nymph, ενός black metal σχήματος με το οποίο έδρασαν ο Σπύρος Γιασαφάκης με τον αδερφό του Παντελή κατά τη δεκαετία του 1990. Το σκηνικό θυμίζει όσα διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια με την πιο προβεβλημένη περίπτωση των Wardruna, με τους οποίους υπάρχει μάλιστα ηχητική συγγένεια μα και συνάφεια, αφού αμφότεροι παίζουν ιδιαίτερα ιστορικά όργανα, που ανά περιπτώσεις παραγγέλνονται σε ειδικευμένους κατασκευαστές (οι Νορβηγοί, βέβαια, είναι αρκετά νεότερο σχήμα).

Ο λόγος για τους Δαιμονία Νύμφη, οι οποίοι συνιδρύθηκαν μεν από τους αδελφούς Γιασαφάκη, μα εδώ και χρόνια αποτελούνται πλέον από τον Σπύρο Γιασαφάκη και την Εύη Στεργίου. Χθες, λοιπόν, επέστρεψαν με καινούρια δουλειά: πρόκειται για ένα ΕΡ με τίτλο Witches' Lullaby, που για την ώρα βρίσκεται μόνο στο Bandcamp, αλλά στις 8 Απρίλη αναμένεται να βγει και σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες. Στον σύνδεσμο στο τέλος της ανάρτησης μπορείτε να δείτε κι ένα σχετικό trailer.

Μ' αυτή την αφορμή το blog φιλοξενεί τη συνέντευξη που κάναμε το 2019, όταν θα έρχονταν να παίξουν στην Ελλάδα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη) μετά από 10 χρόνια απουσίας. Στα πλαίσιά της, μάλιστα, συζητήσαμε και για τα σχέδια έκδοσης του Witches' Lullaby. Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το υλικό που η μπάντα διαθέτει ως promo, και ανήκουν στην Jean Wong


Πέρασαν 10 χρόνια από την τελευταία σας εμφάνιση στην Ελλάδα, φαίνονται (και είναι) πολλά. Έφταιγε η κατάσταση στη χώρα μας; Ή έτσι έχει πια ο δικός σας κύκλος εργασιών;

Πέρασε πράγματι πάρα πολύς καιρός από την τελευταία εμφάνισή μας στην Ελλάδα. Και η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν είχαμε καμία σοβαρή πρόταση να παίξουμε σε κάποιον χώρο, αν και θα το θέλαμε.

Ζείτε εδώ και καιρό στο Λονδίνο και σε προηγούμενη συνέντευξή σας είχατε αναφέρει και το Brexit στον Μιχάλη Τσαντίλα, σχολιάζοντας ότι «η ψήφος διαμαρτυρίας πολλών Άγγλων απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που πρεσβεύει η ηγεσία της Ευρώπης, μάλλον τους οδηγεί σε μια πολύ χειρότερη πολιτική επιλογή». Πώς επηρεάζουν τη ζωή σας, αλλά και την τέχνη σας, οι εξελίξεις που έχουν δρομολογηθεί έκτοτε;

Την τέχνη μας καθόλου, θα λέγαμε. Ο κόσμος στο Λονδίνο συνεχίζει να δημιουργεί, να εμπνέεται από το διαφορετικό, να αλληλεπιδρά, να θαυμάζει το όμορφο από όπου κι αν προέρχεται. Η τέχνη χρειάζεται ανοιχτό πνεύμα και γενναιόδωρη ψυχή. Όσο για την καθημερινότητα, το αν και πόσο θα επηρεαστεί, θα φανεί στο μέλλον.

Victoria Couper, Rey Yusuf, Θοδωρής Ζιάρκας, Lauren Taylor και Sile Gutrod: είναι όλοι τους άνθρωποι που θα μας συστήσετε στις συναυλίες σε Αθήνα και σε Θεσσαλονίκη. Τι ρόλο έχουν στη νυν διάσταση των Δαιμονία Νύμφη;

Η Victoria είναι από τους πρώτους μουσικούς που γνωρίσαμε στο Λονδίνο και όλα αυτά τα χρόνια χτίσαμε μια πολύ όμορφη σχέση εμπιστοσύνης και  αλληλοεκτίμησης. Η υπέροχη φωνή της έχει σταθεί έμπνευση για εμάς και αρκετά από τα τραγούδια μας έχουν γραφτεί ακριβώς για τη φωνή της. Εκτός από τους Δαιμονία Νύμφη έχει και το προσωπικό της project, τους  Voice Trio, ενώ έχει και μία πολύ επιτυχημένη προσωπική πορεία, με συνεργασίες όπως αυτή με τον Damon Albarn (Gorillaz, Blur) ή την Helen Chadwick και με πολυάριθμες περιοδείες σε Ευρώπη και Αμερική. 

Η Rey –επίσης υπέροχη, επική φωνή, με εκπληκτική ευαισθησία ταυτόχρονα– έχει αναλάβει και τον ρόλο του κρουστού σε ορισμένα κομμάτια. Το προσωπικό της project Tell Τale Tusk περιοδεύει πολύ συχνά στη Μεγάλη Βρετανία κι έχει κερδίσει αρκετά βραβεία. Ο Θοδωρής είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος και πολυπράγμων μουσικός, με πολυάριθμα projects στον χώρο της τζαζ και του αυτοσχεδιασμού. Ο ρόλος του στη σύνθεση του σχήματος είναι διττός, καθώς σε κάποια κομμάτια παίζει κοντραμπάσο και σε άλλα κρητική λύρα.

Στο κομμάτι των performers βρίσκονται η Lauren και η Sile. Και οι δυο τους είναι πολύ δυναμικές παρουσίες πάνω στη σκηνή. Με τη Sile συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά όταν στήναμε την παράσταση Psychostasia και έκτοτε ακολουθήσαμε κοινή πορεία. Έχει μια απίστευτη γνησιότητα στην έκφρασή της και μπορεί να χορέψει τον πιο ξέφρενο διονυσιακό χορό, σαν γνήσια αναστενάρισσα. Η Lauren, πάλι, είναι η ιέρεια της φωτιάς. Από τις πιο ενδιαφέρουσες παρουσίες που έχουμε συναντήσει όλα αυτά τα χρόνια, ταξιδεύει συνεχώς τον κόσμο κυριολεκτικά απ' άκρη σ' άκρη και πότε κάνει wrestling, πότε γιόγκα σε κάποιο ashram.

Για τις συναυλίες μας σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα θα έχουμε μαζί μας και δύο ακόμη μουσικούς, την ταλαντούχα Gizem Altinordu στα κρουστά και τον Ορέστη Γ. , έναν πολλά υποσχόμενο νεαρό κοντραμπασίστα.

Αλήθεια, στάθηκε η παράσταση αφορμή για την πρόσφατη επανέκδοση του άλμπουμ Psychostasia, η οποία πρόσθεσε στο ορίτζιναλ υλικό του 2013 τρία επιπλέον (νέα) κομμάτια; Ή το είχατε κατά νου έτσι κι αλλιώς;

Ναι, σίγουρα, μιας και τα τρία νέα κομμάτια γράφτηκαν την περίοδο που κάναμε πρόβες για την παράσταση Psychostasia II: The Ritual. Τα νέα κομμάτια θεωρήσαμε ότι είναι άρρητα συνδεδεμένα με το υλικό του άλμπουμ και γι' αυτό αποφασίσαμε να τα έχουμε όλα συγκεντρωμένα σε μια επανακυκλοφορία.

Πόσο διαφορετικό είναι το Psychostasia ΙΙ: The Ritual από το Psychostasia: The Performance που είχατε παρουσιάσει το 2013, με βάση εκείνο το άλμπουμ;

Και οι δύο αυτές παραστάσεις θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν site specific performances, δηλαδή σκηνοθετήθηκαν σε μεγάλο βαθμό με βάση τις ιδιαιτερότητες του χώρου στον οποίον παρουσιάστηκαν. 

Η πρώτη παίχτηκε στο Old Cholmeley Boys Club, στο Dalston του Λονδίνου –ένα βικτωριανό πρώην boys club με σουρεαλιστικό διάκοσμο· και η δεύτερη στο Asylum Chapel στο Peckham. Έναν ατμοσφαιρικό, κινηματογραφικό χώρο μιας παλιάς εκκλησίας, που είχε βομβαρδιστεί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και πλέον λειτουργεί σαν χώρος για παραστάσεις, εκθέσεις κ.ά. 

Οπότε σκηνοθετικά υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο δουλειές. Επιπλέον, στη δεύτερη παράσταση η μουσική ήταν ζωντανή και δεν χρησιμοποιήθηκαν καθόλου μικρόφωνα.

Άλλη μία βασική διαφορά είναι ότι, ενώ η πρώτη παράσταση βασίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στη μουσική του ομώνυμου άλμπουμ, η δεύτερη χρησιμοποίησε κομμάτια από όλη τη δισκογραφία μας, μαζί με τα τρία ολοκαίνουρια που προέκυψαν κατά τη διάρκεια των προβών.

Πόσο κοντά θα είναι η live εμπειρία που θα απολαύσει το ελληνικό κοινό, σε σύγκριση με ό,τι παρακολούθησε πρόσφατα το βρετανικό κοινό στο Λονδίνο;

Μια συναυλία δεν είναι ποτέ ίδια με κάποια άλλη, ιδιαίτερα όταν μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα μεταξύ τους. Συγκεκριμένα για τις δύο επερχόμενες συναυλίες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, η live εμπειρία του ελληνικού κοινού θα είναι πιο ολοκληρωμένη σε σχέση με την τελευταία μας εμφάνιση στο Ο2 Academy Islington του Λονδίνου, γιατί στην Ελλάδα υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία και λιγότερες απαγορεύσεις ως προς το τί μπορείς να παρουσιάσεις σε έναν κλειστό συναυλιακό χώρο.

Η παράστασή σας έχει εμπνευστεί από τα Ελευσίνια Μυστήρια, την ιερότερη μάλλον γιορτή στην αρχαία Ελλάδα, η οποία εξακολουθεί να γοητεύει τον σύγχρονο κόσμο. Αληθεύει ωστόσο ότι αγνοούμε το τι ακριβώς σήμαιναν αυτά τα Μυστήρια, ακόμα και τι είδους ιερά αντικείμενα παρουσίαζε ο ιεροφάντης στους μυημένους;

Το κομμάτι που αφορά τα Ελευσίνια Μυστήρια έχει περισσότερο να κάνει με την παράσταση Psychostasia II: The Ritual. Καθώς η παράσταση (όπως δηλώνει) συμπεριελάμβανε ένα τελετουργικό, εμπνευστήκαμε από τα Μυστήρια γενικότερα και ειδικότερα από τα Ελευσίνια. Ωστόσο δεν είχαμε σαν σκοπό να τα αναπαραστήσουμε. Έτσι κι αλλιώς, ένα μεγάλο κομμάτι γύρω από το τί ακριβώς συνέβαινε παραμένει πράγματι άγνωστο.

Ποιοι συμβολισμοί σχετικοί με τα Ελευσίνια Μυστήρια εντάχθηκαν στην παράστασή σας, εκφραζόμενοι με τη μουσική και την επί σκηνής κίνηση;

Όπως προαναφέραμε, στην παράσταση Psychostasia II: The Ritual ο σκοπός μας δεν ήταν  να αναπαραστήσουμε τα Ελευσίνια Μυστήρια. Επίσης δεν θέλαμε να υπάρχουν στερεότυπα στοιχεία τελετουργίας, αλλά να δημιουργήσουμε ένα δικής μας αισθητικής τελετουργικό, το οποίο να μην παραπέμπει σε κάτι συγκεκριμένο. 

Τρία στοιχεία ωστόσο που βρίσκει κανείς στην παράσταση είναι η παρουσία της φωτιάς, του νερού και του αέρα· στοιχεία μέσα από τα οποία γινόταν η κάθαρση των φορέων των υποψηφίων για Μύηση. Τα στοιχεία αυτά μας έχουν εμπνεύσει και στο στήσιμο των συναυλιών, παρ' όλο που αυτές δεν ταυτίζονται με την παράσταση.

Χρησιμοποιείτε πάντοτε ιδιαίτερα όργανα, τα οποία απηχούν τα όσα γνωρίζουμε σήμερα για την αρχαία ελληνική μουσική. Ποιος σας τα κατασκευάζει; Και πόσο λόγο έχετε στη δημιουργία τους;

Τα αρχαία όργανα με τα οποία εδώ και χρόνια παίζουμε τα έχει κατασκευάσει ο Νίκος Μπρας, μετά από έρευνες πολλών δεκαετιών. Ο Νίκος είναι ένα πολύ ανήσυχο πνεύμα κι ένας κατασκευαστής με μεγάλες ευαισθησίες, αλλά και με οξυδέρκεια. Το εργαστήριό του έχουν πλέον αναλάβει ο γιος του Ηρακλής Μπρας και ο Σωκράτης Μεταξάς –και οι δύο εξαιρετικά ταλαντούχα παιδιά, με πολλή όρεξη για δουλειά. Οι σχέσεις μας με το εργαστήριο του Νίκου Μπρα είναι πάντα πολύ κοντινές και φυσικά ανταλλάσσουμε απόψεις σχετικά με τυχόν δυσκολίες στο παίξιμο ή στο κούρδισμα των οργάνων.

Σχεδιάζετε κάτι δισκογραφικά για το άμεσο μέλλον, ως γκρουπ ή ως σόλο παρουσίες; Ή είναι νωρίς ακόμα;

Όχι, δεν είναι καθόλου νωρίς. Ελπίζουμε μάλιστα το 2019 να είναι χρονιά πολλών κυκλοφοριών από τη μεριά μας. Αρχικά θα βγει ένας δίσκος με remixes σε δικά μας κομμάτια, πρώτη φορά μάλιστα σε αγγλική εταιρεία. 

Ένα δεύτερο άλμπουμ –το οποίο δουλεύουμε εδώ και καιρό– θα παρουσιάζει γυναικείες φωνές από διαφορετικές χώρες του κόσμου (Ιαπωνία, Αγγλία, Ισπανία, Αυστραλία), βασιζόμενο σε αυτοσχεδιασμούς πάνω στο κομμάτι "Witches' Lullaby" από το άλμπουμ Μακμπέθ (2016), το οποίο συνθέσαμε για το γνωστό θεατρικό έργο που παρουσιάστηκε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. 

Τέλος, θα κυκλοφορήσει το δεύτερο σόλο άλμπουμ του Σπύρου Γιασαφάκη, με αυτοσχεδιασμούς πάνω σε αρχαία ελληνικά όργανα, σε συνεργασία με μουσικούς από Αμερική, Αγγλία, Σλοβενία, Αυστραλία και Γερμανία.