tag:blogger.com,1999:blog-18299576493940973892024-03-27T08:36:26.151+02:00Islands in the StreamΜουσική, Κινηματογράφος, Βιβλία, Τηλεόραση κλπ.Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.comBlogger487125tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-30395785967390483502024-03-26T09:09:00.001+02:002024-03-26T09:09:57.323+02:00Marc Almond - Chaos And A Dancing Star [δισκοκριτική, 2020]<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgHjiuYjXH9zg-2ahdrks6Z2LFSFe45E99BZPZYjqN3s1W7iC6hSMyVvUfPfd7SJ2MwPwsQ6WJO0TNgcQNnI5yG-lWgIzRZyP_5EHUAjsWJsOOu_O6VNNb99PxVChzlqd2ZcCch_9_iiA5Iiqvb7vgp55i4wj3tKozKDw2qwJtXJLRrG2JbjUqoeu-JSnU/s564/MrAl_fr.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="420" data-original-width="564" height="297" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgHjiuYjXH9zg-2ahdrks6Z2LFSFe45E99BZPZYjqN3s1W7iC6hSMyVvUfPfd7SJ2MwPwsQ6WJO0TNgcQNnI5yG-lWgIzRZyP_5EHUAjsWJsOOu_O6VNNb99PxVChzlqd2ZcCch_9_iiA5Iiqvb7vgp55i4wj3tKozKDw2qwJtXJLRrG2JbjUqoeu-JSnU/w400-h297/MrAl_fr.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Το blog αυτό ξεκίνησε σε μια δύσκολη στιγμή, τον Ιούνιο του 2020, σε μια χρονιά που έδειχνε να αφαιρεί τη γη κάτω από τα πόδια μου: κατά τη διάρκειά της, δηλαδή, έχασα διαδοχικά (μέσα σε μερικούς μήνες) και τις δύο δουλειές που έκανα επί 12 χρόνια, με τις οποίες με είχε γνωρίσει και συσχετίσει ο κόσμος. Ουσιαστικά με απέλυσαν και από τις δύο, αλλά επειδή στον κόσμο των ελεύθερων επαγγελματιών δεν υφίσταται νομικά κάτι τέτοιο, λέμε «λύθηκε η συνεργασία» ή «δεν ανανεώθηκε η συνεργασία» κι άλλα τέτοια όμορφα. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Το γεγονός, τώρα, ότι η «λύση συνεργασίας» με το Avopolis (Απρίλιος) συνέπεσε με την έναρξη της covid-19 πανδημίας και την πρωτόγνωρη εμπειρία των lockdown, έκανε πρακτικά αδύνατη την εύρεση καινούριας δουλειάς. Έμεινα, ωστόσο, με το ραδιόφωνο, μέχρι τη νέα κεραμίδα που ήρθε κι από τους 105,5 Στο Κόκκινο εποχής Νίκου Ξυδάκη τον Σεπτέμβρη, λίγο πριν φουντώσει ξανά η πανδημία και περάσουμε σε έναν μακρύτερο και πιο επίπονο κύκλο με υποχρεωτικούς εγκλεισμούς. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ουδέν κακόν αμιγές καλού, βέβαια, οπότε, άνεργος και κλεισμένος στο σπίτι, με τόσο χρόνο στη διάθεσή μου, αρχίνησα να συλλέγω ό,τι εκπομπές Συχνοτικής Συμπεριφοράς και Κόκκινου Πετεινού υπήρχαν στο μικρό μου αρχείο (και το ακόμα πιο μικρό του Στυλιανού Τζιρίτα), αλλά και όσα κείμενα από τα χρόνια του Avopolis, του Sonik και του Ήχου έκρινα πως άξιζε να συγκεντρωθούν και να περάσουν μια νέα επεξεργασία (ελαφρού, στις περισσότερες περιπτώσεις) editing, ώστε να εκπροσωπούν το ποιος ήμουν και πώς έγραφα εν έτει 2020. Μαζεύτηκαν, τελικά, εκατοντάδες καταχωρήσεις, από το 2007 έως (και) το 2020. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Το blog αυτό φιλοδόξησε, αρχικά, να δημοσιεύει και νέα κείμενα, γι' αυτό κι έλαβε τον υπότιτλο που το συνοδεύει. Στην πράξη, ωστόσο, δεν συνέβη παρά σε ελάχιστες περιστάσεις, κυρίως γιατί οι κατραπακιές που έφαγα τότε δεν σήμαναν το οριστικό φινάλε των δραστηριοτήτων μου γύρω από τη μουσική δημοσιογραφία και τη μουσική κριτική. Χάθηκε το ελεύθερο επαγγελματικό ραδιόφωνο, δυστυχώς, όμως ήρθαν προσκλήσεις φρέσκων συνεργασιών με sites, που για ένα διάστημα με κράτησαν ενθουσιωδώς απασχολημένο, παρά την έλλειψη αμοιβής που τις συνόδευε –με το MiC, μάλιστα, η σχέση υφίσταται ακόμα. Εν τέλει, βέβαια, ήρθε και η αμοιβή μέσω της ένταξής μου στο Αθηνόραμα, που κάπως σταμάτησε και τον οικονομικό μου αποδεκατισμό, ωστόσο δεν αναπλήρωσε ποτέ τον εξανεμισμό της βασικής επαγγελματικής ενασχόλησης: υποχρεώθηκα να βρω άλλες πρωινές δουλειές, κρατώντας τα πενιχρώς αποδίδοντα μουσικά για τον όποιον ελεύθερο χρόνο. Κάτι που μου κόστισε ψυχικά, ηθικά και συναισθηματικά.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Για την ώρα, ωστόσο, συνεχίζουμε –στο πνεύμα εκείνου του τραγουδιού που έλεγε «<i>Όσο αντέχει ακόμα το σαρκίο μας/κι όσο υπάρχει κάτι στο ψυγείο μας</i>» ("Τα Καντήλια", 1995). Οπότε το blog κλείνει εδώ –αυτόν, τουλάχιστον– τον κύκλο του, 4 χρόνια αφότου τον άνοιξε, αναδημοσιεύοντας την τελευταία κριτική που έδωσα στο <i>Avopolis</i> τον Μάρτιο του 2020, στο άλμπουμ «Chaos And A Dancing Star» του πάντα αγαπημένου Marc Almond.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>η χρησιμοποιούμενη φωτογραφία του Marc Almond προέρχεται από τη συνέχεια των δράσεών μου, από την ανταπόκριση της βραδιάς του στην Αθήνα (Μάιος 2023) που έγραψα για το Αθηνόραμα –και ανήκει στη Μαρλένα Κουράση</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjTPc8xybKU3f0d9_EHLuhhRrPLpP3SpdbpmUpERrcxhvus3QPjaOoXhqvx8Fd9N4_Dc7na_7Sl0TPCkfJ6d2uzB5LVUlrxPb_kkL_1pInM2q0UhpqtVGyuirjoFQaBjp3UyQn3teLC6-39ToVAgXc3yqPvEcV9AtaXDSXUZyc7qdbYFAf6b5-g10yxIz4/s750/MrAl-01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="750" data-original-width="750" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjTPc8xybKU3f0d9_EHLuhhRrPLpP3SpdbpmUpERrcxhvus3QPjaOoXhqvx8Fd9N4_Dc7na_7Sl0TPCkfJ6d2uzB5LVUlrxPb_kkL_1pInM2q0UhpqtVGyuirjoFQaBjp3UyQn3teLC6-39ToVAgXc3yqPvEcV9AtaXDSXUZyc7qdbYFAf6b5-g10yxIz4/w400-h400/MrAl-01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">«Οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τό εὖ» (λέγεται ότι) είπε ο μουσικός Καφισίας σε έναν μαθητή του στον αυλό, σε μία πολύ διάσημη ρήση από την ελληνική αρχαιότητα. Κάτι τέτοιο συμβαίνει, λοιπόν, και με τον Marc Almond: μπορείς να πάρεις πολλά από αυτόν, ακόμα κι αν σου φέρνει λίγα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Άμα, βέβαια, το δεις αυστηρά γεωμετρικά ή ανήκεις σε εκείνους τους καημένους που ακόμα πιστεύουν στο παλιό παραμύθι του «old» και του «new» σε μια εποχή που το pop/rock στερέωμα ανατρέχει –διαρκώς και ξεδιάντροπα, πια– πότε στα 1970s, πότε στα 1980s και πότε στα 1990s, το Chaos And A Dancing Star δύσκολα θα σου φανεί ως άλμπουμ που αξίζει 60 λεπτά από τη ζωή σου. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν υπάρχει, άλλωστε, τίποτα αναληθές στο ότι ο Marc Almond είναι πια 62 ετών, στο ότι μένει πιστός σε ήχους και σε επιλογές παραγωγής που τον κάνουν να αισθάνεται οικεία, στο ότι το νέο άλμπουμ εμμένει σε μια λογική η οποία προκρίνει την ενορχηστρωτικά εμπλουτισμένη μπαλάντα (όπως λιγότερο ή περισσότερο συμβαίνει από το Heart On Snow του 2003 και μετά)· στο ότι είναι κι αυτό, όπως κι άλλοι προκάτοχοί του, μια συνθετικά άνιση υπόθεση. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ως ανθρωπος-κλειδί στο Chaos And A Dancing Star αναδεικνύεται ο παραγωγός Chris Braide, ο οποίος αναγράφεται και ως συν-δημιουργός σε κάθε τραγούδι που ακούμε εδώ. Δεν ξέρω πόσοι τον γνωρίζουν από την ενεργή του πορεία με τους Downes Braide Association ή από το βραχύβιο τρίο των This Oceanic Feeling και πόσοι πράγματι θυμούνται ένα σόλο ντεμπούτο από το 1997, ωστόσο δύσκολα θα έλεγες ότι υπάρχει κάποιο διακριτό χάρισμα στη δουλειά του. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι ένας προσεκτικός διαχειριστής και έμπειρος χωροτάκτης ηχητικών δεδομένων ο Braide, προφανώς εξοικειωμένος με τις ενορχηστρώσεις πιάνου, βιολιού και τσέλου που απαιτεί ο Almond, παρά ένας συνθέτης με φαντασία. Αν, δηλαδή, αφαιρέσεις τη φωνή από τα όσα ακούμε εδώ, θα μείνεις με εύηχες κοινοτοπίες και με προβλέψιμες κλιμακώσεις, παρά με βαρυκόκαλες, αυτόνομες μελωδίες. Μοναδικές, μα οπωσδήποτε λαμπρές εξαιρέσεις, το θαυμάσιο "Black Sunrise" και το "Lord Of Misrule", που κερδίζει πολύ από τη συμμετοχή-έκπληξη του Ian Anderson. Ο οποίος κομίζει το σήμα κατατεθέν φλάουτό του, δίνοντας σε αυτό το βαθιά αγγλικό στιγμιότυπο κάτι από Jethro Tull. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αλλά, ό,τι αφήγημα επίκρισης κι αν επιχειρήσεις να στήσεις πάνω στα παραπάνω, θα στο υπονομεύσει, θα στο ανατινάξει και θα στο σκορπίσει ο παράγοντας Marc Almond. Γιατί μπορεί να συνήθισαν πια τα αφτιά μας στις περιορισμένης έκτασης φωνές και στα κομμένα και ραμμένα στα μέτρα των δυνάμεών τους τραγούδια καθώς διάβαιναν οι pop/rock δεκαετίες –συν όλο τον (ενίοτε δικαιολογημένο) θαυμασμό για το DIY και με όλη την εκτίμηση στην παλαιά τέχνη των αφηγητών/τραγουδοποιών– όμως ένας μεγάλος τραγουδιστής εξακολουθεί να αποτελεί αξία από μόνος του. Χωρίς, μάλιστα, να χρειαστεί να επιστρατευτεί εκείνο το χαριτόβρυτο μουσικογραφιάδικο κλισέ για τον τηλεφωνικό κατάλογο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στο Chaos And A Dancing Star. Μπαίνει ο Marc Almond στα τραγούδια, πότε με τις εύθραυστες φράσεις του, πότε με αίσθηση τσακισμένου ρομαντισμού, πότε με την αυτοπεποίθηση του πάθους του, πότε με τον αμίμητα απολαυστικό τρόπο με τον οποίον προφέρει τα αγγλικά –μόνο αυτός και ο Neil Tennant των Pet Shop Boys– και όλα νοηματοδοτούνται ξανά, από την αρχή. Τα κλισέ ζωντανεύουν ακόμα και στα πιο ...εξοργιστικά τους (κάτι "Giallo", "Chaos", "The Crow's Eyes Have Turned Blue"), διάφορες «γωνίες» φωτίζονται αλλιώς, κάνοντάς σε να προσέξεις παραπάνω στιγμές σαν το "Slow Burn Love" ή το "Hollywood Forever", μερικά δε κομμάτια «διαλύονται» τόσο πολύ, ώστε γίνονται απλά μία ακόμα αφορμή για να απολαύσεις τις ερμηνείες ("Dust", "Chevrolet Corvette Stingray"). </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι συνέβαινε πάντοτε με τη μουσική· κι έτσι θα εξακολουθήσει να συμβαίνει. Δεν έχει να κάνει ούτε με το «παλιό» και το «καινούριο», ούτε με το «μπροστά» και το «πίσω», μα με πράγματα όχι και τόσο απτά, ικανά να ραγίσουν τα συνήθη κουτάκια των κριτικών με το βαθύ τους αποτύπωμα. Ας ξεπεράσουμε άλλωστε κι αυτόν τον ιδιότυπο «ρατσισμό» των ιντερνετικών καιρών, οι οποίοι περιφρονούν όσους βγάζουν ό,τι λέμε «καλό δίσκο», ψάχνοντας (αλαφιασμένοι, συνήθως) για το πού είναι το trend, το must και δεν ξέρω τι άλλο. Είπαμε, οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τό εὖ.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/tOWR1kglrCQ" width="320" youtube-src-id="tOWR1kglrCQ"></iframe></div><br /><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><br /></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-12458954504785810462024-03-24T11:18:00.000+02:002024-03-24T11:18:20.741+02:00Future Sound Of London - συνέντευξη (2009)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgMS5prt8oxtNyDDfReYXzidQUhxwh98EeIdME8om-XMJ5cHfqmEH1630wUE04ubACIg1WJozBBg-4VrSyaHmGpk1HebGUjKdgqj0A8ZJEH5MQY4_MU9h24IAIVFKamWBKWFjeN-g4Ej2PTu1egoqVYQ1Rf6gFDTnsqnF-FmNW5vgbKC3NBmITOQWTLBbY/s3090/Future%20Sound%20Of%20London_FRONTPAGE.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="2048" data-original-width="3090" height="265" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgMS5prt8oxtNyDDfReYXzidQUhxwh98EeIdME8om-XMJ5cHfqmEH1630wUE04ubACIg1WJozBBg-4VrSyaHmGpk1HebGUjKdgqj0A8ZJEH5MQY4_MU9h24IAIVFKamWBKWFjeN-g4Ej2PTu1egoqVYQ1Rf6gFDTnsqnF-FmNW5vgbKC3NBmITOQWTLBbY/w400-h265/Future%20Sound%20Of%20London_FRONTPAGE.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ήταν Μάιος του 2009 που θα έρχονταν στην Αθήνα οι Future Sound Of London, για μια συναυλία στο Γήπεδο Softball στο Ελληνικό –μας είχαν ξεμείνει όλα 'κείνα τα «ολυμπιακά ακίνητα», τότε, από την περιττή Ολυμπιάδα της τάχα μου «ισχυρής Ελλάδας» (όλοι ξέρουμε πώς πήγε αυτό) και προσπαθούσαμε να βρούμε τι να τα κάνουμε.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Με τον Γιώργο Παπανδρέου να έχει μεταβεί στο Καστελόριζο ήδη από τον Απρίλη του ίδιου έτους, ο κόσμος μας είχε αρχίσει να αλλάζει όταν τους είδαμε live, μα ακόμα δεν το νιώθαμε. Και οι ίδιοι οι Future Sound Of London, άλλωστε, σκόπευαν να επιστρέψουν στην Αθήνα ως Amorphous Androgynous, κάτι που δεν στάθηκε δυνατόν, ελέω των μνημονιακών εξελίξεων. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Για μένα, εντωμεταξύ, ο ερχομός των Garry Cobain & Brian Dougans ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να κάτσω να κουβεντιάσω με ένα από τα πιο αγαπημένα μου ηλεκτρονικά γκρουπ, απ' όσα μεσουράνησαν κατά τη δεκαετία του 1990. Γιατί οι Future Sound Of London έκαναν ακόμα και hard & heavy rockers σαν εμένα να ανοίξουμε διάπλατα τα αφτιά μας σε νέες συγκινήσεις. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι κάποτε έγραψε γι' αυτούς ακόμα και το Metal Hammer.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από τη συζήτησή μας βγήκε τότε μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Sonik με τίτλο «Future Sound Of London: Το Παγκόσμιο, Το Διαχρονικό & Το Αόρατο» –και τώρα αναδημοσιεύεται κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. Είναι η πρώτη φορά που δημοσιεύεται στο ίντερνετ, αν δεν με απατά η μνήμη μου.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό που δόθηκε στον Τύπο εν όψει της αθηναϊκής τους συναυλίας</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg62Nf5yBPH55H-9FCu9TC8VGJqRj_GFmfXeqhrTdBHbZKbzu9P3gEeuRrVSb42rZIXIsG7lw-Psr-f9-UTUsQLn_midb8kdDagUK8I5E_o_3oK247rOB-jEE_TcBPL0ruBmAh3IYzWVHzll2nN4RmAS9o9Piow3m2CTnizW2PtfN0gI4VV3R0es_WPjHg/s450/Future%20Sound%20Of%20London-2.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="437" data-original-width="450" height="389" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg62Nf5yBPH55H-9FCu9TC8VGJqRj_GFmfXeqhrTdBHbZKbzu9P3gEeuRrVSb42rZIXIsG7lw-Psr-f9-UTUsQLn_midb8kdDagUK8I5E_o_3oK247rOB-jEE_TcBPL0ruBmAh3IYzWVHzll2nN4RmAS9o9Piow3m2CTnizW2PtfN0gI4VV3R0es_WPjHg/w400-h389/Future%20Sound%20Of%20London-2.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Λένε για σας ότι είστε ένα αινιγματικό δίδυμο. Συμφωνείτε;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αινιγματικοί;! Οπωσδήποτε είμαστε άτομα, με πολλές αντιφάσεις και, από αυτήν την άποψη, ίσως να είναι δύσκολο να μας προσδιορίσεις –κάτι τέτοιο πάντοτε ταμπελοποιείται ως «αινιγματικό». Η αλήθεια είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα, όμως χρειάζεται περισσότερο χώρο για να εξηγηθεί, από όσο διαθέτουμε εδώ! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν θα λέγαμε, πάντως, ότι σκόπιμα αλλάξαμε το πώς και το τι αποκαλύπτουμε στους fans. Είναι, μάλλον, ότι το ίντερνετ μας πρόσφερε μια ευθεία οδό, ώστε να τους μιλήσουμε όταν εμείς το επιθυμούσαμε, αντί για όποτε επέλεγε κάποιος ποια ήταν η σωστή στιγμή γι' αυτό –όπως π.χ. κάνουν τα περιοδικά! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Διακρίνω κάποια αιχμή για τον μουσικό Τύπο;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Παρ' όλο που ακόμα και στα 1990s μιλούσαμε κάθε χρόνο αρκετά, με εκατοντάδες δημοσιογράφους, τελικά μας παρουσίαζαν με τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίον αντιδρούν τα έντυπα όταν έρχονται αντιμέτωπα με κάτι το πρωτότυπο και δύσκολο να κατηγοριοποιηθεί. Ο προσδιορισμός «αινιγματικός», ας πούμε, αποτελεί κάτι σαν κλισέ για όλους τους ηλεκτρονικούς συνθέτες. Εσύ μπορείς να θυμηθείς ποια ήταν η τελευταία φορά που κάποιος άνθρωπος με μια κιθάρα στο χέρι αποκλήθηκε αινιγματικός;</span> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><i><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">(ομολόγησα ότι ήταν ένα θαυμάσιο επιχείρημα)</span></i></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Πάντα με ενοχλούσε, εντωμεταξύ, ότι ο μουσικός Tύπος σας κατέτασσε στο ambient. Σας ενοχλούν κι εσάς τέτοια πράγματα ή δεν ασχολείστε;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εμείς θεωρούμε ότι κάνουμε οργανική πειραματική μουσική: ένα εγκεφαλικό πεδίο το οποίο συνδυάζει το οργανικό με το συνθετικό, την καρδιά με την πνευματικότητα, τον ρυθμό με την αρρυθμία, τη σύνδεση με την απορρύθμιση, το σκοτάδι με το φως, την τεχνολογία με τη Γη, το μυαλό με την ψυχή. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πρόκειται για μια διαδικασία ανακάλυψης, η οποία αντικατοπτρίζει κάθε πλευρά της ζωής μας, με όλες τις αντιφάσεις της. Δεν υπάρχουν ταμπέλες για τέτοια πράγματα. Η ζωή δεν μπορεί ποτέ να είναι ambient ή ηλεκτρονική. Είναι ένα φανταστικό μίγμα από μια ποικιλία από ήχους, υφές, συναισθήματα και αντιφατικότητες. </span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></b></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Σας περιμένουμε στα μέρη μας, για πρώτη φορά. Είχε συζητηθεί το να ξανάρθετε στην Ελλάδα ή δεν έμοιαζε και τόσο σπουδαίο μέρος για συναυλίες, πίσω στη δεκαετία του 1990;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όταν αρχίσαμε τους Future Sound Of London, δεν είχαμε καμία επιθυμία να παίξουμε ζωντανά. Αλλά με την έλευση του ISDN ανακαλύψαμε έναν μοναδικό και διαφορετικό τρόπο να παρουσιάζουμε τους εαυτούς μας, ο οποίος μας πυροδότησε κάποιο ενδιαφέρον. Μόλις ξεκινήσαμε, όμως, συνέπεσαν τα προβλήματα υγείας του Gaz, καθώς και μια ανάγκη να επανεκτιμήσουμε το τι κάναμε –οπότε απομακρυνθήκαμε από το φως των προβολέων. Δεν ήταν λοιπόν ότι η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη για μας, εμείς, μάλλον, δεν ήμασταν έτοιμοι για σας!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Έχετε καθόλου πληροφορίες από φίλους ή από συνεργάτες οι οποίοι έχουν ήδη έρθει στην Αθήνα για το τι να περιμένετε από το ελληνικό κοινό;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν μας ενδιαφέρει ένας τέτοιος προσδιορισμός –προσλαμβάνουμε την Ανθρωπότητα ως σύνολο, οπότε προσπαθούμε να μην κάνουμε διάκριση σε ξεχωριστούς λαούς. Η μουσική μας αποπειράται να απευθυνθεί στο παγκόσμιο, στο διαχρονικό και στο αόρατο: τις ανθρώπινες συνθήκες, δηλαδή, οι οποίες διασυνδέουν όλη τη ζωή. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Όπως πάντα, λοιπόν, η συναυλία σας θα μεταδίδεται στην Αθήνα, ενόσω εσείς θα παίζετε στο στούντιό σας στο Λονδίνο. Ποια είναι η πρόκληση σε μια τέτοια προσέγγιση της λάιβ διαδικασίας;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το έχουμε στο μυαλό μας ως μια εναλλακτική οπτικοακουστική απόλαυση: κάτι σαν συναυλιακό χώρο, κινηματογράφο, ίντερνετ, ραδιόφωνο και τηλεόραση μαζί! Ο ρόλος μας, ως ανθρώπων, μετατοπίζεται στο να κάνουμε τις «συνδέσεις», ανάλογα με την περίσταση. Και είμαστε σίγουροι ότι, όταν σε κάποιο σημείο επιτύχουμε την πλήρη υλοποίηση των ιδεών μας, η «σύνδεση» αυτή δεν θα έχει πια κανέναν αντίκτυπο πάνω στη διασκέδαση. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως, για να επιτύχουμε κάτι τέτοιο πρακτικά, μάλλον θα πρέπει να φτιάξουμε ένα οπτικοακουστικό φιλμ και να το μεταδίδουμε μετά στις μη μουσικές αρένες –αυτό κι αν αποτελεί πρόκληση! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Και δεν σας έχει λείψει ποτέ, δηλαδή, η εμπειρία ενός live, όπως το κάνουν π.χ. τα υπόλοιπα συγκροτήματα; </span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Παλιά λέγαμε ότι οι Future Sound Of London δεν είναι συγκρότημα, αλλά ένα σύστημα αναμετάδοσης, το οποίο προσπαθεί να βρει μια νέα γλώσσα μέσα στο χάος της μουσικής. Κι αυτό συνεχίζουμε να κάνουμε. Ενώ με τους Amorphous Androgynous επιδιώκουμε το ακριβώς αντίθετο –μια έντονη και πολύχρωμη εμπειρία πάνω στη σκηνή, με απευθείας ανθρώπινη επαφή. Κάπως έτσι παίρνουμε τα καλύτερα δύο διαφορετικών κόσμων!</span></div><div><br /></div><div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh_9IRgoN7daE3exwLqT58VH9Nl3bxL9f_Th2ZsVBSJCqPvRjKnJXQW837_pduwIECykHXM6A21r_bTqAKbp1hUBLR4kzukKfN-tPyeF_CRbJJj1gCswTggduR9_cQJNq02J4hNxwA3Jd1H5xY3CxVtI02Bahr8UuIblGXaHNnrQY8SkAzgOLps4rG0V6Q/s598/Fsol-01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="583" data-original-width="598" height="390" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh_9IRgoN7daE3exwLqT58VH9Nl3bxL9f_Th2ZsVBSJCqPvRjKnJXQW837_pduwIECykHXM6A21r_bTqAKbp1hUBLR4kzukKfN-tPyeF_CRbJJj1gCswTggduR9_cQJNq02J4hNxwA3Jd1H5xY3CxVtI02Bahr8UuIblGXaHNnrQY8SkAzgOLps4rG0V6Q/w400-h390/Fsol-01.jpg" width="400" /></a></div><b><div><b><br /></b></div><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Μια που αναφέρατε τους Amorphous Androgynous, έχει ακουστεί ότι ήδη κλείσατε και μια εμφάνιση με αυτό σας το alter-ego στην Ελλάδα, αργότερα μέσα στο 2009. Ισχύει;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, ισχύει. Έχουμε συμφωνήσει να δώσουμε μια συναυλία ως Amorphous Androgynous αργότερα στη χρονιά. Θα δείτε πράγματι αυτό το πλήρες, κοσμικό, διαστημικό rock supergroup κάπου στην Αθήνα!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Το συνηθίζετε να φτιάχνετε μουσική κάτω από διαφορετικά ονόματα. Το κάνετε απλά για να μπορείτε να παίζετε ό,τι θέλετε; Ή επιδιώκετε κάποια ξεχωριστή έμπνευση, μέσω, ας πούμε, μιας «μετατόπισης» προσωπικότητας;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μας αρέσει να ανακαλύπτουμε όσα βρίσκονται πέραν του αναμενόμενου. Υπήρχε πάντα μια αίσθηση ότι δεν είχαμε ακόμα βρει την πραγματική «ηχητική επανάσταση» –ένα νέο όνομα, έτσι, μπορούσε να διαθέτει απελευθερωτική δύναμη. Επίσης, οι fans των Future Sound Of London έχουν πολύ συγκεκριμένη άποψη για το τι σημαίνει το συγκρότημα και το τι αντιπροσωπεύει, οπότε ήταν σημαντικό για μας να ξεφύγουμε από κάτι τέτοιο. Όχι, όμως, ως κάποιου είδους «παιχνιδιού» με τους fans. Στο βάθος βρίσκεται μόνο η ανάγκη μας να εξελιχθούμε και να ανακαλύψουμε ποιοι είμαστε, να βρούμε λίγη μαγεία και, τελικά, να αφήσουμε κάτι με αξία για τον κόσμο. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Και όταν πρόκειται να εμπλακείτε με remixes; Ποια είναι τα κριτήριά σας;</span></b></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πρέπει να υπάρχει κάτι στο πρωτότυπο κομμάτι που να μας ενδιαφέρει και να μας δίνει ιδέες «βελτίωσης» και επέκτασης του πνεύματός του. Αλλιώς κινδυνεύεις να μείνεις με ένα ματωμένο ακουστικό! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Πόση σημασία έχουν για σας πράγματα όπως το ήθος και η ηθική, ως καλλιτέχνες; Και τι ρόλο έπαιξαν στην απόφασή σας να ξεκινήσετε το label της Electronic Brain Violence;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η ηθική είναι κάτι που το διδάσκεσαι –δεν έχει την παραμικρή σημασία για μας. Οι Future Sound Of London αποτελούν όχημα ανακάλυψης του εαυτού μας και σηματοδοτούν τη γενναιότητα να επεκταθούμε πέρα από την κοινότοπη παρουσίαση της ζωής πάνω σε αυτόν τον πλανήτη, προς καινούριες, άγνωστες εκτάσεις. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όταν έχεις μια τέτοια προσέγγιση, φτάνει κάποια στιγμή όπου θέλεις να δημιουργήσεις τη δική σου, μοναδική «πρόσβαση» προς όλα τούτα –και αυτό κάναμε με την Electronic Brain Violence. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Θα λέγατε ότι η επιτυχία του "Papua New Guinea" (1991) έκανε ευκολότερα τα πράγματα; </span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μας έδωσε χρηματική και καλλιτεχνική ελευθερία, ώστε να εξερευνήσουμε όσα μονοπάτια θέλαμε. Μάλλον δεν θα μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε το Lifeforms (1994), ας πούμε, δίχως μια τέτοια επιτυχία. Το "Papua New Guinea", όμως, ήταν μία από εκείνες τις στιγμές δόξας στον χρόνο, όπου όλα συνταιριάζουν τέλεια, δημιουργώντας κάτι με το οποίο μπόρεσαν πολλοί άνθρωποι να συνδεθούν συναισθηματικά. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είμαστε πραγματικά τυχεροί που υπήρξαν κάποιες τέτοιες στιγμές στην καριέρα μας και δεν θα θέλαμε να τις υποβαθμίσουμε. Γνωρίζουμε καλά, επίσης, ότι το κοινό μας επιθυμεί διακαώς μία νέα στιγμή σαν το "Papua New Guinea". Θα έρθει, όμως, όταν είναι να έρθει. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Συμφωνείτε με την άποψη ότι η ηλεκτρονική μουσική βρίσκεται πια σε ύφεση, συγκριτικά με τα 1990s; </span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πίσω στα 1990s υπήρξε όντως μπόλικη όμορφη, με βάθος και με ποικιλία μουσική βασισμένη σε ηλεκτρονικά μέσα, η οποία δεν φτιαχνόταν αποκλειστικά ως τροφή για τα clubs. Και για ένα διάστημα της δόθηκε αρκετή προσοχή, τόσο από ανθρώπους εξοικειωμένους με τους Tangerine Dream, όσο και από ταγμένους στους Pink Floyd, αλλά και παιδιά του rave, indie kids, θιασώτες του dub, ακόμα και κάποιους punks. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όλα αυτά παρήγαγαν ένα κλίμα ευφορίας. Αλλά, σύντομα, ό,τι είχε ξεκινήσει ως ελεύθερο κίνημα πειραματισμού άρχισε να αποκτά κανονισμούς, προκαταλήψεις, προκατασκευασμένες προσδοκίες. Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους για τους οποίους αποφασίσαμε να εγκαταλείψουμε τον εν λόγω χώρο. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Έχετε κάποιον αγαπημένο δίσκο από όσους κάνατε ως Future Sound Of London; Κάποιον δηλαδή «desert island» δίσκο, όπως λέτε στην Αγγλία;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μάλλον το Dead Cities (1996)... Γιατί δεν έχει πατρίδα, πρόκειται για μια γενναία και φιλόδοξη απόπειρα ανακάλυψης νέων εδαφών, οπότε θα μας ενέπνεε για μια ανάλογη αναζήτηση πάνω σε ένα έρημο νησί. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Κατά τα άλλα, σε έναν τέτοιο τόπο, μάλλον θα επιλέγαμε να ακούμε τα πουλιά ή τον ήχο της θάλασσας και να βλέπουμε τον ήλιο, παρά να ακούμε μουσική. Ίσως ανακαλύπταμε, έτσι, πως η υπέρτατη μουσική κρύβεται τελικά στη γαλήνη.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Τι άλλες μουσικές σας αρέσουν;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σε κάθε σκηνή συμβαίνουν σπουδαία πράγματα, αλλά εμείς γενικά δεν ενδιαφερόμαστε για τα λεγόμενα «είδη μουσικής». Προσλαμβάναμε πάντα το γκρουπ ως ένα βαθύ ηχητικό πεδίο όπου όλα θα μπορούσαν να αναμειχθούν σε κάτι το εξαιρετικό και το προκλητικό. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Οπότε βρίσκουμε εκπληκτικούς ήχους παντού, τις πιο πολλές φορές κάπου μεταξύ όλων αυτών των γελοίων «ειδών», όπου συνήθως δεν συχνάζουν ούτε τα μουσικά περιοδικά, ούτε οι ραδιοφωνικές εκπομπές, αλλά συχνάζει κάθε αληθινός πρωτοπόρος!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Και όσον αφορά τον επόμενο Future Sound Of London δίσκο; Τι μπορείτε να μας αποκαλύψετε σε τούτο το στάδιο;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ξεκινήσαμε τη διαδικασία. Θα είναι ένα μακρύ ταξίδι, αλλά έχουμε καταλήξει σε ορισμένα πράγματα με τα οποία είμαστε χαρούμενοι. Και οι δυο μας ξέρουμε ότι μπορούμε να παραδώσουμε ξανά μια δουλειά με αληθινή αξία: βρίσκεται μέσα μας και εκτός από μας και δεν χρειάζεται παρά να το ανακαλύψουμε και να καταδυθούμε σε αυτό... </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/EdFKoZHzMQ0" width="320" youtube-src-id="EdFKoZHzMQ0"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-55399563768359608592024-03-14T07:13:00.000+02:002024-03-14T07:13:08.743+02:00Catelouso - συνέντευξη (2008)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiu0ZKf3DL9-lWAd5NyG3__HK18Tr79X-Jsp0J52LIzZa5qNYl2vU37QoIOBswKM69XtVrKv3Bw5KaE6WSohA2tCawZnzmLAFM9kKVwsUzR9z-kZ5dCphpdB93BNVIJ60xIjkgRtn8TfPsJN8_JS7YnV-T1SF5IOy9uMe_aRzqgu6vE2r2vUZLILZtgnTQ/s835/Catels_front.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="562" data-original-width="835" height="269" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiu0ZKf3DL9-lWAd5NyG3__HK18Tr79X-Jsp0J52LIzZa5qNYl2vU37QoIOBswKM69XtVrKv3Bw5KaE6WSohA2tCawZnzmLAFM9kKVwsUzR9z-kZ5dCphpdB93BNVIJ60xIjkgRtn8TfPsJN8_JS7YnV-T1SF5IOy9uMe_aRzqgu6vE2r2vUZLILZtgnTQ/w400-h269/Catels_front.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #2b00fe;">Η ανακάλυψη του δίσκου «Σύναξις» του Catelouso και των Lyrae Cantus και ο ενθουσιασμός μου γι' αυτόν (δείτε λεπτομέρειες </span><u><a href="https://islands-stream.blogspot.com/2024/03/catelouso-lyrae-cantus-2007.html" target="_blank"><span style="color: #ffa400;">εδώ</span></a></u><span style="color: #2b00fe;">), δεν άργησε να κινήσει τα επαγγελματικά νήματα ώστε να βρεθεί άκρη με τα Κύθηρα και να επικοινωνήσω με τον Παναγιώτη Λευθέρη –τον «εγκέφαλο», δηλαδή, του όλου εγχειρήματος.</span></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι, τον Απρίλη του 2008, όταν βρέθηκε στην Αθήνα, συναντηθήκαμε για καφέ και κουβέντα κάπου στου Ψυρρή. Μάλιστα, ήρθε μαζί με τη Σόνια Χαραλαμπίδου, η οποία εκπροσώπησε, ας πούμε, τους Lyrae Cantus (είναι ιδρυτικό τους μέλος, ενώ παίζει και αναγεννησιακό λαούτο), μα εγώ γνώριζα ήδη από τη θητεία της στο alternative pop συγκρότημα Ονειροπαγίδα.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από τη συζήτησή μας αυτή προέκυψε λοιπόν μια πλούσια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis</i> –και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τους συντελεστές για τις ανάγκες του δημοσιεύματος</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgl727GGmPcZ_utjASh0p7HI9gBzftxn6j5bvfeNLuv2rDgPROlP980vkly0jeYmWcL3ujdTix38WJ25yz7ayhMSHfHnLtEKXoacy42cq-nqoWNG9R4cLYKU563Y2Ki_ok8FVPk6FNTw6Czhu9uGyUei72X9m4IM06ObpZlt8FYrLMj0Lb3nnIgyrVU_UM/s1536/Catels_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="1116" data-original-width="1536" height="291" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgl727GGmPcZ_utjASh0p7HI9gBzftxn6j5bvfeNLuv2rDgPROlP980vkly0jeYmWcL3ujdTix38WJ25yz7ayhMSHfHnLtEKXoacy42cq-nqoWNG9R4cLYKU563Y2Ki_ok8FVPk6FNTw6Czhu9uGyUei72X9m4IM06ObpZlt8FYrLMj0Lb3nnIgyrVU_UM/w400-h291/Catels_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Η «Σύναξις» είναι η πρώτη σου δουλειά ως Catelouso; Γιατί στο site σου διάβασα και για το «Τραγούδι Των Σειρήνων»...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Παναγιώτης Λευθέρης (Π.Λ.):</b> <span style="color: #660000;">Το «Τραγούδι Των Σειρήνων» είναι ουσιαστικά μια συλλογή από τραγούδια τα οποία είχα μαζέψει από τα εφηβικά μου χρόνια. Ήταν και πάλι ένα προσωπικό παραμύθι, με κύριο άξονα αναφοράς τα Κύθηρα. Η «Σύναξις» αποτελεί κατά κάποιον τρόπο τη συνέχειά του, όμως το «Τραγούδι Των Σειρήνων» δεν έχει εκδοθεί –υπάρχουν κάποιες σκέψεις να κυκλοφορήσει στο μέλλον. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τη «Σύναξη», αφού την ηχογραφήσαμε, χρειάστηκε μια περίοδος ανακατασκευών μέχρι να καταλήξουμε στη μορφή που θέλαμε. Το ψειρίσαμε δηλαδή το θέμα, να φανταστείς ότι απορρίψαμε ολόκληρο mastering, γιατί δεν μας άρεσε. Και πρέπει να ευχαριστήσουμε και τους ηχολήπτες μας, τον Δημήτρη Ξενικάκη και τον Ζαφείρη Κοντογεώργη, γιατί χωρίς τη δική τους βοήθεια δύσκολα θα γίνονταν όλα αυτά.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πόσο εύκολο είναι να λειτουργήσει ένα δεκαμελές σχήμα με συμμετέχοντες από όλη την Ελλάδα, όπως οι Lyrae Cantus; Γνωριζόσαστε όλοι μεταξύ σας; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σόνια Χαραλαμπίδου (Σ.Χ.): </b><span style="color: #660000;">Τα ιδρυτικά μέλη είμαστε χρόνια μαζί, συμμαθητές από το μουσικό σχολείο. Έξι μέλη από τα δέκα, δηλαδή, έχουμε πολλά χρόνια τριβής μαζί και σε επαγγελματικό, μα και σε φιλικό επίπεδο. Από εκεί και πέρα υπήρξαν άνθρωποι τους οποίους προσεγγίσαμε εμείς, λόγω αναγκών, που μας ακολουθούν εδώ και κοντά 10 χρόνια –όπως είναι π.χ. οι δυο μας τραγουδιστές, ο Βαγγέλης Μανιάτης και ο Valeri Oreshkin. </span></span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeHt00C5Q-sglyEz5lMlwUueJsI98n6EGxInttdmVw4gVFQOUTbicwjDBKr6peo757Po-U5G22fk_NjGEirnIJE-veB117ZPXR7WcwRM-Tk4oQEsVbCRt2ODKJhwax6im2QwImchndHRHtA7Y7H82fXlWubwsGAxdRikglyBEGOuZCuG1GEY7UER_2QAQ/s200/Catels_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="200" data-original-width="150" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeHt00C5Q-sglyEz5lMlwUueJsI98n6EGxInttdmVw4gVFQOUTbicwjDBKr6peo757Po-U5G22fk_NjGEirnIJE-veB117ZPXR7WcwRM-Tk4oQEsVbCRt2ODKJhwax6im2QwImchndHRHtA7Y7H82fXlWubwsGAxdRikglyBEGOuZCuG1GEY7UER_2QAQ/w300-h400/Catels_02.jpg" width="300" /></a></div><br /><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ξέρω ότι ο Παναγιώτης είχε φύγει στο εξωτερικό, για σπουδές στην Ολλανδία. Οι μουσικές σπουδές στο εξωτερικό είναι κάτι ακόμα το οποίο σας ενώνει;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σ.Χ.: </b><span style="color: #660000;">Όχι ακριβώς, δεν φύγαμε όλοι για το εξωτερικό. Το δυστύχημα με τη μουσική την οποία παίζουμε εμείς, τη μεσαιωνική και την αναγεννησιακή, είναι ότι ο ορίζοντας είναι πολύ περιορισμένος. Ειδικά σε ελληνικό επίπεδο, τα πράγματα είναι από ανύπαρκτα έως μηδαμινά. Δύο μέλη μας, ας πούμε, διδάσκουν στο πανεπιστήμιο, είναι καθηγητές στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Κέρκυρας: ο Γιάννης Τουλής και ο Βασίλης Πριόβολος. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.:</b> <span style="color: #660000;">Και το θέμα είναι ότι όλα αυτά τα πράγματα, που τα κάνεις στην Ελλάδα με ό,τι περίσσιο χρόνο, μεράκι κι ενέργεια διαθέτεις, δεν έχουν να πατήσουν κάπου. Η «Σύναξις», ας πούμε, έχει ως τώρα απασχολήσει περισσότερο εσάς τους δημοσιογράφους. Για οτιδήποτε άλλο, π.χ. μια ζωντανή παρουσίαση, θα πρέπει να το κυνηγήσουμε μόνοι μας. Προφανώς χρειάζεται να αναπτυχθεί κι ένα δίκτυο δημοσίων σχέσεων, ίσως να είναι και γενικά δύσκολο λόγω του γεγονότος ότι όλοι οι συντελεστές είμαστε σκορπισμένοι σε διάφορα μέρη.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είναι, ίσως, και ζήτημα κατάταξης, σε μια εποχή η οποία λατρεύει να σκέφτεται σε «κουτάκια». Για εσάς δηλαδή, αν σας προσέγγιζε κάποιος που δεν σας γνώριζε και ρώταγε τι μουσική παίζετε, πόσο εύκολη θα ήταν η απάντηση; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.: </b><span style="color: #660000;">Ναι, δυσκολεύτηκα κι ακόμα δυσκολεύομαι να εντοπίσω το λεγόμενο «target group» αυτής της δουλειάς. Ακόμα και σε εκείνες τις λίστες που σου βγάζουν τόσα διαφορετικά μουσικά είδη για να διαλέξεις, π.χ. στο MySpace, μόνο στο «other» θα μπορούσε να καταχωρηθεί η «Σύναξις». Σίγουρα θα τραβήξει ανθρώπους οι οποίοι έχουν μια εξοικείωση με την κλασική και την παλιά μουσική –γιατί, πρέπει να τονιστεί, δεν είναι το ίδιο πράγμα. Ξένοι γνωστοί μου που το άκουσαν, πάλι, το θεώρησαν ως παραδοσιακή μουσική. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η δική μου πρόθεση ήταν να φτιάξω κάτι το οποίο να εντάσσεται στο ελληνικό τραγούδι, αλλά να το κάνει με μέσα διαφορετικά από τα τετριμμένα. Παλιότερα αυτό συνέβαινε συχνά, π.χ. ο Διονύσης Σαββόπουλος έφτιαξε καταπληκτική ελληνική μουσική χρησιμοποιώντας άλλες πηγές έμπνευσης. Πράγμα, νομίζω, που πλέον λείπει. Ήθελα, λοιπόν, κάτι που να είναι επικοινωνιακό, μα δίχως εκπτώσεις. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Για πες μου και για το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Κατελούζος (Catelouso). Πώς προέκυψε;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.:</b> <span style="color: #660000;"><i>(γέλια)</i> Όλοι με ρωτάνε γι' αυτό! Δεν είναι, όμως, κάτι που το έβγαλα από το μυαλό μου: την οικογένειά μου στο χωριό την ξέρουν ως «Κατελούζους». Επειδή στα Κύθηρα χρησιμοποιούνται 10-20 επίθετα, τα φέρουν και οικογένειες άσχετες μεταξύ τους, δίχως καμία συγγένεια. Έτσι, είναι με τα παρατσούκλια που βγαίνει κάποια άκρη, ξέρεις π.χ. ότι ο τάδε Λευθέρης είναι Κατελούζος, ενώ υπάρχει κι άλλος Λευθέρης, άσχετος. Αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω στα πλαίσια της συνεργασίας με τους Lyrae Cantus, γιατί το Λευθέρης & Lyrae Cantus δεν μου άρεσε! <i>(γέλια)</i> Νομίζω ότι θα το χρησιμοποιώ σαν ψευδώνυμο με το οποίο θα παρουσιάζω τις «κυθηραϊκές» μου δουλειές. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Οι υπόλοιποι Lyrae Cantus σχετίζεστε καθόλου με τα Κύθηρα;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σ.Χ.:</b> <span style="color: #660000;">Όχι. Κάποτε είχαμε κανονίσει να έρθουμε για μια συναυλία, όταν ο Παναγιώτης ήταν υπεύθυνος κάποιων πολιτιστικών εκδηλώσεων στο νησί, για να παίξουμε ουσιαστικά το ρεπερτόριό μας. Πλέον, έχουμε χρόνια που πηγαίνουμε στα Κύθηρα. Και πιστεύω θα μας λείψει, αν πάψουμε να το κάνουμε. Έχουν γίνει τόπος αναφοράς για μας. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Για σένα Παναγιώτη, που μεγάλωσες στα Κύθηρα, πόσο εύκολο ήταν να ασχοληθείς με ό,τι ασχολήθηκες; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.:</b> <span style="color: #660000;">Εκείνη την εποχή ήταν πολύ δύσκολο ακόμη και να βρεις έναν δάσκαλο να σου κάνει ιδιαίτερο μουσικής, τώρα υπάρχει και Ωδείο. Αλλά στα Κύθηρα, όπου δεν είχαμε τίποτα, ήταν πιο ξεκάθαρα τα πράγματα. Ήξερα, ας πούμε, ότι θέλω να ασχοληθώ με τη σύνθεση. Όταν ήρθα στην Αθήνα, όμως, έχοντας κάνει μόνο έναν χρόνο πιάνο, και πήγα στα ωδεία και είπα «<i>γεια σας, θέλω να σπουδάσω σύνθεση</i>», με ρωτάγανε αν έχω κάνει θεωρητικά. Και μου είπανε, με λίγα λόγια, ότι μόνο αν έχω ολοκληρώσει κάποιους πολυετείς κύκλους σπουδών, θα μπορούσα να τολμήσω να γράψω κάτι χορωδιακό. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Με αυτήν τη διαδικασία έχασα τον προσανατολισμό μου σε επίπεδο σπουδών και μου πήρε αρκετά χρόνια να τον ξαναβρώ. Αλλά όταν πήγα στην Ολλανδία, το είδα να συμβαίνει: είδα να δέχονται στη μουσική ακαδημία ένα ταλαντούχο παιδί που πήγε να σπουδάσει σύνθεση χωρίς να έχει κάνει προηγούμενες σπουδές. Τον είχαν βέβαια 2 χρόνια υπό κατάταξη, όμως το σύστημα εκεί ήταν ελαστικό, έδινε τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι είναι αυτό που κάνει την Ολλανδία προορισμό για κάμποσους, πια, νέους Έλληνες μουσικούς; Τι έχει πετύχει να φτιάξει αυτή η χώρα, που να δείχνει τόσο ελκυστικό; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.:</b> <span style="color: #660000;">Όταν πήγα στην Ολλανδία δεν ήταν ακόμα ακουστή για σπουδές μουσικής, πήγα αναζητώντας έναν συγκεκριμένο καθηγητή. Στην Ολλανδία βρήκα μια πολύ καλοστημένη μουσική εκπαίδευση και φαντάζομαι πως, σιγά-σιγά, το ανακάλυψαν κι άλλοι: εγώ ο ίδιος έχω παρακινήσει αρκετούς να πάνε προς τα εκεί.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σ.Χ.: </b><span style="color: #660000;">Πιστεύω ότι είναι θέμα διαφορετικής πολιτικής. Για κάποιον λόγο στην Ολλανδία άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται στις κατάλληλες θέσεις αποφασίζουν να επενδύσουν στη μουσική ακαδημαϊκή εκπαίδευση και δημιουργία. Είναι τόσο απλό. Βέβαια, για να στήσεις ένα τέτοιο εγχείρημα, είναι απαραίτητο να προϋπάρχει η οργάνωση και να την έχεις δοκιμάσει και σε άλλους εκπαιδευτικούς τομείς. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;"><br /></span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Οι Ολλανδοί, όμως, έχουν την ανοχή και τη φαντασία να εμπιστεύονται κάποιους ανθρώπους οι οποίοι είναι οι πλέον κατάλληλοι για κάτι τέτοιο, χωρίς να είναι φίλοι τους ή κάτι τέτοιο. Η σκέψη τους είναι τολμηρή και μακροπρόθεσμη. Στην Ελλάδα, πάλι, στον πολιτισμικό σχεδιασμό όσον αφορά τη μουσική, λειτουργεί πολύ το τι θέλουν να ακούσουν οι άλλοι, παρά το τι θα έπρεπε να ακούσουν. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Παρ' όλα αυτά, Παναγιώτη, εσύ δεν έμεινες στην Ολλανδία. Γύρισες στην Ελλάδα και μάλιστα στα Κύθηρα...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.:</b> <span style="color: #660000;">Ήταν δίλημμα. Δεν ήμουν πια πιτσιρικάς όταν έφυγα από την Ολλανδία, οπότε το έκανα πολύ συνειδητά. Ζύγισα τι είχα από τη μία πλευρά και τι υπήρχε στην άλλη. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Από τη μία, λοιπόν, είχα μια πολύ οργανωμένη κοινωνία, η οποία δίνει σημασία και χρήματα στον πολιτισμό, όπου θα μπορούσα να ζήσω ως συνθέτης, χωρίς να κάνω εμπορικά πράγματα. Από την άλλη, ήταν ο ήλιος και η φύση της Ελλάδας. Και το τοπίο των Κυθήρων έπαιξε μεγάλο ρόλο. Όσο ιδεαλιστικό κι αν ακούγεται αυτό, ίσως δεν είχα γυρίσει αν ήταν να ζούσα στην Αθήνα. Και δεν το μετάνιωσα, αν και όταν ξαναπήγα μια επίσκεψη στην Ολλανδία μου βγήκε μια νοσταλγία που δεν την περίμενα. Θα ήταν ψέματα, βέβαια, αν έλεγα ότι γύρισα μόνο για τον ήλιο: είναι και η ελληνική ψυχοσύνθεση. Μου έλειπαν και οι άνθρωποι, ο τρόπος επικοινωνίας. Όμως δεν νιώθουν όλοι έτσι. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σ.Χ.:</b> <span style="color: #660000;">Ναι, αλλά τελικά ήταν πιο σημαντικά αυτά από τη δουλειά σου; Όταν δηλαδή όλη σου η τρέλα, απ' όταν ήσουν μικρός, ήταν να σπουδάσεις και να γράφεις μουσική και εφόσον βρήκες τελικά έναν γεωγραφικό τόπο σαν Γη της Επαγγελίας –ο οποίος δεν στα προσφέρει μονάχα απλόχερα, αλλά σου δίνει και τη δυνατότητα να ζεις και από αυτό το πράγμα– φτάνεις, ζυγίζοντας τα πράγματα, να σου βγαίνει ο ήλιος και η απανεμιά και το μπλα μπλα με τους Έλληνες; </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για μένα φταίει και το ότι εδώ δεν μας μαθαίνουν από μικρούς να υπερασπιζόμαστε αυτό που θέλουμε μέχρι τέλους. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.: </b><span style="color: #660000;">Ακριβώς, όμως, επειδή στην Ολλανδία το πλαίσιο ήταν πολύ επαγγελματικό, από κάποια πλευρά δεν μου ταίριαζε απόλυτα. Κακά τα ψέματα, η σύνθεση δεν είναι επάγγελμα. Δεν υπάρχει επάγγελμα ποιητής.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Εσένα, Σόνια, πώς και σε τράβηξε το αναγεννησιακό λαούτο; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σ.Χ.:</b> <span style="color: #660000;">Εμένα, αρχικά, με τράβαγαν τα έγχορδα. Αλλά σε κάποια φάση, όταν λόγω ενός τραυματισμού στην κιθάρα –εξαιτίας κακής εκπαίδευσης– δεν μπορούσα πια να εκτονώσω την ενέργειά μου εκεί, βρέθηκα σε μια τάξη παλαιάς μουσικής. Με τσίγκλησε η όλη ιστορία κι έτσι ξεκίνησα αναγεννησιακό λαούτο, ένιωσα ταγμένη σε αυτό. Οι σπουδές, βέβαια, δεν είναι αναγνωρισμένες στην Ελλάδα: κάνεις δηλαδή όσα χρόνια θέλεις, όσο σκαμπάζει το κεφάλι σου, και όλα τα ψάχνεις μόνος σου.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.: </b><span style="color: #660000;">Έτσι γνώρισα κι εγώ τη Σόνια, ως μια πιτσιρίκα με ένα λαούτο στο χέρι!</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Με τον Σείριο πώς έγινε και βρέθηκε η άκρη, ώστε να βγει η «Σύναξις»; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.:</b> <span style="color: #660000;">Ταχυδρόμησα πέντε CD, όταν η δουλειά ήταν πια ολοκληρωμένη, σε πέντε εταιρείες. Οι τέσσερις δεν πήραν καν τηλέφωνο, εγώ πήρα στις δύο από αυτές, αλλά δεν μπορούσα καν να βρω έναν υπεύθυνο να μου πει αν το άκουσε. Μόνο ο Γιώργος ο Χατζιδάκις με πήρε τηλέφωνο, ενθουσιασμένος, και ήθελε να το βγάλει. Πέντε ακόμα άνθρωποι σαν κι αυτόν αν υπήρχαν στην Ελλάδα, πιστεύω θα ήταν καλύτερα τα πράγματα.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σε κάποιον που δεν έχει πάει ποτέ στα Κύθηρα, το άλμπουμ βγάζει μια παραμυθένια εικόνα για το νησί, ως ένα ειδυλλιακό θέρετρο όπου ο χρόνος έχει σταματήσει...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.: </b><span style="color: #660000;">Το concept δεν είναι τεχνητό, είναι κάτι το υπαρκτό για μένα, ακόμα κι αν, μένοντας εκεί, απομυθοποιούνται κάποια πράγματα. Υπάρχει, όμως, ένας συνδυασμός φύσης και ανθρώπινων ιχνών, που σου ασκεί μια γοητεία και σε στέλνει πίσω στον χρόνο. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Αλήθεια, τι σας αρέσει και τι σας απωθεί στο ελληνικό τραγούδι;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σ.Χ.:</b> <span style="color: #660000;">Τρελαίνομαι με τον Νίκο Μαμαγκάκη όταν γράφει ελληνικά τραγούδια και τον μισώ όταν καταπιάνεται με τη λόγια μουσική. Επίσης, όταν βρέθηκα στους Ονειροπαγίδα, ήμουν τρελαμένη με την ιδέα της ελληνόφωνης pop, το έβρισκα υπέροχο. Μου αρέσει και το πώς γράφει ο Στάμος Σέμσης, έχει κάτι το μαγικό. Με κουράζει οτιδήποτε ακολουθεί μια προδιαγεγραμμένη πορεία, δίχως να σε βγάζει κάπου αλλού. Π.χ. το να ακούσω τον 18ο, ξέρω 'γω, δίσκο της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, όπου της έχει γράψει μουσική ο 14ος διαφορετικός συνθέτης με μόνο γνώμονα το τι ταιριάζει στα πλαίσια και στα όριά της, το βρίσκω εξαιρετικά κουραστικό. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Π.Λ.: </b><span style="color: #660000;">Εγώ, πάλι, δεν ακούω και πάρα πολύ ελληνικό τραγούδι, γιατί πιστεύω ότι κάποιος που γράφει μουσική πρέπει να ακούει πολλά διαφορετικά πράγματα. Δηλώνω, πάντως, πολύ ενθουσιασμένος με το τι έχει κάνει πρόσφατα ο Γιάννης Αγγελάκας, τόσο με τον Νίκο Βελιώτη, όσο και με τους Επισκέπτες. Γιατί έχεις έναν άνθρωπο με μια επιτυχημένη πορεία, ο οποίος, αντί να πατήσει σε αυτήν και να συνεχίσει να καρπώνεται τη λάμψη της –λιβανίζοντας την εικόνα του– δοκιμάζει κάτι άλλο, έχοντας μάλιστα τα μάτια της δημοσιότητας πάνω του. Ενώ βλέπεις κάποιους άλλους μουσικούς, που, ενώ ήταν σε πετυχημένες μπάντες πριν, βγήκαν μετά σόλο αναμασώντας τα ίδια πράγματα.</span> </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/Y07o8a3fMH4" width="320" youtube-src-id="Y07o8a3fMH4"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-58138235733067391442024-03-12T08:21:00.000+02:002024-03-12T08:21:21.493+02:00Catelouso & Lyrae Cantus - Σύναξις [δισκοκριτική, 2007]<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiC-_8-46_OsLzSkZJwkpGmVOi-EGjcZlnGq-vbxWRTzxfGTUntZnMNXnGwfb62seVGtbAWua7NwBtiBJgrOrP7uo_svoaQ_PaGfoB2zI-PrKe_qx5uM-kCV4dvtBctF0P3ZEil6bEPc2HAE_6RnmceAKJktXm3pe7vZno-nUeJav0Au7Hd305Qtlw4SuU/s2592/Ctls-fr.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="2592" data-original-width="1944" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiC-_8-46_OsLzSkZJwkpGmVOi-EGjcZlnGq-vbxWRTzxfGTUntZnMNXnGwfb62seVGtbAWua7NwBtiBJgrOrP7uo_svoaQ_PaGfoB2zI-PrKe_qx5uM-kCV4dvtBctF0P3ZEil6bEPc2HAE_6RnmceAKJktXm3pe7vZno-nUeJav0Au7Hd305Qtlw4SuU/w300-h400/Ctls-fr.jpg" width="300" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μια κριτική μου από τα τέλη του 2007 στο άλμπουμ «Σύναξις» του Catelouso (κατά κόσμον Παναγιώτης Λευθέρης) και των Lyrae Cantus: ένα πόνημα που ακόμα θυμάμαι ως ανάμεσα στα λίγα συναρπαστικά πράγματα που άκουσα στα όρια του ελληνικού τραγουδιού από το 2000 και μετά, μα δεν εκτιμήθηκε δεόντως από την κριτική της εποχής και δεν βρήκε, νομίζω, τη δημοσιότητα και την απήχηση που του άξιζε. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Όπως κι άλλα μου κείμενα της ίδιας περιόδου, η κριτική αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στο <i>Avopolis</i>, του οποίου ήμουν τότε αρχισυντάκτης. Αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>η κεντρική φωτογραφία εικονίζει τον Παναγιώτη «Catelouso» Λευθέρη και παραχωρήθηκε από τον ίδιο, για τις ανάγκες σχετικών δημοσιεύσεων της εποχής</i> </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi_mQ8C0b9KUrOzhsJFeUTWST_ur15c5dEf3DX1IhNlBirP9W6fbTpZzfB8ZjV120dL_cQLi9hh4OCs-D45eDR1ezvxo-GZQOyLgo_LpRjBkNAbLUYI73q-YYP3tkQixW2bgfA0zYEacnw4lfnyF7iuXNjO0tY_pqPsUfL28n1Ztdw9bmHuMpqvNLjGeuk/s333/Ctls-01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="299" data-original-width="333" height="359" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi_mQ8C0b9KUrOzhsJFeUTWST_ur15c5dEf3DX1IhNlBirP9W6fbTpZzfB8ZjV120dL_cQLi9hh4OCs-D45eDR1ezvxo-GZQOyLgo_LpRjBkNAbLUYI73q-YYP3tkQixW2bgfA0zYEacnw4lfnyF7iuXNjO0tY_pqPsUfL28n1Ztdw9bmHuMpqvNLjGeuk/w400-h359/Ctls-01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Την πρώτη φορά που αντίκρισα τον δίσκο «Σύναξις», με ιντρίγκαρε· κάτι μυστηριώδες και μη ορθολογικό τράβηξε αμέσως την προσοχή μου πάνω του. Στη συνέχεια, το ερώτημα που μου απηύθυναν, αν είμαι σίγουρος δηλαδή ότι το ήθελα για το Avopolis γιατί ήταν «εξειδικευμένη» κυκλοφορία, με κέντρισε ακόμα περισσότερο. Όταν, δε, το άκουσα, μαγεύτηκα. Και, τόσες ακροάσεις μετά, ακόμα το ίδιο παθαίνω. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι, για μένα τουλάχιστον –γιατί δεν το υποδέχτηκαν όλοι οι κριτικοί τόσο θετικά– ένα τελείως έξω από τα συνηθισμένα άλμπουμ, το οποίο δεν θα βρει μαζική απήχηση και δεν μπαίνει κάτω από καμία ταμπέλα, μα σαφώς αποτελεί μια πρόταση για το ελληνικό τραγούδι. Ο Σείριος του Γιώργου Χατζιδάκι, άλλωστε, ξέρει καλά τι κυκλοφορεί. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ας κάνουμε και κάποιες απαραίτητες συστάσεις, όμως. Η «Σύναξις» αυτή είναι έργο που παραγγέλθηκε. Γράφτηκε από τον Κυθήριο συνθέτη Παναγιώτη Λευθέρη το καλοκαίρι του 2004 για την επαναλειτουργία, μετά από πολλά χρόνια, της εκκλησίας της Παναγίας Κοντελετούς στο χωριό Λιβάδι των Κυθήρων και εκτελέστηκε από το σύνολο μεσαιωνικής και αναγεννησιακής μουσικής Lyrae Cantus. Τόσο η παραγγελία και η περίσταση –που είχαν ως προϋπόθεση ένα κλίμα θρησκευτικό, κατανυκτικό και συνάμα έντονα «κυθηραϊκό»– όσο και η υφολογική δέσμευση προς τη λεγόμενη «παλιά μουσική» (την οποία σηματοδοτούσε η χρησιμοποίηση των Lyrae Cantus), δεν αποδείχθηκαν παρά αφορμές για τον Παναγιώτη Λευθέρη. Ώστε να καταθέσει κάτι πρωτότυπο, το οποίο δεν είναι, τελικά, ούτε παλιά μουσική, ούτε κλασική, ούτε θρησκευτική, ούτε έντεχνο, ούτε παραδοσιακό, αλλά σύγχρονο ελληνικό τραγούδι, χτισμένο με στοιχεία από όλα τα προαναφερόμενα είδη. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σε μια άλλη κριτική για το εν λόγω άλμπουμ, γραμμένη από έναν μουσικοκριτικό που ομολογώ πως θαυμάζω και θεωρώ σπουδαίο, η διάσταση χάθηκε εντελώς. Και λαθεμένα, νομίζω, η Σύναξις συγκρίθηκε, απαξιωτικά, τόσο με δουλειές «αναβίωσης» της μεσαιωνικής και αναγεννησιακής μουσικής της Δυτικής Ευρώπης (όπως των Estampie και Ex Cathedra, λ.χ.), όσο και με δίσκους καταγραφής της δημοτικής κυθηραϊκής μουσικής (όπως το θαυμάσιο «Πέρασμα Στα Κύθηρα», που παρήγαγε ο Εξωραϊστικός Σύλλογος Μητάτων Μυρτιά το 1991). Εδώ, όμως, δεν έχουμε να κάνουμε με τίποτα ανάλογο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι μεν ακούμε (μεταξύ άλλων) διασκευές σε παραδοσιακά κυθηραϊκά τραγούδια όπως το "Νυφιάτικο" ή το "Όμορφη Που 'Σαι...", ναι μεν αναγεννησιακά λαούτα, βιόλες ντα γκάμπα και φλάουτα με ράμφος επιστρατεύονται ώστε να ντύσουν με τους «παλαιούς» τους ήχους στίχους και ποιήματα Κυθήριων ποιητών ("Λαγγαδιανό Νερό", "Το Πηγάδι", "Αγωνία"), ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα προκύπτει ως κάτι που υπερβαίνει τα εκφραστικά μέσα. Aκριβώς γιατί τα χρησιμοποιεί ώστε να παράγει ένα σύγχρονο ελληνικό τραγούδι εντελώς διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο έχουμε μάθει να ορίζουμε ως τέτοιο.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Από την αρχή-αρχή, πρώτα με ένα συγκλονιστικό απόσπασμα από την Αγία Γραφή ("Εκκλησιαστής, Κεφάλαιο Θ΄, 5") και αμέσως μετά με μια υπέροχη μελοποίηση του κεφαλαίου κς΄, 9 από την Προσευχή του Ησαΐου του Προφήτου ("Εκ Νυκτός Ορθρίζει"), ο ακροατής βυθίζεται σε κλίμα κατάνυξης και θρησκευτικού μυστικισμού, που, προς τιμήν του, δεν διαθέτει απολύτως τίποτα το θρησκόληπτο ή το νεο-ορθόδοξο. Μέσω αυτού, λοιπόν, βρίσκεται να ταξιδεύει στο παρελθόν των Κυθήρων, γενόμενος ένα με τα τοπία τους, με τις ιδιαίτερες παραδόσεις τους και με τα ιστορικά ίχνη των ανθρώπων οι οποίοι έδρασαν εκεί. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έπειτα, με αιχμές του δόρατος το καταπληκτικό οργανικό "Ιντερλούδιο", την αριστουργηματική μελοποίηση και ερμηνεία στα βγαλμένα θαρρείς από έναν άλλον, άυλο, κόσμο "Κούλουθρα" (σε ποίηση Πάνου Φύλλη, της κυριότερης, ίσως, μορφής στη νεότερη κυθηραϊκή λογοτεχνία), με το παιχνίδι του χρόνου που εκτυλίσσεται στο "Πηγάδι", όπως και με την ατμόσφαιρα των "Τάφων", η «Σύναξις» κερδίζει όλα τα στοιχήματα τα οποία βάζει. Παράλληλα, επίσης, κατακτά μια θέση ανάμεσα στις πιο πρωτότυπες ελληνικές δημιουργίες των τελευταίων χρόνων, έχοντας μάλιστα τα φόντα να σταδιοδρομήσει και στο εξωτερικό. Έστω κι αν χρειαστεί, τελικά, να βαφτιστεί με τους –περιοριστικούς– χαρακτηρισμούς «κλασική» και «παραδοσιακή» μουσική, ώστε να γίνει κάτι τέτοιο.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/IGww40fPNOY" width="320" youtube-src-id="IGww40fPNOY"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-8068857825044854552024-03-10T09:49:00.000+02:002024-03-10T09:49:30.036+02:00Death In June - ανταπόκριση (2016)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgt6i69z3NC-jYxClnZymDd-PcKDPyXO4cawC3Ko7meAFo9xc9_ZpWdCq2QZfm47Hztime28oitLhFPvxtHt9PTY5nET3tXdIEcDFoxZEyaDjxV-odsmDDGLdU0yPUtul7bVLRX0Lw5FZr3_XQluBhC-rEv8yrhvYZzxpdbg-wl8CwdIe9x8RmZRygE-KI/s1200/Dijn_fron.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgt6i69z3NC-jYxClnZymDd-PcKDPyXO4cawC3Ko7meAFo9xc9_ZpWdCq2QZfm47Hztime28oitLhFPvxtHt9PTY5nET3tXdIEcDFoxZEyaDjxV-odsmDDGLdU0yPUtul7bVLRX0Lw5FZr3_XQluBhC-rEv8yrhvYZzxpdbg-wl8CwdIe9x8RmZRygE-KI/w400-h266/Dijn_fron.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Το «MODU» δεν θυμάμαι πού ακριβώς βρισκόταν στο Μεταξουργείο, πάντως το φθινόπωρο του 2016 συγκαταλεγόταν στους καινούριους συναυλιακούς χώρους της Αθήνας. Δεν έμελλε να φτουρήσει, ωστόσο, αφού έκλεισε λίγα χρόνια μετά, για λόγους αδιευκρίνιστους, οι οποίοι ίσως είχαν να κάνουν και με μια πολιτικής φύσης κόντρα, αν δεν με απατά η μνήμη μου.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Εντωμεταξύ, αν και τη θυμάμαι χλιαρή, μια κάποια κόντρα πολιτικής φύσης είχε προκύψει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τον Οκτώβρη του 2016, όταν πρωτοπήγα στο «MODU» για να δω τους Death In June. Ένα εμβληματικό και αναγνωρισμένο γκρουπ, που όμως μπλέχτηκε στον ακροδεξιό/νεοφασιστικό κυκεώνα του ύστερου 20ού αιώνα, λόγω κάποιων δημοσιοποιημένων απόψεων του αρχηγού και ιδρυτή τους Douglas Pearce.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Πέρα από όλα αυτά, ωστόσο –και το πώς διαβάζονται ή το κατά πόσο ευσταθούν– υπάρχει κι ένα αδιαμφισβήτητο neofolk ταλέντο. Το οποίο άστραψε και βρόντηξε στο γεμάτο κόσμο «MODU» εκείνο το μακρινό, πια, φθινόπωρο. Μια ανταπόκριση για τη βραδιά πρωτοδημοσιεύτηκε τότε στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">*<i> οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη συναυλία και ανήκουν στον Μιχάλη Τσίτα</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjM5qHFYAyDKmB5VC8eQXL0PzqkZQ8qp4alL-hpC34FnmhGij7TTqGNTZBoaiNQaUgnRlxzEkv8WpwKAs_pkpgfAWlQcMkpS_xrTYWeL2muIDdYeQdoJtoNnaN54h9aKeBWQ-kP6rJEBXSfSgWNmqXIuDYpsxyBPdNCLwt-i9FrVMKZw97WxScSrXn98e4/s750/Dijn_09.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjM5qHFYAyDKmB5VC8eQXL0PzqkZQ8qp4alL-hpC34FnmhGij7TTqGNTZBoaiNQaUgnRlxzEkv8WpwKAs_pkpgfAWlQcMkpS_xrTYWeL2muIDdYeQdoJtoNnaN54h9aKeBWQ-kP6rJEBXSfSgWNmqXIuDYpsxyBPdNCLwt-i9FrVMKZw97WxScSrXn98e4/w400-h266/Dijn_09.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Καλές εντυπώσεις μου άφησε ο νέος χώρος «MODU», σε αυτήν την πρώτη επίσκεψη: δυο βήματα από το μετρό Μεταξουργείο, ικανός να φιλοξενήσει το όχι λίγο/όχι πολύ κοινό που μπορεί να έχει στα μέρη μας ένα σχήμα σαν τους Death In June, με πραγματικά καλό ήχο –αν και σίγουρα μένει να τσεκάρουμε κι ένα ηλεκτρικό live– και με εξαερισμό επαρκέστατο, ο οποίος βοήθησε να μην υποφέρουμε, καθώς ήρθε μπόλικος κόσμος και το μαγαζί γέμισε. Η συναυλιακή τράπουλα της πόλης ανακατεύτηκε ξανά, λοιπόν, προς το καλύτερο, καθώς φαίνεται.</span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjjkngdLjHpYgqPAe3c7PXBc4AJMfzig518fsP00PHe3Gm1lJ8y6_TphxXxUFCP0lksReIzDmwMr8ySP1S_xx8bQEzc41oIcY5lCV0zUwbsJELRZlwF0KZfOf_tvi9AD_jR6fjz2uGjmJvucriUPTesIMsOqd9BNL6S-QWvlqyZqfet3qNEp2lAhIo-TGI/s750/Dijn_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjjkngdLjHpYgqPAe3c7PXBc4AJMfzig518fsP00PHe3Gm1lJ8y6_TphxXxUFCP0lksReIzDmwMr8ySP1S_xx8bQEzc41oIcY5lCV0zUwbsJELRZlwF0KZfOf_tvi9AD_jR6fjz2uGjmJvucriUPTesIMsOqd9BNL6S-QWvlqyZqfet3qNEp2lAhIo-TGI/w400-h266/Dijn_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν γνώριζα τους IN VEiN που κλήθηκαν ν' ανοίξουν τη βραδιά, πάντως δεν μπορώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου support σχήμα να κερδίζει την παρτίδα με τα πρώτα κιόλας λεπτά της παρουσίας του στη σκηνή και μάλιστα με δικό του κομμάτι –το "Veiled In Pain", από το ομότιτλο ΕΡ που έβγαλαν προς τα τέλη του 2015. Έχουν ακόμα «χιλιόμετρα» να διανύσουν, βέβαια: στις διασκευές που επιχείρησαν (το "Tainted Love", ας πούμε), όπως και στην επαφή με το κοινό, βγήκε μια κάποια αμηχανία. Αλλά η εκτελεστική τους επάρκεια έλαμψε στις ακουστικές κιθάρες και στο βιολί, ενώ ο τραγουδιστής τους ενθουσίασε με το goth μέταλλο της βαθιάς και εκφραστικής του φωνής, η οποία διαθέτει, επιπλέον, το (πάντα σημαντικό) ατού μιας καθαρής άρθρωσης.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στον τίτλο της βραδιάς γράφω Défilé Des Âmes στη θέση του δεύτερου support, όμως θα πρέπει μάλλον να μπει σε εισαγωγικά: δεν είδαμε δηλαδή κάποιο reunion του ιστορικού για το εγχώριο dark underground σχήματος, μα τον Manos 6 –των Skull & Dawn, πλέον– να παίζει εκλογές από την πορεία τους μεταξύ 1998/1999 και 2004. Επί της ουσίας, πάντως, υπήρχε ατόφιο το συναίσθημα εκείνων των ηχογραφήσεων, ενώ η παρουσία πρώην μελών των Défilé Des Âmes ανάμεσα στο κοινό έκανε το set να είναι κάτι παραπάνω από «Manos Six presents». </span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgWAU4ccFHbxb4RpeiztFboUH_j13iZ58GD2E6MmYTM_oRo0LDFcCajbUtt22qoSyUTWkMf-iXn2OodE93DRKetllY7YVfpw4T4i7pA13klC4FPwOfsaTKC3v2sr7bYasGOBDNQKR35RIe8xhDFHPuwjiyM5oC02_QM6eL82dx5d4rgdPu8CPczMIfEon8/s750/Dijn_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgWAU4ccFHbxb4RpeiztFboUH_j13iZ58GD2E6MmYTM_oRo0LDFcCajbUtt22qoSyUTWkMf-iXn2OodE93DRKetllY7YVfpw4T4i7pA13klC4FPwOfsaTKC3v2sr7bYasGOBDNQKR35RIe8xhDFHPuwjiyM5oC02_QM6eL82dx5d4rgdPu8CPczMIfEon8/w400-h266/Dijn_02.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οπωσδήποτε οι δύο συνοδοιπόροι του, η Ηλιάνα Κορέτση με τον μετρημένο λυρισμό της στο τσέλο και ο Sean Ragon των Αμερικανών Cult Of Youth (σε μια συμμετοχή-έκπληξη), ο οποίος έδωσε πραγματικό martial ρεσιτάλ στα επιβλητικά κρουστά. Αλλά την παράσταση κανείς δεν μπορούσε να την κλέψει από τον Manos 6. Με χιούμορ και άνεση απέναντι στους θεατές, με θαυμάσιο χειρισμό της κιθάρας του και με υποβλητικές ερμηνείες, τίμησε με τον καλύτερο τρόπο το παρελθόν, θυμίζοντάς μας την αξία στιγμών σαν το "My Middle Name", το "Mushrooms" ή το "The Darker The Sky".</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Οι Death In June, τώρα, δεν μας κράτησαν πολύ σε αναμονή: άντε κανά τέταρτο να καθυστέρησαν από την αναγραφόμενη ώρα έναρξης. Βασικά δηλαδή o Miro Snejdr, ο οποίος εμφανίστηκε με χακί περιβολή, πράσινο στρατιωτικό μπερέ και λευκή μάσκα, κάθισε στο πιάνο κι άρχισε ένα ρεσιτάλ κάπου μεταξύ νεοκλασικισμού κι ενός μοντερνισμού στα βήματα του Κλωντ Ντεμπισί, συνοδεία φωνητικών samples. Είναι, ασφαλώς, μια πάγια αρχή στις συναυλίες της μπάντας τον τελευταίο καιρό. Εντούτοις, όταν πια φτάσαμε στο 20λεπτο, η υπομονή του κόσμου εξαντλήθηκε και τα «πηγαδάκια» πήραν φωτιά κατά μήκος του «MODU». Ακριβώς εκεί, όμως, εμφανίστηκε ο Douglas Pearce, στα χακί κι αυτός, με τη γνωστή του βενετσιάνικη μάσκα. Οπότε έπεσε ηχηρό χειροκρότημα, με εκείνον να ανταποδίδει βγάζοντας κραυγές λύκου.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ό,τι ακολούθησε, δεν διέφερε παρά σε λεπτομέρειες από το live που ο Pearce είχε δώσει και πριν 2 χρόνια στην Αθήνα, στο «X-Battery Club». Η συναυλία κόπηκε σε τρία μέρη: στο πρώτο, ο Snejdr τον συνόδευσε στο πιάνο· στο δεύτερο έλαβε θέση στα κρουστά, για μια θορυβώδη «επίθεση» σε martial ρυθμούς· και στο τρίτο ο Pearce έμεινε μόνος στη σκηνή, χωρίς τη μάσκα του, με την κιθάρα στο χέρι.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι ίσως ζήτημα οπτικής και γούστου, μα προσωπικά βρήκα τον Pearce καθηλωτικό και στις τρεις αυτές εκφάνσεις της ζωντανής του εμφάνισης στο «MODU». Όποιος βέβαια δεν έχει επαφή με τους Death In June και τον τρόπο με τον οποίον κινούνται εδώ και κάποια χρόνια, ίσως θεωρούσε το μουσικό σκέλος φτωχό –το πιάνο του Snejdr έπαιζε πράγματι υποτυπώδη θέματα, η κιθάρα έμεινε συνήθως καρφωμένη στον ίδιο τόνο, τα τραγούδια δεν ξεχώριζαν το ένα από το άλλο, παρά μόνο από τους στίχους.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Κι όμως, όπως και στον παλιό folk κόσμο κυριαρχούσαν τα κυκλικά, επαναλαμβανόμενα σχήματα και τα πάντα κρίνονταν από την πειθώ του τροβαδούρου και την αξία των στίχων/ιστοριών του, έτσι και στη δική μας περίπτωση απέναντι στεκόταν ένας καλλιτέχνης ο οποίος μας είχε να κρεμόμαστε από τα χείλη του, σαγηνεύοντας με την άρθρωσή του, τα στρογγυλά αγγλικά του, τη μελαγχολία με την οποία πότιζε τα φωνήεντά του, τον σαρδόνιο κυνισμό που απέπνεαν οι λέξεις του. Στη διάρκεια αυτή, καθείς μάλλον στάθηκε στις δικές του αγαπημένες στιγμές από τον κατάλογο των Death In June (εγώ προσωπικά στην απίθανη εκτέλεση του "Peaceful Snow" με τον Snejdr στην καλύτερη πιανιστική στιγμή της βραδιάς και στο "Luther's Army" στο αμιγώς κιθαριστικό κομμάτι), αν και οι περισσότεροι συναντηθήκαμε, νομίζω, σε τραγούδια όπως τα "Life Under Siege", "Little Black Angel", "Fall Apart" και "But, What Ends When Symbols Shatter?".</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ξινός, μα και επικοινωνιακός με έναν δικό του τρόπο, o Pearce ζήτησε παραγγελιές, «έκοψε» το τσιγάρο χωρίς πολλά-πολλά σε ορισμένους που έκαναν πως δεν είχαν δει την απαγόρευση μπαίνοντας, στο τέλος μάλιστα μας ευχαρίστησε με μια κάποια θέρμη (για τα δεδομένα του), με ένα μικρό a cappella και εν πολλοίς αυτοσχέδιο encore, το οποίο μπορείτε να ακούσετε στον σύνδεσμο στο τέλος του κειμένου. Κατανοώ, τώρα, ότι αυτά τα «hellenic dawn» μπορούν να φανούν κάπως σε μερικούς, δεδομένου και του αμφιλεγόμενου πολιτικού προσανατολισμού των Death In June, πάντως η βραδιά στο «MODU» άνηκε στη μουσική και όχι στην πολιτική. Όντας ένα μικρό δείγμα μιας neofolk κλάσης η οποία μπορεί πια να έχει 60αρήσει, όμως άστραψε και βρόντηξε.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/e_CuaOdLyjI" width="320" youtube-src-id="e_CuaOdLyjI"></iframe></div><br /><div><br /></div><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-3380397150701197222024-03-09T16:57:00.000+02:002024-03-09T16:57:31.863+02:00Mary Chapin Carpenter - The Age Of Miracles [δισκοκριτική, 2010]<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgdGj5U6OyoqCWJ3bvnxN3kvhWug_B2AtKdXM6uWb0mUy-d2ISYk-kiXUWy0jljsgDapVE2OphzzhBYw0EsmMegV8uRftC6W2gCGIHwpDZ3l6XAdQyY1Q9AvDA4Li-uhNcaPxKK8iZ2Wq2G2TnfGBUNwnn0tVBo26rCh5LfcpinpIzCrVTx2a4aOcNtkwc/s617/Carp_fr.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="409" data-original-width="617" height="265" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgdGj5U6OyoqCWJ3bvnxN3kvhWug_B2AtKdXM6uWb0mUy-d2ISYk-kiXUWy0jljsgDapVE2OphzzhBYw0EsmMegV8uRftC6W2gCGIHwpDZ3l6XAdQyY1Q9AvDA4Li-uhNcaPxKK8iZ2Wq2G2TnfGBUNwnn0tVBo26rCh5LfcpinpIzCrVTx2a4aOcNtkwc/w400-h265/Carp_fr.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μια κριτική μου από το 2010 στο άλμπουμ «The Age Of Miracles» της Mary Chapin Carpenter, ένα από τα ωραιότερα στην ιδιαίτερη καριέρα που έχει σκαρώσει η δημιουργός από το Νιού Τζέρσεϊ στις παρυφές της country και της σύγχρονης folk τραγουδοποιίας. Μην πιστεύετε τα Paste και Under The Radar που το έθαψαν, ενώ δοξάζουν την κάθε indie σταρλέτα του βαθιού χασμουρητού.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Όπως κι άλλα μου κείμενα της ίδιας περιόδου, η κριτική αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στο <i>Avopolis</i>, του οποίου ήμουν τότε αρχισυντάκτης. Αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>η κεντρική φωτογραφία προέρχεται από συναυλία της Carpenter το 2010 κι έχει δημοσιευτεί δίχως credit</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiFf_bZ7Z_f0fWEUV73Q-bwpuRcQ0ZmRgtjScUNUjJSzAmjRl3lH3oqctwMFJbr1Jh1vkaHWGuVWVPnHOi_-VjKl-FqLO90AiKb_ALA5pCe413PEyxc0Pr0yNlIoQQh781mP3GalAGj8i8CkZfSZb8SQ_pwvelihL9scAPFRUSEgFHzkwBFB5PLnKAFrgE/s280/Carp_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="280" data-original-width="280" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiFf_bZ7Z_f0fWEUV73Q-bwpuRcQ0ZmRgtjScUNUjJSzAmjRl3lH3oqctwMFJbr1Jh1vkaHWGuVWVPnHOi_-VjKl-FqLO90AiKb_ALA5pCe413PEyxc0Pr0yNlIoQQh781mP3GalAGj8i8CkZfSZb8SQ_pwvelihL9scAPFRUSEgFHzkwBFB5PLnKAFrgE/w400-h400/Carp_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μου αρέσουν οι δίσκοι που σε αφήνουν να τους ανακαλύψεις σιγά-σιγά, γουλιά τη γουλιά. Γιατί δεν παίζουν το fast & furious παιχνίδι της εποχής: λίγο δράση εκεί, λίγο σασπένς παρακάτω, μια «διαφορετική» ενορχήστρωση εδώ για να κάνεις «ααα!», μια παραγωγάρα να φυσάει μήπως και εντυπωσιαστείς και δεν προσέξεις ότι δεν υπάρχουν και πολλά στις συνθέσεις. Μου αρέσουν, γιατί απαιτούν πράγματα και από σένα. Να κοιμηθείς μαζί τους, να μάθεις τα χούγια τους, να αισθανθείς τον παλμό των ρυθμών τους και το βάρος των λέξεων και της εκφοράς τους, να αργήσεις στα ραντεβού σου απλά γιατί τους ακούς. Να τους αγαπήσεις, για να μη λέμε πολλά. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το «Age Of Miracles» της Mary Chapin Carpenter είναι, λοιπόν, ένας τέτοιος δίσκος. Χωρίς να πρόκειται για τη δισκάρα για την οποία θα γραφτούν διθύραμβοι, είναι ένας ήσυχος δυναμίτης. Σαν τα σιγανά ποταμάκια που το ρητό σ' έχει μάθει να τα φοβάσαι: μπαίνεις να βρέξεις λίγο τα πόδια σου και για πότε σ' έχει παρασύρει το ρέμα, ούτε που το αντιλαμβάνεσαι. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι παλιά γνώριμη η Carpenter –και σε μένα και στη δισκογραφία. Τη βρίσκεις στην ταμπέλα «country», όμως, αν και ξεκίνησε όντως από εκεί, είναι εδώ και χρόνια κάτι πολύ παραπάνω: από το «Time*Sex*Love» του 2001 κι έπειτα, ποιεί (στην ουσία) σύγχρονη αμερικάνικη τραγουδοποιία, στην παλέτα έκφρασης της οποίας ενυπάρχουν και country αναφορές, όπως και folk στοιχεία. Δημιουργώντας έναν ήχο που, τελικά, υπερβαίνει τον ορίζοντα του τι ορίζεται ως country. Μάλιστα, με το προηγούμενο άλμπουμ της «The Calling» (2007) έφτασε σε νέα καλλιτεχνικά ύψη, τα οποία και υπερασπίζεται πειστικότατα στο φετινό πόνημα. Μη σας πω, δε, ότι τα επεκτείνει και λιγάκι. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η συνταγή μοιάζει απλή: ηλεκτρικές κι ακουστικές κιθάρες, μπάσο, ντραμς κι άλλα κρουστά, πιάνο, ενίοτε τσέλο, μάντολα, ένα wurlitzer. Οικεία πράγματα, αλλά όχι και απλά. Μένοντας στο πνεύμα των τραγουδοποιών, η Carpenter βάζει τις συνθέσεις να υπηρετήσουν τα λόγια. Να τα ντύσουν, να ταιριάξουν τα χνώτα τους, να βρουν τις κατάλληλες ατμόσφαιρες και τα μαγικά εκείνα «τόσο/όσο». Και πετυχαίνει σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις να βγάλει το αποτέλεσμα που θέλει –άσχετα, τώρα, αν αυτό είναι ή όχι ενδιαφέρον καλλιτεχνικά. Επιπλέον, αποτελεί και η ίδια μέλος της καλοκουρδισμένης ορχήστρας της (είναι ικανότατη κιθαρίστρια), κάτι που σαφώς τη βοηθάει. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι, ό,τι ακούγεται απλό και γνώριμο, είναι συνάμα και ποτισμένο με τη βαθύτερη εκείνη φλόγα που ανάβει όταν η μουσική συναντά τον λόγο και δημιουργείται το τραγούδι. Αν το σκεφτείτε μέσω μιας τέτοιας οδού, οι τραγουδοποιοί της Δύσης είναι ό,τι πιο κοντινό διαθέτει ο μουσικός της πολιτισμός στις λαϊκές παραδόσεις της Ανατολής –συμπεριλαμβανομένης της δικής μας. Πιο κοντά βρίσκεται η Carpenter στον Βασίλη Τσιτσάνη, δηλαδή, παρά στον Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ. Όσο κι αν κάτι τέτοιο βγάζει ορισμένους από τα ρούχα τους. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το «The Age Of Miracles» είναι γεμάτο από γερά τραγούδια. Προσωπικές εξομολογήσεις με πανανθρώπινο χαρακτήρα, ψίθυροι ικανοί να ακουστούν σαν βροντή, μνήμες και βιώματα που, χωρίς να είναι δικά σου, μπορούν να κόψουν σαν απότομη ξυραφιά σε φρέσκο από γένια μάγουλο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μπορείς να δεις κι εσύ στο φαντασιακό σου τους κίτρινους τοίχους του εργοστασίου του "4 June 1989"· να προσυπογράψεις ότι η αγάπη είναι ο μεγαλύτερος εξαπατητής, καθώς περπατάς στο Παρίσι με το ζευγάρι του "Mrs. Hemingway"· να μοιραστείς το ερώτημα για την πηγή της ελπίδας σε μια αβέβαιη ζωή, που κάνει τη σε διάσταση σύζυγο του "I Put My Ring Back On" να ξαναβάλει το δαχτυλίδι στο δάχτυλό της –συγχωρώντας, μα μη ξεχνώντας· να σου κοπεί η ανάσα καθώς αναλογίζεσαι ότι όλα όσα αγαπάς μπορεί και να χαθούν, αφήνοντάς σε να αναμετρηθείς με απύθμενα βάθη, όπου η μόνη αλήθεια είναι το carpe diem των Λατίνων. Και να παραδεχτείς, χωρίς δάκρυα και υστερίες, ότι, πράγματι, μπορεί να είμαστε ικανοί να πετάμε στο Διάστημα και να πατάμε στο Φεγγάρι, αλλά σε αυτήν την Εποχή των Θαυμάτων υπάρχουν μερικά μικρά, καθημερινά πράγματα τα οποία είναι πολύ πιο δύσκολα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τα τραγούδια της Mary Chapin Carpenter ίσως να μη σας αφορούν, ίσως να τη βαριέστε (ερμηνεύτρια είναι, όχι φωνάρα), ίσως να βρίσκετε πολύ αμερικάνικους αυτούς τους ήχους –αν κι εδώ θα μου επιτρέψετε μια ένσταση, ότι κάτι americana δημιουργοί αποθεώνονται με περισσή ευκολία έτσι και πετάξουν δυο ή τρία ψωριάρικα κόκαλα «εναλλακτικότητας» δίπλα στις country ατμόσφαιρες. Όμως, πέραν γούστων, του δικού μου που βρίσκει το «Age Of Miracles» ένα μικρό φθινοπωρινό αριστούργημα και του δικού σας, που μπορεί, όπως είπαμε, να βαριέται, υπάρχει και η πραγματικότητα ενός πολύ καλού δίσκου, ο οποίος άνετα καπαρώνει μια θέση στους πιο αξιόλογους του 2010. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/YSPGT0nTXyI" width="320" youtube-src-id="YSPGT0nTXyI"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-20215433563866943172024-03-07T22:35:00.000+02:002024-03-07T22:35:23.024+02:00David Bowie - Blackstar [δισκοκριτική, 2016]<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjf64AlVAALtK3E3ZvGvUGTNNXw3sAhQOLEIcXqZ6GzTIImPjs25kVknuX8xZnIwe1Xjdz15mosvXaFKy7Hsmnyuoqc09Hc0Toi8YNNVz9b0TfP3H-o4oI-QH4m5gm1kEA-DMt5z-S7VW2cTHdO5XUN2QuXIh8p5QijYu-NuxxIpXTKV3hsLoBDQ0N6O4A/s620/Bowie_front.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="414" data-original-width="620" height="268" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjf64AlVAALtK3E3ZvGvUGTNNXw3sAhQOLEIcXqZ6GzTIImPjs25kVknuX8xZnIwe1Xjdz15mosvXaFKy7Hsmnyuoqc09Hc0Toi8YNNVz9b0TfP3H-o4oI-QH4m5gm1kEA-DMt5z-S7VW2cTHdO5XUN2QuXIh8p5QijYu-NuxxIpXTKV3hsLoBDQ0N6O4A/w400-h268/Bowie_front.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Όταν έκατσα να γράψω μια κριτική στο «Blackstar» του David Bowie, πίσω στον Iανουάριο του 2016, δεν είχα ιδέα από τα όσα είχε σχεδιάσει, κάνοντας μια τελευταία υπόκλιση στο κοινό, μα και στην τέχνη του, καθώς ήξερε εκείνο που εμείς δεν γνωρίζαμε: ότι ο θάνατος ήταν, πια, πολύ κοντά. Ως γνωστόν, τον βρήκε 2 μόλις μέρες μετά την κυκλοφορία του δίσκου (και του κειμένου μου), αφήνοντας όσους τον αγαπήσαμε άλαλους, σκορπισμένους, δακρυσμένους για μέρες.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ο δίσκος, τώρα, ακόμα και δίχως αυτήν την παράμετρο, ήταν ένα ποίημα. Είχα κάμποσα χρόνια να ακούσω κάτι τόσο ωραίο από τον Bowie, ήταν δε, όπως έγραψα, πολύ καλύτερο από διάφορα πολυπαινεμένα άλμπουμ της pop/rock επικαιρότητας των 2010s.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Η κριτική πρωτοδημοσιεύτηκε στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>η χρησιμοποιούμενη φωτογραφία του Bowie προέρχεται από το υλικό που συνόδευσε το βιντεοκλίπ για το τραγούδι "Blackstar"</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj2DvF98n05J7o0mgnW5x-YsKEKVlJCV3V_oFNHwhyphenhyphenZguu8MWmCedNH5HDkhCeSQEVP-_4mZNbmY2avyky_VuQIeVKez8n2oy2_fSaqdgXPwrKRhnnvRae4b9cSLNK9I8P9DkSVQ7TbyhEZw9D9iue3-ToR-TL-7e4vsAtFKwfyKALkkFe1f2sXefekTRk/s750/Bowie_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="750" data-original-width="750" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj2DvF98n05J7o0mgnW5x-YsKEKVlJCV3V_oFNHwhyphenhyphenZguu8MWmCedNH5HDkhCeSQEVP-_4mZNbmY2avyky_VuQIeVKez8n2oy2_fSaqdgXPwrKRhnnvRae4b9cSLNK9I8P9DkSVQ7TbyhEZw9D9iue3-ToR-TL-7e4vsAtFKwfyKALkkFe1f2sXefekTRk/w400-h400/Bowie_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σε καιρούς όπου οι περισσότεροι από τους καινούριους ήρωες της ποπ κουλτούρας κάνουν συνήθως κάτι παλιό –κι έτσι δεν αποτυπώνονται ως παντός καιρού φιγούρες, μα ως πρωτεργάτες κάποιας φάσης που γρήγορα, κατόπιν, ξεχνούν ακόμα και υποστηρικτές– ο David Bowie γιορτάζει τα 69 με έναν δίσκο που θα ακούσουν και θα συζητήσουν όλοι. Ακριβώς γιατί εκείνος είναι ένας παλιός ήρωας, που όμως ενδιαφέρεται να κάνει κάτι καινούριο. Με αποτέλεσμα να αναγνωρίζεται ως «μεγάλος καλλιτέχνης» ακόμα και από τη γενιά που θυμάται μόνο την Amy Winehouse ως κάτι παρεμφερές με όσα έχει ακούσει από τους παλιότερους μουσικόφιλους. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Φοβάμαι, βέβαια, ότι, για πολλούς εκεί έξω, το ★Blackstar έχει ήδη κριθεί κι ας κυκλοφορεί σήμερα. Σε έναν κόσμο, δηλαδή, όπου η μουσική συγκροτεί/ενισχύει ταυτότητες ή χρησιμεύει για την επιβεβαίωση του «ανήκειν» σε μια κοινότητα, τα στρατόπεδα έχουν συγκροτηθεί και η όποια κριτική θα αντιμετωπιστεί με άξονα το αν εξυπηρετεί την ιδεολογία. Είμαστε με τους μύθους; Ή αυτοκαθοριζόμαστε επειδή ακριβώς στεκόμαστε απέναντί τους; Η Κατερίνα Γώγου μπορεί επομένως να γελάσει χαιρέκακα, αφού, για ακόμα μία φορά, η στάση ζωής θα καθοριστεί πράγματι «<i>από το στυλ της καρέκλας</i>». </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Παίζει rock 'n' roll ο Bowie στο ★Blackstar; </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Θα έπρεπε να παίζει, για να μας αρέσει; </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Γουστάρουμε να μην παίζει, γιατί είμαστε από αυτούς που πια βαρέθηκαν το rock 'n' roll; </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τον θέλουμε αβανγκαρντίστα; </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ή μήπως τον προτιμάμε αναγνωρίσιμο;</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και, τελικά, πιστεύουμε ότι χωράνε κι άλλα πράγματα στην ποπ κουλτούρα, πέρα από όσα radio friendly τρίλεπτα/τετράλεπτα τηρούν κι έναν έτσι εναλλακτικό κώδικα, για να μη μας πούνε και μεϊνστριμάδες;</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι πραγματικά αυτά τα ερωτήματα· και είναι κρίσιμα. Τα τροφοδότησε άλλωστε και το ίδιο το περιβάλλον του Bowie, κυρίως ο παραγωγός Tony Visconti, με δηλώσεις τύπου «<i>θέλαμε να αποφύγουμε το rock 'n' roll</i>», «<i>κάναμε κάτι avant-garde</i>», «<i>ακούγαμε πολύ Kendrick Lamar</i>» κτλ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Απαντήσεις πολύ συγκεκριμένες, πάντως, μην περιμένετε. Και για μένα, αυτή είναι και η μεγαλύτερη δύναμη του άλμπουμ. Το πώς κυλάει, δηλαδή, από έναν Bowie που δείχνει να έπαθε Scott Walker ή που τριπάρει σε δομές έτοιμες για ακομπλεξάριστη συνομιλία με τη μοντέρνα πλευρά της σύγχρονης τζαζ –που δεν αγαπήθηκε ποτέ πραγματικά από το ποπ/ροκ κοινό, παρά την καταλυτική παρουσία του Miles Davis– σε έναν Bowie ο οποίος ναι μεν δεν ποιεί πια rock 'n' roll, μα ενίοτε τραγουδάει με έναν τρόπο αν μη τι άλλο αναγνωρίσιμο σε όσους εντρύφησαν στο Station To Station και σε λοιπά 1970s μεγαλεία. Ίσως το σημαντικότερο, όμως, να είναι το πόσο απολαμβάνει ο ίδιος το ταξίδι: αποτυπώνεται γλαφυρά στις ερμηνείες, βοηθώντας τις (μαζί βέβαια με τη στούντιο τεχνολογία, ας μην τρέφουμε αυταπάτες) να ξεπεράσουν τις αναπόφευκτες ουλές του χρόνου στις φωνητικές του χορδές.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">«<i>Everybody knows me now</i>», λέει κάπου στη μέση του δίσκου (στο "Lazarus"), «<i>I've got nothing left to loose</i>». Και, ξέρετε, το εννοεί. Ο ενθουσιασμός του, η δίψα να ξεφύγει πρωτίστως από το δικό του παρελθόν, η ανάγκη να δει το πώς μπορεί να μοιάζει το αύριο τώρα που ο χρόνος του ίσως να τελειώνει, ξύπνησαν ξανά μέσα του το θηρίο του μεγάλου καλλιτέχνη, οδηγώντας τον σε έναν εξαιρετικό δίσκο. Αλλά και σε μια σπουδαία χειρονομία, rock 'n' roll στην ουσία της, κι ας μην επικαλείται πια τη μορφολογία αυτού. Γιατί πολλοί αναρωτιούνται για τη Ζωή στον Άρη, πολλοί γοητεύονται στην προοπτική, μα λίγοι θα πάρουν ένα διαστημόπλοιο να πάνε εκεί και να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και είναι κρίμα που καλομάθαμε στην ασφάλεια του ατέλειωτου déjà vu οι «επαγγελματίες μουσικογραφιάδες» και τόσο αβασάνιστα προβάλλουμε εδώ και μια 15ετία καλλιτέχνες που δεν κάνουν πολλά πέρα από το να ανακυκλώνουν (λιγότερο ή περισσότερο επιτυχώς) το χθες, απλά και μόνο επειδή μας αρέσει το τάδε ή το δείνα παρελθόν. Ξεχάσαμε (ή έτσι κάνουμε, γιατί εκεί πάει το ρεύμα) ότι το rock 'n' roll δεν ανθεί όταν αναπαύεται στα δοκιμασμένα, αλλά ως δύναμη αμφισβήτησης των έτοιμων, που ψηλαφεί διάφορα «outer limits» κάθε εποχής. Γι' αυτά τα «σύνορα» έρχεται να μας μιλήσει στα σχεδόν 70 του και ο Bowie, κρίμα το μπόι, την ομορφιά και τα νιάτα όσων 20άρηδων μηρυκάζουν ψυχεδέλειες, post-punk, τον ίδιο τον Bowie κλπ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Να το έχετε λοιπόν σίγουρο, ότι θα πέσει πολλή γκρίνια. Αλλά το ★Blackstar ξαναρίχνει στο τραπέζι μας το μέτρο με το οποίο θα έπρεπε να κρίνουμε τα πράγματα, όσο κι αν ξεβολεύει κάτι τέτοιο αυτούς που έλπιζαν ότι θα συνέχιζαν να πορεύονται λες και ο Simon Reynolds δεν έγραψε ποτέ το Retromania. Το 2016 μόλις ξεκίνησε και επιτέλους αισθάνεσαι ακούγοντας έναν ας-τον-πούμε-ροκ δίσκο ότι η χρονολογία στο ημερολόγιό σου είναι η σωστή. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/y-JqH1M4Ya8" width="320" youtube-src-id="y-JqH1M4Ya8"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-65041889293413933022024-03-04T15:13:00.000+02:002024-03-04T15:13:27.058+02:00Aluk Todolo - ανταπόκριση (2017)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhduJ0SpdY5Pj_LsookCtookNzxXF0zTzYv6hzsTFO67liCkQxI8AKIrd7Ye8VNq_pSXkAnl6AYsfPvlZTeFIjIdsfmdnWf0Fz3f6sUcP2rIhGimGKXoSTHDhYVuSS0li6TlxifHkraeqddpVxglSDPeoDXXcqBkpNpRD3PKplpfCE5wS4QXIvloM5oDoQ/s1200/Aluk_fron.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhduJ0SpdY5Pj_LsookCtookNzxXF0zTzYv6hzsTFO67liCkQxI8AKIrd7Ye8VNq_pSXkAnl6AYsfPvlZTeFIjIdsfmdnWf0Fz3f6sUcP2rIhGimGKXoSTHDhYVuSS0li6TlxifHkraeqddpVxglSDPeoDXXcqBkpNpRD3PKplpfCE5wS4QXIvloM5oDoQ/w400-h266/Aluk_fron.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Με τις πιο εναλλακτικές πτυχές του σύγχρονου σκληρού ήχου δεν τα πάω (πάντα) καλά, ωστόσο προσπαθώ να μένω ενήμερος. Η περίπτωση των Γάλλων Aluk Todolo, πάντως –οι οποίοι κατατάσσονται, λέει, στο «occult rock»– με ιντρίγκαρε αρκετά, ώστε να πάω να τους δω στο «Temple», τον Νοέμβριο του 2017.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τι αγριάδα αξέχαστη ήταν αυτή... Τι σιδηροδρομική, σαδιστική βία, βγαλμένη από το πιο πηχτό Σκότος, έμπροσθεν μιας επιβλητικής Λυχνίας... Φεύγοντας αγόρασα και μπλουζάκι, μάλιστα, τόσο μου άρεσε η όλη εμπειρία. Το οποίο ακόμα φοριέται σχεδόν 7 χρόνια μετά, αν και παρουσιάζει, πλέον, τα πρώτα σημάδια φθοράς.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #2b00fe;">Μια ανταπόκριση για τη βραδιά δημοσιεύτηκε τότε στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη συναυλία και ανήκουν στον Θάνο Λαΐνα</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjZnDamnUi5-4RodFW18B8Ayg9iQ1WVO2y1dPiusRxkcsZ45Px5kKbj5y6OsiJtqyEd28zzO3zWUEVYBatYj8VNAI2U9YKSzYv9cQPEWzEvkvAiIP_8NlNtoPybJ0Smx9gF1jowv1iv2yO8qi3IQX-ceCBqAeSBSanIfoGJPu82foIyVcUqMPpWdi3yBWo/s750/Aluk_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjZnDamnUi5-4RodFW18B8Ayg9iQ1WVO2y1dPiusRxkcsZ45Px5kKbj5y6OsiJtqyEd28zzO3zWUEVYBatYj8VNAI2U9YKSzYv9cQPEWzEvkvAiIP_8NlNtoPybJ0Smx9gF1jowv1iv2yO8qi3IQX-ceCBqAeSBSanIfoGJPu82foIyVcUqMPpWdi3yBWo/w400-h266/Aluk_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Η 2η μέρα του grand opening του «Temple» στο Γκάζι δεν μάζεψε μεν τον κόσμο που είδαμε στον King Dude (λεπτομέρειες </span><u><a href="https://islands-stream.blogspot.com/search/label/King%20Dude" target="_blank"><span style="color: #ffa400;">εδώ</span></a></u><span style="color: #660000;">), προσέλκυσε όμως κοινό πιο ποιοτικό, το οποίο ήρθε δηλαδή εκεί για τη μουσική και μόνο, γέμισε χαλαρά τον χώρο μπροστά από τη σκηνή και παρακολούθησε τα τεκταινόμενα με προσήλωση σχεδόν θρησκευτική. Άλλωστε, το line-up που είχε στήσει η 3 Shades of Black ήταν εκ φύσεως για πιο υποψιασμένους ακροατές. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τη βραδιά άνοιξαν οι Αθηναίοι Chronoboros, με 20 (περίπου) λεπτά απόκλισης από το ανακοινωμένο χρονοδιάγραμμα, ρίχνοντάς μας στα βαθιά του ήχου τους με το "Coaxed Out Of Cave" –κομμάτι γνώριμο για όσους τους έχουν ξαναπετύχει live, που μάλλον θα βρίσκεται στον (υπό παραγωγή) πρώτο ολοκληρωμένο τους δίσκο. Η μπάντα παίζει ένα μελετημένο κράμα sludge metal με hardcore punk αναφορές, το οποίο υπηρετεί σφιχτά και με όλον τον απαραίτητο θόρυβο, έχοντας ως ψυχή τις κιθάρες και τα «σχισμένα» φωνητικά του Νίκου Ζαλίμογλου, που επέδειξε μάλιστα και ταιριαστή με το ύφος κινησιολογία, χαρίζοντας έτσι και κάτι σαν σκηνική παρουσία στο κατά τα λοιπά στατικό τρίο. </span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhfoLB9gmR0m-zFpN-M18UwZ78H49iVNNXdm1-nwf_kjjr9OAy1k7LnpNZn_5u47iZ_6yArkArsd2hMgtoZPmUryYpI62aN0MpNv5j6EH3-KE43P51e4ShXcQI2WglWS0uI8YAEJKRvS8Vj9k6Du28euHQcWEp6-5sfHxHOR1rIl1WmEGt2XaOkE8V2hbY/s750/Aluk_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhfoLB9gmR0m-zFpN-M18UwZ78H49iVNNXdm1-nwf_kjjr9OAy1k7LnpNZn_5u47iZ_6yArkArsd2hMgtoZPmUryYpI62aN0MpNv5j6EH3-KE43P51e4ShXcQI2WglWS0uI8YAEJKRvS8Vj9k6Du28euHQcWEp6-5sfHxHOR1rIl1WmEGt2XaOkE8V2hbY/w400-h266/Aluk_02.jpg" width="400" /></a></div><div><br /></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το υλικό των Chronoboros μένει νομίζω υπέρ το δέον προσκολλημένο σε δεδομένα διεθνή μοτίβα. Στη ζωντανή του έκφανση, όμως, το οργισμένο πάθος και η ικανότητά τους στην απόδοση του όγκου των συνθέσεων κάνει την όλη εμπειρία πιο λειτουργική. Δίκαιο, λοιπόν, το χειροκρότημα που έλαβαν από τους παριστάμενους στο «Temple» καθώς ολοκλήρωσαν το set με το "Diadem" και ωραίο γενικότερα το «ζέσταμα», έστω κι αν η επίδρασή του χάθηκε κατόπιν, λόγω της καθυστερημένης εμφάνισης των Aluk Todolo στη σκηνή. Όταν φάνηκε, τελικά, το γαλλικό τρίο στήθηκε πίσω από μια λυχνία, η οποία κρεμάστηκε από το ταβάνι του «Temple» προς το κέντρο της σκηνής, στο ύψος των ντραμς: η παρουσία της δημιούργησε άμεσα κατάσταση, στάθηκε δε υποβλητική σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας, με την τάση της συχνά να ακολουθεί τα κελεύσματα των παιξιμάτων της μπάντας.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Γι' αυτήν τους την εμφάνιση στην Αθήνα, οι Aluk Todolo κέντραραν στο άλμπουμ Occult Rock του 2012 (από τις πιο ξεχωριστές κυκλοφορίες μιας δεκαετίας με πολλά αναμασήματα και πολλούς υπερεκτιμημένους δίσκους). Σοφά, όμως, δεν το απέδωσαν ολόκληρο, μα επένδυσαν σε μια συντομευμένη του εκδοχή, η οποία υπήρξε ταμάμ για ένα συναυλιακό set που δημιούργησε τόσο έντονα συναισθήματα. Προσωπικά μιλώντας, δηλαδή, αν έπαιζαν παραπάνω ίσως και να έφευγα από το «Temple» τρέχοντας και ουρλιάζοντας. Και σε καμία περίπτωση επειδή δεν μου άρεσαν τα όσα άκουγα.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Οι Γάλλοι μπόρεσαν να μεταδώσουν στην εντέλεια το κλίμα του Occult Rock, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Η συναυλία τους έμοιαζε με τελετουργία που διέθετε παράδοξη δύναμη μαγνητισμού, καθώς επιτελούσε κανονικότατη επίθεση στις αισθήσεις υπό το άγρυπνα φωτεινό λογότυπο της μπάντας στο βάθος, το οποίο με τη σειρά του έπαιζε το δικό του παιχνίδι με την παραδοσιακή εικόνα του χριστιανικού Σταυρού: λεπτό με λεπτό, κυλούσες όλο και πιο βαθιά σε μια αφηνιασμένη ψυχεδέλεια, οικοδομημένη πάνω στη «βλάσφημη» σύμπραξη καθωσπρέπει krautrock διαδρομών με βίαια, σιδηροδρομικά στοιχεία αντλημένα από το black metal, όπου άλλωστε ανδρώθηκαν οι Antoine Hadjioannou (ντραμς), Shantidas Riedacker (κιθάρα) & Matthieu Canaguier (μπάσο) –όντας μέλη σε μπάντες σαν τους Diamatregon και Vediog Svaor, πριν στήσουν τους Aluk Todolo.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σύντομα, έτσι, ανακάλυπτες ότι δεν είχες περιθώρια ελιγμών σαν ακροατής· ότι το συγκρότημα σε υποχρέωνε να αντιμετωπίσεις το Τέρας που αναδυόταν από το άμορφο μα πηχτό σκοτάδι που έχτιζε με τη μουσική του, το οποίο και σε κατάπινε με σαδιστικά ηδονικό τρόπο. Από εκεί και πέρα κάθε ένας βίωσε σε προσωπικό επίπεδο την αλληλουχία σκέψεων που πυροδότησε όλο αυτό το ηχητικό εργοτάξιο, γύρω από το ποιος είναι, πού πάει, τι διάολο κάνει με τη ζωή του. Δύο τουλάχιστον άνθρωποι σκέφτηκαν λ.χ. να παρατήσουν τις δουλειές τους, έτσι για να δώσω ένα χειροπιαστό παράδειγμα, προτρέχοντας τις κατηγορίες περί φιλολογικών ερμηνειών πάνω στη ροκ εμπειρία. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Φεύγοντας, πήρα μπλουζάκι Aluk Todolo από το merch. Ούτε και μπορώ να υπολογίσω πόσα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που έκανα κάτι τέτοιο.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/3F4R2zW0SVM" width="320" youtube-src-id="3F4R2zW0SVM"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-27753449849348028192024-03-03T15:54:00.000+02:002024-03-03T15:54:19.034+02:00Fujiko Hemming - ανταπόκριση (2013)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEim8Er6l2tXUJVQVAKCxFwPxfy-o2Bn0Cxk9h4UqODkqgHEiNQafmrnuniqiD2UC3ajXn2z4R2XK6nv1rYKRY0fGqG8Y2X5yRARuUiuaGn5-scgSRnUYuRKd09tgtbtYotgOF9qyW9erwwtngHB-iGvxjZJai1DJ6pKIbzIH9OBWUAOYsB7-_Pd3ClVZjw/s1600/FujikoH_fron%20(1).JPG" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="1062" data-original-width="1600" height="265" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEim8Er6l2tXUJVQVAKCxFwPxfy-o2Bn0Cxk9h4UqODkqgHEiNQafmrnuniqiD2UC3ajXn2z4R2XK6nv1rYKRY0fGqG8Y2X5yRARuUiuaGn5-scgSRnUYuRKd09tgtbtYotgOF9qyW9erwwtngHB-iGvxjZJai1DJ6pKIbzIH9OBWUAOYsB7-_Pd3ClVZjw/w400-h265/FujikoH_fron%20(1).JPG" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Πηγαίνοντας να δω την Fujiko Hemming στο Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη, τον Νοέμβριο του 2013, γνώριζα πως πήγαινα στη συναυλία μιας αμφιλεγόμενης πιανίστριας. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν ήμουν προετοιμασμένος για το θέαμα των αρκετών αποχωρήσεων από την αίθουσα, που συνέβαιναν μάλιστα και επιδεικτικά, καθώς έπαιζε. Μου έχει μείνει στη μνήμη η έκπληξη που ένιωσα.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Η δική μου εντύπωση, πάλι, ήταν η ακριβώς αντίθετη –την απόλαυσα τη Fujiko Hemming. Μια ανταπόκριση για τη βραδιά, μάλιστα, δημοσιεύτηκε τότε στο <i>Avopolis </i>και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό που διατέθηκε εκείνη την εποχή στον Τύπο</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhFPHCq8p2nQiq_Qa9YuUTSEOHwYR84qU8Dq3_mo6Y6sV1C30SIQhUV2JCJaiUyIZ223bNHKyq6bZ9iyU_pT-vkDOXutJnK4dRPU2jIbECs9RrQ9Gym6_X_AaoU8RYBRKiuc7fvscJaXN70sgx6OeuFv-f0BH2otiXyITKfJyfR6B8-2Vbm-RZkzh__dBg/s1920/FujikoH_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="1080" data-original-width="1920" height="225" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhFPHCq8p2nQiq_Qa9YuUTSEOHwYR84qU8Dq3_mo6Y6sV1C30SIQhUV2JCJaiUyIZ223bNHKyq6bZ9iyU_pT-vkDOXutJnK4dRPU2jIbECs9RrQ9Gym6_X_AaoU8RYBRKiuc7fvscJaXN70sgx6OeuFv-f0BH2otiXyITKfJyfR6B8-2Vbm-RZkzh__dBg/w400-h225/FujikoH_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στο μικρό διάλειμμα που έκανε η Fujiko Hemming ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ της, κρυφάκουσα έναν άλλον θεατή εκεί στο Ίδρυμα Κακογιάννη, ο οποίος διαμαρτυρόταν στην κοπέλα που τον συνόδευε για τα όσα είχαμε μόλις ακούσει –αν δεν κάνω λάθος, μάλιστα, έφυγαν πριν την ολοκλήρωση της συναυλίας. Φαίνεται ότι ορισμένοι ακροατές κλασικής μουσικής τρέφουν αντιπάθεια προς τους σολίστες εκείνους που δεν συμπεριφέρονται φρόνιμα και «σεβάσμια» προς τα πλήκτρα τους.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η Hemming, βέβαια, δεν είναι καμιά θεατρίνα. Δεν είναι καθόλου επικοινωνιακή, ας πούμε (φάνηκε και από τις αμήχανες ευχαριστίες της στο τέλος, σε ένα μίγμα ιαπωνικών, γερμανικών και ακαταλαβίστικων αγγλικών), ενώ το ντύσιμό της απέχει παρασάγγας από το γνώριμο, ατσαλάκωτα επίσημο στιλ των δεξιοτεχνών του κλαβιέ. Κι αν το εκθαμβωτικό κόκκινο κιμονό του πρώτου μέρους έγινε δεκτό ως αναφορά στις ρίζες ή/και ως ένδειξη ευχαριστίας προς την ιαπωνική πρεσβεία στην Ελλάδα (ήρθε ως προσκεκλημένη της), το ντύσιμο του δεύτερου μέρους σίγουρα σήκωσε αρκετά απορημένα φρύδια, με όλη εκείνη την παρέλαση των ποστίς μαλλιών, των τσιγγάνικων φουλαριών και των ριχτών ρούχων. Εν πάση περιπτώσει, δεν πρόκειται να κερδίσεις έτσι τη συμπάθεια του παραδοσιακού κοινού κλασικής μουσικής, με την κάπως πουριτανική αίσθηση της ευπρέπειας που το διακρίνει. Και οπωσδήποτε κάνεις τη ζωή σου ακόμα πιο δύσκολη αν αρχίσεις να παίζεις Σεργκέι Ραχμάνινοφ, Μωρίς Ραβέλ και Φρεντερίκ Σοπέν έτσι «ακατάστατα». </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αλλά η δική μου γνώμη είναι ότι η 74χρονη μουσικός με την περιορισμένη ακοή (μόλις 40% της έχει απομείνει, ύστερα από δοκιμασίες με σοβαρές μολύνσεις στα αφτιά) ξέρει πάρα πολύ καλά τι κάνει· ότι συνειδητά σπάει τους τύπους, κάνοντας μια ηχηρή δήλωση για το πώς αντιλαμβάνεται τον πιανίστα. Έτσι όπως επιτίθεται (και το εννοώ μισο-κυριολεκτικά) στα πλήκτρα, δηλαδή, όπως αντιστρατεύεται την απαλότητα στις συνθέσεις του Σοπέν και του Φραντς Λιστ (προτιμώντας ένα πνεύμα πιο διονυσιακό) ή όπως περιφρονεί τις πιο μακροσκελείς μελωδικές φράσεις, μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλικό τον τυπικό, λεπτολόγο επαγγελματία σολίστ ή όποιον τέλος πάντων ακροατή δίνει βάση στην ακρίβεια των παραδεδομένων και γενικά στα τακτοποιημένα πράγματα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι ακριβώς αυτή η προσέγγιση, όμως, που έκανε το σαγόνι πολλών από μας να πέσει στο Ίδρυμα Κακογιάννη. Στο πιο απίθανο "Nocturne in B flat minor op. 9-1" του Σοπέν που έχω ακούσει· σε έναν θριαμβικό, απόλυτα προσωπικό Λιστ, όπως εκφράστηκε κυρίως στο "La Campanella (Études D' Exécution Transcendante D' Après Paganini S. 141-3)"· σ' ένα απίθανο "Pavane Pour Une Infante Défunte" του Ραβέλ· και, πάνω απ' όλα, σε εκείνη την απίστευτα μινιμάλ ανάγνωση στο "Prelude in G major Op. 32-5" του Ραχμάνινοφ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σε κάθε μία από τις εν λόγω περιπτώσεις, η Hemming μου θύμισε τον τρόπο του Δημήτρη Μητροπάνου: εκείνη την έμφαση δηλαδή που έδινε στον συναισθηματικό χρωματισμό των λέξεων, χάριν της οποίας δεν δίσταζε να μετακινηθεί εκτός παρτιτούρας και δεδομένων μελωδικών γραμμών, ακόμα και να ολισθήσει στην τονική αστάθεια. Η Hemming, λοιπόν, εφορμά στο συναίσθημα με παρόμοιο τρόπο, αντιλαμβανόμενη τον πιανίστα όχι ως άρτιο μηχανικό εκτελεστή, μα ως τον μεσάζοντα που πρέπει να επικοινωνήσει το απίθανο, όσα στοιχεία καθιστούν τα (όποια) έργα διαχρονικό αντικείμενο πάθους. Ακόμα κι αν στην πορεία καταστρατηγήσει ό,τι θεωρείται ωδειακώς «σωστό».</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η βραδιά είχε κόσμο, αλλά όχι τόσο ώστε να γεμίσει το Ίδρυμα Κακογιάννη –παρότι η είσοδος ήταν ελεύθερη (είχε βέβαια και Ιγκόρ Στραβίνσκι στο Μέγαρο, την ίδια μέρα). Το βρήκα κρίμα, γιατί η ιαπωνική πρεσβεία μας έκανε ένα αληθινά ακριβό δώρο. Η αξία του, ωστόσο, ίσως τελικά να κρίνεται ανάλογα με το πόσο μη τυπολατρικά μπορείς να σταθείς απέναντι στη μουσική. Στη δική μου συνείδηση, πάντως, μετά τα όσα βίωσα, δεν χωρούν αμφιβολίες: η Fujiko Hemming είναι μια καταπληκτική πιανίστρια.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/xNzzF0M5hB0" width="320" youtube-src-id="xNzzF0M5hB0"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-19362335354463702992024-03-02T10:08:00.000+02:002024-03-02T10:08:02.812+02:00Πασχάλης - συνέντευξη (2012)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjelH6ACnj6pO_Pijfq1L7AuVLaEhLnzNxLF2xNHXtSVUO0SyT5_RxC9KWzCOG3cKjsziAQA8Vsxc1Wi9Y16B53hrdLNv2r1NMRyshP_w8fQfnkTMms6oj6pgALxvBeOTdQvJBv62jquJ4/s400/Psxls1.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="300" data-original-width="400" height="300" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjelH6ACnj6pO_Pijfq1L7AuVLaEhLnzNxLF2xNHXtSVUO0SyT5_RxC9KWzCOG3cKjsziAQA8Vsxc1Wi9Y16B53hrdLNv2r1NMRyshP_w8fQfnkTMms6oj6pgALxvBeOTdQvJBv62jquJ4/w400-h300/Psxls1.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Εποχές Sonik, εποχές Κρίσης, η κρίση για τα έντυπα, βέβαια, είχε ξεκινήσει πολύ πριν την καταβαράθρωση της ελληνικής οικονομίας και του δημόσιου χρέους της χώρας. Το περιοδικό, λοιπόν, ζούσε πλέον κυρίως με αφιερωματικά τεύχη, τα οποία τυπώνονταν (περίπου) ανά τρίμηνο ή τετράμηνο. Διάστημα που ίσως δείχνει αρκετό, μα στην πράξη ποτέ δεν αρκούσε, γιατί η σχετική ύλη είχε απαιτήσεις κι έβγαινε τελικά με κόπους και ξενύχτια, αφού κανείς δεν αμειβόταν ικανοποιητικά και όλοι έπρεπε να ζουν κάπως αλλιώς –και μάλιστα στις άνωθεν συνθήκες. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Το πονάγαμε, όμως, το περιοδικό όσοι συμμετείχαμε. Και κάπως έτσι μπλέξαμε σε κάποια φάση με το ελληνικό rock, είπαμε να βγάλουμε τεύχος για τα 50 του χρόνια και βρέθηκα να μιλάω στο τηλέφωνο με τον Πασχάλη και να κλείνουμε ραντεβού δια ζώσης στα νότια προάστια, για καφέ δίπλα στη θάλασσα. Ακόμα τον θυμάμαι να έρχεται χαμογελαστός από το βάθος του δρόμου, καβάλα στο ποδήλατό του.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από τη συζήτησή μας βγήκε λοιπόν μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο τεύχος #81 του Sonik με τίτλο «Μισός Αιώνας Ελληνικό Ροκ, από τα 60s στα 00s» (Δεκέμβριος 2012). Δεν θυμάμαι, αυτή τη στιγμή, αν δημοσιεύτηκε αργότερα και στο ίντερνετ (στο Avopolis, δηλαδή), νομίζω πάντως πως όχι. Οπότε η παρούσα αναδημοσίευση είναι, ταυτόχρονα, η πρώτη της διαδικτυακή παρουσία. Για λογαριασμό της, έχουν γίνει μικρές, κυρίως αισθητικής φύσης τροποποιήσεις, έχει διατηρηθεί, όμως, το στυλ γραφής του περιοδικού σε φράσεις π.χ. όπως «ροκ εντ ρολ» που εγώ προτιμώ να γράφω με λατινικούς χαρακτήρες.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από υλικό που είχε τότε το περιοδικό στη διάθεσή του, για το σχετικό αφιέρωμα</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj1UGigDpMmUuBOeB2-Gv1Xeb7djhC_LCNyPgxTTqZzyn3ZZk32AFEWZe6i6oeuixZCrGccFxA8xSb-0P0r2f3vEpbzRseAULbJD586eukz24z_WzoZb_Susf288WcV-HcMefnJ14HM7IL7pBlhzbZ7n3wL_1By_BiwE8gE_xvP6Q2KyYcx4pL2kc3ASXA/s701/Pasxalis_1.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="701" data-original-width="500" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj1UGigDpMmUuBOeB2-Gv1Xeb7djhC_LCNyPgxTTqZzyn3ZZk32AFEWZe6i6oeuixZCrGccFxA8xSb-0P0r2f3vEpbzRseAULbJD586eukz24z_WzoZb_Susf288WcV-HcMefnJ14HM7IL7pBlhzbZ7n3wL_1By_BiwE8gE_xvP6Q2KyYcx4pL2kc3ASXA/w285-h400/Pasxalis_1.jpg" width="285" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Υπήρξε τόσο καταλυτική όσο λένε η ταινία του Ρίτσαρντ Μπρουκς «Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακα» (1955), ώστε να αρχίσουν να κινούνται οι ροκ εξελίξεις στην Ελλάδα; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακα αναφέρεται στην εποχή της κυριαρχίας του ροκ εντ ρολ του Elvis Presley. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι αφορά περισσότερο στα χρόνια από το 1955 μέχρι και το 1962-1963. Εγώ ανήκω στην επόμενη γενιά, αυτή των Beatles και των βρετανικών συγκροτημάτων, η οποία ξεκινά ακριβώς εκεί γύρω στο 1962-1963 και κυριαρχεί ως τη δεκαετία του 1970. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Θα χαρακτήριζα τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ως μια εποχή όπου τα πάντα εξελίσσονταν με ένα κυρίαρχο στοιχείο: την ανθρώπινη προσφορά, με την έννοια της κατάθεσης ψυχής, πνεύματος, καρδιάς. Τα πάντα τότε γίνονταν με ορμή και όρεξη, για να ζήσει κανείς τη ζωή ρουφώντας την, απολαμβάνοντάς την. Κι ας ήταν οι κοινωνικές συνθήκες όπως όλοι ξέρουμε, με τα γνωστά προβλήματα. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι σήμαινε τότε να είσαι νέος; Πώς διαφοροποιούταν από τις προηγούμενες γενιές;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το διαφορετικό τότε ήταν ότι ένιωθες επαναστάτης. Γιατί κυριαρχούσαν πολλά ταμπού στην κοινωνία και με το να τα σπας αισθανόσουν όμορφα, αισθανόσουν έναν δυναμισμό. Το να πηγαίνεις στο σχολείο με την ποδιά του μαθητή και μετά να την πετάς ώστε να πας στο κλαμπ να χορέψεις, ήταν μια επανάσταση –και ωραία επανάσταση. Έπειτα, δημιουργούνταν παρέες, μεγάλες παρέες με βάση τις γειτονιές, με όλους μας να έχουμε πιάσει όργανα και να προσπαθούμε να φτιάξουμε συγκροτήματα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Κάθε γειτονιά είχε και το συγκρότημά της: περνούσες απ' τους δρόμους και άκουγες κλαπατσίμπαλα σχεδόν από κάθε υπόγειο. Και υπήρχε και αντιπαλότητα, βέβαια, π.χ. όταν ένας από τη μια παρέα πείραζε ένα κορίτσι της άλλης ή στα κλαμπ, όπου συναγωνιζόμασταν στα χορευτικά για διάφορα βραβεία. Όλα αυτά δημιουργούσαν λοιπόν μια ατμόσφαιρα, μια κατάσταση. Βοηθούσε πολύ, επίσης, ένα κύμα ραδιοπειρατών το οποίο αναπτύχθηκε εκείνα τα χρόνια, με πολλά παιδιά να φτιάχνουν τους δικούς τους σταθμούς στα μεσαία κύματα (δεν υπήρχαν τότε τα FM). </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι, όσοι παίζαμε τη νέα βρετανική μουσική δεν εξαρτιόμασταν από το κρατικό ραδιόφωνο, που ήταν στιλιζαρισμένο και είχε κι εκείνο τα δικά του ταμπού ως προς τα προγράμματα. Όχι βέβαια ότι δεν υπήρχαν και καλές εκπομπές για ξένη μουσική –θυμάμαι να παρατάω το παιχνίδι και να τρέχω στο σπίτι για να μη χάσω κάποιες. Όμως δεν ήταν εκπομπές με αναφορές στη βρετανική και αμερικάνικη μουσική. Τέτοια μουσική έβρισκες μόνο στο Ράδιο Λουξεμβούργο, το οποίο επίσης άκουγα πολύ.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κάπως έτσι ξεκίνησαν δηλαδή και οι Olympians, στις συνθήκες που περιγράφετε...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι. Το πρώτο συγκρότημα που έφτιαξα ήταν οι Drugstore Men –με τους φίλους που μέναμε στη γειτονιά του Διοικητηρίου στη Θεσσαλονίκη και είχαμε αρχίσει να μαθαίνουμε τα πρώτα όργανα. Στη συνέχεια μεταπήδησα στους Brahms, που ήταν πιο εξελιγμένοι, είχαν και ενισχυτές και ήταν και πιο οργανωμένοι. Όμως ήταν μπάντα παλιομοδίτικη, έπαιζαν λατινοαμερικάνικα τραγούδια. Τους έφερα λοιπόν τον αγγλικό αέρα και βγάλαμε ρεπερτόριο Beatles, Rolling Stones, Kinks. Κι αμέσως το γκρουπ απογειώθηκε, σε σύντομο διάστημα είχαμε γίνει το δημοφιλέστερο της Θεσσαλονίκης, καθώς τραγούδια που έγιναν αργότερα γνωστά, π.χ. ο "Τρόπος" ή το "Σχολείο", τα είχα ήδη γράψει από τότε και τα παίζαμε με μεγάλη επιτυχία στις συναυλίες. Έναν περίπου χρόνο μετά –επειδή όλα τότε εξελίσσονταν ταχύτατα– αναθεωρήσαμε τη σύνθεσή μας και αποφασίσαμε να βάλουμε και όργανο, δίπλα σε μπάσο, κιθάρα, ντραμς και σαξόφωνο. Με την προσθήκη του οργανίστα αλλάξαμε και όνομα και γίναμε Olympians. </span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg3jt-HH4LNg62k4C1kvlqNaVGKTVLpD-g3wF1Vw88MQMPceESJYZe-vyAIYdvRJZ2XbnuwWOD9KWBzOBbsJZLUsM5W8wkjgazSoA6d25BBisEJJVCa8u9cuzUzMMkN5vPLcD1qQuFSySOOCqXMaW1_khbj1RhmLgY-YyalAMbgk37y9FaRIV-OFadXLfc/s640/Olympians-2.JPG" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="401" data-original-width="640" height="251" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg3jt-HH4LNg62k4C1kvlqNaVGKTVLpD-g3wF1Vw88MQMPceESJYZe-vyAIYdvRJZ2XbnuwWOD9KWBzOBbsJZLUsM5W8wkjgazSoA6d25BBisEJJVCa8u9cuzUzMMkN5vPLcD1qQuFSySOOCqXMaW1_khbj1RhmLgY-YyalAMbgk37y9FaRIV-OFadXLfc/w400-h251/Olympians-2.JPG" width="400" /></a></div><div><br /></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σας υποστήριζαν οι γονείς σε όλες αυτές τις δραστηριότητες;</b> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Όχι. Τις περισσότερες φορές αντιμετωπίζαμε την άρνησή τους, όπως αντιμετωπίζαμε και το κυνηγητό για το κούρεμα ή τις διαφωνίες τους για τη μόδα που μας άρεσε. Θεωρούσαν ότι αυτά τα πράγματα μας διαφθείρουν. Υπήρχε μια κόντρα γενεών, σε αυτήν αναφέρεται και το τραγούδι μου "Πατέρας Και Γιος". Σήμερα γονείς και παιδιά είναι πολύ πιο κοντά, είναι φίλοι. Ακόμα κι αν έχουν διαφορές, τις λύνουν με διαφορετικούς τρόπους.</span> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Υπήρχαν εγχώρια συγκροτήματα πριν από σας, τα οποία να θαυμάζετε;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ακούγαμε και θαυμάζαμε τους Forminx. Ήμασταν fans κι όταν έρχονταν στη Θεσσαλονίκη τρέχαμε στις συναυλίες τους, έπαιζαν πολύ ωραία. Υπήρχαν και οι Juniors, αλλά δεν τους είδα ποτέ live –κάποια στιγμή είχαν παίξει νομίζω στη Θεσσαλονίκη, όμως δεν μπόρεσα να πάω. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γενικά, πάντως, δεν σχηματίζονταν συγκροτήματα στην Ελλάδα πριν από την εμφάνιση των Beatles, έτσι δεν είναι;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι είναι. Γιατί η εποχή του ροκ εντ ρολ στην Ελλάδα δεν ήταν εποχή συγκροτημάτων, ήταν η εποχή των πάρτυ και του χορού. Η νεολαία χόρευε πολύ, αυτή ήταν η μόδα, αλλά δεν μάθαινε μουσικά όργανα. Αυτό το άλλαξε ο αντίκτυπος των Beatles. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ήταν διαφορετικά τα πράγματα μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνας;</b></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Υπήρχαν διαφορές, ναι. Πολύ μεγάλες διαφορές. Άλλο ρεπερτόριο ακούγαμε στη Θεσσαλονίκη, άλλο άκουγε η Αθήνα. Στην Αθήνα επικρατούσαν τα πιο εμπορικά, σε μας τα πιο ποιοτικά. Το κοινό της Θεσσαλονίκης –και γενικά της βόρειας Ελλάδας– έδειχνε να έχει μια παραπάνω ευαισθησία, ένα πιο ιδιαίτερο γούστο. Νομίζω ότι το διατήρησε αυτό και αργότερα. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιατί προτιμήσατε να μπείτε στον κόπο να παλέψετε με τον ελληνικό στίχο, αντί να γράψετε στίχους στα αγγλικά, που ήταν φαντάζομαι και το πιο εύκολο; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Υπήρχε πράγματι τεράστια δυσκολία στο λεξιλόγιο. Δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε εύκολα τον ελληνικό στίχο σε μοντέρνα τραγούδια με μικρές συλλαβές και μικρές λέξεις, δεν γινόταν ας πούμε να βάλεις μια πολυσύλλαβη λέξη: ήταν κακόηχο, αμέσως ξένιζε. Προσπάθησα, όμως, με τον ελληνικό στίχο γιατί πάντα πίστευα ότι το αγγλόφωνο τραγούδι άρεσε μεν –σε όλους μας άρεσε– αλλά δεν το αισθανόμασταν κι ακριβώς δικό μας. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έχει σημασία να πούμε ότι εκείνη την εποχή η αγγλική γλώσσα δεν ήταν ευρέως διαδεδομένη στην ελληνική κοινωνία: μπορεί σήμερα να ξέρουν σχεδόν όλοι οι νέοι αγγλικά, τότε όμως δεν ίσχυε κάτι τέτοιο. Για μένα ήταν σημαντικό να αισθανθούμε τέτοια πράγματα ως και δικά μας, ως ελληνικό τραγούδι, ως μια πρόταση για την ελληνική μουσική. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο τραγουδούσα και με τον χαλαρό τρόπο με τον οποίον τραγουδούσα. Αν παρατηρήσεις, πολλά από τα συγκροτήματα των 1960s που τραγουδούσαν στα ελληνικά, ερμήνευαν με μια επιτηδευμένα ξενική προφορά –ακριβώς γιατί δεν έβλεπαν τη συγκεκριμένη μουσική ως κάτι που μπορούσε να είναι και ελληνικό. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι ακριβώς έγινε στις 5 Οκτωβρίου του 1966, στο Καλλιμάρμαρο;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Λάβαμε μέρος σε έναν μεγάλο διαγωνισμό συγκροτημάτων, με το όνομα «Χρυσή Βραδιά». Η ψηφοφορία γινόταν μέσω κουπονιών που μοιράζανε οι εφημερίδες –το Έθνος, αν δεν κάνω λάθος– και το έπαθλο για τον νικητή ήταν ένα κιλό χρυσάφι. Κερδίσαμε άνετα σε εκείνον τον διαγωνισμό, μαζεύοντας πάνω από 5.000 ψήφους ενώ το δεύτερο στη σειρά συγκρότημα είχε 303! Και όταν ανεβήκαμε στη σκηνή πήρε φωτιά το Καλλιμάρμαρο, 65.000 κόσμου ουρλιάζανε και μας επευφημούσαν. Έτσι για να πούμε και το αστείο της υπόθεσης, όμως, το έπαθλό μας το πληρωθήκαμε σε πέντε… σόμπες πετρελαίου! </span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgKehCVybBuPqkDa87P2vE2zwsA87z3eedCOErfMe6inBnfq9-s04ZV93S_2dsfuQRasFh-zYXqaBU3Ljv77lQgN4mqf0imifB7hTTMg-S0zRGWC-7r_i9cc0-O_NWHJ1fS3s3pRu0Zy31sDmN_Wiv-BfahkX4VW3IfDlUhh-oEkWTTweY0Nh448bGBPBk/s640/Olympians-3%20(me%20Niko%20Papazoglou%20frontman).jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="384" data-original-width="640" height="240" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgKehCVybBuPqkDa87P2vE2zwsA87z3eedCOErfMe6inBnfq9-s04ZV93S_2dsfuQRasFh-zYXqaBU3Ljv77lQgN4mqf0imifB7hTTMg-S0zRGWC-7r_i9cc0-O_NWHJ1fS3s3pRu0Zy31sDmN_Wiv-BfahkX4VW3IfDlUhh-oEkWTTweY0Nh448bGBPBk/w400-h240/Olympians-3%20(me%20Niko%20Papazoglou%20frontman).jpg" width="400" /></a></div><br /><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Μας εκπλήσσει σήμερα που ακούμε ότι, όταν χρειάστηκε να κάνετε τη θητεία σας, σας αντικατέστησε στους Olympians ο Νίκος Παπάζογλου...</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Γιατί ξέρετε τον Νίκο Παπάζογλου από όταν άλλαξε ύφος. Πιο πριν ήταν ένας από μας: ζούσαμε στην ίδια γειτονιά, κάναμε παρέα, είχαμε τα ίδια γούστα, ανακατευόταν κι αυτός στα συγκροτήματα. Τον απασχολούσε το πάντρεμα της ελληνικής μουσικής με την ξένη, το ανακάτεμα των ντόπιων μονών ρυθμών (5/8, 9/8 κ.ο.κ.) με τους Δυτικούς και το συζητούσαμε, ότι θα μπορούσε όντως να βγει κάτι καλό. Με την παρέα που συνεργάστηκε αργότερα –με τον Μανώλη Ρασούλη, τον Πέτρο Βαγιόπουλο– πέτυχε να βρει τον δικό του χαρακτήρα. Πάντρεψε καλά τα μοντέρνα ροκ στοιχεία με το δημοτικό και το λαϊκό μας τραγούδι. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Άκουγε και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αγγλική μουσική; Πώς συνέβη η συνεργασία σας; </span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Λευτέρης ο Παπαδόπουλος –υποθέτω, δεν μιλήσαμε ποτέ για να τον ρωτήσω πώς και τι– σκέφτηκε να γράψει τραγούδια για μας βλέποντας ότι έχουμε τόσο μεγάλη επιτυχία. Και μας έγινε η πρόταση μέσω της τότε εταιρείας μας, της Ελλαδίσκ. Ήταν καλό το αποτέλεσμα, πιστεύω: ούτε ο Παπαδόπουλος έχασε τον χαρακτήρα του γράφοντας τον "Αλέξη" και την "Ιστορία", ούτε κι εμείς τον δικό μας. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Υπήρχαν συγκροτήματα που τα βλέπατε ως ανταγωνιστές και παρακολουθούσατε την πρόοδό τους; Ή αισθανόσασταν κυρίαρχοι; </span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντα υπήρχε συναγωνισμός, ειδικά με τους Charms και τους Idols, αργότερα και με τους Πελόμα Μποκιού. Νομίζω, όμως, ότι υπήρχε μια πολύ ουσιαστική διαφορά: εμείς είχαμε ένα μεγάλο και επιτυχημένο δικό μας ρεπερτόριο. Πολλά από τα συγκροτήματα των 1960s άφησαν τελικά πίσω τους δυο-τρία τραγούδια, εμείς όμως πολλά περισσότερα, σε διάστημα μάλιστα μιας πενταετίας-εξαετίας. Δεν είναι το ίδιο πράγμα. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Σας δημιούργησαν προβλήματα οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες μετά τον Απρίλη του 1967; Τι πραγματικό απόηχο είχε το διάγγελμα του Στυλιανού Παττακού κατά του «<i>κατήφορου της ελληνικής νεολαίας</i>»;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Όχι ιδιαίτερα... Άλλωστε τότε δεν έγραφε κανείς πολιτικοποιημένους στίχους. Απλά έπρεπε να στέλνουμε τα τραγούδια μας στη λογοκρισία και σε 2-3 περιστάσεις τα έκοψαν κι έπρεπε να κάνουμε κάποιες αλλαγές, τίποτα περισσότερο. Η δικτατορία μας άφησε στα δικά μας ενδιαφέροντα, ένα μεγάλο μέρος της μη πολιτικοποιημένης νεολαίας βρέθηκε τότε πράγματι στον γύψο, μείναμε 7 χρόνια σε πολιτική αφασία.</span> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Γιατί αργότερα αρνήθηκαν να σας δουν ως κομμάτι του ροκ της εποχής; Διάβαζα λ.χ. μια πρόσφατη συνέντευξη του Γιάννη Σπάθα και έλεγε ότι το ξεκίνημα του ελληνικού ροκ έγινε όταν ανέβηκε στη σκηνή ο Δημήτρης Πουλικάκος με τους M.G.C.</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Πουλικάκος με τους M.G.C. απευθυνόταν σε μια ελάχιστη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας. Ήταν, κυριολεκτικά, ένα περιθώριο. Και το λέω με απόλυτη συναίσθηση του τι λέω, έτσι αντιμετωπιζόταν στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Ασφαλώς και αποτελούσαν κομμάτι του ροκ οι M.G.C., αλλά το κοινό τους ήταν πολύ περιορισμένο –αυτού του είδους το κοινό θα μεγάλωνε πολύ αργότερα, κατά τη δεκαετία του 1980. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Γιατί λοιπόν να βλέπουμε μόνο αυτό, όταν και πιο πριν υπήρχε ένα κίνημα αξιόλογο, με τόσο μεγάλη επιτυχία; Και να κάνουμε διαχωρισμούς σε ποπ, ροκ; Σημασία έχει το αν κάνεις καλή ή κακή μουσική, αν είσαι ο εαυτός σου ή είσαι δήθεν. Εμένα με ενοχλεί πολύ το δήθεν, ό,τι φτιάχνεται και πλασάρεται ώστε να δείξει κάπως αλλιώς από ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Το ψεύτικο, κάποια στιγμή, το κοινό θα το ξεράσει. </span> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><b><span style="font-family: georgia; font-size: large;">Πώς έφτασε το τέλος για τους Olympians;</span></b></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 διαπιστώσαμε ότι τα πράγματα μέσα μας είχαν αλλάξει. Είχε τελειώσει το κεφάλαιο της ανεμελιάς και μας απασχολούσε όλους, πια, το επαγγελματικό μέλλον, η οικογένεια, όλα αυτά. Δεν είχαμε γίνει πλούσιοι κι ας ήμασταν επιτυχημένοι. Ό,τι κερδίζαμε μοιραζόταν δια του πέντε και πολλές φορές τα κέρδη πήγαιναν στην απαραίτητη ανανέωση των οργάνων. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι, ο κάθε ένας ακολούθησε τον δρόμο του: ένας πήγε στην Ιταλία και σπούδασε πολιτικός μηχανικός, άλλος άνοιξε μπαράκι, άλλος κατάστημα μουσικών οργάνων, άλλος υπάλληλος στον ΟΤΕ... Ο οργανίστας μας, ο Άλκης Κακαλιάγκος, και ο σαξοφωνίστας ακόμα ασχολούνται με τη μουσική, ουσιαστικά όμως μόνο εγώ παρέμεινα τότε στα πράγματα ως επαγγελματίας, παίρνοντας τη μεγάλη απόφαση να αφήσω τη Θεσσαλονίκη και να εγκατασταθώ στην Αθήνα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Κρατάμε επαφές και βρισκόμαστε όταν πηγαίνω στη Θεσσαλονίκη, όμως είναι δύσκολο να ξανασμίξουμε ως συγκρότημα και να ξαναπαίξουμε. Πέρασαν πολλά χρόνια και άλλαξαν πολλά πράγματα. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/KO9-PRKvDLE" width="320" youtube-src-id="KO9-PRKvDLE"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-68247340186798774142024-02-29T15:41:00.000+02:002024-02-29T15:41:23.065+02:00Parquet Courts - συνέντευξη (2013)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEisvitJEbrxBVgQiO7cGNyU30XKWSF8UoMa7afTJ5IbEJpQFMaAulkFxC433RqygU8Gt-HwgS3-ZKwOAgFgydN7um9mt2WHB_5CECudiys6iJb6ZCi7K2aIGuVYfE_266IqZeR3fFcIZ0vZSjgrTpK9zoZlRaBuoGBPglH7OnurHHoI6mF1GpF7hi43UfM/s658/ParquetC_fron.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="365" data-original-width="658" height="223" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEisvitJEbrxBVgQiO7cGNyU30XKWSF8UoMa7afTJ5IbEJpQFMaAulkFxC433RqygU8Gt-HwgS3-ZKwOAgFgydN7um9mt2WHB_5CECudiys6iJb6ZCi7K2aIGuVYfE_266IqZeR3fFcIZ0vZSjgrTpK9zoZlRaBuoGBPglH7OnurHHoI6mF1GpF7hi43UfM/w400-h223/ParquetC_fron.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Σε όσους έχουν τους Parquet Courts στα ψηλά των indie/alternative προτιμήσεών τους θα φανεί έως και σοκαριστικό, ίσως, το ότι ξέχασα εντελώς τη συζήτηση που έκανα το καλοκαίρι του 2013 με τον Andrew Savage ενόψει του συναυλιακού τους ερχομού στην Αθήνα (θα έπαιζαν αρχές Σεπτέμβρη στο «An Club»). </span></div><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τότε, μάλιστα, ήταν που «γύριζε» και ιδιαίτερα για το αμερικάνικο γκρουπ: όχι μόνο είχαν πίσω τους τη «φασαρία» την οποία προξένησε το άλμπουμ Light Up Gold του 2012, αλλά μόλις είχαν κάνει και το Primavera Festival της Βαρκελώνης να παραμιλά με την πάρτη τους. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Προσωπικά, τώρα, πάντα τα έβρισκα υπερβολικά όλα τούτα –και γι' αυτό, μάλλον, λησμόνησα αυτή την κουβέντα. Άλλωστε οι Parquet Courts, κατ' εμέ, δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη δισκογραφική εξέλιξη στα χρόνια που ακολούθησαν. Από τα όσα είπαμε με τον Savage, πάντως, προέκυψε τελικά μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό που δόθηκε εκείνα τα χρόνια στον Τύπο</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiMnYgVyoboSON4vMIK-95ZVpvWRnbzVYdT8i_ZkP1HbSmawk4Z_1B3aBTDDB035hzw8KlWDhInJSBAZgvJgRjZTm0-Ld6mg9Jdu5Fp3cel-QhPvFeQt-S9aprSmgQSTcC6CizuIXw6yUjVfkMevPRIH7DV3QL4K3kjyvapIqiZh5xBBtZeCuJmK0j5o7w/s4000/ParquetC_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="2248" data-original-width="4000" height="225" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiMnYgVyoboSON4vMIK-95ZVpvWRnbzVYdT8i_ZkP1HbSmawk4Z_1B3aBTDDB035hzw8KlWDhInJSBAZgvJgRjZTm0-Ld6mg9Jdu5Fp3cel-QhPvFeQt-S9aprSmgQSTcC6CizuIXw6yUjVfkMevPRIH7DV3QL4K3kjyvapIqiZh5xBBtZeCuJmK0j5o7w/w400-h225/ParquetC_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Οι φήμες που έφτασαν στα χώρα μας από Primavera μεριά, λένε πως κάνατε ιδιαίτερη αίσθηση στη Βαρκελώνη. Τι ακριβώς συνέβη εκεί, από τη δική σας οπτική γωνία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Στο Primavera δώσαμε ένα από τα καλύτερα λάιβ μας, μέχρι τώρα. Ήταν, να φανταστείς, τόσο καλά, ώστε ούτε που κλάψαμε τα 500-700 ευρώ τα οποία μας έκλεψαν. Θυμώσαμε, βέβαια, φωνάξαμε, τρελαθήκαμε... Όμως η συναυλία ήταν καταπληκτική. </span> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Λειτουργείτε με βάση το Μπρούκλιν, μα κανείς σας δεν είναι Νεοϋορκέζος, έτσι δεν είναι; Σας έφερε εκεί η μουσική ή πήγατε για άλλους λόγους και στην πορεία σας προέκυψε η μπάντα; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, ο μπασίστας μας ο Sean είναι από τη Βοστόνη, εγώ με τον αδερφό μου τον Max και τον Austin προερχόμαστε από το Τέξας. Όλοι μετακομίσαμε χωριστά στη Νέα Υόρκη, καθένας και για διαφορετικό λόγο. Στη δική μου περίπτωση δεν ήταν τόσο ότι μετακόμισα στη Νέα Υόρκη, όσο το ότι άφησα το Τέξας...</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Και μπορεί ένας Τεξανός να επιβιώσει στους δρόμους της Νέας Υόρκης; Εσένα σου αρέσει να ζεις σε μια τόσο μεγάλη πόλη; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Α, και βέβαια μπορεί! Κι εμένα προσωπικά μου αρέσει πολύ αυτή η μεγαλούπολη.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δουλεύετε ένα καινούριο άλμπουμ, δεν ξέρω όμως αν έχει πάρει το μάτι σου διάφορα δημοσιεύματα στο ίντερνετ που το θέλουν να είναι το δεύτερό σας. Γιατί παραλείπουν το American Specialities (2011); Δεν το ξέρουν ή δεν θέλουν να το μετράνε; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πιστεύω ότι δεν είναι καλά πληροφορημένοι. Ότι δηλαδή μπήκαν αργά στο παιχνίδι, μας έμαθαν πέρσι με το Light Up Gold, οπότε αγνοούν ότι βγάλαμε κι ένα άλμπουμ πριν από αυτό. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι θυμάστε πιο έντονα από τις ηχογραφήσεις του American Specialities; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Νομίζω ότι η πιο ζωντανή μας ανάμνηση είναι το ότι κοιμόμασταν στον χώρο όπου κάναμε τις πρόβες και τις ηχογραφήσεις. Γράψαμε το άλμπουμ σε ένα τετρακάναλο, κατόπιν εκδόθηκε σε κασέτα κι έπειτα σε βινύλιο από μια μικρή δισκογραφική εταιρεία, την Play Pinball!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Αλήθεια, τι μπορείς να μας πεις για τον νέο δίσκο; Θα έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε και καινούρια τραγούδια στην Αθήνα ή σκοπεύετε να εστιάσετε στο Light Up Gold; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για τον νέο δίσκο ακόμα δεν θέλουμε να λέμε πολλά. Πάντως στην Αθήνα θα σας παίξουμε κομμάτια από το φρέσκο υλικό, αυτό να το θεωρείτε σίγουρο!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ο μουσικός Τύπος λέει ότι οι Parquet Courts φέρνουν κατά νου τους Television, τους Feelies και τους Modern Lovers. Εσείς τι γνώμη έχετε για τα συγκεκριμένα συγκροτήματα;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για εμάς οι Feelies, οι Modern Lovers και οι Television είναι τρεις σπουδαίες μπάντες! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πάντως, αν και ο ήχος σας διαθέτει punk στοιχεία και βρίσκω κι εγώ παραπομπές στην εναλλακτική Αμερική της ανατολικής Aκτής, βλέποντας το Light Up Gold Road Trip –το ντοκιμαντέρ του Andy Capper για εσάς– μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ενός γκρουπ με βασικά indie lifestyle, παρόμοιο λ.χ. με το μοδάτο lifestyle πολλών κιθαριστικών γκρουπ των ημερών μας...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ε;! Τι είναι το «indie lifestyle»; Δεν καταλαβαίνω τι θες να πεις... Το ντοκιμαντέρ του Andy μας έχει αποτυπώσει να παίζουμε σε φεστιβάλ. Αυτή, όμως, δεν είναι η κανονική μας ζωή. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δεν παρακολουθούμε όλοι NBA στην Ελλάδα και δεν είμαστε όλοι φίλοι του μπάσκετ. Για εξηγήστε μας, λοιπόν, τι ακριβώς σημαίνει «Parquet Courts» και πώς συνδέεται η ονομασία σας με τους Μπόστον Σέλτικς;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το παρκέ είναι ένα είδος πατώματος, το οποίο φτιάχνεται από συγκολλημένα επάλληλα ξύλα, διαρρυθμισμένα κατά γεωμετρικό τρόπο. Ο πιο συνηθισμένος του τύπος είναι το παρκέ που χρησιμοποιείται σε κάποια γήπεδα του μπάσκετ, από το οποίο προέρχεται και το όνομά μας –στις Η.Π.Α., το πιο διάσημο βρίσκεται στο γήπεδο των Μπόστον Σέλτικς. Το θεώρησα ως ένα πολύ καλό όνομα για αμερικάνικη μπάντα.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δεν φαντάζομαι όμως εσύ να υποστηρίζεις τους Σέλτικς, έτσι δεν είναι; Πρέπει να είσαι φαν κάποιας από τις ομάδες του Τέξας...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, είμαι με τους Dallas Mavericks, τους Mavs όπως τους λέμε οι φίλοι! Αλλά μ' αρέσει γενικά το μπάσκετ, θα ήθελα π.χ. να δω και τους Brooklyn Nets να κάνουν μια καλή σαιζόν. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/hv0bBjMc6FY" width="320" youtube-src-id="hv0bBjMc6FY"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-14868377121158925482024-02-27T15:40:00.001+02:002024-02-27T15:40:32.600+02:00Faust - ανταπόκριση (2009)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiNAaaArhT9WAKnUt4agduiJv8x_ALrTBAZ9z525hRCQxx9OKysudV1KCqImK2AEXaqGKpk2dCeHRwvzH4vCT7T6QTzC0BLHQ3Vq4pqDJ5NXnLx9SxbQW-cHpEJnfDSxn4iJNzf3nCk45yaUoHUBPVc7nuwZ_aiVk49wO15lN0TkaQcga48_MR7UWxCQVk/s450/Faustlive_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="300" data-original-width="450" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiNAaaArhT9WAKnUt4agduiJv8x_ALrTBAZ9z525hRCQxx9OKysudV1KCqImK2AEXaqGKpk2dCeHRwvzH4vCT7T6QTzC0BLHQ3Vq4pqDJ5NXnLx9SxbQW-cHpEJnfDSxn4iJNzf3nCk45yaUoHUBPVc7nuwZ_aiVk49wO15lN0TkaQcga48_MR7UWxCQVk/w400-h266/Faustlive_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν ξέρω τι ακριβώς δεν πήγε καλά, τον Νοέμβριο του 2009, με αποτέλεσμα η δεύτερη έλευση των Faust στην Αθήνα να μην σημειώσει τη sold out επιτυχία της πρώτης τους συναυλίας στα μέρη μας, το 2006. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως στο «Κύτταρο» το παρών δόθηκε από ένα κοινό καλά διαβασμένο, ενώ και οι Γερμανοί πιονέροι του kraut έδωσαν μια συναυλία-performance κλάσης, αντανακλώντας κάτι, έστω, από την πάλαι ποτέ τους πρωτοπορία, που πλέον είχε γίνει κάτι σαν στυλ για μια νεότερη, αισθητά πιο alternative pop/rock γενιά.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μια ανταπόκριση από τη βραδιά δημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #274e13;">* </span><i><span style="color: #274e13;">οι φωτογραφίες προέρχονται από τη συναυλία και ανήκουν στον Tristan</span> </i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJey_g2HBTmy8DRYJiXAzERKvkjnMgDyq0AwnR0CKczD4ApDvQMR9zt63XvFPkH9WUqasf8Fv2vZcrmrZH0xgPqxbSlzTpNm5D6b5MHKB7SE0E2prqM8p9egH1obbxKgJqwhxoMUvxjuiY8cItd7dKYJMc9DMXRGiS-aGNkFU90e1dCa8zupFcQaaZEOQ/s450/Faustlive_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="300" data-original-width="450" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJey_g2HBTmy8DRYJiXAzERKvkjnMgDyq0AwnR0CKczD4ApDvQMR9zt63XvFPkH9WUqasf8Fv2vZcrmrZH0xgPqxbSlzTpNm5D6b5MHKB7SE0E2prqM8p9egH1obbxKgJqwhxoMUvxjuiY8cItd7dKYJMc9DMXRGiS-aGNkFU90e1dCa8zupFcQaaZEOQ/w400-h266/Faustlive_02.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν είχε ιδιαίτερη προσέλευση ο δεύτερος ερχομός των σπουδαίων krautrockers στην Ελλάδα, αλλά, όσοι το πήραν απόφαση να κατηφορίσουν προς «Κύτταρο» ήταν τουλάχιστον άνθρωποι διαβασμένοι και ενημερωμένοι, οι οποίοι ήξεραν καλά τι ήρθαν να δουν. Και το είδαν. Είδαν, δηλαδή, τους Faust να δίνουν μια συναυλία-performance κλάσης, αντανακλώντας την πρωτοπορία που κάποτε υπήρξαν. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μπήκα στο «Κύτταρο» με το που οι Αθηναίοι Nechayevschina έλεγαν το καλησπέρα και ξεκινούσαν το support. Είχα διαβάσει αρκετά για εκείνους, ότι θα μας απασχολήσουν πολύ στο μέλλον και τα σχετικά, επίτηδες όμως δεν μπήκα στο MySpace τους, ώστε να μην είμαι προϊδεασμένος. Παρακολούθησα, λοιπόν, μια μπάντα απολύτως δοσμένη στην οργανική της stoner ψυχεδέλεια, αφοσιωμένη στα όργανά της και στο τι επιζητούσε να πετύχει «ανοίγοντας» τους Faust. Κατά την ταπεινή μου άποψη, ωστόσο, παίζουν σε ένα υπερ-κορεσμένο μουσικό τερραίν, δίχως να έχουν κάτι να φέρουν σε αυτό, πλην του πάθους τους. Επίσης, βρίσκω το όνομα αποτυχημένο: δεν μπορεί να το προφέρει εύκολα κανείς, ούτε καν όσοι γνωρίζουν τον Σεργκέι Νετσάγιεφ. Ο δρόμος δείχνει μακρύς, συμπερασματικά. Όρεξη να έχουν τα παιδιά, βέβαια, και ίσως τα μελλούμενα να βγάλουν κάπου πιο ουσιαστικά.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είχε φτάσει 23.00 όταν αναγγέλθηκαν οι Faust, οι οποίοι θα έπαιζαν ένα δίωρο σετ, με ένα διάλειμμα 15 λεπτών. Ο επιβλητικός «Zappi» Diermaier πήρε τη θέση του στα ντραμς, ο Jean-Herve Peron έπιασε το μπάσο όντας ντυμένος σαν παλαβός ζωγράφος του Μοντερνισμού και οι συνοδοί τους, ο θαυμάσιος κιθαρίστας Amaury Cambuzat και η πολυτάλαντη Αγγλίδα Geraldine Swayne, έδωσαν το εναρκτήριο λάκτισμα: το "C' Est Com… Com… Complique", από την ομώνυμη φετινή τους δουλειά, ξεκίνησε τη βραδιά με νότα φρεσκάδας, αφού οι Faust έχουν κάθε λόγο να είναι περήφανοι για το νέο στούντιο πόνημά τους. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αλλά ήταν στο τρίτο κομμάτι όπου συντονίστηκαν πλήρως με το κοινό, όταν ο «art-Errorist» Peron εμφανίστηκε με μια βαριοπούλα ανά χείρας, μετατρέποντας σε θρύψαλα δύο συσκευές τηλεόρασης, ώστε να δηλώσει καταστροφικώς απερίφραστα την αντίθεσή του προς αυτήν. Δεδομένο, ίσως βιαστούν να πουν οι υπερενθουσιώδεις της avant-garde ιντελιγκέντσιας: ας αναλογιστούν για λίγο, όμως, ότι οι Faust κι αν έχουν κερδίσει το δικαίωμα για τέτοιες πράξεις επί σκηνής... Καθώς το σετ συνεχιζόταν, εντωμεταξύ, αναδύθηκε σιγά-σιγά ο επαναλαμβανόμενος ήχος μιας ραπτομηχανής, ενώ από τον εξώστη του «Κυττάρου» κάποιος άρχισε να παράγει θορύβους χειριζόμενος εργαλεία, με τον Zappi να τον σιγοντάρει παράγοντας σπίθες με το (περίφημο, πια) μηχάνημα οξυγονοκόλλησης που διατηρεί σιμά στα ντραμς του. Ο κόσμος καταχειροκρότησε και ήταν στο εξής μαζί τους, ό,τι κι αν σκάρωναν.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το δεύτερο μισό ξεκίνησε με ατόφιο krautrock και ταξίδι στους γαλαξίες. Έμεινα να τους θαυμάζω τους Faust, όχι μόνο για τα όσα τόλμησαν να κοιτάξουν 40 χρόνια πριν, ανοίγοντας ένα μουσικό παράθυρο στο μέλλον, αλλά κυρίως για τον ενθουσιασμό που συνεχίζει να ποτίζει το παίξιμό τους και σε αυτήν ακόμα την ηλικία. Ο φωτισμός υπήρξε υποδειγματικός για τη συγκεκριμένη σύνθεση, παρότι γενικά μάλλον τους αδίκησε. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αμέσως μετά ακολούθησε ένα μακρύ, αυτοσχεδιαστικό jam, κατά τη διάρκεια του οποίου η Swayne έπιασε τη δεξιά πλευρά του «Κυττάρου» (όπως κοιτάς τη σκηνή) και ξεκίνησε να ζωγραφίζει κάτι αφηρημένο με κάρβουνο και μπογιές σε ένα τελάρο, ενώ ο Peron άρπαξε το ηλεκτρικό τρυπάνι κι άρχισε να «περιποιείται» μια πλάκα από αφρολέξ. Σε κάποιο σημείο προστέθηκε στην παρέα και ο Zappi, αρχίζοντας πάλι μια αυτοσχέδια οξυγονοκόλληση, ενώ καθόλη τη διάρκεια αυτής της πολυσύνθετης performance είχε τεθεί σε λειτουργία και μια μπετονιέρα πάνω στη σκηνή, στην οποία οι Faust πετάγανε χαλίκια, ίσως κι άλλα αντικείμενα. Με την έκδηλη συμμετοχή του κοινού στο "It's A Raining Day, Sunshine Girl" φτάσαμε σιγά-σιγά στο φινάλε και δεν χρειάστηκαν ιδιαίτερες παρακλήσεις για encore: άλλωστε δεν είχε συμπληρωθεί ακόμα το δίωρο που μας είχαν τάξει!</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ήταν εμπειρία το να δεις τους Faust ζωντανά, ακόμα και τώρα που οι κατακτήσεις τους θεωρούνται από κάποιους ως κοινός τόπος. Πρόκειται –θα επιμείνω σε αυτό– για ελιτίστικη προσέγγιση, γιατί στο ευρύ κοινό τα παραπάνω συνεχίζουν να φαίνονται ως ακατανόητες κουλαμάρες· κάθε άλλο παρά δεδομένα είναι, 40 χρόνια μετά. Άσε που μια τέτοια στάση αδικεί και το ίδιο το γκρουπ, τελικά. Γιατί οι πρωτοπόροι στα νιάτα τους Faust μπορεί να μη βρίσκονται πια στην κόψη του 21ου αιώνα, αλλά στις εμφανίσεις τους δίνουν ό,τι έχουν. Κάνοντας τον χρόνο να εξαφανιστεί ως δια μαγείας και τη δημιουργική Γερμανία των ύστερων 1960s/πρώιμων 1970s να ξαναγίνεται σύγχρονη και σημερινή. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/8RAztDbYn2E" width="320" youtube-src-id="8RAztDbYn2E"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-58536099623357016542024-02-26T16:46:00.001+02:002024-02-27T15:41:13.481+02:00Faust - συνέντευξη (2009)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhnsXzse5ST2HAkSRp1lXH3heEkAIgWCeEigI4z2qk1MHmVFbdOSFgn7doUw-xlaLgAfFiC2vX1XbI64SbEIV0tqo92vnNy0axQcV1Z8jrKrdcU0ZMvrdO0LoTgZICmrpWTO1RtUOd2qxfG5bfSvj3VOrNRWawRU2jdmsH5pnaOpWqfawcPgnSc6eLAonY/s600/Faust_fron.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="505" data-original-width="600" height="336" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhnsXzse5ST2HAkSRp1lXH3heEkAIgWCeEigI4z2qk1MHmVFbdOSFgn7doUw-xlaLgAfFiC2vX1XbI64SbEIV0tqo92vnNy0axQcV1Z8jrKrdcU0ZMvrdO0LoTgZICmrpWTO1RtUOd2qxfG5bfSvj3VOrNRWawRU2jdmsH5pnaOpWqfawcPgnSc6eLAonY/w400-h336/Faust_fron.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #2b00fe;">Τον Νοέμβριο του 2009 θα κατέφταναν στην πόλη οι Faust, για δεύτερη φορά στην ιστορία τους, για μια συναυλία στο «Κύτταρο» (δείτε λεπτομέρειες </span><u><a href="https://islands-stream.blogspot.com/2024/02/faust-2009_27.html" target="_blank"><span style="color: #ffa400;">εδώ</span></a></u><span style="color: #2b00fe;">). Η οποία μάλλον δεν πήγε καλά σε προσέλευση, παρά το αναζωπυρωμένο ενδιαφέρον της alternative γενιάς των '00s για τους γερμανικούς krautrock ήχους. </span></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ενόψει του ερχομού αυτού, λοιπόν, δεν χανόταν η ευκαιρία για μια κουβέντα με τον Jean-Herve «art-Errorist» Peron, ο οποίος προειδοποίησε να έρθουμε στο «Κύτταρο» με ...ενισχυμένες μπότες και ματογυάλια! </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Η συνέντευξη που προέκυψε πρωτοδημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #274e13;">* </span><i><span style="color: #274e13;">οι φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό που διατέθηκε στον Τύπο ενόψει της συναυλίας</span> </i> </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhHjlKTXSv41ih1E8GkjOle40L-qt4syUMN3_rIgBOEZd3DEBuOZNq_bgEZcnuHc88DePhpvnjKRqPB0iAu8q5-F11ago3Zt7weA49CwhSXvmhMJ3oTXf-U9atkMlN7COh4x9TqraHG7DupLY8wLYeLn4ifbIL4K53T3CfCk-UfwfuOKZaamQb6v-ot5vk/s560/Faust_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="372" data-original-width="560" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhHjlKTXSv41ih1E8GkjOle40L-qt4syUMN3_rIgBOEZd3DEBuOZNq_bgEZcnuHc88DePhpvnjKRqPB0iAu8q5-F11ago3Zt7weA49CwhSXvmhMJ3oTXf-U9atkMlN7COh4x9TqraHG7DupLY8wLYeLn4ifbIL4K53T3CfCk-UfwfuOKZaamQb6v-ot5vk/w400-h266/Faust_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Θα σας ξαναδούμε ζωντανά στην Αθήνα, σε λίγες μέρες, συνοδεία των Amaury Cambuzat και Geraldine Swayne. Τι εντυπώσεις αποκομίσατε για την Ελλάδα και το εγχώριο κοινό από την προηγούμενη εμφάνισή σας; Υπάρχουν συγκεκριμένες προσδοκίες εκ μέρους σας;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Παίξαμε, θυμάμαι, στην Αθήνα ακριβώς 3 χρόνια πριν, τον Νοέμβριο του 2006, στο κλαμπ «Underworld». Η συναυλία μας ήταν sold out και ο κόσμος έδειξε να περνάει πολύ καλά. Μάλιστα, κάναμε τότε κι ένα support βίντεο, το ονομάσαμε «The End Of Athens»! </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν έχω ξεχάσει τον ακραίο ενθουσιασμό των Ελλήνων fans, τα χαμόγελα και τα χορευτικά τους. Είχαμε έρθει ως τρίο τότε, με τον Zappi στα τύμπανα, τον Cambuzat στα πλήκτρα και στις κιθάρες κι εμένα στο μπάσο. Και παίξαμε ένα πολύ ευθύ krautrock, ανακατεύοντας τραγούδια με αυτοσχεδιασμό. Χρησιμοποιήσαμε βέβαια και κάποια εργαλεία, βασικά όμως μείναμε στα όργανά μας. Αυτή τη φορά θα επισκεφτούμε τη σπουδαία πόλη σας ως κουαρτέτο, έχοντας και την κυρία Swayne στις κιθάρες, στα φωνητικά και στις …βούρτσες! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έχετε υποσχεθεί κι αρκετές εκπλήξεις για τη συναυλία. Μπορώ να σας δελεάσω να μας αποκαλύψετε ένα γενικό, τουλάχιστον, μοτίβο; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εντάξει, λοιπόν! Όπως καταλαβαίνεις, εφόσον φτάνουμε αεροπορικώς, περιοριζόμαστε σε όσα θα μπορέσουν να στήσουν για εμάς οι διοργανωτές. Κάναμε θαυμάσιες συζητήσεις με τα παιδιά της Catch The Soap και μας είπαν πως θα μας παράσχουν όλα όσα μας χρειάζονται! Έτσι, πιστεύω ότι επί σκηνής θα δείτε άφθονο μπογιάτισμα, θα ακούσετε μελωδίες από βιομηχανικά εργαλεία, φορτία δυναμικότητας και διασκέδασης. Οπότε φέρτε μαζί σας ενισχυμένες μπότες και ματογυάλια!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Το νέο σας στούντιο άλμπουμ «C' Est Com... Com... Compliqué» έχει στενούς δεσμούς με το «Disconnected», τη συνεργασία σας με τους Nurse With Wound (2007). Πώς προέκυψε; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αναπόφευκτα, έχει σχέση συγγένειας με το «Disconnected». Γιατί έτσι είχε και το αρχικό μας concept, όπως σχεδιάστηκε το 2005 στο Αμβούργο: να ηχογραφήσουμε εντελώς αυτοσχεδιαστικά επί 5 μέρες στο στούντιο, να δώσουμε κατόπιν το υλικό σε δύο διαφορετικούς παραγωγούς για να το ρεμιξάρουν και μετά να κυκλοφορήσει ένα διπλό άλμπουμ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Steven Stapleton και ο Colin Potter των Nurse With Wound υπήρξαν ταχύτατοι και παρέδωσαν το μέρος των remixes σχεδόν αμέσως. Έτσι αποφασίσαμε να κυκλοφορήσει ξεχωριστά, ως «Disconnected». Έναν χρόνο μετά ήμασταν κι εμείς έτοιμοι κι έτσι βγήκε και το «C' Est Com... Com... Complique».</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Εκτός των Nurse With Wound, μέσα στη δεκαετία σας είδαμε να συνεργάζεστε με τον Tony Conrad και με τους Dälek. Ξέρω ότι ο Conrad είναι παλιός σας γνωστός (αφού δουλέψατε μαζί το 1973 για το Outside The Dream Syndicate), αλλά τι ακριβώς σας ιντρίγκαρε στους Dälek; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έχουμε εντοπίσει ότι, στην παρούσα φάση τους, οι Faust διαθέτουν αρκετή αποδοχή σε ένα πολύ νεότερο ηλικιακά ακροατήριο. Απ' ότι φαίνεται η μουσική μας χρειαζόταν κάποιες δεκαετίες προκειμένου να γίνει αποδεκτή και να εκτιμηθεί. Αλλά αυτή είναι η μοίρα της πειραματικής και avant-garde μουσικής… Οι Dälek, λοιπόν, ανήκουν σε αυτή τη νεότερη γενιά κι ήμαστε πολύ χαρούμενοι για το ότι βρήκαν πεδίο επικοινωνίας μαζί μας. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πλέον, πάντως, απολαμβάνετε τη φήμη μίας από τις πλέον θρυλικές μπάντες του krautrock. Θυμάστε όμως εποχές όταν τα πράγματα έμοιαζαν πιο σκούρα; Αισθανθήκατε, ας πούμε, απελπισία όταν σας έδιωξε η Polydor, εξαιτίας των πενιχρών πωλήσεων του ντεμπούτο σας; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, ήταν δύσκολη εποχή, όχι μόνο τότε, αλλά κι έπειτα. Βλέπεις, στα 1970s η μουσική μας βρισκόταν μίλια μακριά και το δισκογραφικό κατεστημένο δεν την ήθελε. Δεν μας πέταξε μόνο η Polydor έξω, δηλαδή, μα και η Virgin: και οι δύο έψαχναν να κυκλοφορήσουν mainstream δίσκους, οι οποίοι θα τους απέφεραν μεγάλα κέρδη. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εμείς, πάλι, δεν ενδιαφερόμασταν για το επιχειρηματικό του πράγματος και σε αυτό δεν έχουμε καθόλου αλλάξει, 40 χρόνια μετά. Πάντως, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι δεν ήταν μόνο η μουσική βιομηχανία που δεν ήθελε τότε να ακούσει την τέχνη μας: ούτε το κοινό ήταν έτοιμο… Η επιρροή της βρετανικής και της αμερικάνικης pop ήταν ακόμα ισχυρότατη κι έδινε κατευθυντήριες γραμμές στην αγορά. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Η διάλυσή σας το 1975, επομένως, σχετίζεται με την απόρριψη του πέμπτου άλμπουμ σας από τη Virgin;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η Virgin είχε έρθει στο μη παρέκει με τον ριζοσπατισμό της μουσικής μας, αλλά –για να είμαστε ειλικρινείς– ήμασταν κι εμείς αβάσταχτοι: πίναμε πολλά ακριβά κρασιά και τα χρεώναμε στον Richard (Branson)… Επίσης, διαφωνούσαμε με τον στάνταρ τρόπο προώθησης της εποχής, που σήμαινε ένα πράγμα: περιοδείες, περιοδείες, περιοδείες! Άσε το ότι είχαμε περίεργες ιδέες, μακριά ακόμα από τις τεχνικές δυνατότητες της δεκαετίας του 1970. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μας είχαν διώξει, λοιπόν, πριν καλά-καλά πατήσουμε στο στούντιο στο Μόναχο, όπου θα ηχογραφούσαμε το «5½», το πέμπτο μας άλμπουμ. Πήγαμε στα κρυφά και το κάναμε, όμως η Virgin απέρριψε το υλικό, αρνήθηκε να πληρώσει τα έξοδα κι έτσι έπρεπε να πάμε φυλακή! <i>(γέλια)</i>. Ήταν το τέλος, αλλά είχε κάτι το kraut 'n' roll η όλη φάση, πολύ διασκεδαστικό! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Από εκεί και πέρα, τα ίχνη σας χάνονται ως το 1990, αν και οι fans είναι ενήμεροι για κάποιες ηχογραφήσεις στα 1980s, οι οποίες αργότερα εμφανίστηκαν στο «Patchwork 1971-2002». Επίτηδες χτίσατε αυτή την ατμόσφαιρα μυστηρίου γύρω από τις τότε δραστηριότητές σας;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όχι, δεν έγινε επίτηδες, δεν κάναμε ποτέ μας κάτι επίτηδες, απλώς το κάναμε! Το 1980 πήραμε την απόφαση να απομακρυνθούμε από τη σκηνή και να συνεχίσουμε ινκόγκνιτο, σε μια φάση η οποία δεν θα αποκαλυπτόταν δημοσίως. Ξέρεις πόσοι άνθρωποι μας έχουν δει τότε να παίζουμε, χωρίς να ξέρουν ότι είμαστε οι Faust; Περάσαμε πολύ καλά και αποδείχθηκε και πηγή έμπνευσης. Δεν υπήρχε άγχος, δεν χρειάζονταν εξηγήσεις, απλώς παραγόταν τέχνη. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Εντωμεταξύ, έχετε ανακοινώσει κι ένα νέο άλμπουμ για το 2010, σε συνεργασία με τον Holger Hiller των Palais Schaumburg, όπως και τη συμμετοχή σας –μ' ένα remix– σε ένα σχεδιαζόμενο tribute στη δουλειά του John Cale. Τι μπορείτε να μας αποκαλύψετε γι' αυτά τα σχέδια;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;">Μας έγινε όντως μια πρόταση συνεργασίας με τον Holger Hiller και δεχτήκαμε, γιατί μας αρέσει να δουλεύουμε και να ανταλλάσσουμε ιδέες με ενδιαφέροντες ανθρώπους. Δεν ξέρουμε τι μπορεί να προκύψει και το ίδιο ισχύει και για το πρότζεκτ σχετικά με τον John Cale. Σε πολλούς έχει προταθεί να συμμετάσχουν στη συλλογή. Εμάς, πράγματι, μας ζητήθηκε αρχικά να δώσουμε ένα remix, αλλά τελικά θα δοκιμάσουμε να διασκευάσουμε κάποιο έργο του Cale. Θα ανακοινώσουμε όλες τις λεπτομέρειες τόσο στο προσωπικό μου site (</span><a href="http://www.art-errorist.de" target="_blank">www.art-errorist.de</a><span style="color: #660000;">), όσο και στο MySpace των Faust (</span><a href="http://www.faust-pages-com" target="_blank">www.faust-pages-com</a><span style="color: #660000;">).</span></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/Lrokj88iaAE" width="320" youtube-src-id="Lrokj88iaAE"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-39492360107567356772024-02-25T13:46:00.001+02:002024-02-25T13:46:50.809+02:00Patrick Campbell-Lyons - ανταπόκριση (2014)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh9D7rHwPCEHS1Whz5Q1CyyGFiGFHPvqBy25TlAuiQBuRlavy9UhJCJReHdR_mLdGVWLuFlrs6F90XzUkfF4h9f64Jo2zyf2ZvgEsh1OqRBi2u5XxgAQJxAKxgq0B_rUtKzqb2vMU6Lg69OXUtsPgr8AUUELiieUa0oFS5YCX7Y0dnasDsF8I7pz_SLcVM/s900/Lyons_front.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="600" data-original-width="900" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh9D7rHwPCEHS1Whz5Q1CyyGFiGFHPvqBy25TlAuiQBuRlavy9UhJCJReHdR_mLdGVWLuFlrs6F90XzUkfF4h9f64Jo2zyf2ZvgEsh1OqRBi2u5XxgAQJxAKxgq0B_rUtKzqb2vMU6Lg69OXUtsPgr8AUUELiieUa0oFS5YCX7Y0dnasDsF8I7pz_SLcVM/w400-h266/Lyons_front.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ένα από τα θέματα τα οποία χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν οι Nirvana στα 1990s, τότε που μεσουράνησαν στο παγκόσμιο rock στερέωμα, ήταν ότι είχαν το ίδιο όνομα με μια βρετανική ψυχεδελική μπάντα που είχε ιδρυθεί το 1967 και για κακή τους τύχη παρέμενε ενεργή, καθώς ανασυγκροτήθηκε 2 χρόνια πριν τον δικό τους σχηματισμό (1987).</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Φυσικά, οι Nirvana του Ιρλανδού Patrick Campbell-Lyons και του «δικού μας» Αλέξη Σπυρόπουλου δεν γνώρισαν ποτέ κάποια εμπορική αποδοχή ανάλογου διαμετρήματος: μεγαλύτερή τους επιτυχία ήταν ένα #34 στα βρετανικά charts για το single "Rainbow Chaser" (1968). Δίσκοι σαν το ντεμπούτο τους «The Story of Simon Simopath» (1967), όμως, εκτιμήθηκαν δεόντως από την κριτική και συνέχισαν να ανακαλύπτονται μέσα στις δεκαετίες, λόγω του σταθερού ενδιαφέροντος του pop/rock κοινού για τους ψυχεδελικούς ήχους των ύστερων 1960s. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τα πράγματα μεταξύ των δύο Nirvana ακολούθησαν τη νομική οδό το 1992, μα τελικά διευθετήθηκαν εξωδικαστικά, με όρους που δεν δημοσιεύτηκαν, αν κι ένας βιογράφος των Nirvana του Cobain ισχυρίστηκε ότι δόθηκε ένα ποσό 100.000 δολαρίων Η.Π.Α. με αντάλλαγμα τη διατήρηση του ονόματος και από τις δύο πλευρές.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Αυτοί οι Βρετανοί Nirvana, τώρα, πολύ μου αρέσουν, μα δεν έτυχε ποτέ να τους δω ζωντανά, ούτε στα χρόνια στα οποία ζούσα στην Αγγλία. Τον Ιούνιο του 2014, όμως, κατέφτασε για συναυλία στην Αθήνα (στο «After Dark») ο Patrick Campbell-Lyons και ήταν κάτι που δεν σκόπευα να χάσω με τίποτα. Μάλιστα, θα έπαιζε περιστοιχισμένος από μπάντα Ελλήνων μουσικών: Κώστας Στεργίου (πλήκτρα), Σπύρος Βρυώνης (τσέλο) & Άγγελος Κραβαρίτης (κιθάρα), συν τη Σοφία Σαρρή στα δεύτερα φωνητικά.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μια ανταπόκριση από τη συναυλία δημοσιεύτηκε τότε στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη βραδιά και ανήκουν στη Ντιάνα Καλημέρη</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjA0tDVLl_hhhTDnREMIrH9Z9J1QWHA0dknuT4FV62ID1Ih4uTHbdMRem-mZ9mKpn3hDrRJxQFXUUd64KhFVN7_cJadnPSDy4JINhvH8OkhIBY6X7c_3WtgEt9uKn6rXzq05ucjVa2JsIVnwns_LcXOjO0usg2f0ZZdb42H7ygNP7vMpaz7DrXP4Geqz60/s900/Lyons_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="600" data-original-width="900" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjA0tDVLl_hhhTDnREMIrH9Z9J1QWHA0dknuT4FV62ID1Ih4uTHbdMRem-mZ9mKpn3hDrRJxQFXUUd64KhFVN7_cJadnPSDy4JINhvH8OkhIBY6X7c_3WtgEt9uKn6rXzq05ucjVa2JsIVnwns_LcXOjO0usg2f0ZZdb42H7ygNP7vMpaz7DrXP4Geqz60/w400-h266/Lyons_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τα 'φερε έτσι η ζωή, ώστε έγινα fan όλων των Nirvana που πέρασαν από την αγγλοσαξονική δισκογραφία. Την (αμερικάνικη) μπάντα του Kurt Cobain και του Dave Grohl, βέβαια, είχα την τύχη να τη ζήσω, ενώ τη (βρετανική) μπάντα του Άλεξ Σπυρόπουλου και του Patrick Campbell-Lyons τη θαύμασα από χρονική απόσταση. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αποδείχθηκε κι αυτή σχέση διαρκείας, πάντως· κι έτσι αναπήδησα με (ευχάριστη) έκπληξη βλέποντας ότι ο Campbell-Lyons κατέφτανε αθόρυβα για λάιβ στην Αθήνα, σε μια βραδιά που διοργάνωσε το ψυχεδελικό fanzine «TimeMazine». Με εισιτήριο, ας σημειωθεί, το οποίο λάμβανε υπόψη τους καιρούς (5 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης μπύρας), μα με χρονοδιάγραμμα στην αντίθετη πορεία: δεν γίνεται ρε παιδιά και καθημερινή και να ξεκινάει 23.30 η συναυλία, για να τελειώσει 01.00... </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το πώς φτάσαμε στις 23.30 δεν το πολυκατάλαβα, πάντως, καθώς στα decks του «After Dark» βρισκόταν μια θρυλική μορφή του παλιού μουσικού Τύπου, ο Νίκος Κοντογούρης. Ο οποίος κι έπαιζε χάρμα, φτιάχνοντας κλίμα εποχής ταιριαστό με τη συναυλία (συνέχισε μάλιστα και μετά το πέρας αυτής, δεχόμενος παραγγελιά Moby Grape από τον ίδιο τον Campbell-Lyons!). </span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEibhwyM_Pd-McH6WVIHckftTT1QufU-oOuqe4yXbeHP2xkGYa2EQE7CcP83P57Dw721bvIwfVqGw-YqrJULVHXhlCdrAF01GOFPKAXdq7OiXtxkfNWUqvakq0ChtAlihpGiRLEQyRuB1HlBUpbBWnNSnyyhxxxe6q3CIicf4Q62XaQvLpWWsI_cuZjRmJI/s900/Lyons_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="600" data-original-width="900" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEibhwyM_Pd-McH6WVIHckftTT1QufU-oOuqe4yXbeHP2xkGYa2EQE7CcP83P57Dw721bvIwfVqGw-YqrJULVHXhlCdrAF01GOFPKAXdq7OiXtxkfNWUqvakq0ChtAlihpGiRLEQyRuB1HlBUpbBWnNSnyyhxxxe6q3CIicf4Q62XaQvLpWWsI_cuZjRmJI/w400-h266/Lyons_02.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τελικά, όταν ξεκίνησαν τα επί σκηνής δρώμενα, συνειδητοποίησα ότι μάλλον δεν είχα καταλάβει καλά το «+Friends» που αναγραφόταν δίπλα στο όνομα του πρωταγωνιστή της βραδιάς. Γιατί οι Κώστας Στεργίου (πλήκτρα), Σπύρος Βρυώνης (τσέλο) & Άγγελος Κραβαρίτης (κιθάρα) δεν ήταν απλά η μπάντα που θα συνόδευε τον Ιρλανδό, μα και το άτυπο support σχήμα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ρόλο τον οποίον επιτέλεσαν στο ακέραιο, καταθέτοντας ενδιαφέρουσες διασκευές σε Doors, George Harrison και Love. Προς το τέλος, μάλιστα, προστέθηκε στην παρέα τους και η Σοφία Σαρρή, για μια μικρή, μα γερή δόση Jefferson Airplane. Ντυμένη με ένα όμορφο λευκό φόρεμα, παρέμεινε κατόπιν στη σκηνή ώστε να συντροφεύσει τον Campbell-Lyons στα δεύτερα φωνητικά. Κάτι που έκανε εξαιρετικά, παρά τη συχνά αμήχανη κινησιολογία της, που ίσως ήταν και ολίγον παράταιρη με τον χαρακτήρα της μουσικής. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όταν εμφανίστηκε το ιρλανδικό ήμισυ των Nirvana, το «After Dark» είχε πια γεμίσει όσο έπρεπε: τόσο, δηλαδή, ώστε να πεις πως ήρθε κόσμος (και αρκετός νεαρόκοσμος, ας σημειωθεί), αλλά όχι τόσος ώστε να στριμώχνεσαι και να δυσφορείς. Εξαρχής, έτσι, δημιουργήθηκε μια ζεστή, «οικογενειακή» ατμόσφαιρα, στην οποία ο Patrick Campbell-Lyons κούμπωσε αμέσως, από την πρώτη στιγμή που στάθηκε έμπροσθεν του μικροφώνου κι άρχισε να τραγουδά, με τα μάτια κλειστά. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εντάξει, ο χρόνος κύλησε και γινόταν αισθητός στη φωνή του: το "Rainbow Chaser", ας πούμε, διέθετε μια σκοτεινιά, δεν ήταν το ανέμελο κομμάτι που ξέραμε. Όμως μέσα στο όλο παιχνίδι με τον πανδαμάτορα υπήρχε και κάμποση γοητεία. Και ο Campbell-Lyons τη χρησιμοποίησε υπέρ του, ως απόσταγμα που έκανε λ.χ. το "Life Ain't Easy" ένα πολύ πιο πλούσιο τραγούδι ή ως κάτι που χάριζε εξτρά πτυχώσεις στο "Pentecost Hotel" κι έφερνε μια διαφορετική ματιά (κομματάκι πιο νοσταλγική) στο "Girl In The Park". Αυτό, βέβαια, πριν τουμπάρει το κομμάτι σε heavy blues στροφές, διαδηλώνοντας την αγάπη του για τους πρώιμους Doors! </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Συνολικά, ο Campbell-Lyons πραγματοποίησε μια αξιοπρεπέστατη εμφάνιση, με το συγκινησιακό βαρόμετρο να φτάνει ουκ ολίγες φορές στο «κόκκινο». Η καθαρή του άρθρωση, ο γαλήνιος τρόπος με τον οποίον μας μιλούσε και η σπίθα στα μάτια του έπλασαν μια φιγούρα αντάξια αυτής που είχαμε κατά νου. Έστω κι αν στο τέλος της συναυλίας αμάρτησε χοντρά, μιλώντας για τον Έλληνα συνοδοιπόρο του «George Spyropoulos»... Το κατάπιαμε μαζικά, σαν να είχαμε συνωμοτήσει από πριν. Αλλά ήταν απαράδεκτο, τι να λέμε τώρα... </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν αρκούν τα λόγια, τώρα, για να περιγραφεί πόσο συνέβαλλαν οι Στεργίου, Βρυώνης, Κραβαρίτης & Σαρρή στο αποτέλεσμα που είδαμε στο «After Dark». Στάθηκαν όλοι παραπάνω από θαυμάσια σε ενίοτε δύσκολα τραγούδια, τα οποία χρειάζονταν κι ένα «άγγιγμα εποχής», ώστε να διατηρηθεί ατόφιο το ψυχεδελικό πνεύμα των ύστερων 1960s που τα χαρακτήριζε. Τους αξίζουν, λοιπόν, θερμά συγχαρητήρια. Στο encore ξανακούσαμε το "Life Ain't Easy" σε μια αντάξια του κυρίως μέρους εκτέλεση, αλλά και το "Rainbow Chaser" να ξαναβρίσκει κάτι από τον παλιό του χαρακτήρα. Ίσως γιατί η δεύτερη εκδοχή του λάμβανε χώρα εν μέσω της ευφορίας μιας επιτυχημένης συναυλίας. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/KSPMkaUqIxY" width="320" youtube-src-id="KSPMkaUqIxY"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-29566422202059490662024-02-24T22:44:00.000+02:002024-02-24T22:44:38.574+02:00Mike Cooper - ανταπόκριση (2013)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh31mg_0zxnZMDc6nOkiMeFJBwKlzyFlNwrBHRhKcYSQUlKF6sAFx5dgIoOtp0i6pw-GvushrM1r5NY6bR-pQu2dDg62sm_9movmMNZK_6sje1IUL9qMOyU2T8vZxq0UZyheQTUKYoOIEx72LB2oSciHiWM3dhgIBWvsv3cq1nNIr-0wsxm-w_P3UusG6o/s1076/Mcoop_front.JPG" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="807" data-original-width="1076" height="300" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh31mg_0zxnZMDc6nOkiMeFJBwKlzyFlNwrBHRhKcYSQUlKF6sAFx5dgIoOtp0i6pw-GvushrM1r5NY6bR-pQu2dDg62sm_9movmMNZK_6sje1IUL9qMOyU2T8vZxq0UZyheQTUKYoOIEx72LB2oSciHiWM3dhgIBWvsv3cq1nNIr-0wsxm-w_P3UusG6o/w400-h300/Mcoop_front.JPG" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μετά το τέλος του «Μικρού Μουσικού Θεάτρου», ήταν η «Knot Gallery» στους Αμπελόκηπους η οποία ανέλαβε να στεγάσει το μικρό κοινό της Αθήνας που ενδιαφέρεται για τους πιο πειραματικούς ήχους του μουσικού φάσματος –φιλοξενώντας, ασφαλώς, και τις σχετικές συναυλίες, προτού υποκύψει (μάλλον) στις οικονομικές δυσχέρειες μιας πραγματικά δύσκολης, μεταμνημονιακής δεκαετίας, που εν πολλοίς άφησε τον χώρο είτε σε νέες μικρές προσπάθειες (τις «Χίμαιρες», λ.χ., ή το «Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, το οποίο ακόμα υφίσταται), είτε, κατά κύριο λόγο, σε οργανισμούς σαν τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μία από τις πιο ξεχωριστές συναυλίες που θυμάμαι να απόλαυσα στον χώρο αυτόν, ήταν εκείνη του τραγουδοποιού και βιρτουόζου της lap steel κιθάρας Mike Cooper, τον Ιούνιο του 2013. Ο οποίος είναι Άγγλος, μα πολλοί επιμένουν να θεωρούν Αμερικάνο, λόγω των χαβανέζικων πουκάμισων που αγαπά να φορά. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μια ανταπόκριση από τη βραδιά δημοσιεύτηκε τότε στο <i>Avopolis </i>και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες είναι ερασιτεχνικά τραβηγμένες κατά τη βραδιά στην «Knot Gallery»</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgy6YBYcEbhS2pldwQW09yUimC-DkV33N3H0aHKfG6nhi_AxgBaIFnKU3kntxx0E1I_1ecUzlcCd9cNoES_YbjdROIzjc0g0rr9eTw62UGMUDKlu3rvvtSKb9Jc6PqUAI022DOqVHmSY3jFDKtZCk7KfByVAO2S-pq4HbO17_fYF8zR2Enc2JEOQRKAA5k/s1064/Mcoop_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="546" data-original-width="1064" height="205" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgy6YBYcEbhS2pldwQW09yUimC-DkV33N3H0aHKfG6nhi_AxgBaIFnKU3kntxx0E1I_1ecUzlcCd9cNoES_YbjdROIzjc0g0rr9eTw62UGMUDKlu3rvvtSKb9Jc6PqUAI022DOqVHmSY3jFDKtZCk7KfByVAO2S-pq4HbO17_fYF8zR2Enc2JEOQRKAA5k/w400-h205/Mcoop_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πηγαίνοντας στους Αμπελόκηπους, αναρωτιόμουν αν η πρόσφατη Rembetronica την οποία συνυπόγραψε ο Mike Cooper με τον Viv Corringham του είχε χαρίσει πρόσθετο κοινό. Η απάντηση που έδωσα στον εαυτό μου λίγο αργότερα ήταν αρνητική: παρότι βρισκόμουν σε μια γεμάτη «Knot Gallery», είδα γύρω μου πρόσωπα γνώριμα και από άλλες βραδιές στον χώρο. Είχαν, λοιπόν, κινητοποιηθεί κυρίως οι φίλοι του πειραματικού ήχου, όσοι θα έρχονταν σε μια τέτοια συναυλία και χωρίς να είχε μεσολαβήσει η Rembetronica. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν μου άρεσαν καθόλου οι σκέψεις που συνόδευσαν αυτή τη διαπίστωση (σχετικές με τον διάλογο τον οποίον θα έπρεπε να αναπτύσσουν οι Έλληνες ακροατές, μα και μουσικοί, με τις ρίζες του τόπου τους), ωστόσο ο Mike Cooper, παίρνοντας θέση επί σκηνής, δεν μου άφησε περιθώρια να τις συνεχίσω. Πιο ξερακιανός από όσο τον περίμενα, φορώντας ένα ψάθινο καβουράκι με κόκκινη λουλουδέξ κορδέλα κι ένα πουκάμισο αποκαρδιωτικό για τον άνθρωπο που –σύμφωνα με τον θρύλο– συλλέγει μανιωδώς χαβανέζικα πουκάμισα, έκατσε στην καρέκλα έχοντας τους μίκτες του απλωμένους μπροστά σε ένα τραπέζι, τη lap steel κιθάρα του ξαπλωμένη στα γόνατα κι ένα μεγάλο τενεκεδάκι μπύρας στα αριστερά του. Και από την πρώτη στιγμή κέντρισε αρκούντως την προσοχή μας: είχε τον τρόπο του και πάνω σ' αυτόν ακριβώς θα έχτιζε όλη τη συναυλία.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Βλέπετε, ο Mike Cooper είναι γενικά ένας τύπος που κάνει ό,τι κάνει με τον τρόπο του: ούτε κλασικός singer/songwriter υπήρξε στη δεκαετία του 1970 (στις Trout Steel εποχές), ούτε κλασικός αυτοσχεδιαστής στη συνέχεια. Στο 2013, όλες οι τάσεις του παρελθόντος έχουν πια αδελφοποιηθεί σε μία ταυτότητα, με τον Cooper να ενυπάρχει στη μουσική πραγματικότητα ταυτόχρονα ως πειραματιστής, ως τραγουδοποιός, ως folk τροβαδούρος και ως εραστής των ηλεκτρονικών. Ενδεχομένως, θέλει ένα κλικ βίδας πιο πέρα από τα συνήθη για να λειτουργήσει κάτι τέτοιο, όμως ο 71χρονος Άγγλος το έχει πετύχει. Σημειώστε, επίσης, πως πρόκειται για δεινό κιθαρίστα: παίζει φοβερά τη lap steel κιθάρα, είτε ορθόδοξα, είτε ανορθόδοξα, π.χ. επιστρατεύοντας δοξάρια ή ανεμιστηράκια κόντρα στις χορδές της. Στην «Knot Gallery» τον θαυμάσαμε και στους δύο ρόλους.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το σετ του διέθετε ένα σταθερό υπόβαθρο από προηχογραφημένα ηλεκτρονικά και λογής-λογής θορύβους, το οποίο εμπλούτιζε παίζοντας ζωντανά με ό,τι κουμπί βρισκόταν στη διάθεσή του. Υπήρχε, δηλαδή, ένα μόνιμο «χαλί» κατά το μεγαλύτερο μέρος της εμφάνισής του, ευθέως αναφερόμενο στον αυτοσχεδιασμό και στον πειραματισμό, πάνω στο οποίο τοποθετούσε κατά το δοκούν τόσο την κιθάρα, όσο και τα φωνητικά του. Έτσι, τα όποια τραγούδια ακούσαμε αναδύθηκαν (κυριολεκτικά) μέσα από αυτό το σύμπαν ήχων, πράγμα που τους χάρισε μια εξτρά σαγήνη, μα συνεισέφερε κι ένα ρηξικέλευθο στοιχείο στη συναυλία: ο Cooper στάθηκε μεσάζοντας μεταξύ φόρμας και αταξίας, πότε ανατρέποντας με τους πειραματισμούς τον συμβατικό singer/songwriter εαυτό του και πότε υποχρεώνοντας την αυτοσχεδιαστική του περσόνα να λειτουργήσει στα πλαίσια ενός κώδικα οικείου στο ευρύ κοινό. Τάξη και χάος, πιασμένα χέρι με χέρι. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όσον αφορά στα τραγούδια της εμφάνισης, θα ήθελα να σταθώ σε ορισμένες εκπληκτικές διασκευές, τις οποίες κατατάσσω στις πιο ευρηματικές που έχω ακούσει. Το πρώτο-πρώτο τραγούδι που μας είπε ο Cooper ήταν το "Movies And Magic" των Brian Wilson & Van Dyke Parks (ψαγμένη επιλογή, από τον αδικημένο δίσκο Orange Crate Art του 1995), έκλεισε δε τη συναυλία με το "Surfer Girl" των Beach Boys, παρουσιάζοντας μια σύγχρονη, ανατρεπτική ποπ, η οποία πιστεύω πολύ θα ευχαριστούσε την ανήσυχη πλευρά του Brian Wilson. Αυτό, όμως, που κατευχαριστήθηκα μέχρι συγκίνησης ήταν το "Only Love Can Break Your Heart" του Neil Young, σε μια εκτέλεση που μου θύμισε εκείνη των Saint Etienne, αλλά στο πολύ πιο «σπασμένο». </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στη δύση, λοιπόν, μιας αληθινά ξεχωριστής καριέρας, ο Mike Cooper απέδειξε ότι παραμένει ανήσυχο πνεύμα: ένας δημιουργός που δεν καταλαβαίνει από εποχές, γενιές και φράγματα μεταξύ των μουσικών ειδών. Στη δική του περίπτωση, ο εβδομηντάρης <i><u>είναι</u></i> ένας νέος της εποχής –επιτρέψτε μου μάλιστα να προσθέσω ότι βάζει κάτω πολλούς νέους της εποχής... </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/9bDglkdxsZo" width="320" youtube-src-id="9bDglkdxsZo"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-57895831104971956062024-02-18T12:11:00.002+02:002024-02-18T12:11:47.577+02:00AC/DC - ανταπόκριση (2009)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEilbyl2nwdZINFwYijwBuPEaKtSTQ0Ok8DGa0yEINIAFMnDM8Vadch-3Oczk4YRtqukQLj0LLVTT9GTC6lwN5d2WRartT2HbcWmlCbPXTds7x0h8K9cquoF40oxXgCyx2PsTvDP5N5ikoo7JSKhIizJIMz40H43fnDGjpiDFmnb-iyJ-HeOiBfFn4t8fHU/s450/Acdc-front.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="317" data-original-width="450" height="281" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEilbyl2nwdZINFwYijwBuPEaKtSTQ0Ok8DGa0yEINIAFMnDM8Vadch-3Oczk4YRtqukQLj0LLVTT9GTC6lwN5d2WRartT2HbcWmlCbPXTds7x0h8K9cquoF40oxXgCyx2PsTvDP5N5ikoo7JSKhIizJIMz40H43fnDGjpiDFmnb-iyJ-HeOiBfFn4t8fHU/w400-h281/Acdc-front.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν ήταν λίγες οι αναταράξεις των τελευταίων ετών στο εσωτερικό των AC/DC, κάτι, βέβαια, που μόνο παράλογο δεν το λες, αφού το θρυλικό γκρουπ από την Αυστραλία συμπλήρωσε τα 50 χρόνια ζωής μέσα στο 2023 –χωρίς να έχει διαλυθεί ποτέ, σημειωτέον.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ένα από τα αποτελέσματα των αναταράξεων αυτών, ήταν και η παρατεταμένη αποχή από τη συναυλιακή δράση: μετά το πέρας της τουρνέ για το άλμπουμ «Rock Or Bust», δηλαδή, στις 20 Σεπτεμβρίου 2016, έδωσαν μόνο μία συναυλία, στο πλαίσιο του Power Trip 2023. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τώρα, όμως, έφτασε η στιγμή της επιστροφής τους στα μεγάλα στάδια του πλανήτη, αφού ανακοίνωσαν ότι ξεκινούν ευρωπαϊκή περιοδεία στις 17 Μαΐου –με πρώτο σταθμό το «Veltins Arena» του Gelsenkirchen, στη Γερμανία. Οι ημερομηνίες που ανακοινώθηκαν, ωστόσο, απογοήτευσαν τους φίλους τους στην Ελλάδα, αφού, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, η χώρα μας δεν περιλαμβάνεται σε αυτές.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Αυτό σημαίνει ότι έχουμε να τα πούμε με τους Αυστραλούς από τον Μάιο του 2009, όταν έδωσαν μια σαρωτική, αξέχαστη συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο. Παραμένει βραδιά την οποία θυμάμαι πολύ γλαφυρά, κάπως, όμως, είχα λησμονήσει το γεγονός ότι έγραψα τότε και μια ανταπόκριση. Η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο <i>Avopolis</i> και τώρα, δοθείσης της αφορμής, αναδημοσιεύεται κι εδώ –με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από τη βραδιά και ανήκουν στην Όλγα Κ(αλαντζή)</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJY7Bj2cpt9tMI1tAAFBWFSo8EbuEc1OIfuwb0IOp3CM_gOoVsepA2Ug4Lu54bW8QkIPwpQoakGaIymOxPke9uRwTtYLHmTGGhehT27fQtIEwZzFSg1IsZmV7t2aKkZg7-gqAZ0uZiFd3rtYdzy0ChpSZezLAKasmKMxsxEkvAeydt4KK865js3lSkvJo/s450/Acdc-01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="347" data-original-width="450" height="309" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJY7Bj2cpt9tMI1tAAFBWFSo8EbuEc1OIfuwb0IOp3CM_gOoVsepA2Ug4Lu54bW8QkIPwpQoakGaIymOxPke9uRwTtYLHmTGGhehT27fQtIEwZzFSg1IsZmV7t2aKkZg7-gqAZ0uZiFd3rtYdzy0ChpSZezLAKasmKMxsxEkvAeydt4KK865js3lSkvJo/w400-h309/Acdc-01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Οι AC/DC στο Ολυμπιακό Στάδιο δεν ήταν απλώς μια συναυλία. Ήταν, πρώτα-πρώτα, ένα όνειρο πραγματοποιημένο με τον καλύτερο τρόπο. Το απέδειξε και η σύσταση του κοινού, καθώς έβλεπες από ενθουσιασμένους εικοσάρηδες μέχρι και συγκινημένους πενηντάρηδες: δεν ήταν, άλλωστε, οι AC/DC στο top-3 των συναυλιών που νομίζαμε ότι δεν θα βλέπαμε ποτέ στα μέρη μας; Κατά δεύτερον, επρόκειτο για ένα υπερθέαμα με rock 'n' roll ψυχή, φτιαγμένο ώστε να ικανοποιήσει τους πάντες. Και το μέσο ένστικτο, δηλαδή, που πάντα αρέσκεται σε γκράντε σόου, αλλά και τον πιο απαιτητικό μουσικόφιλο, όποιον ζητούσε το κάτι παραπάνω από τον ηλεκτρισμό των Αυστραλών θρύλων του hard rock. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τους Ιρλανδούς The Answer δεν τους πρόλαβα. Αν κι έφυγα αμέσως μετά την εκπομπή μου στο ραδιόφωνο, κατάφερα να μπω στο στάδιο όταν, πια, αποχαιρετούσαν το κοινό. Τα εισέπραξαν τα χειροκροτήματά τους, πάντως, έστω κι αν εμένα, καθώς βάδιζα από τον σταθμό του ΗΣΑΠ προς τη συναυλία, δεν μου ακούστηκαν ως κάτι ιδιαίτερο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μπαίνοντας στον χώρο, τώρα, είχε ήδη σκοτεινιάσει κι έτσι η λαοθάλασσα με τα κόκκινα κερατάκια στο κεφάλι φαινόταν εντυπωσιακή: σαν μια στρατιά από εκατοντάδες σατανικές πυγολαμπίδες. Κατά τις 21.30, έπειτα, ο φωτισμός προειδοποίησε ότι κάτι άλλαζε. Στα video wall εμφανίστηκε εικόνα και να το γνωστό από τις περιγραφές της «Black Ice» περιοδείας τρένο-καρτούν, με τον διαβολάκο μηχανοδηγό Angus και τα σκανταλιάρικα κορίτσια! Ήχος, εικόνα και φως συνδυάστηκαν άψογα, τα υπερμεγέθη ερυθρά κέρατα στην κορυφή της σκηνής άναψαν και αυτό ήταν. Χιλιάδες χέρια σηκώθηκαν ψηλά και μια ενθουσιώδης βοή κάλυψε το Ολυμπιακό Στάδιο: οι AC/DC βρίσκονταν όντως στην Αθήνα...</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για τις υπόλοιπες 2 (περίπου) ώρες, συμπεριλαμβανομένου του encore, οι Αυστραλοί σούπερ σταρ έδωσαν ρέστα. Όχι ότι δεν έκαναν τις «κοιλιές» τους, βέβαια. Οι δεκαετίες έχουν σίγουρα περάσει, αλλά, χάρη σε αυτήν την εμπειρία, ήξεραν να εκμεταλλεύονται περίφημα την κάθε στιγμή, ακόμα κι όταν ήθελαν απλά να κάνουν το διάλειμμά τους, όπως π.χ. έγινε στο "The Jack". Διέθεταν, ασφαλώς, το ρεπερτόριο, είχαν όμως και το τσαγανό και την ψυχή ώστε να μας πωρώσουν με τα καταιγιστικά τους βολτ. Ο Brian Johnson, με τη χαρακτηριστική του τραγιάσκα, έμοιαζε ανέγγιχτος από τον χρόνο: οι τσιρίδες του, οι διαδρομές του πάνω-κάτω στη ράμπα που ένωνε τη σκηνή με την κατασκευή στο κέντρο του γηπέδου, το παιχνίδι του με το κοινό, η εφηβική του αδρεναλίνη, το αεροβικό πήδημα με το οποίο κρεμάστηκε από μια ογκώδη καμπάνα στο "Hell's Bells" ήταν όλα απίθανα. Μιλάμε για έναν πραγματικό performer, όχι αστεία.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αλλά ο μεγάλος πρωταγωνιστής της βραδιάς ήταν ο Angus Young, ο οποίος πρόβαλλε ντυμένος με την περίφημη σχολική του στολή. Ασύλληπτος κιθαρίστας, σήκωσε όλο το βάρος του προγράμματος με σολαρίσματα εντυπωσιακά μα συνάμα και ουσιαστικά, δίνοντας, ταυτόχρονα, το δικό του σόου. Ήταν με τα χίλια δοσμένος στη live in Athens εμπειρία, έμοιαζε να ρουφάει τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα των παρευρισκομένων και αποδείχθηκε η ψυχή του rock 'n' roll πάρτυ των AC/DC, κάνοντας την ηλικία του να φαντάζει ως ένα νούμερο άνευ σημασίας. Όταν, δε, ανυψώθηκε στην προαναφερόμενη κατασκευή στο κέντρο του γηπέδου, παίζοντας αρχικά από εκεί, πριν να «ανατιναχτεί», στη συνέχεια, μέσα σε μια καταιγίδα από κονφετί, το σόου έφτασε στο απόγειό του. Το φινάλε-encore με τα κανόνια και τα πυροτεχνήματα δεν ήταν παρά το κερασάκι στην τούρτα μιας άψογης παράστασης.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όπως ήδη ειπώθηκε, πάντως, οι AC/DC δεν έδωσαν απλώς μια άψογη, επαγγελματική παράσταση. Είχαν και την απαραίτητη rock 'n' roll ουσία και το απέδειξαν τόσο όταν τραγουδούσαν τις μεγάλες τους επιτυχίες "Back In Black", "Thunderstruck", "TNT", "Hell's Bells", "For Those About To Rock (We Salute You)" και "Dirty Deeds Done Dirt Cheap", όσο και σε τραγούδια από το πρόσφατο –και αισθητά πιο αδύναμο– «Black Ice». Ήταν μια δύναμη ηλεκτρική έξω από τόπο και χρόνο, που λες και μπήκε μέσα μας, ωθώντας μας στη δική μας «συμφωνία με τον Διάβολο» για αιώνια νεότητα και ενεργητικότητα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Φεύγοντας από το Ολυμπιακό Στάδιο γνωρίζω, ασφαλώς, ότι δεν είδα το συγκρότημα που έχτισε τον AC/DC μύθο, αλλά το συγκρότημα το οποίο διατηρεί τον μύθο τούτο ζωντανό. Σίγουρα, πάντως, υποκλίθηκα σε μια αληθινά μεγάλη μπάντα. Για καθίστε και σκεφτείτε το λίγο. Κι αναλογιστείτε ποιοι από όλους δαύτους τους τζιτζιφιόγκους, οι οποίοι φιγουράρουν στα πρωτοσέλιδα του μουσικού Τύπου ως rock ήρωες αυτής της δεκαετίας, θα μπορούν να κάνουν στα 50 τους όσα έκαναν οι AC/DC φέτος τον Μάιο στην Αθήνα.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/TlkOqow6rcc" width="320" youtube-src-id="TlkOqow6rcc"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-45324265871183243222024-02-12T14:57:00.000+02:002024-02-12T14:57:17.393+02:00Ryoji Ikeda: data.flux [12 XGA version] - οπτικοακουστική εγκατάσταση (2019)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEif-PDbqgfgnWkpr5bijkLge21_mpjEDim1LHGxuJTWZkfBkapyUREpP-pHneHtLHv6QVu1saZutdKHxgR6CEZK7w86X2P4ogRSoqDHJ691KQr4cA4Fvyq77HxkCIxfZKg4fNCzEZJiLhWoAp-zF4gyC0PhgAJfgbxKMhuorf7GAHtEtLigzM2lLLVzcVw/s1200/Ikd_fron.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEif-PDbqgfgnWkpr5bijkLge21_mpjEDim1LHGxuJTWZkfBkapyUREpP-pHneHtLHv6QVu1saZutdKHxgR6CEZK7w86X2P4ogRSoqDHJ691KQr4cA4Fvyq77HxkCIxfZKg4fNCzEZJiLhWoAp-zF4gyC0PhgAJfgbxKMhuorf7GAHtEtLigzM2lLLVzcVw/w400-h266/Ikd_fron.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τέλη Ιανουαρίου του 2019 βρέθηκα στον Εκθεσιακό Χώρο -1 της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση για να παρακολουθήσω τη 12 XGA version του «data.flux», δηλαδή της νέας (τότε) οπτικοακουστικής εγκατάστασης του Γιαπωνέζου εικαστικού Ryoji Ikeda. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Εκεί, λοιπόν, ψηφία, στοιχεία γενετικού κώδικα, ακόμα και γαλαξιακές συντεταγμένες αστέρων έδεσαν με μια μινιμαλιστική ηλεκτρονική σύνθεση στο πνεύμα των Autechre, δίνοντας ένα έργο που, παρ' όλα αυτά, παρέμεινε προσβάσιμο στο μη εξειδικευμένο κοινό. Με αποτέλεσμα πολλοί να θελήσουν να απεικονιστούν με φόντο την εντυπωσιακή ροή των εικόνων. Ανάμεσά τους κι εγώ: η φωτογραφία που με έβγαλε η Vánagandr Fenrir/Χριστίνα Κουτρουλού κοσμεί σταθερά, εδώ και μια πενταετία πια, το προφίλ μου στο Facebook. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ένα κείμενο για την ιδιαίτερη αυτή εγκατάσταση δημοσιεύτηκε εκείνη την εποχή στο <i>Avopolis</i> –και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το υλικό που διατέθηκε ως promo στον Τύπο και ανήκουν στον Mike Tsolis</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgNomqUN1SfATb5KzfGy189ciqb2JU9UIX7YQqeZiLdvO_sWQZ1XvuNtxRYBPYuAzCY5H473yOlw2cjUCPc9nUSURDMqYZILVKIEBxc9wPJnswLAJBVyNhdpXuqtk4GtU9g6sGYeRUxOV1KM97m96pZf6-0JpNHQjbhWb8Up-kf_kQpjkfF2Mm57mtXg9E/s750/Ikd_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgNomqUN1SfATb5KzfGy189ciqb2JU9UIX7YQqeZiLdvO_sWQZ1XvuNtxRYBPYuAzCY5H473yOlw2cjUCPc9nUSURDMqYZILVKIEBxc9wPJnswLAJBVyNhdpXuqtk4GtU9g6sGYeRUxOV1KM97m96pZf6-0JpNHQjbhWb8Up-kf_kQpjkfF2Mm57mtXg9E/w400-h266/Ikd_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τα εγκαίνια και οι πρεμιέρες έχουν πάντα τα ζητήματά τους και είναι περιστάσεις που προσωπικά αποφεύγω, καθώς δεν θέλω λ.χ. να τυχαίνω σε «καθώς πρέπει» κυρίες κάποιας ηλικίας που αποφασίζουν να συζητήσουν αν ακρίβυνε εσχάτως η κομμώτρια, με φόντο το καλλιτεχνικό ζητούμενο. Όπως και μου συνέβη στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στην οπτικοακουστική εγκατάσταση του Γιαπωνέζου εικαστικού Ryoji Ikeda –και ας έθετε το πρόγραμμα στα προαπαιτούμενα της παρακολούθησης το «<i>σιωπηλό και σκοτεινό περιβάλλον</i>». Ωστόσο τέτοιες παραφωνίες δεν σκίασαν τελικά την εμπειρία, ούτε και τη χαρακτήρισαν. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το «data.flux» είναι ελεύθερα προσβάσιμο στον Εκθεσιακό Χώρο -1 της Στέγης, σε απογευματινές και πρώιμα βραδινές ώρες. Δεν απαιτεί πολύ από τον χρόνο σας, απαιτεί όμως προσοχή και μια κάποια αφοσίωση, τόσο στα κυρίαρχα οπτικά ερεθίσματα, όσο και στη μουσική· η οποία ίσως σε πρώτη όψη να δείχνει συνοδευτική, επί της ουσίας όμως δεν είναι. Αξίζει να τονίσουμε, άλλωστε, ότι ο Ryoji Ikeda χρεώνεται τόσο τη σύλληψη πίσω από τη νέα του εγκατάσταση, όσο και τη σύνθεση που την επενδύει. Για τον ίδιο, δηλαδή, υπάρχει ενότητα φωτός και ήχου. Και είναι αυτή μια αίσθηση που την κοινωνεί πολύ επιτυχημένα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το στήσιμο αντανακλά μια βερολινέζικη αισθητική, του είδους ας πούμε που συνόδευσε την έκθεση «1 2 3 4 5 6 7 8» των Kraftwerk (2013), μείον βέβαια το τρισδιάστατο στοιχείο. Ο Ikeda χρησιμοποιεί 12 παράλληλους βιντεοπροβολείς, από τους οποίους πηγάζουν εικόνες κινούμενες σε οριζόντια διάταξη, συνοδεία ηλεκτρονικής μουσικής με μινιμαλιστικό χαρακτήρα και πλήρη απουσία φωνητικών, που ακολουθεί κατά πόδας το οπτικό μέρος σε παλμό και (υψηλότερη ή χαμηλότερη) ένταση. Η προγενέστερη αναφορά στους Kraftwerk δεν είναι τυχαία, αφού, πέραν του στησίματος, υπάρχει κι ένα συγκεκριμένο σημείο στη σύνθεση που ακούγεται σαν την έναρξη του "Radioactivity" –κατά τα λοιπά, ωστόσο, βρισκόμαστε πιο κοντά στη λονδρέζικη IDM αισθητική των 1990s (σε μια πιο σύγχρονη όμως εκδοχή), όπως σχηματοποιήθηκε στο φαντασιακό μας χάρη στη δράση των Autechre και των συνοδοιπόρων τους. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh0IgQ3RnBdc4oJd8mC0l5PeO2efuiAHJFzPuLJVaQ3157N-MuOd_jh4dm3nKGSXiJFrW4Ubo2nIO4BAxWOW0nC5T0yCFxON5D-RrU-yfsZ3NC0pcXzoyD2MsmSooTkNPcEWK7ajutE96B1aGPw7kNSPlSOr-f_5KcSbUQnuViT5F_ENTM8CtuzEtqMOik/s750/Ikd_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh0IgQ3RnBdc4oJd8mC0l5PeO2efuiAHJFzPuLJVaQ3157N-MuOd_jh4dm3nKGSXiJFrW4Ubo2nIO4BAxWOW0nC5T0yCFxON5D-RrU-yfsZ3NC0pcXzoyD2MsmSooTkNPcEWK7ajutE96B1aGPw7kNSPlSOr-f_5KcSbUQnuViT5F_ENTM8CtuzEtqMOik/w400-h266/Ikd_02.jpg" width="400" /></a></div></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στο καθαρά οπτικό πεδίο, τώρα, ο Ikeda εστιάζει τόσο σε απλά πράγματα (όπως λ.χ. σε ψηφία ή σε γράμματα), όσο και σε σαφώς πιο σύνθετα, στοιχεία ας πούμε γενετικού κώδικα, ακόμα και γαλαξιακές συντεταγμένες αστέρων στο ευρύτερο ηλιακό μας σύστημα. Ανά στιγμές μπορεί, λοιπόν, να ανακαλέσεις εμπειρίες που τις έχεις συσχετίσει με την επιστημονική φαντασία και την κυβερνοπάνκ κουλτούρα. Είναι δύσκολο, ας πούμε, να μη σκεφτείς το Matrix των αδερφών Wachowski (πριν λάβει τη μεσσιανική του διάσταση), τις αστρικές ομοσπονδίες του Star Trek ή τους κυρίαρχους υπολογιστές στη διαστημική πόλη Alphaville του Jean-Luc Godard. Συνοδεία της μουσικής, αποκτάς για λίγο την αίσθηση ότι κρυφοκοιτάς σε κάποιο μέλλον που δεν αντιλαμβάνεσαι ολικώς. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ωστόσο το μονοπάτι μιας τέτοιας αποτίμησης αποβαίνει λιγάκι ολισθηρό: ο Ikeda ενδιαφέρεται βασικά για μια αισθητικοποίηση των μαθηματικών και, συνολικότερα, για μια σύμπλευση τέχνης, φιλοσοφίας και θετικών επιστημών. Η οποία δεν είναι νέα στην ιστορία (μπορεί να χρονολογηθεί τουλάχιστον στον Ρομαντισμό), αλλά τίθεται ενώπιόν μας με τα μέσα του 21ου αιώνα, αντανακλώντας τον κόσμο όπως τον συλλαμβάνουν σήμερα οι εγκέφαλοί μας, έχοντας δεδομένη, πια, συνάφεια με την τεχνολογική πρόοδο. Από μια τέτοια άποψη, μια έκδηλη συγγένεια εντοπίζεται σε ένα προγενέστερο έργο του Ikeda, το «V#L» (2008), το οποίο εμπνεύστηκε από τις συζητήσεις του για το Άπειρο με τον Benedict Gross. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σε κάθε περίπτωση, δεν χρειάζεται να σας φοβίζει κανείς με ψαγμένες αναφορές και με υπερ-αναλύσεις. Όσο κι αν υπάρχει (και) μια τέτοια διάσταση, δηλαδή, το έργο του Ikeda διαθέτει κι εκείνου του είδους την απόκοσμη ομορφιά που κάλλιστα μπορεί να λειτουργήσει και σε ένα πρώτο επίπεδο, παρασέρνοντας νου και αισθήσεις στο «παιχνίδι». Αυτή του η προσβασιμότητα παραμένει, νομίζω, σημαντικό ατού, που εξηγεί γιατί ξεχωρίζει σε έναν κόσμο όπου αρκετοί πλέον καλλιτέχνες εκφράζονται μέσω οπτικοακουστικών εγκαταστάσεων για εξειδικευμένο κοινό. Άλλωστε το έχει θέσει και ο ίδιος στο παρελθόν, ότι θέλει το έργο του να βιώνεται και όχι να αναλύεται. Και αποδείχθηκε περίτρανα στον υπόγειο εκθεσιακό χώρο της Στέγης, από το πόσοι άνθρωποι ένιωσαν άνετα να μπουν μπροστά στις εικόνες και να φωτογραφηθούν με φόντο τη ροή τους, δημιουργώντας έτσι μια νέα ενότητα μέσω αυτής της ακούσιας συμμετοχής τους στα δρώμενα.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τα εγκαίνια, εντωμεταξύ, συνοδεύτηκαν και από ένα πάρτυ στον ισόγειο χώρο της Στέγης, όπου αρκετοί έδωσαν το παρών για να ακούσουν τους κατάλληλους για την ώρα και τη στιγμή ηλεκτρονικούς ήχους του Voltnoi Brege, ο οποίος ανέλαβε χρέη DJ. Γενικώς, ο κόσμος ήταν τόσο-όσο. Κάτι που μάλλον δεν θα κάνει το data.flux «talk of the town» για τους χαΐστες του αθηναϊκού κέντρου, πάντως εξασφάλισε την επιτυχία για μία περίσταση που ίσως δεν θα είχε λειτουργήσει τόσο καλά, εάν ο Εκθεσιακός Χώρος είχε πνιγεί στον κόσμο. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/T1bRGdgdgS0" width="320" youtube-src-id="T1bRGdgdgS0"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-33791402152287393992024-02-11T13:06:00.000+02:002024-02-11T13:06:16.702+02:00Dead Can Dance - συνέντευξη (2012)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjjWt2kMHH3TKgw6cowyc3lPP3An9KSQ0zsoM3Ur-Km8bP5OkstKSlr553aknSoWTqfUdoAv0sp4xubuFiF77BpZA7LjikWhdz41S9azFHO2u4MRwKsXDaOSzXHcTDeKD7NcmQzqEXYZILDPPzj4r8hsstR3j6gSy7F88hcti7WQqjxhuWet4qu3cppw9g/s1200/DcDn_fron.jpeg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjjWt2kMHH3TKgw6cowyc3lPP3An9KSQ0zsoM3Ur-Km8bP5OkstKSlr553aknSoWTqfUdoAv0sp4xubuFiF77BpZA7LjikWhdz41S9azFHO2u4MRwKsXDaOSzXHcTDeKD7NcmQzqEXYZILDPPzj4r8hsstR3j6gSy7F88hcti7WQqjxhuWet4qu3cppw9g/w400-h266/DcDn_fron.jpeg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τους Dead Can Dance θυμάμαι να τους αγαπώ από την πρώτη στιγμή που έπεσα πάνω τους, κάπου στην εφηβεία. Κάπου μετά τα τσουγκρίσαμε, ίσως, αν και σε αυτό μάλλον φταίω εγώ και οι προσδοκίες μου, περισσότερο –και λιγότερο εκείνοι.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Σε κάθε περίπτωση, όταν δόθηκε μια ευκαιρία να τηλεφωνηθούμε με τη Lisa Gerrard, πίσω στο 2012, δεν την άφησα να πάει χαμένη. Το άλμπουμ «Anastasis», άλλωστε, ήταν ακόμα φρέσκο, οπότε δίνονταν λαβές για διάφορες συζητήσεις.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από την κουβέντα μας προέκυψε μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε σε κάποιο τεύχος του περιοδικού «Sonik» εκείνης της χρονιάς –δεν είμαι σίγουρος σε ποιο. Αργότερα κυκλοφόρησε και στο ίντερνετ, ενώ τώρα αναδημοσιεύεται κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">*<i> οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από promo υλικό, το οποίο διατέθηκε στον Τύπο</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgZ7Kry90belCexUxTshALmjhcxEWz2unstJl9-Ctu6rrzJvSmkBlF5EfWyl7xTVKni7rBFVk4D7x8z1yBbmSXC6Yj1gBaHZ-eiAaTcFbxJx_LPnmUU9b6a4IFh4p8aqb1fsVSiYy3dCrHUUdFUXawx7KVLt_8PTzrKXOty1wDf_K926hTLTRllbMVE10E/s750/DcDn_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgZ7Kry90belCexUxTshALmjhcxEWz2unstJl9-Ctu6rrzJvSmkBlF5EfWyl7xTVKni7rBFVk4D7x8z1yBbmSXC6Yj1gBaHZ-eiAaTcFbxJx_LPnmUU9b6a4IFh4p8aqb1fsVSiYy3dCrHUUdFUXawx7KVLt_8PTzrKXOty1wDf_K926hTLTRllbMVE10E/w400-h266/DcDn_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γεια σου Lisa, χαιρετισμούς από την Αθήνα!</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ω, είναι η ελληνική συνέντευξη τώρα! Με συγχωρείς, είχα μπερδέψει το ωράριο με το ξένο έντυπο που ακολουθεί, νόμιζα ότι θα προηγούνταν εκείνοι. Πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα; Διαβάζω συχνά στις εφημερίδες τις ανταποκρίσεις από Αθήνα, πρέπει να έχετε περάσει πολύ δύσκολες μέρες...</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ναι, είναι αλήθεια... Υπήρξαν πολύ δύσκολες μέρες και δεν έχουμε ακόμα ξεπεράσει αυτό το στάδιο. Ίσως απλά το έχουμε βάλει στο πίσω μέρος του μυαλού μας επειδή είναι καλοκαίρι, μα τίποτα δεν έχει λυθεί...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εύχομαι να υπάρξει ένα αίσιο τέλος. Εμείς με τον Brendan Perry, πάντως, δηλώνουμε ενθουσιασμένοι που θα έχουμε την ευκαιρία να ξανάρθουμε στην Ελλάδα, τόσο στην Αθήνα, όσο και στη Θεσσαλονίκη... </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δείχνετε να έχετε ισχυρή διασύνδεση με τη χώρα μας. Πίσω στον Φεβρουάριο του 1984, σας γνωρίσαμε για πρώτη φορά με έναν δίσκο που είχε το όνομά σας γραμμένο με ελληνικά γράμματα. Τώρα, ξαναγυρίζετε στη δισκογραφία με ένα άλμπουμ που λέγεται «Anastasis». Μέσα δε σε αυτό, υπάρχουν τραγούδια με τίτλους ελληνικούς, π.χ. το "Anabasis"... </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Υπάρχει πράγματι μια διασύνδεση. Μεγάλωσα στο προάστιο Prahran της Μελβούρνης, το οποίο ήταν (και είναι) γεμάτο με Έλληνες. Η γλώσσα σας, οι ήχοι της και γράμματά της –όπως το Δ, που χρησιμοποιήσαμε πίσω στο 1984– είναι πράγματα που τολμώ να τα χαρακτηρίσω οικεία. Καλλιτεχνικά, επίσης, τόσο εγώ, όσο και ο Brendan, έχουμε μελετήσει αρκετά τη Βυζαντινή θρησκευτική μουσική. Αλλά στο «Anastasis» δεν έπαιξε ρόλο η συγκεκριμένη διασύνδεση. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εμπνευστήκαμε από τη γενικότερη περιοχή που συγκροτεί η Μεσόγειος και η Μέση Ανατολή, γιατί είναι σε αυτό το κομμάτι του πλανήτη όπου ξεκίνησε ό,τι αποκαλούμε πολιτισμό, βάζοντας τον Άνθρωπο σε μια εξελικτική τροχιά, «παιδί» της οποίας είναι οι σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες. Παρότι υπήρξαν πολλές πολιτιστικές δυνάμεις στην περιοχή, ίσως οι Έλληνες να έχουν αφήσει το ισχυρότερο αποτύπωμα στη συλλογική συνείδηση. Γι' αυτό και διαλέξαμε η έμπνευσή μας να εκπροσωπηθεί από τη γλώσσα σας: το νόημα λέξεων όπως «anastasis» ή «anabasis» μπορεί να γίνει κατανοητό και από μας. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Αλήθεια, τι όργανο ακούμε να σε συνοδεύει στο "Anabasis";</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Λέγεται hang, έχει έναν απίστευτα γλυκό ήχο –θα τον έλεγα μαγικό, μα η λέξη έχει γίνει πολύ κλισέ. Δεν είναι παλιό όργανο, είναι μοντέρνας σύλληψης, μια διασταύρωση των μεταλλικών τύμπανων του Τρινιντάντ & Τομπάγκο με το γκονγκ που χρησιμοποιείται στις gamelan ορχήστρες της Ινδονησίας. Μαζί μας στην περιοδεία θα έρθει κι ένας δεξιοτέχνης του hang, οπότε θα έχετε την ευκαιρία να δείτε κι από κοντά πώς παίζεται! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μιλώντας για Ανάσταση, τώρα, αναφέρεστε στην εκ νέου δραστηριοποίησή σας ως μπάντα; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όχι, το εννοούμε με έναν πιο βαθύ και ευρύ τρόπο. Άλλωστε οι Dead Can Dance δεν αναστήθηκαν –η αγγλική λέξη που περιγράφει το τι κάναμε είναι το «reunion», όχι το «resurrection». Έχει να κάνει, επίσης, και με το τι βλέπεις στο εξώφυλλο του Anastasis: είναι ένα χωράφι με ηλιοτρόπια, τα οποία εκ πρώτης όψης δείχνουν νεκρά. Οι κεφαλές τους μοιάζουν ξεραμένες, μα οι ρίζες τους παραμένουν ζωντανές. Η αναγέννηση είναι κάτι που συμβαίνει διαρκώς στη φύση και σε αυτήν αναφερόμαστε, με την έννοια βέβαια ότι και ο άνθρωπος αποτελεί κομμάτι της φύσης, άρα τον αφορά η συγκεκριμένη διαδικασία. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πιστεύετε δηλαδή και στην ανάσταση της ανθρώπινης ψυχής, όπως την πρεσβεύει ο Χριστιανισμός; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και βέβαια! Τίποτα δεν πεθαίνει, όλα περνούν από μεταβατικές περιόδους, στη διάρκεια των οποίων ανανεώνονται και ξαναγεννιούνται. Έχει να κάνει με διαφορετικά στάδια, ίσως και με διαφορετικές διαστάσεις –και οπωσδήποτε όλα τούτα έχουν κι ένα συμβολικό περιεχόμενο: δεν χρειάζεται να πεθάνεις και να ξαναγεννηθείς για να αντιληφθείς τι σημαίνει να γίνεσαι πιο πλούσιος ως άνθρωπος ή να ξεπερνάς όρια, προσωπικά ή κοινωνικά. Πιστεύω ότι ειδικά οι κουλτούρες της Μεσογείου τα αντιλαμβάνονται πολύ καλά αυτά τα πράγματα, ακόμα κι αν δεν ακολουθούν όλες την Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Επομένως, τα ηλιοτρόπια του εξωφύλλου δεν έχουν κάποια συμβολική χρήση –είναι απλά ηλιοτρόπια. Ρωτάω γιατί στο εναρκτήριο τραγούδι ακούω τον Brendan Perry να τραγουδά «<i>We are the children of the sun, our journey has begun, sunflowers in our heads</i>»...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όχι, είναι απλά ηλιοτρόπια! Δεν συμβολίζουν κάτι, υπογραμμίζουν απλά τη σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Το "Opium", τώρα, δείχνει να είναι το πιο σκοτεινό τραγούδι του άλμπουμ, συμφωνείς;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι. Αλλά ο πιο κατάλληλος να σου πει γι' αυτό είναι ο Brendan, καθώς στιχουργικά το τραγούδι απηχεί μια φυσική εξέλιξη της δικής του δουλειάς και του ιδιαίτερου, προσωπικού του τρόπου να γράφει. Εγώ θα αρκεστώ να πω ότι τις καταλαβαίνεις πεντακάθαρα τις λέξεις, το μήνυμα είναι εκεί...</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σε ένα άλλο τραγούδι, πάλι, το "Amnesia", αναφέρεστε στη σχέση του ανθρώπου με τη μνήμη. Μαθαίνουμε ποτέ κάτι από την ιστορία μας;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Από μια πλευρά, θα έλεγα πως όχι. Δείχνει λες και οι άνθρωποι θυμόμαστε όλο και λιγότερο τι έγινε πριν· οπότε η ήδη εύθραυστη σχέση μας με το παρελθόν, γίνεται ακόμα πιο εύθραυστη. Από την άλλη, σκέφτομαι ότι στην πραγματικότητα δεν ξεχνάμε, απλά η μνήμη μας μετακινείται και εστιάζει σε συγκεκριμένα σημεία –με αποτέλεσμα, βέβαια, να συσκοτίζεται η γενική εικόνα, αφού εγκλωβιζόμαστε εκεί, ίσως ηθελημένα, μερικές φορές. Το σκεφτόμουν βλέποντας τον πατέρα μου να αποκτά Αλτζχάιμερ. Ενώ έχανε εντελώς τη μνήμη του για τα πράγματα του παρόντος και του πρόσφατου παρελθόντος, θυμόταν με εντυπωσιακές λεπτομέρειες στιγμές από την παιδική του ηλικία. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εμένα, προσωπικά, πάντα με τραβούσαν τα βιβλία που μου έθεταν ερωτήματα και με οδηγούσαν σε κάτι διαφορετικό, σε ένα άλλο βιβλίο, σε κάποιον πίνακα κτλ. Η μουσική έχει σίγουρα τη δύναμη να πυροδοτήσει τη φαντασία και να μας βάλει σε ένα τέτοιο μονοπάτι γνώσης και μνήμης. Έχει σημασία να αντιληφθούμε ότι η πορεία μας είναι μια ισορροπία ανάμεσα σε πράγματα στα οποία είμαστε δυνατοί και σε άλλα όπου στέκουμε αδύναμοι. Και βέβαια ότι το σώμα, μόνο του, δεν είναι αρκετό... </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς πιστεύεις θα δουν τις μέρες που ζούμε σήμερα οι ιστορικοί του μέλλοντος;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πραγματικά, δεν ξέρω... Πάντως, το τι θα γράψουν κι εκείνοι έχει να κάνει με το κατά πόσο θα αντιληφθούμε ως άνθρωποι ότι σημασία έχει το όλον του ταξιδιού και η Αγάπη. Το αν θα βρούμε ποιοι είμαστε και το τι θα κάνουμε γι' αυτό. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όσον αφορά στο παρόν, πιστεύω ότι πρέπει να στεκόμαστε πιο κριτικά απέναντι σε πράγματα και καταστάσεις που επαναλαμβάνονται. Αλλά και να σκεφτούμε σοβαρά πόσο μακριά (ή βαθιά) πρέπει να πάμε ώστε να βρούμε αληθινές και χρήσιμες πληροφορίες για το τι συμβαίνει, καθώς έχει πια γίνει φανερό ότι τα μέσα ενημέρωσης –ακόμα και τα ιντερνετικά– δεν είναι αρκετά. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για να στο πω με ένα παράδειγμα: όπως είπα και πιο πριν, μεγάλωσα σε ένα προάστιο της Μελβούρνης με ισχυρή ελληνική παρουσία. Ερχόμενη όμως για πρώτη φορά στην Ελλάδα κατάλαβα ότι τα όσα ήξερα από εκείνη την εμπειρία ήταν επιφανειακά, αποσπασματικά και όχι ντε και καλά σωστά. Είναι αλλιώς να παρατηρείς τους Έλληνες στο δικό τους περιβάλλον –και μ' αυτό εννοώ και το αστικό/αρχιτεκτονικό περιβάλλον. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Κατανόησα πολύ καλύτερα την κοινωνία σας, την αισθητική σας, το πώς κινείστε στην καθημερινότητα, ακόμα και την κουζίνα σας, ταξιδεύοντας στη Θεσσαλονίκη, παρά ζώντας στη Μελβούρνη. Θέλει λοιπόν έναν κόπο, μια επίγνωση ότι πρέπει να δούμε τα πράγματα περισσότερο σε βάθος. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι πιστεύεις ότι φέρατε στο «Anastasis» εσύ κι ο Brendan, από τις σόλο πορείες σας; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πρέπει να παρατηρήσεις τις λεπτομέρειες για να το εντοπίσεις, γιατί αφορά σε μικρά σημεία, κυρίως στη μουσική. Είναι όμως πολύ διαφορετικά τα πράγματα όταν δουλεύουμε μαζί. Δημιουργείται ας πούμε ένας κοινός «μεσαίος χώρος», στον οποίον κινούμαστε. Πολλές φορές με συγκρούσεις και με μπρος-πίσω, αλλά δεν γίνεται διαφορετικά. Ποτέ δεν είναι εύκολο να αφοσιωθείς ολότελα σε κάτι, αφήνοντας συνειδητά εκτός το κομμάτι του εαυτού σου που δεν μπορεί να πάρει μέρος σε αυτό. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Με τον Brendan είχατε μια πολύ βαθιά σχέση, ήδη από τη νεότητά σας. Τι σας έκανε να χωριστείτε και τι σας ξανάφερε μαζί; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είμαστε και οι δύο εξαιρετικά περίπλοκες προσωπικότητες... Και μάλλον το γεγονός ότι βάζουμε αμφότεροι τη μουσική πάνω από όλα, δημιούργησε σε κάποια φάση πρόβλημα στη μεταξύ μας σχέση. Βέβαια, δεν είπαμε ποτέ ότι δεν θα ξαναδουλέψουμε μαζί. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Από εκεί και πέρα, η ζωή είναι πολύ ενδιαφέρουσα... Πάντα βρίσκει τρόπους. Μας έφεραν ξανά μαζί οι μεγάλες φωτιές στην Αυστραλία. Ο Brendan με έψαξε, ήθελε να δει αν είμαι καλά. Έτσι ξαναρχίσαμε να μιλάμε και στη συνέχεια γύριζαν όλο και πιο έντονα οι μνήμες από όσα είχαμε ζήσει μαζί· δημιουργήθηκε ξανά η ανάγκη να επικοινωνούμε, μα και να δουλέψουμε παρέα. Ξέρεις, στη ζωή με πολύ λίγους ανθρώπους έρχεσαι αληθινά κοντά. Και δεν είναι πάντα ευχάριστη εμπειρία. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι απέγινε αλήθεια εκείνο το άλμπουμ που ήταν να ακολουθήσει το «Spiritchaser» του 1996; Τελικά ακούσαμε μόνο το "Lotus Eaters", στο box set «The Dead Can Dance 1981-1998». Υπάρχει καθόλου υλικό από εκείνο στο «Anastasis»; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όχι, ό,τι ακούτε στο «Anastasis» είναι υλικό γραμμένο πρόσφατα, δεν χρησιμοποιήσαμε τίποτα ανέκδοτο από παλιότερα χρόνια –παρότι εγώ τουλάχιστον μπήκα στον κόπο να ξανακούσω ορισμένες παλιότερες δουλειές μας. Ήθελα να δω πώς θα μου φαίνονταν στο σήμερα και να ανιχνεύσω πιθανές ανάγκες συνέχειας. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εκείνο το άλμπουμ νιώσαμε ότι δεν γινόταν να ολοκληρωθεί, γι' αυτό δημοσιεύσαμε μόνο το "Lotus Eaters". Στα 1998 είχαμε πια πάψει να περνάμε χρόνο μαζί, υπήρχε μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε μένα και στον Brendan. Και, το κυριότερο, νιώθαμε ότι δεν υπήρχε επικοινωνία. Η μεταξύ μας δυναμική είχε χαθεί, κινούμασταν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ενώ υπήρχε κι αρκετή νευρικότητα. Έτσι το άλμπουμ εκείνο απλά εγκαταλείφθηκε. Και, με κοινή απόφαση, τερματίσαμε και τους Dead Can Dance. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Απόφαση που στεναχώρησε τους φίλους σας, όσο τους χαροποίησε η κοινή σας απόφαση να ξαναδουλέψετε μαζί...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Χαιρόμαστε πάρα πολύ για τη θερμή ανταπόκριση που έχει συνοδεύσει την απόφασή μας να ξαναϋπάρξουν οι Dead Can Dance. Ήταν πολύ σημαντικό για μας, γιατί σε μια τέτοια ιστορία έχεις κάθε φορά πολλές δεύτερες σκέψεις και ανησυχίες –αν π.χ. θα είναι ένα τεράστιο πράγμα που θα σε υπερβεί, αν το νέο υλικό θα μπορεί να σταθεί ισότιμα δίπλα στο παλιό, τέτοια πράγματα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αισθανόμαστε τυχεροί, ωστόσο, που μπορούμε να ξαναδοκιμάσουμε, γιατί η μουσική είναι κάτι εξαιρετικά πολύτιμο για μας. Κι ελπίζουμε να μπορέσουμε να το χειριστούμε. Γιατί, όσο μεγαλώνεις, γίνεσαι τελικά και πιο εύθραυστος. Η ανταπόκριση του κοινού μάς έχει βοηθήσει πολύ προς μια τέτοια κατεύθυνση. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το υπέρτατο τεστ θα είναι η σκηνή, βέβαια. Εκεί θα φανεί αν θα μπορέσουμε να μετατρέψουμε σε γιορτή την παγκόσμια περιοδεία μας κι αν η αγάπη κι ο ενθουσιασμός των φίλων μας θα μπορέσουν να ανασυστήσουν την αίσθηση κοινότητας που πάντα είχαμε με το κοινό μας. Ίσως δεν μπορώ να εξηγήσω καλά το πώς δουλεύουν αυτά τα πράγματα για έναν καλλιτέχνη. Θέλω να πω, πάντως, ότι για μας είναι κάτι πολύ σημαντικό. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/HMTbJq-SiGo" width="320" youtube-src-id="HMTbJq-SiGo"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-25569040001097645042024-02-04T14:03:00.000+02:002024-02-04T14:03:04.839+02:00Closer - συνέντευξη (2007)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhHVGV-LefX2KF79aRJiF4dgDE8AEA9ZGErbegFq7bm0NYhHQQQcyXkzIxz9N0tVJryGq5QDSpODpxQjTef9g36Dw3T2qvIiqn1sjXvUPbaaqP6Sz24PkO9lfqTiSS3UXDs4kSmJL5oJ8qLmZOJvbithDst6qqq48NAvB5eVpB0OW_z-Xwti8JkycKVCC0/s600/Closer_fr.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="408" data-original-width="600" height="272" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhHVGV-LefX2KF79aRJiF4dgDE8AEA9ZGErbegFq7bm0NYhHQQQcyXkzIxz9N0tVJryGq5QDSpODpxQjTef9g36Dw3T2qvIiqn1sjXvUPbaaqP6Sz24PkO9lfqTiSS3UXDs4kSmJL5oJ8qLmZOJvbithDst6qqq48NAvB5eVpB0OW_z-Xwti8JkycKVCC0/w400-h272/Closer_fr.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Οι Closer ήταν από τις μπάντες που διακρίθηκαν στο ελληνικό alternative rock στερέωμα που θέλησε να εκφραστεί με αγγλικό στίχο, γνωρίζοντας ανέλπιστη ραδιοφωνική επιτυχία με το "Wine" (1998) –στο μεσοδιάστημα μεταξύ Sharp Ties και Raining Pleasure. Εκείνη τη χρονιά, μάλιστα, το 1998, τους είδαμε και στο ιστορικό Rockwave Festival με τους Pulp και τους Sonic Youth.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τον Μάρτιο του 2007, πάλι, όταν συνάντησα τον Ανδρέα Παππά (φωνητικά), τον Βαγγέλη Παππά (μπάσο) και τον Γιάννη Βερβέρη (κιθάρα) για καφέ, το σκηνικό ήταν αρκετά διαφορετικό: οι αγγλόφωνες μπάντες είχαν γίνει πια νόρμα στο εγχώριο alternative rock και οι Closer προσπαθούσαν να ξαναβρούν τον βηματισμό τους, ύστερα από σιωπή αρκετών ετών, την οποία έσπασαν το 2006, κυκλοφορώντας το τρίτο τους άλμπουμ «Closer».</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από τη συνάντησή μας προέκυψε μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">*<i> οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από υλικό που δόθηκε κατά καιρούς στον Τύπο, ως promo</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgKwxzlPtsUsiNYgFk98-PRyBvK0jIOBlEGN6VO6D6i4M33V8JcmHPNTZAlzC_w1liU3_5Nk1Vhu14PuWsohj5ZBvoc22S2H95-BK40X2XYTV8TagkQ79CbOc76Oy-Fn69JWFnN6MhEY8iFu9Gm4Z61HRuPUh0QOTnpSYdM-pbbIXh8D1tCKnwt0lfosdo/s600/Closer-01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="400" data-original-width="600" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgKwxzlPtsUsiNYgFk98-PRyBvK0jIOBlEGN6VO6D6i4M33V8JcmHPNTZAlzC_w1liU3_5Nk1Vhu14PuWsohj5ZBvoc22S2H95-BK40X2XYTV8TagkQ79CbOc76Oy-Fn69JWFnN6MhEY8iFu9Gm4Z61HRuPUh0QOTnpSYdM-pbbIXh8D1tCKnwt0lfosdo/w400-h266/Closer-01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Επιχειρείτε, μαθαίνω, να αξιοποιήσετε το χαρτί της παρουσίας στο εξωτερικό. Πώς σκοπεύετε να το χειριστείτε;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης:</b> <span style="color: #660000;">Για εμάς το θέμα είναι να κάνουμε κάποια καλά live κάπου έξω. Για να γίνει κάτι τέτοιο πιο συστηματικά, όμως, χρειάζεται να υπάρχει από πίσω και ατζεντοκατάσταση –και στην Ελλάδα αυτό δεν είναι και τόσο αναπτυγμένο. Μερικές συναυλίες μπορούν να γίνουνε, πάντως: για να κυκλοφορήσει ο δίσκος και στο εξωτερικό, άλλωστε, χρειάζονται και ζωντανές εμφανίσεις. Αν δεν παίζεις live, δεν προχωράει το πράγμα.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας:</b> <span style="color: #660000;">Και είναι και πολύ διαφορετικό να παίζεις στο εξωτερικό, σε μερικά μαγαζιά, από το να μπορείς να μαζέψεις κάπου κόσμο. Εγώ, δηλαδή, προτιμώ να κάνω ένα μεγάλο live και καλό, παρά δεκαπέντε μικρά live σε χώρους στους οποίους θα μπορούσα να το κάνω και μένοντας εδώ. Άμα τα λες αυτά, βέβαια, ακούγεσαι κάπως...</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span style="color: #660000;"><br /></span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><span><div style="font-family: "Times New Roman"; font-size: medium;"><span style="color: #666666; font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είναι, για σας, το live το νούμερο 1 κριτήριο για μια μπάντα;</b></span></div><div style="font-family: "Times New Roman"; font-size: medium;"><span style="color: #666666; font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div style="font-family: "Times New Roman"; font-size: medium;"><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><span style="color: #666666;">Βαγγέλης:</span></b> <span style="color: #660000;">Για εμένα προσωπικά, ναι. Δεν υπάρχει λόγος να παίζεις και να βγάζεις μόνο δίσκους. Αυτό που γουστάρει όποιος φτιάχνει μουσική είναι να παίζει live… Γι' αυτό και πολλοί κάνουν live και δεν βγάζουν δίσκο.</span></span></div></span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Θέλετε να μου αναλύσετε αυτό που δηλώσατε στη Χριστίνα Κασσεσιάν, στο περιοδικό «Sonik», ότι το άνω των 25 ετών κοινό σας το έχει ρίξει στη «folk» διασκέδαση;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης:</b> <span style="color: #660000;">Στην Ελλάδα πολλοί ακούν ξένη μουσική και ψάχνονται. Και μόλις φτάσουν 25, όλοι μετά ακούνε ελληνικά.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιάννης:</b> <span style="color: #660000;">Σε κάποιο σημείο σταματάνε να το ψάχνουνε και ακούνε μετά ό,τι τους φτάνει στα αυτιά. Κάνουνε πια κάτι άλλο, δουλεύουν ας πούμε, οπότε η μουσική περνάει σε δεύτερη μοίρα.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης: </b><span style="color: #660000;">Επειδή ζούμε στην Ελλάδα, το λογικό σου λέει είναι να ακούς ελληνική μουσική. Έτσι πείθονται όλοι και λένε εντάξει, σταματάω να το ψάχνω πια και, αφού χρειάζομαι μουσική υπόκρουση στη ζωή μου, ας είναι, ξέρω 'γω, ο Γιώργος Νταλάρας.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Εσάς, ως ακροατές, δεν σας αφορά καθόλου η ελληνική μουσική;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης: </b><span style="color: #660000;">Είναι λίγο περίεργο, αλλά ό,τι έχουμε ακούσει ως τώρα, δεν μας έχει αγγίξει. Υπάρχουν κατά καιρούς κάποιοι στίχοι που μας αγγίζουνε, ως ήχος όμως δεν υπάρχει κάτι που αν το ακούσω θα πω π.χ. «<i>α, να πάω να πάρω τον δίσκο του τάδε</i>». Δεν ξέρω, μπορεί να είναι και δικό μας πρόβλημα αυτό.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έχετε σκεφτεί να κάνετε κάτι σαν αυτό που θέλουν να κάνουν οι Last Drive με το πρώτο τους EP, να επανακυκλοφορήσετε δηλαδή το σπάνιο, πια, Fly In The Milk (1996);</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιάννης: </b><span style="color: #660000;">Ξέρεις, κανονικά είχαμε ηχογραφήσει πέντε τραγούδια για εκείνη την κυκλοφορία και τελικά δεν βγήκαν όλα. Και είχαμε φτιάξει κι ένα EP με άλλα πέντε τραγούδια, το οποίο δεν κυκλοφόρησε ποτέ.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας:</b> <span style="color: #660000;">Μια εταιρεία που λεγόταν Ιπτάμενοι Δίσκοι ήταν να βγάλει δουλειές από πέντε συγκροτήματα που μετείχαν τότε σε μια συλλογή. Ένα από αυτά ήταν και οι Closer. Ε, από αυτούς τους πέντε δίσκους, δεν κυκλοφόρησε τελικά κανένας.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιάννης: </b><span style="color: #660000;">Νομίζω βγάλαν έναν, των Nightstalker μου φαίνεται;</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας: </b><span style="color: #660000;">Πάντως εγώ νομίζω ότι, αν είναι να επανακυκλοφορήσουμε κάτι, έχει περισσότερο νόημα να το ξαναδουλέψουμε, παρά να το βγάλουμε όπως ήταν τότε.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Η εμπειρία σας με τις εταιρείες στην Ελλάδα δεν πρέπει να ήταν και η καλύτερη. Θυμάμαι κα παλιά είχατε δηλώσει σε μια συνέντευξη ότι, παρότι παίζετε καλύτερα από διάφορα ελληνόφωνα συγκροτήματα, δεν έχετε την ίδια αντιμετώπιση...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης: </b><span style="color: #660000;">Αυτό γινόταν παλιά, τότε μας πιέζανε να βάλουμε ελληνικό στίχο. Τώρα πια δεν υπάρχουν τέτοιες πιέσεις. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τώρα νομίζω ότι οι πολυεθνικές έχουν γίνει σαν τις παλιές ανεξάρτητες εταιρείες, δηλαδή πλέον τα λεφτά για να βγει ένας δίσκος τα δίνουν λάου-λάου και με πολλή σκέψη. Έχουν γίνει όπως ήταν οι καλές ανεξάρτητες πριν 10 χρόνια. Στην Ελλάδα τουλάχιστον, για αυτή την εμπειρία μιλάμε.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς βλέπετε την τεχνολογική έκρηξη, σε σχέση με τη μουσική;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιάννης:</b> <span style="color: #660000;">Πλέον μπορείς να γράφεις μουσική στο σπίτι σου, να κάνεις τα πάντα. Έχει και τα καλά και τα κακά. Μπορείς, ας πούμε, να δοκιμάσεις πράγματα, χάνεις όμως τελείως την αίσθηση του live.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης: </b><span style="color: #660000;">Έτσι όπως έχει γίνει το πράγμα ακούμε όλοι ψηφιακά. Τα νέα παιδιά δεν ξέρουν καν τι είναι ο αναλογικός ήχος, έχει χαθεί η ζεστασιά του αναλογικού. Τώρα σου στέλνει μήνυμα κάποιος ότι ακούει τον δίσκο σου στο κινητό του. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εγώ έχω πάρει γαμώ τα ηχεία, έχω πάρει πικάπ, έχω πάρει τόσα πράγματα για να ακούω καλύτερο ήχο και εσύ μου λες ότι γουστάρεις που ακούς τον δίσκο στο κινητό, σε μια τέτοια ποιότητα; Γι' αυτό ξαναγυρνάω σε ό,τι λέγαμε πριν, πως μόνο το live έχει μείνει και τίποτα άλλο.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας: </b><span style="color: #660000;">Μπορείς να κατεβάσεις πολύ εύκολα δύο-τρία τραγούδια να ακούσεις από κάποιο νέο άλμπουμ. Αλλά, προκειμένου να τα κατεβάσεις γρήγορα, μπορεί να τα πάρεις και συμπιεσμένα έτσι ώστε ακούγοντάς τα να χάνεις πράγματα. Πολλά πράγματα. Το ζήτημα είναι να έχεις ίντερνετ, να παίρνεις τις πληροφορίες, να ακούς αυτά που θες να ακούσεις, αλλά μετά να αγοράζεις και κάτι, αν σου αρέσει πολύ.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πιστεύετε ότι τα όσα παίζουνε τα ανά την Ελλάδα rock bars επηρεάζει τελικά το είδος rock που ακούει ο κόσμος;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας:</b> <span style="color: #660000;">Το αντίθετο πιστεύω. Ότι επηρεάζονται τα ροκόμπαρα από ό,τι παίζουν τα ραδιόφωνα, ώστε να μπορέσουν να ικανοποιούν τα γούστα των θαμώνων.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιάννης: </b><span style="color: #660000;">Για μένα δεν υπάρχει ραδιόφωνο στην Ελλάδα. Κατά πόσο μπορεί όντως να παίξει κανείς ό,τι πραγματικά θέλει;</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Οι Closer πώς ζούνε, αλήθεια; Κάνετε όλοι άλλοι δουλειές για να μπορείτε να παίζετε μουσική;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας:</b> <span style="color: #660000;">Ναι, αυτό συμβαίνει.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης:</b> <span style="color: #660000;">Όταν σε κάποιο διάστημα δοκιμάσαμε να μην το κάνουμε και να δούμε πού θα βγάλει, τον έναν μήνα μπορεί π.χ. να ήμουν καλά, τον άλλον να μην είχα να πάρω τσιγάρα. Θέλει να διαθέτεις οικονομικό background, αλλιώς υπάρχει πρόβλημα.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας:</b> <span style="color: #660000;">Οι Closer δεν ήταν ποτέ συγκρότημα φοιτητών. Δεν είχαμε ποτέ μια περίοδο τεσσάρων χρόνων να βοηθούμαστε οικονομικά από γονείς, οπότε να υπάρχει άνεση να κάνουμε ό,τι θέλαμε. Αυτά τα τέσσερα-πέντε χρόνια των σπουδών είναι μεγάλη πολυτέλεια, έχεις τον χρόνο να κάνεις πολλά πράγματα.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σας τρομάζει αυτή η κατάσταση; Δεν νιώθετε να χάνεται χρόνος και ψυχή, που θα μπορούσατε να τα επενδύσετε στο συγκρότημα;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ανδρέας:</b> <span style="color: #660000;">Μα το ζούμε κάθε μέρα. Μας ενοχλεί αφάνταστα. Αλλά τι να κάνουμε;</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιάννης:</b> <span style="color: #660000;">Συνεχίζεις, όμως, γιατί έχεις την ανάγκη αυτή, θέλεις να δώσεις πράγματα.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Βαγγέλης:</b> <span style="color: #660000;">Εμείς, γενικά, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι αυτό είναι το κοινό μας στην Ελλάδα, πέντε π.χ. χιλιάδες; Πέντε χιλιάδες, τέλος. Δεν έχει παραπάνω, γιατί είμαστε στην Ελλάδα. Και δεν θέλουμε να αρχίσουμε τις εκπτώσεις. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το πραγματικό ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι πώς θα ανοιχτείς στην Ελλάδα, αλλά πώς θα ανοιχτείς προς τα έξω. Πώς δηλαδή θα βρεις εκείνους τους άλλους που ενδεχομένως να ήθελαν να σε ακούσουν στην Ιταλία π.χ. ή στη Γερμανία κτλ. Αυτό που κάνουν με άλλα λόγια και πολλά συγκροτήματα από την Αγγλία και την Αμερική και ζουν από αυτό.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/zUAU1IRW-YA" width="320" youtube-src-id="zUAU1IRW-YA"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-65236995501632227632024-01-13T14:06:00.000+02:002024-01-13T14:06:22.805+02:00K.D. Lang - συνέντευξη (2008)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhmYgE1OVodKn_QmCVCec6NY4tOZaUuSdEItiz_lK_vx_h_lFpp-x7VP0WRNnKZFLhdcmESeKDw8bttZf9p3GU6gjrlsk443nJVd1uphUBhSL9eMhzy7FJzSS-YDgnsJbB_Rg0BIAVnORkfrz7wQG9RmKFXJP41cmYYRhXEhWjjKJQgA96yEnReNEX4tHk/s1200/Lang_front.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhmYgE1OVodKn_QmCVCec6NY4tOZaUuSdEItiz_lK_vx_h_lFpp-x7VP0WRNnKZFLhdcmESeKDw8bttZf9p3GU6gjrlsk443nJVd1uphUBhSL9eMhzy7FJzSS-YDgnsJbB_Rg0BIAVnORkfrz7wQG9RmKFXJP41cmYYRhXEhWjjKJQgA96yEnReNEX4tHk/w400-h266/Lang_front.jpg" width="400" /></a></div><div><div><br /></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τον πρώτο καιρό που είχα γίνει αρχισυντάκτης, είχα μια φούρια να δω τα όρια του επαγγέλματος στην Ελλάδα και να τεστάρω κατά πόσο μπορούσαν να σπάσουν σε μια αγορά σαν και τη δική μας, χάρη (κυρίως) στη νεότευκτη μαζικότητα του ίντερνετ.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι, τον Απρίλιο του 2008, έχοντας βαρεθεί να περιμένω τους χρόνους των δισκογραφικών εταιριών, οι οποίοι μου φαίνονταν μονίμως δυσκοίλιοι, αποτόλμησα να στείλω ένα μήνυμα στο MySpace της K.D. Lang, ζητώντας της μια συνέντευξη: τη θαύμαζα πάντα για εκείνο το υπέροχο "Constant Craving" (1992) και είχε, τότε, καινούριο άλμπουμ –το Watershed– που έμελλε ωστόσο να αποδειχθεί και η τελευταία αμιγώς προσωπική της δουλειά.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Φυσικά, ακόμα κι αν είχε ανοίξει μια κερκόπορτα, το ίντερνετ δεν είχε αλώσει τα πάντα. Για να μην τα πολυλογώ, οι άνθρωποι της K.D. Lang επικοινώνησαν με το ελληνικό παράρτημα της Warner –η οποία διένειμε τη Nonesuch, όπου κυκλοφορούσε το Watershed– ρώτησαν ποιος είμαι κι αν αξίζει τον κόπο να τρέξει αυτή η συνέντευξη. Ευτυχώς, στην άλλη άκρη του τηλεφώνου βρισκόταν η Τίνα Παππά, η οποία τους έπεισε να πούνε το ναι. Δίνοντάς μου, έτσι, την ευκαιρία να τα πω με την K.D. Lang, αλλά, συνάμα, κι ένα καλό μάθημα ρεαλισμού: τα όρια μπορεί να είχαν τεντωθεί, εντούτοις υπήρχαν. Τουλάχιστον για καλλιτέχνες από αυτό το διαμέτρημα και πάνω.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Η συνέντευξη που προέκυψε πρωτοδημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis</i> (του οποίου ήμουν αρχισυντάκτης) και βρίσκει τώρα τον δρόμο της αναδημοσίευσης κι εδώ –με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">*<i> από τις χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες, η κεντρική προέρχεται από το promo υλικό που διατέθηκε στον Τύπο</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiOorokCORwEpk8pcWowHZnjYCBStmfEYu63YVScQG7qy2N_ssTKXkeV0cHDNBRCM37vaCTP5Kc6vqXN0Gx3fZkuCPf1gsifB6R6gMhfbHmHXalpyMuxOX6_MQH3NATSnXT8TTMwE8SF2pLewQKwFUQVUTEOXpCsK511dByzL3wM9E14dBaJ_L8aI26oZ0/s1000/Lang-01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="1000" data-original-width="1000" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiOorokCORwEpk8pcWowHZnjYCBStmfEYu63YVScQG7qy2N_ssTKXkeV0cHDNBRCM37vaCTP5Kc6vqXN0Gx3fZkuCPf1gsifB6R6gMhfbHmHXalpyMuxOX6_MQH3NATSnXT8TTMwE8SF2pLewQKwFUQVUTEOXpCsK511dByzL3wM9E14dBaJ_L8aI26oZ0/w400-h400/Lang-01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είχες να παρουσιάσεις καινούριο υλικό από την εποχή του Invincible Summer (2000). Γιατί σου πήρε σχεδόν 8 χρόνια για κάτι τέτοιο;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έγραψα το Watershed σε μια περίοδο περίπου 6 χρόνων. Το έκανα σιγά-σιγά, καθώς ήθελα να γίνουν όλα όπως έπρεπε. Υπέφερα από το λεγόμενο «συγγραφικό μπλοκάρισμα» τελευταία, μέχρι που έκανα το Hymns Of The 49th Parallel (2004), με τραγούδια συμπατριωτών μου Καναδών. Χάρη σε αυτό ξαναπόκτησα μια γερή αίσθηση του πώς θα έπρεπε να ηχεί ένα καλό τραγούδι: νομίζω ότι άλλαξε το τραγουδοποιητικό μου DNA. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>To Watershed είναι το πρώτο άλμπουμ της καριέρας σου όπου ανέλαβες μόνη σου όλη την παραγωγή. Πώς και πήρες μια τέτοια απόφαση; Άξιζε η εμπειρία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μέχρι τώρα είχα υπάρξει συμπαραγωγός αρκετών προηγούμενων δίσκων μου και κάπως ανάλογα σκόπευα, αρχικά, να κινηθώ. Αλλά αυτή τη φορά η όλη διαδικασία εξελίχθηκε διαφορετικά, αν και με έναν ολότελα φυσικό τρόπο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Άρχισα δηλαδή να φτιάχνω demo τραγουδιών –πολλά, μάλιστα, από όσα ακούς στο Watershed είναι πρώτες προσεγγίσεις– ενώ έψαχνα, παράλληλα, για κάποιον παραγωγό. Όμως στο πίσω μέρος του μυαλού μου σκεφτόμουν ότι μπορούσα να κάνω και μόνη μου όλη την παραγωγή. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Υποθέτω πως κάπου καταστάλαξα σε αυτή την απόφαση και είχα κι αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να το ξεκινήσω. Έτσι, έφτασε ένα σημείο όπου συνειδητοποίησα ότι όντως έκανα μόνη μου την παραγωγή, οπότε και την τελείωσα. Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία για το ότι ήταν μια εμπειρία η οποία άξιζε τον κόπο! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Το πρώτο single "I Dream Of Spring" έχει ήδη κάνει αισθητή την παρουσία του σε κάποιους «ανήσυχους» ραδιοφωνικούς σταθμούς και στην Ελλάδα. Τι σημαίνει άνοιξη για σένα; Και πόσο στενά συνδέεται με την αγάπη;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Α, σπουδαία νέα! Είναι το αγαπημένο μου τραγούδι από το άλμπουμ –και, ξέρεις, σπάνια λέω ποιο κομμάτι είναι αγαπημένο μου. Όλη η ιστορία περιστρέφεται γύρω από το όνειρο της ιδανικής αγάπης, εκείνης που όλοι νομίζουμε ότι κάποτε θα συναντήσουμε ή αυτής που κατασκευάζουμε στη φαντασία μας. Της αγάπης, δηλαδή, που θα μας περιτυλίξει εντελώς και ποτέ δεν θα απειληθεί από τίποτα. Αυτό ακριβώς είναι και το νόημα της άνοιξης για μένα. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Από την αλλαγή του αιώνα κι έπειτα, είδαμε κάμποσους Καναδούς καλλιτέχνες να γνωρίζουν παγκόσμια αποδοχή. Πιστεύεις ότι αυτό έγινε γιατί για κάποιον λόγο είναι τώρα πιο εύκολο; Ή έχει να κάνει με μια νέα, ανθηρή σκηνή που δημιουργήθηκε στη χώρα σου; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Οπωσδήποτε υπάρχει κάμποση σπουδαία μουσική που βγαίνει από τον Καναδά τα τελευταία χρόνια. Όμως, από την άλλη, δεν πρόκειται για κάποιο νέο φαινόμενο, αν σκεφτείς περιπτώσεις όπως π.χ. του Neil Young, του Leonard Cohen ή της Joni Mitchell.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τη χρονιά που μας πέρασε συνεργάστηκες με την Annie Lennox για το "Sing", το οποίο κυκλοφόρησε ως single την Παγκόσμια Μέρα Κατά Του AIDS. Πόσο άσχημη θεωρείς πως είναι σήμερα η σχετική κατάσταση στην Αφρική;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ίσως να έχουν καλυτερεύσει κάποια πράγματα, όμως σαφώς το πρόβλημα παραμένει. Γι' αυτό και πιστεύω πως είναι πολύ σημαντικό να στρέφει κανείς την προσοχή του υπόλοιπου κόσμου προς την HIV/AIDS κρίση στην Αφρική.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πέρα από τη μουσική σου, αναγνωρίστηκες και ως ένα από τα παγκόσμια σύμβολα της καμπάνιας για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων. Αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει και στην Ελλάδα, παραμένει όμως μια χώρα όπου νέοι άνθρωποι με τέτοιες προτιμήσεις τις κρύβουν συνήθως, φοβούμενοι την κατακραυγή συγγενών και φίλων. Τι συμβουλή θα τους έδινες, από τη δική σου εμπειρία; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στη δική μου περίπτωση, ξέρεις, το ότι αποκάλυψα πως είμαι χορτοφάγος εξόργισε τόσους πολλούς ανθρώπους, ώστε, μέχρις ότου αποκαλύψω ότι είμαι και λεσβία, είχαν μάλλον εξαντλήσει τον θυμό τους εναντίον μου! </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως το θεωρώ περιττό να αποκαλύψει κανείς τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Είναι πραγματικά ένα ζήτημα προσωπικής επιλογής. Δεν υπάρχουν λόγοι για τους οποίους θα έπρεπε κάποιος να το κάνει, αλλά δεν υπάρχει και κανένας λόγος για να μην το κάνει. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Υπάρχει, αλήθεια, περίπτωση να σε δούμε να παίζεις στην Ελλάδα, στο κοντινό μέλλον; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Θα το ήθελα πραγματικά πολύ! Ας το ελπίσουμε...</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/oXqPjx94YMg" width="320" youtube-src-id="oXqPjx94YMg"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-49209150407383367852024-01-11T18:41:00.001+02:002024-01-17T00:49:16.293+02:002002 GR - συνέντευξη (2017)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgpxTrMSLBnSoiyPzHvHGx7F0Yqq0T-qp3cqGgnUOHl1e4ma7n1kX357GNu3Ltldc0eNGMXeB5Zvz8iTuc7mbEfzhIVYhTYR9cXK827navaCeMlwhRr_jGsILKbv3Wz2JAo4FzTQdbKZjKa2d-lecid1TAo049gF_ViwPfLnmxt74hhEKVbKknxTlEp7eg/s750/2002_fr.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgpxTrMSLBnSoiyPzHvHGx7F0Yqq0T-qp3cqGgnUOHl1e4ma7n1kX357GNu3Ltldc0eNGMXeB5Zvz8iTuc7mbEfzhIVYhTYR9cXK827navaCeMlwhRr_jGsILKbv3Wz2JAo4FzTQdbKZjKa2d-lecid1TAo049gF_ViwPfLnmxt74hhEKVbKknxTlEp7eg/w400-h266/2002_fr.jpg" width="400" /></a></div><div><br /></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Το Νέο Έτος βρίσκει τους 2002 GR να συμπληρώνουν 50 στρογγυλά χρόνια δράσης (έτος ίδρυσης: 1974), πράγμα, φυσικά, που δεν σκοπεύουν να αφήσουν να περάσει στο έτσι. Θα γιορτάσουν, λοιπόν, δίνοντας μια μεγάλη, επετειακή συναυλία στο «Κύτταρο», όπου θα έχουν και διάφορους καλεσμένους πάνω στη σκηνή.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Με την αφορμή αυτή, θυμήθηκα τον καφέ που ήπιαμε τον Δεκέμβριο του 2017 με τον τραγουδιστή και βασικό τους δημιουργικό «εγκέφαλο» Ηλία Ασβεστόπουλο. Τον οποίον θα θυμάμαι πάντα, νομίζω, ως έναν από τους πιο καλοντυμένους ανθρώπους του εγχώριου rock στερεώματος, απ' όσους ευτύχησα να συναντήσω από κοντά.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Η κουβέντα μας είχε και κάμποσες σκληρές αλήθειες για το δικό μου σινάφι, των μουσικοκριτικών, κι έβγαλε σε μια πλούσια συνέντευξη. Η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis</i> –και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><br /></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από υλικό που δόθηκε ως promo στον Τύπο, με την κάτωθι να ανήκει στον Chris Pesmas</i></span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgVKyn17zRWKQ_b4QEFKxSVhlpxkY_97qxvfO16O5TOy4AlrIY7k5EqXi6JfcXKkCmExDQ4b8AWPqEtTRk4567QhXRjLISB1u9LEa1dPw2dHVv4JnVoobgASA7N8XqhBg7g3XNHILc6VUYyXN236tPP0jRJ_LUk2PIpyOVos2jDsdZzp3sOEYF3J1FJTfk/s1200/2002_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgVKyn17zRWKQ_b4QEFKxSVhlpxkY_97qxvfO16O5TOy4AlrIY7k5EqXi6JfcXKkCmExDQ4b8AWPqEtTRk4567QhXRjLISB1u9LEa1dPw2dHVv4JnVoobgASA7N8XqhBg7g3XNHILc6VUYyXN236tPP0jRJ_LUk2PIpyOVos2jDsdZzp3sOEYF3J1FJTfk/w400-h266/2002_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Εκτός από το επερχόμενο live στο «Κύτταρο», έχετε κι άλλα σχέδια για το 2018;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Άκου να σου πω, εγώ σχέδια δεν κάνω. Ξεκινάμε κάθε φορά από το «Κύτταρο» και συνήθως κάνουμε ορισμένες επιλεκτικές συναυλίες. 4; 5; 10; Αυτό θα εξαρτηθεί και από τη ζήτηση. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Παίζετε και στην επαρχία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν τη θεωρώ επαρχία, γιατί πιστεύω ότι είναι καλύτερη από την πρωτεύουσα! <i>(γέλια) </i>Έχουν φτιάξει τις πόλεις τόσο ωραία, ώστε δεν θέλεις να φύγεις. Μάλιστα, πλέον με ενδιαφέρουν περισσότερο οι άλλες πόλεις, παρά το κέντρο. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κι εγώ στην επαρχία σας είδα για πρώτη φορά, στα Γιάννενα, όντας φοιτητής... </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και πρόπερσι που κάναμε μια συναυλία σε μια αίθουσα για 400 άτομα μαζεύτηκαν πάνω από 600 και πολλοί ανάμεσα στο κοινό ήταν φοιτητές. Μας δίνει ζωή αυτό, μας ανανεώνει τα κύτταρα. Στα Γιάννενα πάντα κάνουμε sold out. Πιστεύω να μπορέσουμε να πάμε και φέτος. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έχουν γίνει αλλαγές στη φετινή σύνθεση των 2002 GR ή στο συναυλιακό πρόγραμμα;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αλλαγές πάντα γίνονται, καθώς η πόρτα στους 2002 GR είναι πάντοτε ανοιχτή: άλλοι έρχονται, άλλοι φεύγουν. Στο σχήμα, σήμερα, βρίσκονται μαζί μου ο Μάκης Μπορλόκας (πλήκτρα), ο Μάκης Τσελέντης (hammond και διάφορα ...εδώδιμα κι αποικιακά!), ο Νεόφυτος Σπύρου (κιθάρα), ο Χρήστος Στεργίου (μπάσο) και ο κουμπάρος μου ο Γιώργος Ανδριώτης (ντραμς).</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Να σας πάω και λίγο πίσω στον χρόνο, πίσω και από τους 2002 GR, όταν συνιδρύσατε τους Persons στη γενέτειρά σας, τον Πειραιά...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ήμασταν μαθητές τότε, 15-16 χρονών: ο Αντώνης Πιτσολάντης, ο Ηλίας Μπουκουβάλας, εγώ στα φωνητικά, ο Γιάννης Σπάθας και ο Αντώνης Τουρκογιώργης. Και κάναμε μερικά δισκάκια μαζί, πού να φανταστούμε ότι σήμερα το "Drive My Mustang" θα το θεωρούν ως ένα από τα καλύτερα garage rock κομμάτια. Είναι οπωσδήποτε τιμή. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όταν φύγαμε για φαντάροι εγώ και ο Πιτσολάντης οι υπόλοιποι έγιναν Socrates Drank The Conium. Όταν απολύθηκα, είχα αποφασίσει ότι δεν ήθελα να τραγουδάω ξένο στίχο κι έτσι δεν τους ακολούθησα. Πήγα στους Blue Βirds για κανα-δυο χρόνια και μετά κάναμε τους 2002 GR. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σας ενδιέφερε δηλαδή ο ελληνικός στίχος ήδη από τα χρόνια των Persons;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, μάλιστα το τελευταίο μας single ήταν με ελληνικό στίχο, το "Είσαι Το Κορίτσι Π' Αγαπώ". Πρώτα πρέπει να γίνεις γνωστός στη χώρα σου και μετά έξω. Τότε, πάντως, μας δόθηκαν ευκαιρίες για έξω και στο σχήμα και σε μένα ειδικά, όμως δεν τις ακολούθησα. Είχα την άποψη ότι εκεί υπήρχαν εκατομμύρια σαν κι εμένα. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς ενημερωνόσασταν εκείνα τα χρόνια; Από πού βρίσκατε δίσκους;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο πατέρας ενός από την παρέα δούλευε τότε στην Αμερικανική Βάση, στο Ελληνικό. Και διαθέταμε απ' όλα: και πικάπ, και πολλά δισκάκια 45 στροφών, αλλά και μεγάλους δίσκους. Μη σου πω ότι ενημερωνόμασταν πιο μπροστά από τους παραγωγούς της εποχής. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σαν Persons, είχατε δώσει τότε και μια συναυλία στη Λάρισα, όχι και το πιο συνηθισμένο πράγμα για ένα γκρουπ σαν και το δικό σας. Τι θυμάστε από αυτό το στιγμιότυπο; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν την πολυθυμάμαι τη συγκεκριμένη συναυλία. Θυμάμαι ότι ήταν το 1969 και ότι πήγαμε εκεί με τον Δημήτρη Πουλικάκο, ο οποίος τότε είχε τους M.G.C. Θυμάμαι, επίσης, ότι ήταν μαζί μας ο Γιάννης Πετρίδης και ο Στέλιος Ελληνιάδης, που ήταν οι μάνατζέρ μας.</span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhJPz2ugjsAxYfBvoHMhkqiQGZv-l-gPO2ZF8MZPBZpWcftVCKalUiMt9hRFpAXeNue8rT8BLlp3zVMjyTFuW0kv-_pkLHxLaKiy0On5LPd6WX7QSuB5VKNS5hebKds611qY8agjkia4gt9odSgdITgcpwDBr0sLs0yRCpQFIGc3efmmMMPsJneACg97PQ/s750/2002_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhJPz2ugjsAxYfBvoHMhkqiQGZv-l-gPO2ZF8MZPBZpWcftVCKalUiMt9hRFpAXeNue8rT8BLlp3zVMjyTFuW0kv-_pkLHxLaKiy0On5LPd6WX7QSuB5VKNS5hebKds611qY8agjkia4gt9odSgdITgcpwDBr0sLs0yRCpQFIGc3efmmMMPsJneACg97PQ/w400-h266/2002_02.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιατί 2002 GR, αλήθεια;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Από ένα αμάξι BMW, το οποίο είχε εκείνα τα χρόνια κάποιος φίλος. Παρατήρησα μια μέρα ότι το 2002 διαβαζόταν και από την άλλη μεριά το ίδιο και μου φάνηκε ωραίο.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ήταν εύκολο τότε να μπείτε στη δισκογραφία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, αμέ. Και οι εταιρίες οι ίδιες ζητάγανε συγκροτήματα. Κι αν κάποιο τους έβγαινε, τα έδιναν όλα. Με τους 2002 GR ξεκινήσαμε το 1974 στην Pan-Vox, με την Πόλα. Τώρα, επειδή αρκετοί το μπερδεύουν το θέμα, Πόλα δεν είναι ο τίτλος του δίσκου, αλλά το όνομα της τραγουδίστριας που τραγουδάει σε αυτόν. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ξέρετε πόσες ώρες έχουμε φάει στο Μοναστηράκι μπας και βρούμε κάποιο αντίτυπο;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αν βρεις κανένα, πες μου κι εμένα! <i>(γέλια) </i>Πάντως το πιο συλλεκτικό άλμπουμ των 2002 GR είναι ο Σιδερένιος Άνθρωπος στην αρχική του έκδοση (1975). Το έψαχνε πολύς κόσμος να το βρει, βγήκαν και ορισμένες κόπιες πειρατικά, με μούφα εξώφυλλα, ακόμα και από κάποιες γερμανικές εταιρίες. Αυτό που κυκλοφορεί τώρα από την MLK, πάντως, είναι με άδεια. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Αλλά η μεγάλη επιτυχία έρχεται τελικά τη δεκαετία του 1980, έτσι δεν είναι; Με το V.O.L 3 του 1982...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ήταν αναπάντεχο, γιατί από το 1977-1978 οι μπάντες άρχισαν να ξεφτίζουν: οι εταιρείες είχαν πια γίνει δυσκοίλιες όταν είχαν να κάνουν με συγκροτήματα. Ως το 1982 που κάναμε το V.O.L 3, δηλαδή, πολλά γκρουπ είχαν πάψει την πορεία τους. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εμάς μας έκατσε. Και μάλιστα πουλούσαμε τότε περισσότερο και από μερικά λαϊκά ονόματα της εποχής. Κι απορήσαν όλοι. Αυτά γίνονται μια φορά στα χίλια χρόνια. Πραγματικά μας έκατσε. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δηλώνετε ευχαριστημένος από εκείνα τα χρόνια, όσον αφορά τη δισκογραφία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είμαι ευχαριστημένος, γενικώς! Σ' εμένα η ζωή φέρθηκε πάρα πολύ ωραία, και στη μουσική και στα προσωπικά μου. Σε όλα. Όσον αφορά τις δισκογραφικές, τώρα, υπήρχαν ακόμα τότε άνθρωποι οι οποίοι δουλεύανε με τους μουσικούς. Μετά εμφανίστηκαν κάτι πιτσιρικάδες, που δεν ήταν απλώς άσχετοι, αλλά δεν σέβονταν κανέναν και τίποτα. Το ότι έβλεπαν τους καλλιτέχνες καθαρά με λογική τσέπης, φταίει και για τον δρόμο που πήρε ύστερα η δισκογραφία. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Στον μουσικό Τύπο της εποχής, ωστόσο, δεν αρέσατε. Γράφτηκαν μάλιστα και δηλητηριώδη σχόλια για σας...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αν ήμασταν αρεστοί από όλους, θα ήμασταν το υπερ-γκρουπ. Κι αυτό δεν το πιστεύω. Εμένα δεν με πειράζει η αρνητική κριτική. Με πειράζει όμως το υστερόβουλο. Σε δημοσιογράφους λοιπόν σαν τον Μάκη Μηλάτο ή τον Αργύρη Ζήλο, απαντήσαμε με τα τραγούδια μας. Και σήμερα, μάλιστα, τους καλώ να έρθουν να με βρουν για να τους πω ότι τα λάθη είναι μέσα στη ζωή, αλλά, όταν τα κάνεις, πρέπει να ζητάς και συγγνώμη. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Επιθυμείτε να βγει κάποιο καινούριο άλμπουμ;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έχουμε ένα στούντιο δικό μας, στη Μεταμόρφωση. Και είμαστε σε μια διαδικασία όπου γράφουμε και σβήνουμε, σβήνουμε και γράφουμε. Πιστεύω ότι μέσα στο 2018 κάτι θα βγάλουμε. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Παρακολουθείτε τις νεότερες εξελίξεις στην εγχώρια δισκογραφία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Παρακολουθώ τα πάντα. Ακούω και τα λαϊκά, και τα σκυλάδικα ακόμα. Ορισμένα πράγματα μου αρέσουν, όπως μου αρέσουν και μερικές φωνές. Και κάποιους στιχουργούς ξεχωρίζω. Και οι αγγλόφωνες δουλειές φτάνουν στ' αφτιά μου, όμως στην Ελλάδα το αγγλόφωνο ποτέ δεν γνώρισε μεγάλη πέραση. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μετά τους Socrates, δηλαδή, δεν υπήρξε άλλη μπάντα που να κάνει ανάλογο μπαμ και να περάσει και έξω. Κανά-δυο ονόματα μπορεί να πούλησαν κι έπειτα, γενικά όμως λίγα πράγματα. Κάθε προσπάθεια, πάντως, είναι καλή. Κανείς δεν μπορεί να απαγορέψει στον άλλον να ονειρεύεται και η όλη διαδικασία έχει την αξία της είτε πετύχεις, είτε δεν πετύχεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τελευταία πολύς κόσμος θέλει να εκφραστεί και πιο πολιτικά. Εσείς, πέρα από εκείνον τον στίχο «<i>τα συστήματα είναι λάθος</i>» στο "Τι Να Σου Προσφέρω" δεν έχετε τέτοιες αιχμές –δεν ξέρω μάλιστα αν κι αυτός ο στίχος έχει πολιτική χροιά...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είμαι πολιτικοποιημένο άτομο. Αλλά δεν θέλω να εξωτερικεύω τις πολιτικές μου πεποιθήσεις, γιατί επιθυμώ να κάνω τραγούδια για όλον τον κόσμο –όλων των χρωμάτων, όλων των αντιλήψεων. Είναι αρχή μου. Δεν με ενδιαφέρει η πολιτική ως δημιουργό, με ενδιαφέρει όμως σαν άτομο, σαν σκεπτόμενο άτομο. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μία από τις μεγάλες σας ραδιοφωνικές επιτυχίες, το "Δεν Είσαι Έρωτας Εσύ", το έχει γράψει ο Γιάννης Σπανός. Πώς και δεν υπήρξε συνέχεια σε αυτήν τη συνεργασία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Γιάννης Σπανός είναι φίλος μου. Άσχετα πάντως από αυτό, τον θεωρώ έναν από τους σπουδαιότερους συνθέτες στην Ελλάδα. Δεν του είχα ζητήσει ποτέ τίποτα, μέχρι που μια μέρα μου έδωσε μια κασέτα, η οποία είχε μέσα 10 τραγούδια. Κράτησα τα 3, το ένα ήταν το "Δεν Είσαι Έρωτας Εσύ". Ξανασυζητήσαμε αργότερα με τον Γιάννη το ενδεχόμενο να κάνουμε κάτι ακόμα, αλλά οι συγκυρίες δεν το επέτρεψαν. Κι εγώ, επίσης, πιστεύω ότι με έναν συνθέτη κάνεις μία επιτυχία μεγάλη –μπορεί να υπάρξουν κι άλλες, μα πιο μικρές. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είστε μεγάλος φίλος των Rolling Stones, γραμμένος στο fan club τους από πιτσιρίκι. Ξεχωρίζετε δουλειές τους;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><i>(γελάει)</i> Κοίταξε, κάθε δίσκος των Rolling Stones για μένα, ακόμα και ο πιο μάπα, είναι αριστούργημα! Έχω πάρει και το τελευταίο τους άλμπουμ: δεν έχει βέβαια την αίγλη της παλιάς τους δόξας, αλλά ήταν ωραίο. Έχω μεγάλη αγάπη και στους Beatles, όμως, κυρίως για τις μελωδίες τους. Αλλά με τους Rolling Stones το ροκ ήταν και τρόπος ζωής.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ήσασταν τότε στην Τερψιθέα, όταν έπαιξε ο Eric Clapton με τους Juniors;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Βέβαια, παίζαμε support με τους Persons σε εκείνη τη συναυλία στην Τερψιθέα. Αλλά δεν ξέραμε ότι είναι ο Eric Clapton. Για να μη σου πω ότι δεν ξέραμε και ποιος ήταν ο Eric Clapton! Μετά το μάθαμε. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είναι αλήθεια ότι έχετε πληρώσει εισιτήριο για να μπείτε σε δικιά σας συναυλία; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><i>(γελάει)</i> Συνέβη, ναι! Ήταν το καλοκαίρι του 2000, στην Άρτα, λίγο έξω από την Άρτα για την ακρίβεια. Δεν ήμουν στο soundcheck με τους υπόλοιπους, είχα μείνει στο ξενοδοχείο. Κι όταν τελείωσαν με ειδοποίησαν να πάω από εκεί, να ξεκινήσουμε τη συναυλία. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάω λοιπόν, κάνω να μπω μέσα, με πιάνει ένας και μου λέει «<i>πού πας εσύ;</i>». «<i>Στα Ιεροσόλυμα</i>», του απαντώ κι εγώ γελώντας, «<i>εισιτήριο!</i>» μου λέει. «<i>Πρέπει να πληρώσω κι εγώ για να μπω μέσα;</i>» τον ρωτάω, «<i>ναι</i>» απαντάει –οπότε βγάζω κι εγώ και πληρώνω ένα εισιτήριο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εκείνη την ώρα ερχόταν το αφεντικό, βλέπει το σκηνικό, «<i>τι κάνεις εκεί ρε;</i>» του λέει, «<i>καλά, δεν βλέπεις τις αφίσες, ποιος παίζει;</i>», «<i>σιγά μη βλέπω και τις αφίσες</i>» του λέει αυτός! Τέλος πάντων, το αφεντικό επέμεινε να μου γυρίσει τα χρήματα, αλλά εγώ το κράτησα το εισιτήριο, σαν ενθύμιο. Κι αν γράψω κάποιο βιβλίο, θα το βάλω εκεί! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πάντως το έχετε επιδιώξει το να μην είστε αναγνωρίσιμος, έτσι δεν είναι; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Πετρίδης έχει πει ότι ο Ασβεστόπουλος είναι αναγνωρισμένος μέσα από τα τραγούδια του, αλλά όχι αναγνωρίσιμος. Κυκλοφορώ όπως κι εσύ και ο καθένας και κανένας δεν με σταματά στον δρόμο, απλούστατα γιατί κανείς δεν με γνωρίζει. Και το επιθυμώ αυτό, πράγματι. Θέλω να ζω όπως όλοι. Μου αρέσει να περπατάω, μου αρέσει το shopping therapy, πάω στη λαϊκή, κάνω κι όλα τα ψώνια του σπιτιού στο σούπερ μάρκετ. Κι απολαμβάνω τη θάλασσα, είναι για μένα πηγή ζωής. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μέχρι πρόσφατα, ήσασταν και διευθυντής στο Κανάλι 1 του Πειραιά. Τι κρατάτε από τη θητεία σας στο ραδιόφωνο;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Κρατάω σίγουρα τις μουσικές που άκουσα επί τόσα χρόνια χάρη σ' αυτό το πόστο. Το ραδιόφωνο παραμένει για μένα μια τρέλα. Αυτό το ότι κάποιος μπορεί να σ' ακούει χωρίς να σε βλέπει και να του «μιλάς» με εκείνο που παίζεις. Το ραδιόφωνο είναι ένα ποτάμι που τρέχει. Κι εσύ το ακολουθείς. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/5K1bMYJrfGY" width="320" youtube-src-id="5K1bMYJrfGY"></iframe></div><br /><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><br /></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-23333846791358662652024-01-04T12:31:00.000+02:002024-01-04T12:31:59.875+02:00Εξόριστοι - συνέντευξη (2015)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjxxo5b_VF9WdULWv6evNcZzM33S14wghozzu9WI8cqoIn5RA-f73c8QdnK04cYleum0O41UGcaIV7ZjB4bsUwvOaiZaQT8CZLmIfrhaNZfEqGjT_mPnDpcY13B-Ke2g9LhYoroNdCaRXaqu-9xmf6Wr5epIuslY8dENwVoRoNt8koS_dxX6DwKLeUsiQo/s1200/Exoristoi_fro.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="800" data-original-width="1200" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjxxo5b_VF9WdULWv6evNcZzM33S14wghozzu9WI8cqoIn5RA-f73c8QdnK04cYleum0O41UGcaIV7ZjB4bsUwvOaiZaQT8CZLmIfrhaNZfEqGjT_mPnDpcY13B-Ke2g9LhYoroNdCaRXaqu-9xmf6Wr5epIuslY8dENwVoRoNt8koS_dxX6DwKLeUsiQo/w400-h266/Exoristoi_fro.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Πόσο το τραγουδήσαμε κάποτε, σε άδολα, εφηβικά χρόνια, το "Σύνορα Παντού" και στίχους σαν το «<i>Βγες απ' το φως το λιγοστό, που σου σβήνει το μυαλό</i>». </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Έχοντας αυτές τις μνήμες κατά νου, λοιπόν, αλλά και μια αγάπη άσβεστη για το "Σπαθί Του Νικητή" και μερικά ακόμα απ' όσα ποίησαν οι Εξόριστοι στο μεταίχμιο των 1980s με τα 1990s, ξεκίνησα μια μέρα του Οκτώβρη 2015 να συναντήσω τον Δημήτρη Κατή για καφέ στα Βριλήσσια –με αφορμή ένα live στο «Κύτταρο» κι έναν επερχόμενο δίσκο.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Εκεί, κάναμε μια πλούσια κουβέντα: για το τρακάρισμα που οδήγησε στο ιστορικό live στη Σερβία, για τη φύση και το περιεχόμενο της επικότητας («<i>Έπος είναι το πώς θα επιβάλλεις την ειρήνη στον πόλεμο, το πώς θα επιβιώσει ο έρωτας που αναπτύσσεται σε τέτοιους καιρούς</i>», αξέχαστα λόγια του Κατή αυτά), για τα τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου και του Γιάννη Μαρκόπουλου, για μια πολυσυζητημένη φωτογραφία με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, για τις φιλίες με τον Μελ Γκίμπσον και τον Κέβιν Κόστνερ. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από όλα αυτά, έπειτα, προέκυψε μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο <i>Avopolis</i> και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ –με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον ίδιο τον Δημήτρη Κατή, για τις ανάγκες της συνέντευξης</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgiaKxCkaF2AQpOdca6tJ91VtHIuRs8hVVBiyxJuAKPHQ1V5ODn3DkRXBu3vgMMBLbw5c3zMrWl5K5H-YPLDlpnM0KVsar3fD-4l1hB3K7q7iyeJieV8mTtdqRwagssdi-pGS6xKbRG0M4JKf1Wd-S8lwGz1NbSS3XVqKlRz2_lte_SGiuX2ZDHaLtMDLU/s750/Exoristoi_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="600" data-original-width="750" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgiaKxCkaF2AQpOdca6tJ91VtHIuRs8hVVBiyxJuAKPHQ1V5ODn3DkRXBu3vgMMBLbw5c3zMrWl5K5H-YPLDlpnM0KVsar3fD-4l1hB3K7q7iyeJieV8mTtdqRwagssdi-pGS6xKbRG0M4JKf1Wd-S8lwGz1NbSS3XVqKlRz2_lte_SGiuX2ZDHaLtMDLU/w400-h320/Exoristoi_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Θα εμφανιστείτε στο «Κύτταρο», σε ένα live που χαρακτηρίζεται «ιστορικό» και πρόκειται, μάλιστα, να ηχογραφηθεί/βιντεοσκοπηθεί. Τι το ιδιαίτερο έχει η συγκεκριμένη βραδιά;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Χαρακτηρίζεται ιστορικό συνειρμικά, καθώς το συνδύασα με τα live που κάναμε στο «Ρόδον». Το οποίο βέβαια δεν υπάρχει πια, υπάρχει όμως το «Κύτταρο», ένας χώρος με τη δική του πορεία, που εξακολουθεί και στηρίζει ροκ συναυλίες. Πράγματι, η βραδιά της Παρασκευής πρόκειται και να ηχογραφηθεί και να βιντεοσκοπηθεί. Αν βγει καλό το αποτέλεσμα, σκεφτόμαστε να εκδοθεί ένα live CD, όπως κι ένα DVD.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι θυμάσαι πιο έντονα από τις δικές σας συναυλίες στο «Ρόδον»;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Συνολικά, εμφανιστήκαμε 4-5 φορές στο «Ρόδον», δεν θυμάμαι πότε ακριβώς έγινε το σκηνικό που θα σου πω, πρέπει να ήταν πάντως το 1990 ή το 1991. Έπαιζα, τότε, με μια Peavey Patriot και σε μια έντονη στιγμή στο φινάλε του live την πετάω κάτω. Κι αμέσως σκέφτομαι από μέσα μου «<i>ωχ, τι έκανα, πέταξα την κιθάρα, θα σπάσει, δεν έχω άλλη!</i>» (γέλια) </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μου έκανε λοιπόν εντύπωση ότι οι οπαδοί δεν όρμησαν. Μάλιστα, με το που τελειώνει το live βλέπω έναν πιτσιρικά να τη φέρνει κρατώντας την και στα δύο χέρια και να την ακουμπάει πάνω στη σκηνή, με έναν γλυκό τρόπο. Ήταν μια πολύ ευγενική κίνηση. Την έχω ακόμα αυτή την Peavey Patriot, πρέπει όμως να βρω κάποιον να μου τη φτιάξει, γιατί έχει ραγίσει. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Θυμάμαι, επίσης, πόσο τρακ είχαμε στην πρώτη συναυλία στο «Ρόδον»: ήταν και ο Μάνος Ξυδούς εκεί και φοβόμασταν ότι, αν δεν παίζαμε καλά, η ΕΜΙ δεν θα προωθούσε τον δίσκο. Αλλά θυμάμαι και μία ακόμα συναυλία μας, η οποία έγινε παραμονή Χριστουγέννων! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τελικά, ποιος είναι ο ρόλος του Μάνου Ξυδούς στην ιστορία των Εξόριστων; Είναι αλήθεια ότι, πριν από τη δική του μεσολάβηση, η ΕΜΙ σας είχε απορρίψει;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όχι, δεν μας είχε απορρίψει, απλά χτυπάγαμε τότε πόρτες και καμία δεν άνοιγε. Αυτό που έκανε λοιπόν ο Μάνος ο Ξυδούς, ήταν να δώσει την έγκρισή του ώστε η ΕΜΙ να βγάλει το ντεμπούτο μας. Και, εξίσου σημαντικό, το προώθησε και στα δισκάδικα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Μας σύστησε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων ο συγχωρεμένος ο Σταύρος ο Αλατάς, μάνατζερ τότε. Η πρώτη αντίδραση του Ξυδούς ήταν «<i>ποιος είναι αυτός τώρα, καλά, θα τα πούμε μετά</i>». Τον ξαναβρήκα, όμως, άκουσε το "Σύνορα Παντού" ηχογραφημένο σε μια πρόβα με ένα κασετοφωνάκι και γούσταρε. Και στο τέλος μου είπε «<i>μπράβο ρε Μητσάρα! Είσαι αληθινός ροκάς</i>» –πάντα έτσι μου μίλαγε. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Γίναμε φίλοι έκτοτε, τον θυμάμαι που πάντα ήθελε να φύγει από την παραγωγή και να μπει στη δημιουργική διαδικασία κι έλεγε συνέχεια την ατάκα του Ian Gillan, ότι οι παραγωγοί είναι αποτυχημένοι μουσικοί. Και ήταν βέβαια ο Μάνος που επέμεινε να μπει πρώτο το "Κάνω Μια Ευχή" στον δίσκο, εγώ δεν ήθελα. Έλεγα, μα εμείς παίζουμε epic metal! Κι εκείνος μου απαντούσε «<i>άστα τώρα αυτά!</i>»<i> (γέλια)</i></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς μπλέχτηκε στο "Κάνω Μια Ευχή" η Τζένη Στράλλα, αφήνοντας το δικό της αποτύπωμα στην ιστορία του ελληνικού metal;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στο Ωδείο Χαλανδρίου είχα μια δασκάλα, τη Βάλια την Κουλάκου, με την οποία έκανα αρμονία και αντίστιξη. Όταν ήμουν 18 εκείνη έφυγε, άνοιξε το παράρτημα του Εθνικού Ωδείου στην Αγία Παρασκευή και με κάλεσε να διδάξω θεωρία και κλασική κιθάρα. Πήγα, βέβαια. Κι εκεί, ανάμεσα στις μαθήτριές μου, ήταν και η Τζένη η Στράλλα, η οποία μου έριχνε καμιά δεκαριά χρόνια και ήταν φαρμακοποιός στην Κυψέλη. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Γίναμε φίλοι, της έδωσα τον πρώτο μου σόλο δίσκο, πριν τους Εξόριστους (το Δωριείς: Επιστροφή Στη Γη), μου έδωσε κι εκείνη ένα βιβλίο της με στίχους που είχε εκδώσει τότε. Μια μέρα ήρθε στο στουντιάκι και της έπαιξα στο πιάνο το θέμα της αρχής του "Κάνω Μια Ευχή", το οποίο βέβαια δεν υπήρχε ακόμα ούτε σαν τίτλος, ούτε καν σαν κομμάτι. Και τη βλέπω, βάζει τα κλάματα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εγώ τα έχασα, μου είπε όμως αν ποτέ το βγάλεις αυτό σε δίσκο, θα ήθελα να γράψω τους στίχους. Κι έτσι κι έγινε, συνέβαλλε πολύ με το ταλέντο της για την επιτυχία του "Κάνω Μια Ευχή". Έχω πια να τη δω πάρα πολύ καιρό, μπορεί και μια 20ετία. Αλλά έμαθα από έναν fan ότι έχει φαρμακείο στην Αγία Παρασκευή. </span></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeRa8J3heBYm1dn_4iP75MKE6wq4Krwf2MWkC8ZKyVp1eIwrD6VhqK25uNRMh4MRMplAkSzvAf65kOO-YOGJa-lNyuuuNnV6OpT6x2sAkc43BmmkaK-wJMAzrSlERCRCGicHG1XprAtoeixK-59TuEY8_rrtFfpN5wQ4w2JxuaYroVK_RnncWijqSUdo4/s750/Exoristoi_02.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="750" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeRa8J3heBYm1dn_4iP75MKE6wq4Krwf2MWkC8ZKyVp1eIwrD6VhqK25uNRMh4MRMplAkSzvAf65kOO-YOGJa-lNyuuuNnV6OpT6x2sAkc43BmmkaK-wJMAzrSlERCRCGicHG1XprAtoeixK-59TuEY8_rrtFfpN5wQ4w2JxuaYroVK_RnncWijqSUdo4/w400-h266/Exoristoi_02.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιατί συναντήσατε τόσες δυσκολίες, πριν την παρέμβαση του Ξυδούς; Τι έκανε τις πόρτες των δισκογραφικών της δεκαετίας του 1980 να μένουν κλειστές;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στις μεγάλες ελληνικές δισκογραφικές, τότε, δεν ήξεραν τίποτα από heavy metal. Μόνο τους Iron Maiden γνώριζαν, καθώς τους έβγαζε η ΕΜΙ, όπως και τους Queen, οι οποίοι βρίσκονταν στον τελευταίο τους δίσκο. Οι περισσότεροι μάνατζερ και παραγωγοί προέρχονταν από τα λαϊκά ή και τα σκυλάδικα, δεν μπορούσες ούτε να συζητήσεις μαζί τους, δεν είχαν καν ιδέα τι είναι το metal. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στην περίπτωσή μας, το έσωσε απλά, κάπως, ο ελληνικός στίχος. Για αγγλικό στίχο δεν κάναμε νύξη ποτέ, δεν ξέρω αν είχε βρει μεγαλύτερη προσοχή, καθώς η ΕΜΙ ήταν ακόμα τότε ΕΜΙ Βαλκανίων & Μέσης Ανατολής, οπότε είχε και Άγγλο πρόεδρο. Νομίζω πάντως ότι ο ελληνικός στίχος τράβηξε περισσότερη προσοχή, αν και προφανώς δεν κατάλαβαν τίποτα απ' όσα έλεγε. Γι' αυτό και μπήκε πρώτο στον δίσκο το "Κάνω Μια Ευχή", ενώ εγώ ήθελα πρώτο το "Σύνορα Παντού", που ο Ξυδούς δέχτηκε να μπει δεύτερο. Τελικά, βέβαια, στο δικό μας κοινό ακούστηκε περισσότερο το "Δόξα Και Τιμή".</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Εσύ γιατί διάλεξες τον ελληνικό στίχο, σε εκείνα τα χρόνια;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ήταν κάτι το αυθόρμητο. Έσπρωχνε βέβαια προς τα εκεί και η θεματολογία, αλλά μου άρεσε επίσης που η ελληνική γλώσσα διαθέτει φωνήεντα, τα οποία μπορούν να τραγουδηθούν μελωδικά. Προσφέρονται δηλαδή ανοίγματα, όπως και έδαφος για κορώνες. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως δεν ήταν εύκολο. Εντάξει, αν έχεις τη σωστή μελωδία θα τα κολλήσεις τα ελληνικά, αλλά το θέμα είναι μετά πώς θα το αποδώσει ο ερμηνευτής. Στους Εξόριστους, κάθε τραγουδιστής έβγαινε από το στούντιο σκοτωμένος και μου λέγανε «<i>ρε Κατή, τι έχεις κάνει εδώ</i>»; </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Χωρίς πλάκα, ο δεύτερος τραγουδιστής μας, ο Στέλιος ο Καρπαθάκης, κόντεψε να λιποθυμήσει όταν ηχογραφούσαμε το "Άννα". Γράφαμε τότε στο στούντιο του Robert Williams, με έναν Ρουμάνο ηχολήπτη, του οποίου η γυναίκα ήταν παιδίατρος. Ο Στέλιος έβγαζε κορώνες πολύ ψηλά και, δεν ξέρω, ίσως να μην είχε κάνει την κατάλληλη προεργασία, είχε τότε κι ένα αλλεργικό πρόβλημα, παραλίγο πάντως να χάσει τις αισθήσεις του. Ευτυχώς ήταν παρούσα η γυναίκα του ηχολήπτη.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ξέρεις, όμως, ενώ στην πορεία της μπάντας είχατε τραγουδιστές τεχνικά καλύτερους, στη συνείδηση του κοινού ως «κλασική φωνή» των Εξόριστων έμεινε ο Χρήστος Αβράμης...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Χρήστος βέβαια τραγούδησε και το "Κάνω Μια Ευχή", το οποίο παίχτηκε πολύ, ακούστηκε, μπήκε σε συλλογές κτλ. Οπότε είναι φυσιολογικό να ταυτίστηκε περισσότερο ο κόσμος με τη δική του φωνή. Είχε σίγουρα και το συναίσθημα ο Χρήστος, ένα συναίσθημα που κόλλησε πολύ με τις μουσικές και τα τραγούδια του πρώτου ειδικά δίσκου. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η ουσία βρίσκεται όμως στο live κι εκεί μπαίνει το τεχνικό, όπως είπες κι εσύ. Κι εκατό λάθη να κάνουν δηλαδή οι υπόλοιποι μουσικοί, ο τραγουδιστής πρέπει να πιάνει τουλάχιστον ένα 70% της απόδοσής του. Μερικά πράγματα, ασφαλώς, είναι θέμα εμπειρίας, από ένα σημείο και μετά. Ο Bruce Dickinson, για παράδειγμα, δεν είναι εκείνος της δεκαετίας του 1980. Είναι όμως γνώστης, ξέρει να χειρίζεται τη φωνή του και καλύπτει τα λάθη και τις όποιες ατέλειες. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για μένα, ο καλύτερος τραγουδιστής που είχαν ποτέ οι Εξόριστοι είναι ο Φίλιππος ο Μοδινός, όσον αφορά την τεχνική, την τεχνογνωσία και την απόδοση στις συναυλίες. Συνεργαζόμασταν ήδη πριν στηθεί το νυν line-up της μπάντας, δουλέψαμε π.χ. μαζί στους «300», αλλά και σε οπερατικά πράγματα στον Καναδά.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Οι Εξόριστοι, όπως συχνά έχεις πει κι εσύ, εύκολα παρεξηγούνται. Έχει να κάνει και με την επική θεματολογία των τραγουδιών; Υπάρχει, δηλαδή, ούτως ή άλλως, ένα ζήτημα με ό,τι λέμε «έπος»;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Λίγοι έχουν πιάσει ότι οι στίχοι των Εξόριστων είναι παραβολικοί, ότι μπορεί τα θέματά μας να είναι πατριωτικά, μιλούν όμως και για την κοινωνία, αλλά και για το μέλλον. Υπάρχει όμως πράγματι θέμα με το τι είναι έπος. Έπος δεν είναι ο πόλεμος, το αίμα, οι σκοτωμοί. Αυτό είναι ζήτημα κακής διαχείρισης. Χάνεται, δηλαδή, ότι σημαντικό κομμάτι μιας επικής διήγησης αποτελεί η αγάπη και ο έρωτας που αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια ενός πολέμου –με το έπος να έγκειται στο πώς θα μπορέσει να επιβιώσει εν μέσω πολύ δύσκολων καταστάσεων. Και επίσης, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, ουσία του έπους δεν είναι ο πόλεμος, αλλά το πώς θα επιβάλλεις την ειρήνη στον πόλεμο.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πέραν των σκέψεων για το live CD/DVD, έχετε ήδη στα σκαριά καινούριο υλικό, σωστά;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ναι, η αλήθεια είναι ότι το ξεκινήσαμε από το 2013, αλλά, επειδή στο ενδιάμεσο έφυγα πάλι για Αμερική κι έκατσα 1,5 χρόνο εκεί, έμεινε κι αυτό στη μέση. Μετά το live σκοπεύουμε να το ξαναπιάσουμε με ταχύτατους ρυθμούς, κυρίως για να τελειώσει η αγωνία των οπαδών, αφού σ' εκείνους το έχουμε υποσχεθεί. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έχει ήδη κυκλοφορήσει ένα τραγούδι ως δείγμα, η "Ιστορία Ενός Ήρωα", για το οποίο στόχος είναι να εκδοθεί σε τρεις γλώσσες: ελληνικά, αγγλικά και γερμανικά. Μάλιστα, επειδή υπάρχει κι ένα fan club στην Ουκρανία, μας έχουν προτείνει να το κάνουμε και στα ρώσικα! Και ενδέχεται, απλά το θέμα είναι ότι ο Φίλιππος δεν μπορεί να τραγουδήσει στα ρώσικα. Όλα γίνονται, βέβαια... Σκεφτόμαστε πάντως να βγει και ο δίσκος σε δύο γλώσσες, ελληνικά και αγγλικά. Θα έχει δε το «χρώμα» του πρώτου καιρού των Εξόριστων –θα είναι δηλαδή καθαρά επικός. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Fan club στην Ουκρανία; Υπάρχουν Εξόριστοι fans και σε άλλα μη αναμενόμενα μέρη;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τώρα που το λες, έχουμε οπαδούς στη Λατινική Αμερική, και μάλιστα από παλιά. Στην Αργεντινή κυρίως και στο Μεξικό, υπάρχουν όμως και σε άλλες χώρες. Μάλιστα, το 2006 ή το 2007, είδα ότι στον Παναμά πουλούσαν το πρώτο άλμπουμ των Εξόριστων για 1.000 ευρώ! «<i>Ποιος τρελός θα δώσει τόσα λεφτά</i>», σκέφτηκα! <i>(γέλια)</i> Το έχω πάντως αποθηκεύσει για να το θυμάμαι. Ένας άλλος fan, από την Αργεντινή, μας πρότεινε πρόσφατα να πάμε να παίξουμε εκεί. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μιας και μιλάμε για συναυλίες στο εξωτερικό, πώς έτυχε το 1994 και βρεθήκατε να παίζετε στη Σερβία, εν μέσω μάλιστα του Βοσνιακού Πολέμου;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Εδώ υπάρχει μια ιστορία που νομίζω δεν την έχω ξαναπεί. Ζούσε τότε στην Ελλάδα ένας Σέρβος δημοσιογράφος, ο οποίος –άκου να δεις τώρα– άκουγε Εξόριστους. Ένας φίλος μου, ο Βασίλης, έτυχε και τράκαρε μια μέρα με τη μηχανή του, πάνω στο αμάξι του!<i> (γέλια) </i>Και εκεί που πλακώνονταν, δεν ξέρω πώς, άρχισαν να μιλάνε για τους Εξόριστους. Ακούω, του λέει ο Σέρβος· εδώ πιο κάτω είναι, του απαντά –και τον έφερε στο στούντιο! Έτσι έγινε η επαφή και βέβαια δεν θα μπορούσε να γίνει αυτό το ταξίδι αν δεν κάλυπτε τα πάντα η κρατική τηλεόραση της Σερβίας, το Beograd TV, η αντίστοιχη δηλαδή ΕΡΤ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ήταν πολύ ωραία εμπειρία, αν και βρεθήκαμε στο μέσον ενός πολέμου, θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι σε κάθε κολώνα έβλεπες κηδιόχαρτα, τα περισσότερα μάλιστα για παιδιά 18-25 χρονών... Στην αρχή παγώσαμε, λοιπόν, με τι κέφι να παίξεις; Αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι στη Σερβία μας ανέβασαν. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όταν έφτασε το λεωφορείο, ας πούμε, μας περίμεναν εκατοντάδες κόσμου στον σταθμό, σαν να μας ήξεραν από παλιά. Και το στάδιο γεμάτο, όλο το τερέν και οι κερκίδες γύρω-γύρω. Ήταν φοβερό, εγώ δεν έχω ξαναπαίξει μπροστά σε τόσο κόσμο. Άσε που τέτοια οργάνωση μόνο στην Αμερική ξαναείδα. Γι' αυτό και θελήσαμε να βγει εκείνη η live ηχογράφηση, για την ιστορία. Κι ας ήταν ο ήχος όπως ήταν κι ας είχαμε την ατυχία με τον Καρπαθάκη, ο οποίος είχε μεν φωνάρα, αλλά τον έπιασε κρίση άσθματος στη Σερβία και από πάνω έκανε και πυρετό. Γι' αυτό και τραγούδησε έτσι βραχνά, με στριγκλιές.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είχαν καλέσει κι άλλους καλλιτέχνες και συγκροτήματα από την Ελλάδα, πάντως. Δεν θα πω ονόματα, ήταν όμως φίρμες της εποχής εκείνης –και ακόμα παραμένουν. Και δεν πήγαν, γιατί φοβήθηκαν τον πόλεμο. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ως πιτσιρικάς, θυμάσαι αλήθεια ποιοι ήταν οι πρώτοι δίσκοι τους οποίους απόκτησες;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Βέβαια! Ήμουν νομίζω πέμπτη ή έκτη Δημοτικού όταν πήρα το L.A. Woman των Doors. Κι ακολούθησαν το πρώτο Led Zeppelin, το Get Your Wings των Aerosmith, το Easter της Patti Smith και το Breakfast In America των Supertramp. Πορίσματα για κιθαρίστες άρχισα να βγάζω αφότου πήρα το πρώτο άλμπουμ των Rainbow. Το οποίο απόκτησα λίγο τυχαία, από την άποψη δηλαδή ότι είχα πάει σινεμά με τον πατέρα μου, άκουσα εκεί το "Temple Of The King", μου άρεσε κι έψαξα να βρω τον δίσκο. Ο Ritchie Blackmore είναι ίσως ο κατ' εξοχήν κιθαρίστας που με ενέπνευσε μελωδικά, καθώς και ως προς το στυλ και τον τρόπο με τον οποίον έγραφε. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Και στη συνέχεια, πού πήγες; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στη συνέχεια με τράβηξε πολύ το southern rock, πήγα πέρα από τους Lynyrd Skynyrd και τους Allman Brothers Band. Έγινα, ας πούμε, μεγάλος fan των Marshall Tucker Band, άκουγα Doobie Brothers, Arkansas, Outlaw και Charlie Daniels Band. Και λόγω των σπουδών μου με τράβηξε και η κλασική μουσική, κυρίως τα soundtracks –ιδιαίτερα ο Βασίλης ο Πολυδούρης. Άκουγα όμως και ελληνική μουσική. Μου άρεσε ο Γιάννης Μαρκόπουλος, νομίζω πως ο συνδυασμός του με τον Κ. Χ. Μύρη (τον Κώστα Γεωργουσόπουλο δηλαδή) και τον Νίκο Ξυλούρη υπήρξε επικός. Μου άρεσε όμως πολύ και ο Διονύσης Σαββόπουλος: τον βρίσκω φοβερό στιχουργό και ποιητή, μεγάλωσα με τα τραγούδια του. Κι ακόμα τον ακούω.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς ήταν να μεγαλώνεις έχοντας για πατέρα τον Κώστα τον Κατή;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όπως και τώρα, κι ας έχει βγει στη σύνταξη! <i>(γέλια)</i> Με επηρέασε ο πατέρας μου, στρέφοντάς με στη δημοσιογραφία, γιατί από τη μουσική που παίζαμε εμείς δεν μπορούσες τότε να ζήσεις. Βέβαια το μεροκάματο έβγαινε όσο υπήρχαν έντυπα. Μετά, πάει η δημοσιογραφία... </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Για μένα δημοσιογράφοι δεν είναι αυτοί που τώρα βγαίνουν στα κανάλια, δίχως να έχουν φάει ποτέ τη μουτζούρα στα τυπογραφεία. Θυμάμαι τον πατέρα μου να είναι μες τις μουτζούρες και να κάθεται όλη νύχτα στην εφημερίδα, τελειώνανε 5 η ώρα το πρωί με τον τυπογράφο και πήγαιναν έπειτα για πατσά. Συχνά, μάλιστα, δεν τον έβλεπα: κοιμόταν εκεί, σε έναν καναπέ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Με επηρέασε όμως και μουσικά, γιατί ήταν ροκάς. Έχω μια φωτογραφία του από το 1972, με κάτι μουστάκια στυλ Tony Iommi, παντελόνια καμπάνες και χαϊμαλιά! <i>(γέλια)</i> Άκουγε δε πολύ Deep Purple. Μπορεί μάλιστα να έρθει και στο «Κύτταρο» να μας δει, την Παρασκευή.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Από τη ζωή σου στις Ηνωμένες Πολιτείες, που σου απέφερε και διακρίσεις για το ορχηστρικό σου έργο, τι κρατάς;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στην Αμερική δεν είναι εύκολα τα πράγματα, γι' αυτό και πρέπει να είσαι καλός για να σταθείς. Επίσης, αν η αξιοκρατία στην Ελλάδα βρίσκεται στο 10, εκεί είναι στο 60. Δεν υπάρχουν περιθώρια για ό,τι γίνεται εδώ, που πιάνεις κάποιον και του λες «<i>έχω έναν γνωστό</i>» και τα λοιπά –εκεί, αν συμβεί κάτι τέτοιο, το ίδιο το σύστημα θα σε πετάξει έξω. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πολύ παρέα στην Αμερική έκανα με δύο ανθρώπους, τον Μελ Γκίμπσον και τον Κέβιν Κόστνερ. Ο Γκίμπσον είναι πολύ καλό παιδί και άνθρωπος χαμηλού προφίλ, θυμάμαι έναν καφέ που πίναμε στη Σάντα Μόνικα, στον οποίον μου είπε πως δεν είναι παρά το παξιμάδι σε μια βίδα στο όλο οικοδόμημα της Χόλιγουντ βιομηχανίας: «<i>άμα σπάσω, δεν θα με φτιάξουν· θα με πετάξουν</i>». </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Κόστνερ είναι πιο Αμερικάνος, ο Γκίμπσον έχει κι αυτό το αυστραλιανό background και τη σκωτσέζικη καταγωγή, που τον διαφοροποιούν: έχει τη νοοτροπία του Καθολικού. Ο Κόστνερ βρίσκεται πιο κοντά στον Κλιντ Ίστγουντ, ας πούμε. Αλλά είναι καλλιτέχνης κι αυτός, έβαλε λ.χ. το σπίτι του υποθήκη για το «Χορεύοντας με τους Λύκους» και είπε ή θα πετύχει ή θα ζήσω στην ψάθα. Μάλιστα, οι Ινδιάνοι στο Γουαϊόμινγκ, όπου γυρίστηκε η ταινία, του παραχώρησαν κάποια εδάφη δωρεάν, επειδή το θεώρησαν σπουδαίο που έδειξε την αμερικάνικη ιστορία από τη δική τους πλευρά. Το έχει γυρίσει βέβαια στο τραγούδι κι αυτός τώρα, σε country/americana στυλ, ενώ δεν έχει φωνή –έχει κάποιον άλλον δίπλα του, τραγουδάει εκείνος και ο Κόστνερ το μιλάει! <i>(γέλια)</i> Σαν ηθοποιός, όμως, είναι ταλέντο.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τελευταία, μα σημαντική ερώτηση: είναι αλήθεια ότι σε έχει παντρέψει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><i>(γελάει)</i> Όχι, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν απλά ένας από τους καλεσμένους στον γάμο! Όπως ήταν και άλλοι πολιτικοί που είχαν έρθει, απ' όλους μάλιστα τους χώρους –και από τη Δεξιά και από το Κέντρο και από την Αριστερά. Θυμάμαι π.χ. τον Απόστολο τον Κακλαμάνη από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο πραγματικός κουμπάρος έφυγε δυστυχώς νέος, μόλις 55 χρονών. Τη συγκεκριμένη φωτογραφία με τον Μητσοτάκη, που έχει δημιουργήσει και την όλη παρεξήγηση, την τράβηξε ο Γιάννης ο Κουτουβός από το Metal Hammer. Τον θυμάμαι να μου λέει «<i>έλα να τη βγάλουμε αυτή, να τους τρελάνουμε όλους!</i>» <i>(γέλια)</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/x9hwsa030IA" width="320" youtube-src-id="x9hwsa030IA"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-19832614877865491842024-01-03T15:52:00.000+02:002024-01-03T15:52:28.647+02:00Socos & Δημήτρης Πουλικάκος - συνέντευξη (2010)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEity_U5Ef4HmjBqvu00M1kuvw47njU570WIEKad8R1mO3UqAU5CYXLaLbBMh3hRulqFtqTYO2FhqvFXAjRbKXrrIGFKkdkgmzSRpUNeWrQDXeXbMdZsRxtE1Z3AgqNjWkb7vtKO7WoZuM9jSnzG1PDbq4ojKSBQo6XIx9Gsslh9UEmWb-o3UvS_TMmz-eU/s1024/Socos_front.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="683" data-original-width="1024" height="266" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEity_U5Ef4HmjBqvu00M1kuvw47njU570WIEKad8R1mO3UqAU5CYXLaLbBMh3hRulqFtqTYO2FhqvFXAjRbKXrrIGFKkdkgmzSRpUNeWrQDXeXbMdZsRxtE1Z3AgqNjWkb7vtKO7WoZuM9jSnzG1PDbq4ojKSBQo6XIx9Gsslh9UEmWb-o3UvS_TMmz-eU/w400-h266/Socos_front.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν έκανε την καριέρα που αναλογούσε στο μουσικό του ταλέντο ο Socos (Νίκος Σώκος), όσον αφορά την κατάκτηση της επιτυχίας. Άφησε, όμως, μερικούς από τους σημαντικότερους ελληνικούς δίσκους της τελευταίας δεκαπενταετίας –όπως έχει επισημάνει και ο Φώντας Τρούσας– ενώ εξακολουθεί να είναι ενεργός με το συγκρότημα Αγόριαstonilio, αν και προσωπικά το βρίσκω ως το λιγότερο ενδιαφέρον από τα πονήματα στα οποία έχει εμπλακεί μέχρι σήμερα.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Ο σημαντικότερος δίσκος του, θεωρώ, κατατέθηκε το 2010 και ήταν η «Ύδρα Των Πουλιών», την οποία έφτιαξε με τον Δημήτρη Πουλικάκο ως ερμηνευτή, πάνω σε μελοποιήσεις ποιημάτων του Νίκου Εγγονόπουλου. Δύσκολος ποιητής ο Εγγονόπουλος, μα στον Socos αρέσουν τέτοιες προκλήσεις κι έδωσε, πραγματικά, τον καλύτερό του εαυτό βρίσκοντας τις συνθέσεις και τις ενορχηστρώσεις που θα ταίριαζαν στα λόγια του.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Με την ευκαιρία, λοιπόν, στήθηκε τότε μια κοινή κουβέντα με τον Socos και τον Πουλικάκο, η οποία έδωσε μια συνέντευξη για το περιοδικό «Ήχος», το οποίο και την παρήγγειλε. Πρωτοδημοσιεύτηκε στο τεύχος Οκτωβρίου 2010 και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, για πρώτη φορά στο ίντερνετ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>από τις χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες, η κεντρική διατέθηκε τότε στον Τύπο για τις ανάγκες του promo</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiuQR5qCnQuRam_gAKrd30TVENfTGOS1cJUH2eFAViXBu07zsuPtWWWkVFjAAAZyOw80E5NkE7kVVJ8r6PMuH17kcrsT1G-5KbwmAj-SIVVBcNHUB1ugioD4QPFnr43s_2KkoEgKYO3WDEp9zPVv1Wzf7JP1OCUVSImbHpMr7iY9UtnheIbOkVp1in7UX4/s415/Socos_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="405" data-original-width="415" height="390" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiuQR5qCnQuRam_gAKrd30TVENfTGOS1cJUH2eFAViXBu07zsuPtWWWkVFjAAAZyOw80E5NkE7kVVJ8r6PMuH17kcrsT1G-5KbwmAj-SIVVBcNHUB1ugioD4QPFnr43s_2KkoEgKYO3WDEp9zPVv1Wzf7JP1OCUVSImbHpMr7iY9UtnheIbOkVp1in7UX4/w400-h390/Socos_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Η Ύδρα Των Πουλιών συστέγασε όχι μόνο μια συνεργασία, μα και την κοινή σας αγάπη και εκτίμηση για την ποίηση του Νίκου Εγγονόπουλου. Ήταν αποτέλεσμα μιας αποκλειστικά δικής σας ανάγκης; Ή θέλει να δηλώσει και κάτι, συστήνοντας και πάλι έναν παραγνωρισμένο ποιητή σε νεότερες γενιές;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos:</b> <span style="color: #660000;">Είχα την ιδέα για ένα άλμπουμ βασισμένο στη φωνή του Μήτσε. Δεν ήθελα στίχους «δικούς μου» ή «δικούς του» και του ζήτησα έτσι να διαλέξει έναν ποιητή του οποίου το έργο να έχει για αυτόν ιδιαίτερη σημασία. Έτσι βρέθηκα απέναντι στον Νίκο Εγγονόπουλο.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Πουλικάκος:</b> <span style="color: #660000;">Για μένα ήταν βασικά και τα δύο. Βέβαια δεν θα το έλεγα ακριβώς ανάγκη... Απλώς μια γλυκιά επιθυμία.</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Στο συνοδευτικό κείμενο του Μήτσου από την Άνω Μουσουνίτσα Παρνασσίδος γίνεται λόγος για τις «<i>πολύπλοκες και περίπλοκες ψυχικές και πνευματικές διαδικασίες περί του πράγματος</i>». Τι ακριβώς περιέπλεκε, στις τότε ψυχικές και λεκτικές διεργασίες, την πραγμάτωση της Ύδρας Των Πουλιών;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Πουλικάκος:</b> <span style="color: #660000;">Το πράγμα είναι φύσει ολίγον τι περίπλοκο, μην κοιτάμε να το περιπλέξουμε έτι επί πλέον. Ο σκοπός είναι εξ' άλλου, ει δυνατόν, να προσπαθούμε να απλοποιούμε τα περιπεπλεγμένα… Και όχι να περιπλέκουμε τα απλά!</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos: </b><span style="color: #660000;">Εγώ πάντως το έχω απλοποιήσει λίγο στο κεφάλι μου. Ο Μήτσε είναι Stone-άκιας ενώ εγώ Beatle-άκιας. Όπως καταλαβαίνεις, είχαμε να γεφυρώσουμε έναν ολόκληρο ωκεανό! </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos, έχεις ευθαρσώς δηλώσει ότι πριν τη δουλειά αυτή δεν γνώριζες την ποίηση του Εγγονόπουλου. Τελικά κρίνεις ότι σου «μίλησε» η ίδια; Ή η διάθλασή της, διαμέσω της προσωπικότητας Πουλικάκος; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ευθαρσώς, όχι... Ειλικρινώς μάλλον! Πραγματικά, γνώριζα τον Εγγονόπουλο μόνο ως ζωγράφο. Είχα πλήρη άγνοια για το ποιητικό του έργο, έργο το οποίο ήταν ό,τι καλύτερο για την τότε πνευματική μου κατάσταση. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σίγουρα, από όταν άρχισα να δουλεύω πάνω στους στίχους του Εγγονόπουλου, δεν άφησα τη φωνή του Μήτσε να φύγει ούτε στιγμή από το κεφάλι μου. Όμως τη ζημιά την έκαναν τελικά και μόνες τους οι λέξεις! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ο μύθος θέλει τον σουρεαλιστικό λόγο να μη μπορεί να τιθασευτεί από τη μουσική φόρμα. Είναι όντως μύθος; Ή βρήκες όντως μπελάδες κι έστριψες σε αδιέξοδα, κατά τη μελοποίηση των ποιημάτων; Αλήθεια, με ποια κριτήρια επιλέχτηκαν τα τελευταία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο μύθος θέλει και τον «Θεό» να έχει αγαπημένο λαό, το Ισραήλ! Κάτι σαν οπαδός, δηλαδή! Φαντάζομαι ότι, όπως παντού στη ζωή, έτσι και στη μουσική οι μύθοι και τα δόγματα είναι που σε οδηγούν σε μπελάδες και αδιέξοδα. Ξέρει η μουσική από μόνη της πού να πάει, δεν περιμένει εμένα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όσο για τα ποιήματα, τα επέλεξα προσπαθώντας να τα εντάξω σε κάποια ενότητα. Δεν γνωρίζω τους ακαδημαϊκούς τρόπους πρόσληψης της ποίησης, οπότε άφησα το ένστικτό μου να με οδηγήσει. Ο Μήτσε μου ζήτησε την "Πολυξένη". </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Το ύφος των συνθέσεών σου δεν υπακούει στις εύκολες στιλιστικές κατατάξεις της μουσικής βιομηχανίας. Στάθηκε μια φυσική συνέχεια της ως τώρα πορείας σου (με ή χωρίς τους Live Project Band) ή το υπαγόρευσε η φύση της ποίησης του Εγγονόπουλου; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και με τους Live Project Band, μα και στα προσωπικά μου έργα, δεν κατευθύνω κάπου το ύφος. Όταν υπάρχει το κείμενο, σίγουρα η ενέργεια που βγάζει κάπου θα σε κατευθύνει. Οπότε έπαιξε και η φύση της ποίησης του Εγγονόπουλου τον ρόλο της, στην τροπή που πήρε το έργο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως διαφωνώ με την άποψη ότι η συγκεκριμένη μορφή ποίησης στερείται μέτρου. Το μέτρο είναι πάντα κάπου κρυμμένο. Και, με την κατάλληλη απόδοση, κανείς δεν ξέρει πού θα σε πάει. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Αλήθεια, ο Μήτσος ξανάζησε, κατά τη δημιουργία του δίσκου, κάτι από τα χρόνια του περιοδικού «Πάλι», έστω και ως ανάμνηση; Ή για σένα είναι κάτι που έχει τη θέση του στη ζωή και στην πορεία σου, μα όχι στο παρόν σου; </b></span></div></div><div><br /></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το «Πάλι» και τα σχετικά, ούτως ή άλλως υπάρχει. Άρα βρίσκεται και κάπου μέσα στη ζωή μου, στο παρελθόν και στο παρόν και στο όπ(ο)ιο μέλλον.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τελικά θα υποστήριζες ότι ο Εγγονόπουλος τραγουδιέται; Και πώς; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ασφαλώς και τραγουδιέται! Κάπως, πάντως τραγουδιέται! </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σε αντίθεση με τον Socos, που έχει μια σταθερή πορεία στη δισκογραφία, μας έχεις πείσει ότι η τελευταία δεν σε πολυενδιαφέρει. Μετά την Ύδρα Των Πουλιών, θα ξαναδοκίμαζες να γίνεις ο βασικός ερμηνευτής σε έργο κάποιου άλλου δημιουργού της νεότερης γενιάς;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Όχι, εμένα με ενδιαφέρει η δισκογραφία –και πολύ μάλιστα! Άλλους δεν ξέρω... Είμαι βέβαια ίσως και λίγο δύστροπος για πολλούς, ως προς σ' αυτό. Οπότε, ο νοών νοείτω... Όλα, ωστόσο, πρέπει να τα δοκιμάζει κανείς στη ζωή του (ίσως με κάνα-δυο εξαιρέσεις, ανάλογα με τις πεποιθήσεις και τον χαρακτήρα του).</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έχετε και οι δύο τη στόφα του πρωταγωνιστή, σε ό,τι έχετε κάνει ως τώρα. Αισθανθήκατε ότι με την Ύδρα Των Πουλιών έπρεπε να μπείτε σε μια διαφορετική λογική, «συγκατοίκησης» ας την πούμε; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b> </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos: </b><span style="color: #660000;">Πρωταγωνιστές;! Συγκατοίκηση;! Σκάνδαλο! </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Πουλικάκος:</b> <span style="color: #660000;">Δεν νομίζω! Τυχαίο; </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι έχετε εισπράξει ως τώρα από την απήχηση του δίσκου; Πόσο έτοιμο στάθηκε το κοινό, τα ραδιόφωνα, οι κριτικοί, μα και ο γενικότερος «χώρος» για μια πρόταση σαν και τη δική σας;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b> </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Πουλικάκος:</b> <span style="color: #660000;">Μάλλον σ' αυτούς που διαχειρίζονται τη δισκογραφία και γενικά σε άλλους θα έπρεπε να απευθύνεις την ερώτηση... </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos:</b> <span style="color: #660000;">Δεν έχουμε εισπράξει τίποτα ακόμα, οπότε θα πρέπει να βοηθήσετε! Τι θα λέγατε, αλήθεια, για μια δωρεάν καταχώρηση στο περιοδικό; </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Θα δούμε την «Ύδρα Των Πουλιών» επί σκηνής; Ή τα βλέπετε δύσκολα τα πράγματα στον φετινό χειμώνα της Κρίσης για τέτοια ανοίγματα;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Πουλικάκος: </b><span style="color: #660000;">Πρώτα ο θεός –που λέει ο λόγος, δηλαδή, γιατί δεν μπορώ να πω πως πιστεύουμε ακριβώς σε έναν «θεό, πατέρα, παντοκράτορα»– πολύ ευχαρίστως! Τα ανοίγματα που λες δεν έχουν καμία σχέση με τη δημιουργικότητα. Μην ξεχνάμε πως στη διάρκεια της Χούντας η δημιουργικότητα πέρασε πολύ καλύτερες μέρες [sic] απ' ότι στη Μεταπολίτευση. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι αποδεδειγμένο πως, υπό πίεση, ο άνθρωπος αποδίδει πιο δημιουργικά. Μπορεί να είναι οξύμωρο, όμως ισχύει. Και στην Αμερική, μετά το Κραχ του '29, η πνευματική δημιουργία έδωσε αριστουργήματα –και στη μουσική και στη λογοτεχνία και στη ζωγραφική και στο σινεμά και στο θέατρο κ.λ.π., κ.λ.π. Το δημιουργικό δεν έχει σχέση με το χρήμα. Η εκτέλεση ίσως, αλλά κι αυτή όχι πάντα. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos:</b> <span style="color: #660000;">Ναι, φαντάζομαι ότι κάτι θα κάνουμε! Αλλά φτάνει πια με την κρίση, την οποία όλο οδηγούμε να εκτονωθεί σε λάθος πράγματα. Δεν είδα κανέναν (από όσους έχουν τη δύναμη να ακουστούν, εννοώ) να φωνάζει για τις απαράδεκτες τιμές που είχαν οι συναυλίες στην Ελλάδα αυτό το καλοκαίρι. Ούτε κανείς φωνάζει για τις τιμές στις οποίες πουλιούνται άπειρες, φτηνές στην παρουσίαση, ανοησίες. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έχω την αίσθηση ότι η κρίση οδήγησε την αγωνία μας από το «ποιος έφαγε τα λεφτά» στο τι θα γίνει μόνο με τη δικιά μας τσέπη. Ξέρεις, κάποιες στιγμές είναι ωραίο να έχεις άδειες τσέπες... Δεν έχεις κάτι να ανησυχείς. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Θίγοντας πάντως την Κρίση, η οποία ειδικά τη δισκογραφία έρχεται να την επιβαρύνει ακόμα περισσότερο, ανησυχείτε για το τι θα απογίνει το άλμπουμ σας σε ένα τέτοιο περιβάλλον; Ότι δηλαδή μπορεί να παραπέσει ή να παραγκωνιστεί ως «είδος πολυτελείας»;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b> </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Πουλικάκος: </b><span style="color: #660000;">Τη δισκογραφία δεν την επιβαρύνει τόσο η κρίση, όσο, εδώ και πολλά μάλιστα χρόνια, οι αν-εγκέφαλοι των δισκογραφικών εταιρειών. Κατά τ' άλλα, όποιος ψάχνει, βρίσκει... Και δεν είναι απαραίτητο αυτό που βρίσκει να το πληρώνει ακριβά. Ευχαριστώ, υγιαίνετε!</span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Socos:</b> <span style="color: #660000;">Συμφωνώ με τον Μήτσε! Αρκεί να δεις λίγο τα βίντεο των ελληνικών παραγωγών για να καταλάβεις πώς αντιλαμβάνονται πλέον οι άρχοντες των μεγάλων εταιρειών τη θέση της μουσικής. Διαφημίσεις για πατατάκια, σοκολατίτσες, φρυγανιές... Ναι φρυγανιές, και νομίζω σε βίντεο «εναλλακτικής» μπάντας. Και βεβαίως άπειρη κινητή τηλεφωνία! Αλλά όλοι ξέρουμε πού βρίσκεται το πολύ χαρτί. Ε, λοιπόν, σε μια τέτοια κατάσταση, εμένα προσωπικά δεν με ενοχλεί καθόλου να χαρακτηριστεί το έργο μας ως είδος πολυτελείας. </span></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/1AcRmuSucxQ" width="320" youtube-src-id="1AcRmuSucxQ"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-48561169254731139132024-01-02T01:43:00.000+02:002024-01-02T01:43:23.374+02:00Film - συνέντευξη (2009)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgnwW5TWtATfucheETwUIlKq3GXlQlWYQpVd4LIE6wj8HcrKyaBxrQwLfKhcy4MsB9D-gG3n3WbxlmTN07Wt4SYLB_rosob1sA1x2dWd8u2sXyfSE06diUM4PjncxIOiF_ZW-LKw4Frwh97yvKxLCbLry5USlGRerYpvtNSyC0jvpUw6Jak30Ej9In97KA/s600/Film_FRONTPAGE.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="587" data-original-width="600" height="391" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgnwW5TWtATfucheETwUIlKq3GXlQlWYQpVd4LIE6wj8HcrKyaBxrQwLfKhcy4MsB9D-gG3n3WbxlmTN07Wt4SYLB_rosob1sA1x2dWd8u2sXyfSE06diUM4PjncxIOiF_ZW-LKw4Frwh97yvKxLCbLry5USlGRerYpvtNSyC0jvpUw6Jak30Ej9In97KA/w400-h391/Film_FRONTPAGE.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Σεπτέμβριο του 2009, είχα ακόμα γραφείο στην αγαπημένη Μπλε Πολυκατοικία των Εξαρχείων και από κάτω ακριβώς λειτουργούσε ακόμα το «Φλοράλ». </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Εκεί συνάντησα, λοιπόν, το συγκρότημα Film –από τα πιο συζητημένα στα εγχώρια indie/alternative 2000s– που τότε είχε απομείνει ως τριάδα (Κώστα Μπόρσης, Δημήτρης Μπόρσης & Μανόλης Ζαβιτσάνος), μετά την αποχώρηση της Ελένης "Etten" Τζαβάρα, μα είχε αποφασίσει να προχωρήσει, παρ' όλα αυτά, κυκλοφορώντας καινούριο δίσκο.</span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Από την κουβέντα μας προέκυψε μια συνέντευξη, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε, τότε, στο <i>Avopolis </i>και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;">*<i> οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το promo υλικό που δόθηκε εκείνο το διάστημα στον Τύπο</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjBAbNfSE3JkfokWntUn72UbvELyAguE4Hu7P43LeawJjhbxWTQe7xZuUNXwyHFQTbYzHOyV11Qh05OUEWCXb13pTOyEKftbhV8OjKtQObKwnEeHETCR6oCiHzG7q1s594d86GgDUwt4UemLCLG9aRcbj1t4zexlBX2NeFxoaYXpQoKyONZQ9GQpy7q-Q0/s600/Film-2.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="424" data-original-width="600" height="283" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjBAbNfSE3JkfokWntUn72UbvELyAguE4Hu7P43LeawJjhbxWTQe7xZuUNXwyHFQTbYzHOyV11Qh05OUEWCXb13pTOyEKftbhV8OjKtQObKwnEeHETCR6oCiHzG7q1s594d86GgDUwt4UemLCLG9aRcbj1t4zexlBX2NeFxoaYXpQoKyONZQ9GQpy7q-Q0/w400-h283/Film-2.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>«<i>We're coming back to life</i>», είναι η υποβλητική επωδός στο εναρκτήριο track του νέου σας άλμπουμ, "Airbus". Έχει, αλήθεια, το Persona κι ένα τέτοιο νόημα, την επιστροφή δηλαδή των αναγεννημένων Film; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας Μπόρσης:</b> </span><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και αυτό... Είναι πολλά μαζί. Δεν είναι, βέβαια, τυχαίο ότι το "Airbus" μπήκε στο ξεκίνημα του δίσκου. Έχει να κάνει και με το ότι ήταν ένα από τα πρώτα τραγούδια που γράψαμε για το Persona, αλλά και με το ότι επιδιώξαμε έναν διαφορετικό ήχο. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μανόλης Ζαβιτσάνος: </b></span><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως είναι αλήθεια ότι ο ακροατής, με το που θα το ακούσει κάτι τέτοιο, θα σκεφτεί την επιστροφή του συγκροτήματος στα πράγματα. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Διαλέξατε κι εσείς την Inner Ear ως δισκογραφικό «σπίτι». Στη δική σας περίπτωση, τι ήταν αυτό που σας οδήγησε προς Πάτρα;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας: </b><span style="color: #660000;">Πράγματι, κι εμείς! Αλλά βασικά η δική μας ιστορία με την Inner Ear και τον Περικλή Πιλαβά πάει αρκετά πιο πίσω από όσο ίσως μπορεί να υποθέσει κανείς. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Ο Περικλής, δηλαδή, μας έκανε το πρώτο-πρώτο μας live στην Πάτρα: η γνωριμία έγινε μέσω του Μανόλη, με τον οποίον ήταν ήδη φίλοι. Ο Μανόλης, λοιπόν, του προμόταρε συνέχεια τους Film, αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, αρχικά ο Περικλής δεν είχε πειστεί για τη δυναμική μας. Όμως, αφού είδε το live και βγήκε και ο πρώτος μας δίσκος, το No Luggage (2003), μεταπείστηκε εντελώς. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Με τα χρόνια γνωριστήκαμε καλύτερα, μιλάγαμε περισσότερο, κάναμε κι άλλα πράγματα –κι όταν φτάσαμε πια στο Persona μας είπε ότι, αν το κάνουμε και αν δεν το βγάλουμε στην εταιρεία όπου ήμασταν ως τότε, το ήθελε οπωσδήποτε για την Inner Ear. Έτσι κι έγινε, γιατί θέλαμε κι εμείς να βγει από έναν άνθρωπο που αγαπάει τη μουσική και το έχει δείξει με έργα, όχι με λόγια. Και με κόστος...</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μανόλης:</b><span style="color: #660000;"> Είναι ξεκάθαρος άνθρωπος ο Περικλής, ευθύς και απλός. Κάνει μια ουσιαστική και υγιή πρόταση, με επίκεντρο πάντα τη μουσική. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης Μπόρσης:</b><span style="color: #660000;"> Ο Περικλής βλέπει την εταιρεία σαν ένα μεγάλο συγκρότημα, όπου οι μπάντες αποτελούν τα μέλη. Και το κάνει από αγάπη, με γνώμονα την ποιότητα και την αξιοπρέπεια. Ήταν, επομένως, λογικό να προσελκύσει το ενδιαφέρον: υπάρχει μια γενική παραδοχή όσων παρακολουθούν για ό,τι κάνει. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Και μετά την έκδοση του άλμπουμ των 2L8, χρεώνεται ένα ακόμα εντυπωσιακό artwork. Πολλοί ήδη ψοφάνε να μάθουν ποια είναι η γυμνή κοπέλα στο εξώφυλλο του Persona. Αλλά προτιμώ να σας ρωτήσω για το σκεπτικό με το οποίο το επιλέξατε... </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Το concept ξεκίνησε με τη θέλησή μας να γίνει ακόμα πιο σαφής η κινηματογραφική μας αισθητική, μιας και μια τέτοια αίσθηση προέκυπτε έντονα και από το υλικό του άλμπουμ, καθώς προχωρούσε. Θέλαμε λοιπόν κάτι vintage και ταυτόχρονα συναισθηματικό, μυστήριο και με μια σχέση με διαστημικές ταινίες –προς Στάνλεϊ Κιούμπρικ ή Ντέιβιντ Λιντς σε πιο σκοτεινά πράγματα. Από εκεί ξεκίνησε η ιδέα κι έκατσε στη συνέχεια να γίνει ακόμα πιο τολμηρή.</span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"> </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας: </b><span style="color: #660000;">Πάντα το γυμνό –και ειδικά το γυμνό γυναικείο σώμα– έχει μια ξεχωριστή αμεσότητα. Ο κοινός γνώμονας, πίσω από τον ενδεχόμενο θαυμασμό ή από κάποια ερωτική έξαψη, είναι ότι κοιτάς κάτι πολύ οικείο, εντύπωση οφειλόμενη ίσως και σε λόγους τους οποίους δεν καταλαβαίνεις. Στο Persona εκτεθήκαμε προς το κοινό αλλά και τους εαυτούς μας περισσότερο από ποτέ, γιατί, σε μεγάλο ποσοστό, υπάρχει και η παραδοχή οποιωνδήποτε λαθών, αλλαγών, σκέψεων και επιρροών έχουν υπάρξει στην ως τώρα πορεία μας. Είναι, ίσως, ο πιο απενεχοποιημένος μας δίσκος. Και όλα αυτά τα συμβολίζει το εξώφυλλο. </span></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι ακούγατε, αλήθεια, ενώ φτιάχνατε το Persona;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας:</b></span><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"> Πολλά πράγματα... Κυρίως πιο εσωτερικές μουσικές, με αρκετή ποικιλία. Από Tom Waits και Johnny Cash, μέχρι Βαγγέλη Παπαθανασίου. Υπάρχει ένα βάθος στη μουσική του, που είναι πέρα από το μάξιμαλ, το οποίο έτσι κι αλλιώς μας χαρακτηρίζει ως γκρουπ: μεγάλες παραγωγές, ογκώδη πράγματα γενικώς, ακόμα και στα live.</span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μανόλης:</b><span style="color: #660000;"> Ναι, ο Παπαθανασίου υπήρξε νομίζω ένας κοινός γνώμονας. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Μας αρέσει που είναι αυτοδίδακτος ο Παπαθανασίου, όπως μας αρέσει και ο τρόπος με τον οποίον εντάσσει το ελληνικό στοιχείο σε μια διεθνή λογική. Φτιάχνει ένα σχήμα πιο ανοιχτό. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Όσον αφορά στις ισορροπίες των Film, πόσο εύκολο στάθηκε να αντικαταστήσετε την Ελένη Τζαβάρα; Με δεδομένο, ειδικά, ότι ήταν μαζί σας από την αρχή και ότι αρκετοί από όσους σας έχουν παρακολουθήσει σας είχαν συνδυάσει με τη φωνή της...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας: </b><span style="color: #660000;">Το ποιος τραγουδάει σε μια μπάντα είναι ένα ερώτημα, αλλά δεν είναι το πιο σημαντικό. Ο πυρήνας μιας μπάντας –και της συγκεκριμένης, αλλά και γενικότερα– δεν γίνεται να αλλάξει. Είτε προσαρτεί σε εκείνον πράγματα, είτε φεύγουν από αυτόν πράγματα. Υπάρχει ένας στόχος. Αν είναι αυτό που θέλεις να κάνεις, τον ακολουθείς ανεξαρτήτως κόστους. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Με την Ελένη δεν υπήρξε διαφοροποίηση στον στόχο. Αλλά υπήρξε σε πιο προσωπικά πράγματα, που δεν έχουν τόσο να κάνουν με τη μουσική. Θέλοντας και μη, η σχέση την οποία αναπτύσσουν όσοι κάνουν μαζί μουσική γίνεται και πιο προσωπική. Έτσι, από ένα σημείο και μετά, αν η σχέση δεν τσουλήσει, μοιραία συμπαρασύρει και τη συνεργασία. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Στα 2 χρόνια αφού έφυγε η Ελένη, λοιπόν, πιο σημαντικό για μας στάθηκε να δούμε πώς προχωράμε, αν αλλοιώνεται ο αρχικός στόχος κτλ. Ήταν μια διαδικασία ωριμότητας και νομίζω ότι βγήκε και στο Persona. Ο τρίτος δίσκος –και ειδικά στην Ελλάδα είναι κατόρθωμα να φτάσεις στον τρίτο δίσκο, από το 2000 κι έπειτα– δεν παύει, ασφαλώς, να αποτελεί έναν ακόμα δίσκο. Νομίζω, όμως, ότι καθορίζει για μια μπάντα τι ήταν, τι είναι και τι μπορεί να κάνει. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Βέβαια να πούμε και το ότι, ήδη πριν την αποχώρηση της Ελένης, είχαμε σκεφτεί να διαταράξουμε τις ισορροπίες στο concept του συγκροτήματος. Θέλαμε να κάνουμε το τρίτο άλμπουμ σε μια διαφορετική βάση, σαν να επρόκειτο για μια ντεμπούτο ηχογράφηση –πιστεύω μια τέτοια διαδικασία είναι χρήσιμη σε κάθε άλμπουμ. Και για να ανανεώσουμε τον ενθουσιασμό μας, μα και για να δοκιμάσουμε ορισμένες ηχητικές αλλαγές. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν ξέρω, βέβαια, κατά πόσο είχαμε διαμορφώσει ένα συγκεκριμένο στιλ με μόλις δύο άλμπουμ, πάντως υπήρχε η ανάγκη για μια ανατροπή. Πλέον, αφού έγινε το Persona, νομίζω ότι είμαστε σε θέση να γράψουμε και μουσική για ταινία ή για κάτι άλλο που να μας εμπνέει. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μανόλης: </b><span style="color: #660000;">Πάντως, όταν πρωτομπήκαμε στο στούντιο χωρίς πια την Ελένη, η αίσθηση ήταν πράγματι περίεργη. Παίζοντας οι τρεις μας μόνο, είχα την εντύπωση ότι κάτι ξεκινούσε από την αρχή. Σαν να ήμασταν μια καινούργια μπάντα. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Γιατί επιλέξατε κάποια από τα τραγούδια του Persona να ερμηνευτούν από την Εβίρα των Abbie Gale; Νομίζω ότι κλέβει λίγο την παράσταση από την Ιφιγένεια Atkinson...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας: </b><span style="color: #660000;">Πρόκειται για χαρισματική ερμηνεύτρια, δεν το συζητάω! Κι εμείς το θέλαμε, αλλά ήταν και δική της επιθυμία, όταν άκουσε το υλικό, να συμμετάσχει στο Persona. Είναι άλλωστε φίλη. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Άσε που δεν γίνεται να αρνηθείς κάτι στην Εβίρα... Χρειάστηκε, ξέρεις, μόλις μία πρόβα για το ένα τραγούδι και μία για το άλλο! Αυτό ήταν...</span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Η μουσική σας κατατάσσεται συνήθως στο alternative. Σας εκφράζει ο όρος; Πιστεύετε ότι διατηρεί κάποιο νόημα, καθώς τελειώνει πια και η πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας:</b><span style="color: #660000;"> Δεν πιστεύω ακριβώς ότι η μουσική είναι μία και δεν έχει όρια και άρα όλα λίγο-πολύ ισχύουν. Νομίζω, όμως, ότι η μουσική που συνήθως λέγεται alternative έχει τύχει –για την Ελλάδα μιλάω– λιγότερου promotion σε σύγκριση με ένα άλλο είδος μουσικής. Σε σχέση λοιπόν με το τι ξέρει ο κόσμος, εδώ εντοπίζεται η ειδοποιός διαφορά. Και καθορίζει το αν μπορούμε να μιλάμε με ίσους όρους για το τι επιπτώσεις έχει η μία μουσική και τι η άλλη. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Πάντως, δεν έχει πια τόση σημασία. Βρίσκεις πολλά ανόμοια πράγματα κάτω από την ταμπέλα «alternative», π.χ. στο iTunes. Εντωμεταξύ έχουν μπει και πολλοί κανόνες. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μανόλης: </b><span style="color: #660000;">Στην Ελλάδα, ωστόσο, η λέξη «εναλλακτικός» διατηρεί μια σημασία. Εδώ τα πράγματα δεν είναι όπως στο εξωτερικό, όπου το alternative έχει πια γίνει mainstream. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας: </b><span style="color: #660000;">Ναι, όμως υπάρχει και το άλλο. Νομίζω ότι προσπαθούμε, ως φτωχοί συγγενείς – γιατί έχουμε μια τέτοια μανία, ιδίως απέναντι στους Ευρωπαίους– να ορίσουμε τη μουσική μας πραγματικότητα εντός συνόρων με κατηγορίες και τίτλους τους οποίους ποτέ δεν κατορθώσαμε να κατανοήσουμε. Καταλήγουμε, έτσι, στα βραβεία του MAD π.χ., με καλλιτέχνες υποψήφιους σε πέντε διαφορετικές κατηγορίες, που η κάθε μία αναιρεί την άλλη! </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Στην Ελλάδα κάτι κατατασσόταν είτε στην πίστα, είτε στη νύστα –και ξαφνικά προέκυψε και το alternative. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας:</b><span style="color: #660000;"> Όπως προέκυψε και το χιπ χοπ, που ως επιρροή σε παγκόσμια κλίμακα άρχισε να επηρεάζει και την εγχώρια μουσική πραγματικότητα. Άρα έπρεπε να ενταχθεί κι αυτό. Και το alternative χρησιμοποιείται στα πλαίσια αυτής της βιομηχανίας για να εντάξει τους περίεργους, τους «της γωνίας». Εκείνους που μην τους κοιτάς και πολύ, γιατί είναι ελιτιστές και πίνουνε πολύ κι είναι λίγο έτσι... </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η νοοτροπία των εταιρειών, ό,τι τους έχει οδηγήσει εκεί όπου έχουν οδηγηθεί, δεν εμπεριέχει πια το μεράκι και το ενδιαφέρον για τη μουσική, όπως γινόταν από τους ανθρώπους οι οποίοι ξεκίνησαν παλιότερα τις δισκογραφικές, πριν 50-60 χρόνια, έχοντας αγάπη και ευθύνη για το προϊόν τους. Κάποτε κόβονταν και καλλιτέχνες, επειδή δεν ήταν αρκετά καλοί. Τώρα όλη η συζήτηση εξαντλείται στο πώς θα πιέσεις μέσω γνωριμιών, συμφερόντων και διαπλοκών ώστε το προϊόν να πουλήσει, άσχετα αν αξίζει ή όχι. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Γενικά στην Ελλάδα υπάρχει, εδώ και χρόνια, η ανάγκη –κατανοητή, βέβαια– να οριοθετηθούν πράγματα με βάση πρότυπα του εξωτερικού. Αυτό παρήγαγε μεν κάποιες δημιουργικές εστίες με κοινές αξίες, αντιλήψεις και μουσικές κατευθύνσεις, συχνά όμως το όλο πράγμα εξαντλήθηκε σε έναν πιθηκισμό. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η ανάγκη, δηλαδή, να το κάνεις όπως ο Άγγλος ή ο Αμερικάνος που θαύμαζες, να το κατακτήσεις και να μην ξεφύγεις από αυτό, οδήγησε την Ελλάδα να δέχεται προτάσεις από το εξωτερικό, μα να μη μπορεί να κάνει η ίδια. Κάτι αλλάζει βέβαια τα τελευταία χρόνια: αρχίζουν να εμφανίζονται και πράγματα τα οποία, αν υπήρχε επικοινωνία Ελλάδας-εξωτερικού, θα μπορούσαν να ιδωθούν και εκεί ως προτάσεις. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πάντως, στην περίπτωσή σας, υπήρξε, εκεί γύρω στον δεύτερο δίσκο, και μια τάση –κι εδώ αναφέρομαι πια κυρίως στο δικό μου σινάφι, των ανθρώπων του μουσικού Τύπου– να σας πλασάρουν προς τα έξω ως τους διαδόχους των Raining Pleasure...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Δημήτρης:</b><span style="color: #660000;"> Αν και υπάρχει διαφορά από έντυπο σε έντυπο (ή free press, πια) και από site σε site, γενικά έχει επικρατήσει ανάμεσα στους δημοσιογράφους μια τάση αναζήτησης του «next big thing». Νομίζω ότι στην Ελλάδα έγινε εμφανές κατά την προηγούμενη δεκαετία, όταν οι εταιρείες άρχισαν να ρίχνουν στην αγορά συγκροτήματα-κόπιες των Τρυπών και βρέθηκαν δημοσιογράφοι οι οποίοι μπήκαν σε αυτή τη νοοτροπία να βρουν τις «νέες Τρύπες». </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Η τάση καλά κρατεί και θα αρχίσουν σε λίγο να ψάχνουν και για τη νέα Μόνικα... Και δεν το λέω με καμία υποτιμητική διάθεση ή με κάποια ποιοτική αξιολόγηση για την τελευταία, αλλά, όταν αντιμετωπίζεις τη Μόνικα ως «φαινόμενο» στο 2010, είσαι πίσω: δεν παρακολουθείς τι γίνεται συνολικά. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς είναι η καθημερινότητα των Film εκτός μουσικής; Από τι ζείτε;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας:</b><span style="color: #660000;"> Εξ αριστερών του τραπεζιού ξεκινώντας, ο Δημήτρης κάνει graffity design –σε εξώφυλλα δίσκων, αφίσες κτλ.– εγώ ασχολούμαι με το real estate και τα μεσιτικά (άκυρο!) και ο Μανόλης με μια εταιρεία που φέρνει από την Ελβετία εναλλακτικά φάρμακα, βότανα κτλ. </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Τι σχεδιάζετε ως άμεσες επόμενες κινήσεις, συναυλιακά μιλώντας;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b><br /></b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Κώστας: </b><span style="color: #660000;">Μετά τις εκλογές ξεκινάει η περιοδεία. Περιλαμβάνεται η Θεσσαλονίκη, η Αθήνα και η Πάτρα, όπως βέβαια και σταθμοί στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στην Αθήνα ειδικότερα σχεδιάζονται 3-4 live, τα οποία θα είναι έκπληξη ως προς το πώς θα στηθούν. Άλλωστε το ψώνιο των Film είναι το live! </span></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Σε ένα δεύτερο σκέλος, τώρα, προετοιμάζεται κι ένα ακόμα πιο φιλόδοξο άνοιγμα, με κάποιες εμφανίσεις στην Ευρώπη. Το στήνουμε τώρα –μαζί με την εταιρεία και με το νέο μας management στη Link4You– κι έχουμε βάσιμες ελπίδες ότι μπορεί να βγάλει τη μουσική μας και εκτός Ελλάδος. Πιστεύουμε ότι, όπως κι εμάς μας αφορούν πράγματα από εκεί, έτσι και τον Ευρωπαίο ακροατή τον αφορά η μουσική μας. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Θα ακολουθήσει επίσης ένα βιντεοκλίπ, καθώς κι ένα remix πολύ σύντομα, από τον David –ένα πολύ ταλαντούχο παιδί. </span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/J69lfKcn5Xg" width="320" youtube-src-id="J69lfKcn5Xg"></iframe></div><br /><div><br /></div><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1829957649394097389.post-35932152138474959722023-12-31T13:27:00.000+02:002023-12-31T13:27:27.167+02:00Siouxsie - συνέντευξη (2008)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhA_TWCzjqGEyd4G0uhUfcPe552GpKJzsQt77hCXm7_xcnvnisdBUTvU0R_jvxXkQC4RF2VDgvvH6MMaZ-O6VXOfU07DRILWypJWVBgF5gNnGtL9qHk4zZw5Fku1wsbDpERZiGQq1wwJu3Dr-7oHgF0bS7yYJkJrhNAEPmLGn6CMKA96NfuwHH1trpiNDs/s489/Siouxsie_front.JPG" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="306" data-original-width="489" height="250" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhA_TWCzjqGEyd4G0uhUfcPe552GpKJzsQt77hCXm7_xcnvnisdBUTvU0R_jvxXkQC4RF2VDgvvH6MMaZ-O6VXOfU07DRILWypJWVBgF5gNnGtL9qHk4zZw5Fku1wsbDpERZiGQq1wwJu3Dr-7oHgF0bS7yYJkJrhNAEPmLGn6CMKA96NfuwHH1trpiNDs/w400-h250/Siouxsie_front.JPG" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Είδαμε φέτος τη Siouxsie Sioux στην Ελλάδα, στα πλαίσια του Release Athens Festival, μετά από πολύ καιρό: ταλαιπωρημένη μεν από τον χρόνο, εντούτοις υπέροχη με τα νυν μέτρα και σταθμά. Δεν έγραψα live review στο «Αθηνόραμα», αλλά αυτή είναι η γνώμη μου, παρά τις γκρίνιες που άκουσα από εδώ κι από εκεί. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Μετά από πόσο καιρό, όμως; Από το καλοκαίρι του 2008, μου θύμισε η τηλεφωνική συνδιάλεξη που είχαμε τότε. Ήταν μόλις 10 λεπτά, αλλά η χροιά της φωνής της Siouxsie ακόμα αντηχεί στη μνήμη μου, να με ρωτά «<i>αν είμαι ο Harry</i>» ή αργότερα να μου λέει «<i>Unfortunately, Spooky died</i>». Είναι, άλλωστε, μια αγαπημένη μου τραγουδίστρια. </span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #2b00fe; font-family: georgia; font-size: large;">Τα όσα είπαμε τότε έδωσαν, φυσικά, μια συνέντευξη. Η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με ορισμένες μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #274e13; font-family: georgia; font-size: large;">* <i>Οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες είχαν δοθεί τότε στον Τύπο, ως promo για την εμφάνιση της Siouxsie στο Rockwave Festival</i></span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJU4xbN6i6YKlomKODI3dJoZDj66tXmvwVA6XYGS6WzGtn_J3TzzYOGE-EK3xKJe-XIN7jM8de_onvwBgCSOiikAJVwv33frXsTzMzf3H0fDaIwKdwlhP8LADTF3UY2hqaVhsvRxDsSfsIoO2YPVwnyDa-MMuAgCQOG8x_DdrZQHWj0WlqRSBagZhxxJI/s591/Siouxsie_01.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="361" data-original-width="591" height="244" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJU4xbN6i6YKlomKODI3dJoZDj66tXmvwVA6XYGS6WzGtn_J3TzzYOGE-EK3xKJe-XIN7jM8de_onvwBgCSOiikAJVwv33frXsTzMzf3H0fDaIwKdwlhP8LADTF3UY2hqaVhsvRxDsSfsIoO2YPVwnyDa-MMuAgCQOG8x_DdrZQHWj0WlqRSBagZhxxJI/w400-h244/Siouxsie_01.jpg" width="400" /></a></div><br /><div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έχω μόνο 10 λεπτά μαζί σου, είναι τόσο λίγα για όλα όσα θα ήθελα να ρωτήσω...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Το ξέρω. Μη νομίζεις, και για μένα είναι εκνευριστικές αυτές οι συνεντεύξεις, γιατί πάνω που μπορεί να ξεκινάει μια ωραία συζήτηση, αναγκάζεσαι να την κόψεις. Και να φανταστείς ότι εσύ είσαι ακριβώς στη μέση της λίστας. Έχω ξεκινήσει από το πρωί και τελειωμό δεν βλέπω!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έχεις καιρό να έρθεις από τα μέρη μας...</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πράγματι, πολύ καιρό. Ήταν το 1995 τελευταία φορά, αν θυμάμαι καλά, με τους Banshees.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είναι, αλήθεια, τόσο δύσκολη χώρα η Ελλάδα για συναυλίες;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Έτσι φαίνεται. Είχαμε συχνά σκεφτεί ότι θα θέλαμε να παίξουμε στην Ελλάδα, όμως όταν έβγαινε το πρόγραμμα δεν ήσασταν ποτέ μέσα. Έχει μάλλον να κάνει με το ότι δεν είναι εύκολο από την Αθήνα να μεταβείς γρήγορα σε ένα ακόμα μέρος, όπου θα μαζευτεί ανάλογος κόσμος. </span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάντως, φέτος έμαθα ότι θα έχετε ένα ωραίο συναυλιακό καλοκαίρι. Έρχονται οι Sex Pistols σε σας –εκπλήσσομαι που είναι η πρώτη τους φορά, αλλά να δεις πως θα το θυμάστε– η PJ Harvey, η οποία μου αρέσει πολύ, ο Philip Glass και ο Leonard Cohen. Ζηλεύω τρομερά για τον τελευταίο, να ξέρεις... (σ. σ:<i> αυτό μου το είπε τόσο γατίσια, που κόντεψα να μείνω στον τόπο</i>).</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Μετά από τόσα χρόνια σε μπάντες, το διασκεδάζεις να είσαι σόλο; </b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Πάρα πολύ. Το να δουλεύεις με νέα πρόσωπα και να δουλεύεις τόσο αρμονικά μαζί τους, σε φρεσκάρει. Νιώθω ότι κάνω ένα νέο ξεκίνημα. Είμαι πολύ ευχαριστημένη και από τη μπάντα και από τους παραγωγούς μου. Και η περιοδεία μάς δίνει την ευκαιρία να βγάλουμε τον καλύτερο εαυτό μας.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Είσαι ικανοποιημένη από την απήχηση του δίσκου Mantaray στον κόσμο;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Και βέβαια είμαι! Ξέρεις, είναι στις συναυλίες όπου κρίνεται κάθε νέα δουλειά. Και όταν αποφάσισα να φτιάξω μια playlist με κορμό το Mantaray, διανθισμένη με παλιότερα αγαπημένα τραγούδια με τους Banshees ή τους Creatures, ήξερα ότι ρίσκαρα. Αλλά το κοινό, όπου και να έπαιξα, ανταποκρίθηκε με μεγάλη θέρμη. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Για την Ελλάδα τι μας ετοιμάζεις;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Α, κοίτα να σου πω, μην είσαι ανυπόμονος και χαλάσεις την έκπληξη! <i>(γέλια)</i> Σας ετοιμάζω κάτι πολύ σπέσιαλ, πάντως. Κάτι δυνατό. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Πώς αισθάνεσαι που σε ανεβοκατεβάζουν με διάφορους τίτλους; Άλλοτε «Η Πρώτη Κυρία Του Punk», άλλοτε «Η Γιαγιά του Goth»;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Δεν μου αρέσουν οι τίτλοι, τους σιχαίνομαι. Αηδιάζω ακόμα και όταν με αποκαλούν «κυρία» ή «madame», όπως συμβαίνει συχνά εδώ στη Γαλλία όπου ζω. Κι αυτό το η «γιαγιά του goth» που ανέφερες, πόσο με εκνευρίζει...</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Σε εκνευρίζει το γιαγιά ή το goth;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;"><i>(γελάει)</i> Νομίζω το goth! Το «γιαγιά» δεν με σκοτίζει, είναι τόσο ανόητο να ασχολείσαι με κάτι τόσο δεδομένο όσο ο χρόνος. Τα 50 μου γενέθλια τα γιόρτασα με ένα μεγάλο πάρτι, όπου κάλεσα όλους μου τους φίλους. Είχε πολύ σαματά και πέρασα τέλεια.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Για πολλούς ανθρώπους, βέβαια, ήσουν και ακόμα είσαι ένα εναλλακτικό σύμβολο του σεξ. Έχεις βρει κάποιο ελιξίριο νεότητας;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Είναι η μουσική. Είναι το μεγαλύτερο πάθος της ζωής μου. Δεν προλαβαίνουμε να σου περιγράψω τι συμβαίνει μέσα μου με τη μουσική. Όσο γι' αυτό με το σύμβολο του σεξ, μου προξενεί μόνο γέλια, είναι τόσο αστείο <i>(γέλια)</i>. Και όποιον από τους φίλους μου να ρώταγες, πάλι θα γέλαγε. </span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Ας πούμε τότε για γάτες. Τι κάνουν ο Spooky, o Spider και ο Dandy;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αχ, δυστυχώς ο Spooky πέθανε... Και τα άλλα δύο είναι ήδη 16 ετών, 100 δηλαδή με ανθρώπινα δεδομένα, οπότε φοβάμαι ότι θα τα χάσω σύντομα.</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Λυπάμαι πολύ για τον Spooky... Πες μου όμως και για τη Γαλλία. Τι κάνει μια Αγγλίδα στη Γαλλία;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Αυτό που μου αρέσει στη Γαλλία είναι ότι εδώ δεν είμαι ιδιαίτερα διάσημη κι έχω την ησυχία μου, μπορώ να είμαι ο εαυτός μου. Μου αρέσει βέβαια και η εξοχή της, είναι πολύ όμορφη. Και, το σημαντικότερο, δεν πάσχει από πολυκοσμία, όπως η αγγλική εξοχή. Μου αρέσει να έχω χώρο και μου αρέσει η ησυχία. Όταν βέβαια δεν ασχολούμαι με τη μουσική!</span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><b>Έζησες το punk από κοντά, ήδη από τις πρώτες του μέρες. Τα πιτσιρίκια τα οποία σήμερα ακούν ένα πολύ διαφορετικό punk, τα βλέπεις με συμπάθεια;</b></span></div><div><span style="font-family: georgia; font-size: large;"><br /></span></div><div><span style="color: #660000; font-family: georgia; font-size: large;">Τα βλέπω με κάποια συμπάθεια, φοβάμαι όμως ότι είναι παραπλανημένα. Θέλουν τόσο πολύ να ζήσουν κάτι που δεν υπάρχει πια και –το χειρότερο– να το ζήσουν δίχως να ρισκάρουν. Για μένα, τότε, δεν υπήρχε καμία προοπτική στο όλο πράγμα. Υπήρχε μόνο η στιγμή. Κανείς στα μέσα της δεκαετίας του 1970 δεν φανταζόταν ούτε καριέρες, ούτε έκανε σχέδια. Ήταν ένα ξέσπασμα.</span></div></div><div><br /></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><iframe allowfullscreen="" class="BLOG_video_class" height="266" src="https://www.youtube.com/embed/zpaqBXc5MTk" width="320" youtube-src-id="zpaqBXc5MTk"></iframe></div><br /><div><br /></div>Χάρης Συμβουλίδηςhttp://www.blogger.com/profile/17453883522036784927noreply@blogger.com0