27 Νοεμβρίου 2022

Johann Strauss Ensemble - ανταπόκριση (2013)


Βλέποντας την ανακοίνωση του συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» για τον νέο ερχομό των Johann Strauss Ensemble στη χριστουγεννιάτικη Αθήνα, αναλογίστηκα ότι συμπληρώνονται κοντά 10 χρόνια ήττας των δικών μου εντυπώσεων.

Ως λάτρης των βαλς του πατέρα και του υιού Strauss, δηλαδή, είχα δώσει το παρών στον ερχομό τους τον Δεκέμβρη του 2013 –πάλι στο Μέγαρο Μουσικής, στη μεγάλη αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης». Αλλά την πάτησα με τον πλέον μεγαλοπρεπή τρόπο.

Παρά ταύτα, ο μουσικόφιλος κόσμος της Αθήνας στήριξε ξανά και ξανά τον ερχομό του βιεννέζικου συνόλου, μην κρύβοντας τον ενθουσιασμό του για εκείνα ακριβώς τα πράγματα που αποστρέφομαι εγώ στο στυλ του Αυστραλού μαέστρου Russel McGregor. Και το ίδιο αναμένεται να συμβεί και φέτος.

Με την ευκαιρία, λοιπόν, ιδού η κριτική που έγραψα το 2013 για τη βραδιά. Πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το promo υλικό που διαμοιράστηκε το 2013 στον Τύπο


Για εμένα, η μουσική της οικογένειας Strauss (πατέρα και υιού) φέρει ειδικό συναισθηματικό φορτίο. Είναι ένα άκουσμα πολύ οικείο και αγαπητό, χαμένο στην άχλη των πιο ανέμελων παιδικών χρόνων, το οποίο παραπέμπει αυθόρμητα σε αναμνήσεις από χριστουγεννιάτικες διακοπές, στολίδια, παππούδες/γιαγιάδες/θείους/θείες με γλυκά ανά χείρας και τη μακαρίτισσα τη μητέρα μου να σιγομουρμουρά τη μελωδία του "Όμορφου Γαλάζιου Δούναβη" ή του "Φωνές Της Άνοιξης". Κι έτσι, κάθε Δεκέμβρη, το σπίτι μου κυριαρχείται από τα βιεννέζικα βαλς και τις πόλκες των δύο πιο διάσημων Strauss της ιστορίας· και κάθε σχετική συναυλία που τυχαίνει να δίνεται στην Αθήνα λογίζεται ως επιπλέον κέρδος. Με τους Johann Strauss Ensemble, ωστόσο, την πάτησα με τον πλέον μεγαλοπρεπή τρόπο. 

Δεν ήταν χάλια οι Johann Strauss Ensemble, δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Μπορεί να μη μιλάμε για πρωτοκλασάτους μουσικούς, ικανούς για το κάτι παραπάνω στα παιξίματα, αλλά οπωσδήποτε η 20μελής ορχήστρα αποτελείται από δεξιοτέχνες, καλά εξοικειωμένους με το ρομαντικό βιεννέζικο ρεπερτόριο. Η απόδοσή τους, αν και συντηρητική και νερόβραστη στα πιο γνωστά κομμάτια ("An Der Schönen Blauen Donau", "Frühlingsstimmen", "Rosen Aus Dem Süden"), κρίνεται ικανοποιητική. Υπήρξαν δε και ορισμένα σημεία στα οποία υπερέβησαν τη δυναμική τους, χάρη στις έξοχες προσπάθειες ορισμένων μονάδων του συνόλου. 

Για παράδειγμα, ο Alfred Steindl οδήγησε τα κρουστά του σε μια αληθινά βροντερή απόδοση του "Unter Donner Und Blitz" (από την οπερέτα «Η Νυχτερίδα»), η Ildiko Deak έπαιξε εξαιρετικό φλάουτο, ενώ δεν υπήρξε περίσταση όπου απαιτήθηκε η ενίσχυση των πνευστών στην οποία να μην λάμψει το γαλλικό κόρνο του Walter Pauzenberger ή η τρομπέτα του Werner Steinmetz. Χάρη σε τέτοιους μουσικούς, το "Kaiser-Walzer" του Strauss υιού, το "Sperl" και το "Ohne Sorgen" του Strauss πατέρα ή το "Gold Und Silber" του Franz Lehar έτυχαν πολύ καλών εκτελέσεων. 

Όμως ο διευθυντής της Johann Strauss Ensemble, ο Αυστραλός Russel McGregor, έκανε κάθε τι που περνούσε από το χέρι του για να καταστρέψει ακόμα και τις καλύτερες στιγμές τους. Ικανός μεν ως βιολιστής και μαέστρος και άνετος με τη στραουσική παράδοση, η οποία θέλει τον σολίστ να είναι ταυτόχρονα και διευθυντής ορχήστρας (πόστο που κατέχει εδώ και 10 χρόνια), αποδείχθηκε ευτελέστατος γελωτοποιός· μια καλολαδωμένη μηχανή μάρκετινγκ, που αφιέρωσε περισσότερη ενέργεια στην κολακεία του κοινού, παρά στη μουσική. 

Πού να πρωτοσταθώ, αλήθεια; Στην ανούσια φλυαρία; Στις λαϊκίστικες εκκλήσεις να σηκώσουν χέρι όσοι δεν έχουν επισκεφτεί τη Βιέννη, απλά για να πει μετά την καταμέτρηση ότι όποιος δεν έχει δει την αυστριακή πρωτεύουσα είναι καλεσμένος του (πολύ θα ήθελα να πάει κάποιος μετά τη συναυλία και να του πει, λοιπόν, πότε βολεύει να σας έρθω); Στο ότι έβαλε το κοινό να ...τραγουδήσει εν χορώ το "Ω Έλατο"; Στο ότι μας προέτρεψε να ανέβουμε στη σκηνή για να χορέψουμε βαλς ενόσω θα διεξαγόταν η συναυλία, θεωρώντας ίσως ότι ο κώδικας της αίθουσας «Χρήστος Λαμπράκης» ισούται με εκείνον της όποιας τουριστικής ταβέρνας στα στενά της Πλάκας; Ή στο απίστευτο γεγονός ότι πέταγε ...σοκολατάκια στα ακριανά θεωρεία, με τεχνική που με κατέστησε βέβαιο πως έχει προβάρει το θέμα ουκ ολίγες φορές; 

Κι όμως. Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, ανακαλώ ότι αισθάνθηκα απίστευτα μόνος στις παραπάνω εντυπώσεις, καθώς σύσσωμο το πολυπληθές κοινό (είχε γεμίσει σχεδόν η αίθουσα και σημειώστε ότι παρακολούθησα την έκτακτη απογευματινή συναυλία της Κυριακής, όχι κάποιο από τα δύο βραδινά και sold-out κονσέρτα) ανταποκρίθηκε με μεγάλη θέρμη και ενθουσιασμό στα καμώματα του McGregor, χειροκροτώντας αδιαλείπτως. Στα δικά μου μάτια, βέβαια, δεν ήσαν παρά καλοντυμένοι εκπρόσωποι μιας μεσαίας τάξης με πνευματικό επίπεδο αντιστρόφως ανάλογο της οικονομικής τους ευμάρειας, όσο απόλυτη κι αν φαντάζει μια τέτοια κρίση.  

Έτσι, αν και μουσικώς τα πράγματα δεν ήταν και τόσο άσχημα, έφυγα τελικά απηυδισμένος από το Μέγαρο, με λαβωμένη την αδυναμία μου προς την οικογένεια Strauss.  



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου