10 Σεπτεμβρίου 2020

Κουβεντιάζοντας με τον συνθέτη Μανώλη Γαλιάτσο, μέρος 1 (2009)



Τον συνθέτη Μανώλη Γαλιάτσο τον ήξερα ήδη από τη δεκαετία του 1990, εποχή στην οποία άκουσα πολύ από το λεγόμενο «έντεχνο», ταμπέλα βέβαια που ο ίδιος δεν αποδέχεται (ούτε για τη δική του δουλειά, ούτε γενικότερα, όπως θα διαπιστώσετε ιδίοις όμμασι και παρακάτω). Έτσι, υπήρχε κάπου στη δισκοθήκη μου το άλμπουμ Της Αγάπης Το Μαντήλι (Eros, 1995) –ίσως και το Άντρες Είναι Μοναχοί (Ακτή, 1992) σε πειρατική κασέτα TDK, αγορασμένη στην είσοδο της φοιτητικής λέσχης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων από τον θρυλικό «κασετά». 

Εδώ, βέβαια, μπορεί να ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση, η οποία δεν είναι επί του παρόντος. Όσοι πάντως θυμούνται τον κασετά, ξέρουν πόση μουσική παιδεία οφείλουμε στην (ναι, παράνομη) παρουσία του, σε χρόνια που τα χαρτζιλίκια δεν επέτρεπαν την αγορά πολλών δίσκων· ιδιαίτερα με τις τιμές που «έτρεχαν» τότε, πολλές φορές δίχως να συνάδουν με το περιεχόμενο κι ας προσπαθούσε η έντεχνη ταμπέλα να δημιουργήσει εκ προοιμίου ειδικό βάρος. Τέλος πάντων, όλα αυτά μοιάζουν πλέον ως προϊστορικά, μετά την επέλαση του ίντερνετ. 

Πορευόμενος έπειτα ως επαγγελματίας στον μουσικό Τύπο, έτυχε και γνώρισα τον Γαλιάτσο ως περιστασιακά εμφανιζόμενο στην παρέα του Αργύρη Ζήλου, αργότερα δε κάναμε και οι δυο μας αρκετές –και πάντοτε ενδιαφέρουσες– συζητήσεις, τόσο από κοντά, όσο και δια της ηλεκτρονικής οδού. 

Την περίοδο εκείνη ο Γαλιάτσος είχε ήδη αφήσει πίσω τη δημιουργία τραγουδιών και, αρχίζοντας με το Ημερολόγιο: Largo (2007), προσανατολιζόταν προς οργανικές δουλειές στις οποίες είχε την άνεση να δείξει την ευρύτερη μουσική του παιδεία, αλλά και το πλήθος των ανησυχιών του. Πρόκειται μάλιστα για μονοπάτι στο οποίο ακόμα πορεύεται, κρίνοντας από το τελευταίο του άλμπουμ Το Γαλήνιο Όνειρο Του Έιχαμπ (2019), παρότι στο ενδιάμεσο ξαναγύρισε και στη μορφή του τραγουδιού, ερμηνεύοντας μάλιστα πολύ ωραία και ο ίδιος ("Επισκέψεις", ένα μελοποιημένο ποίημα του Γιώργου Βέη, από τον δίσκο του 2015 Το Αργό Πέρασμα Των Ημερών).

Η πρώτη μας «επίσημη» συνομιλία έγινε για το περιοδικό Ήχος το 2009, όταν είχε βγάλει το άλμπουμ Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων ‎στην Puzzlemusik –και δημοσιεύεται παρακάτω, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις, για πρώτη φορά στο ίντερνετ. 

Ακολούθησε μία ακόμα συνέντευξη για λογαριασμό του Avopolis (η οποία θα βγει σε ξεχωριστό μέρος), ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το 2011 καλέσαμε τον Γαλιάτσο και στο ραδιόφωνο με τον Στυλιανό Τζιρίτα, στην εκπομπή μας Συχνοτική Συμπεριφορά, την οποία διατηρούμε στους 105,5 Στο Κόκκινο. Προς τιμήν του, ωστόσο, αρνήθηκε, προτιμώντας το βήμα αυτό να δοθεί στον Σωκράτη Άνθη, τον εξαιρετικό τρομπετίστα που απέδιδε το τότε άλμπουμ του 2011: Εδώ Έξω (επίσης στην Puzzlemusik). Έτσι κι έγινε, στις 6 Ιουνίου 2011. Αντίτυπο της εκπομπής για να ανέβει στο Mixcloud δυστυχώς δεν έχω, αλλά, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα μπορείτε να τη βρείτε στο άμεσο μέλλον, όταν γίνει δημόσια προσβάσιμο το αρχείο του σταθμού. 

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από ένα πακέτο που ο συνθέτης διέθετε στον Τύπο καθ' όλη τη δράση του από το 2009 και μετά



Η νέα σας δισκογραφική εμφάνιση Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων, έχει έντονο τον χαρακτήρα ενός «concept album», όπως λέγονται στην αγγλοσαξονική ορολογία. Ποιες είναι λοιπόν αυτές οι θάλασσες των μικρών λάμψεων;

Τα τελευταία χρόνια καλλιεργώ την τάση να αφήνω το ίδιο το έργο να αναπτύσσει αυτόνομα τις ανάγκες του. Μου είπε λοιπόν –και σας το μεταφέρω– ότι δεν ήθελε να αποτελεί μια καρτποσταλική εκδοχή του θέματός του. Αν διαβάσετε τους τίτλους, θα παρατηρήσετε ασφαλώς ότι, με μοναδική εξαίρεση ένα «πλέουμε» (το οποίο αποδεικνύεται μάλλον μεταφορά, παρά κυριολεξία), δεν περιλαμβάνεται καμία λέξη που θα παρέπεμπε στην εικονοποιία του τίτλου. 

Υποθέστε λοιπόν τώρα ότι τούτη η εικόνα, για την οποία όλοι έχουμε την εξωτερική αναφορά της, στην περίπτωση αυτή παράγεται έσωθεν. Οι Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων είναι φτιαγμένες έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να τις παρακολουθήσει σε σχέση με το δικό του (εσωτερικό) βίωμα.

Με ποιο σκεπτικό επιλέξατε αλήθεια αυτούς τους ασυνήθιστα μακροσκελείς τίτλους για τις  συνθέσεις σας; Κάποιοι ξέρετε τους αντιμετώπισαν ως μια επίδειξη διανοουμενισμού...

Θεωρώ ότι η μουσική μπορεί –και το οφείλει– να αναφέρεται στα πάντα. Όταν λοιπόν μου χρειάζονται περισσότερες λέξεις για να μιλήσω γι' αυτά που θέλω, χρησιμοποιώ περισσότερες λέξεις (προσπαθώντας φυσικά να διατηρήσω το ποιητικό επίπεδο). Ελπίζω κάποιος επόμενος να έχει την τόλμη να συνθέσει πάνω σε (προσωπικό του ή άλλου) δοκίμιο, εφ' όσον το επιθυμεί βέβαια. 


Από ’κει και πέρα, όσο προχωρά κανείς στην Ελλάδα, πέφτει πάντα πάνω σε διάφορους ...καχύποπτους: «Είστε ελιτιστής; Μήπως είστε  διανοούμενος; Διανοουμενιστής, ίσως;». Aν αυτό επισύρει την κατηγορία ότι έχω μπει στον κόπο να  διαβάσω στη ζωή μου, ναι, αλήθεια είναι ότι μπήκα σ' αυτόν τον κόπο. Διευκρινίστε μου παρακαλώ από ποιον ακριβώς πρέπει να ζητήσω συγχώρεση για κάτι τέτοιο. Όποιος όμως ζητά να του αποδεικνύουν διαρκώς οι άλλοι ότι δεν είναι ελέφαντες, το πιθανότερο είναι ότι τους βλέπει συχνά στον ύπνο του· και, όπως γνωρίζετε, είμαστε ό,τι ονειρευόμαστε.

Τόσο η καινούρια σας δουλειά, όσο και το Ημερολόγιο: Largo (2007), μου δίνουν την εντύπωση ότι αντιμετωπίζετε τη μουσική ως μια σύγχρονη, ενδεχομένως και ανώτερη, μορφή επικοινωνίας. Σας απασχολεί η έννοια «σύγχρονο»; Θα λέγατε ότι μια τέτοια αναζήτηση έχει και κοινωνικές ρίζες;

Το ότι πρέπει να θέσουμε υπό συζήτηση αν η μουσική αποτελεί ανώτερη μορφή επικοινωνίας, είναι πράγματι απολύτως σύγχρονο, εγχώριας επινόησης, πρόβλημα. Προσωπικά είχα την εντύπωση ότι η τέχνη συνολικά θεωρείται ως κορυφαία εκδήλωση του ανθρώπινου πνεύματος, η δε μουσική ως κορυφαία εκ των τεχνών, κατά το ότι οι υπόλοιπες τείνουν στις δικές της αφηρημένες ποιότητες. Θα πρόδιδα κατά συνέπεια τον εαυτό μου –και την τέχνη μου– αν δεν την αντιμετώπιζα ως ανώτερη μορφή επικοινωνίας. 

Αντ' αυτού, προτιμώ ασφαλώς να αδιαφορήσω για όσους δεν την αντιλαμβάνονται ως τέτοια. Για την έννοια «σύγχρονο» που αναφέρετε, με απασχολεί ως προβολή σημερινών αναγκών και ως μουσική εξέλιξη, δεν ξεχνώ όμως ότι το «σύγχρονο» μπορεί πάντα και να ξεπέσει στο επίκαιρο. Είναι ζήτημα βάθους που μπορεί να προσδώσει κανείς στα πράγματα, αυτό όμως, όπως καταλαβαίνετε, δεν εξαρτιέται από εξωτερικούς όρους. Θα έλεγα τέλος ότι η μουσική, περισσότερο από κοινωνικές ρίζες –πλην ενδεχομένων εξαιρέσεων, συζητήσιμων όμως κι αυτών– διαθέτει ιστορική στιγμή. 

Μια κριτική πάνω στον νέο δίσκο σας, εστίασε στο ότι επένδυσε σε μια αξιοσημείωτη χρονική διάρκεια, μην αποφεύγοντας όμως τη φλυαρία, ειδικά προς το τέλος του. Τι θα απαντούσατε σε κάτι τέτοιο;

Από τις μεγαλύτερες αρλούμπες που μπορεί ν' ακούσει κανείς, ότι η χρονική διάρκεια ενός έργου αποτελεί αντικειμενικό στόχο προς επένδυση. Τι εννοείτε όμως ακριβώς μουσική φλυαρία; Αν δεν κάνω λάθος είναι όταν οι νότες δεν έχουν να εκφράσουν κάτι, απλώς παράγουν τον εαυτό τους. Προκαλώ λοιπόν οποιονδήποτε (και εσάς, βεβαίως), να μου υποδείξει έστω και ένα τέτοιο σημείο σε ολόκληρη τη δουλειά. 

Αυτό όμως που νομίζω ότι τους ενοχλεί στην πραγματικότητα δεν είναι η συνολική διάρκεια, αλλά το τι συμβαίνει στο κάθε ξεχωριστό δευτερόλεπτο του έργου. Ας αναρωτηθούν συνεπώς μήπως τα περί διάρκειας αποτελούν φτηνό άλλοθι άρνησης για μια δουλειά η οποία, απλά, τους ξεπερνάει. Ένα δηλαδή ακόμη τυπικό παράδειγμα ανεπάρκειας του (θεσμοθετημένου ή μη) κριτικού λόγου. Το γεγονός ότι τα χαρακτηριστικά ενός έργου σαν τις Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων –και αναφέρομαι εδώ σε κάτι αντικειμενικό– δεν είναι απ' όσα συναντούν κάθε μέρα, πώς διέφυγε της προσοχής τους; Αυτό λοιπόν είναι που εγώ αποκαλώ μιζέρια.

Από την αυστηρά εμπορική σκοπιά του πράγματος, πόσο βιώσιμη θεωρείτε τη μουσική που φτιάχνετε; Σας έδωσαν αυτοπεποίθηση να συνεχίσετε οι πωλήσεις του Ημερολόγιo: Largo ή τέτοιες δουλειές θεωρούνται τελικά υπερβολικά λόγιες για τα ελληνικά δεδομένα; 

Ακούστε, συνθέτης είμαι, όχι λογιστής. Κάνω τη μουσική που θέλω –και εκτιμώ ότι οφείλω– να κάνω, με τον τρόπο ακριβώς που πιστεύω και μου αρέσει. Βιώσιμο για μένα είναι ό,τι έχει λόγους να γίνεται, ενώ ό,τι απλά διεγείρει τα μιμητικά αντανακλαστικά της (όποιας) πιάτσας, κυριολεκτικά αβίωτο. Ειλικρινά, δεν σας γίνεται απόλυτα φανερή αυτή μου η θέση από την ίδια μου τη δουλειά; Κι όταν από την άλλη λέτε υπερβολικά λόγιες για τα ελληνικά δεδομένα, υποδεικνύετε ότι ο Έλληνας δεν δικαιούται με τίποτα να μην θεωρείται μουσικά υπανάπτυκτος; 

Είστε καταχωρημένος στη συνείδηση αρκετών μουσικόφιλων ως ένας αξιόλογος συνθέτης από τον χώρο του λεγόμενου «έντεχνου». Υπάρχει όμως πραγματική απόσταση μεταξύ όσων κάνετε πλέον, με ό,τι κάνατε έως και το 2005. Τι σας ώθησε να αλλάξετε γραμμή πλεύσης τόσο δραματικά;
     
Η ανάγκη να εξελιχθώ, σ' ένα τραγουδοκρατούμενο περιβάλλον όπου κάτι τέτοιο θεωρείται ύβρις. Για την κατηγοριοποίηση του έντεχνου, φοβούμαι ότι δεν διαθέτουμε τον απαραίτητο χώρο για να σας εξηγήσω γιατί τη θεωρώ  λανθασμένη, ανεδαφική, αυθαίρετη και εκ του πονηρού: μια ετικέτα για να στεγάσει μη έντεχνους. Εν ολίγοις, μια παγκόσμια πατέντα.

Ποιους αναγνωρίζετε ως ηχητικούς προπάτορες για τις Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων; Και πόσο εύκολο θεωρείτε για έναν Έλληνα δημιουργό με Δυτικές μουσικές αναφορές να ξεφύγει από αυτές, αποκτώντας αυτόνομη ταυτότητα;

Ποιος σας είπε ότι θέλω να ξεφύγω από κάτι που έχω αποφασίσει να είμαι; Έχετε λόγους να πιστεύετε ότι δεν διαθέτω την ανάλογη ωριμότητα ή επαρκή συνείδηση, για να το έχω ήδη κρίνει αυτό; Και γιατί λέτε Δυτικές μουσικές αναφορές και όχι η Δυτική μουσική μου παιδεία; Ως ενημερωμένος  φιλόμουσος, έχετε να μου υποδείξετε κάποιο ή κάποια έργα από τα οποία δανείζονται τη φωνή τους οι Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων; Θεωρούμαι κάτι ως ένα είδος ύποπτου μουσικής λαθρομετανάστευσης (με ημιπαράνομη ταυτότητα ή πράσινη κάρτα στην κατοχή μου), αμφιβόλου παραμονής στη χώρα; Αν ήμουν Άγγλος (Ολλανδός, Βέλγος, Γάλλος, Γερμανός, Ισπανός, Δανός, Νορβηγός)  συνθέτης, θα μου κάνατε μια τέτοια ερώτηση; Ποια είναι ακριβώς η ιδέα που θέλετε να έχετε για την Ελλάδα;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου