17 Ιουνίου 2021

Συχνοτική Συμπεριφορά, Σάββατο 12 Ιουνίου 2021 (η τελευταία της ιστορίας)


Η Συχνοτική Συμπεριφορά της 12ης Ιούνη ξεκίνησε με εξερευνήσεις στην Κρύπτη των Αγίων Αποστόλων, συμφώνησε στην αντίθεσή της προς το ρέικι, διαφώνησε για τη σημαντικότητα των Butthole Surfers κι έφτασε μέχρι τις τρεις Βουλγάρες που κάποτε συνεργάστηκαν και με την Kate Bush.

Στάθηκε ωστόσο (ξανά) με δέος απέναντι στο "Hotel California" των Eagles και στο μεταλλόφωνο Sixxen του Γιάννη Ξενάκη, θυμήθηκε τα της Anita Lane και του Nick Cave με αφορμή τον πρόσφατο, ξαφνικό της θάνατο, έπαιξε βραζιλιάνικα τραγούδια που ακούστηκαν σε πρόσφατες περιπέτειες με τον Νίκολας Κέιτζ.

Εν τέλει, αναρωτήθηκε και μήπως ο Τόλης –ξέρετε όσοι ακούτε αυτή την εκπομπή ποιος Τόλης– έχει δώσει απάντηση ακόμα και στις διερωτήσεις του Μαρσέλ Προυστ για τον Χαμένο Χρόνο.

Αυτό που δεν ξέραμε ούτε εγώ, ούτε ο Στυλιανός Τζιρίτας καθώς την ηχογραφούσαμε για να σταλεί στον Εν Πλω 89.2 της Ηγουμενίτσας, ήταν ότι έμελλε να είναι η τελευταία Συχνοτική Συμπεριφορά της ιστορίας. Βέβαια, ήταν πάντα μια πιθανότητα, από τη στιγμή που τερματίστηκε η επαγγελματική υπόσταση της εκπομπής στον 105,5 Στο Κόκκινο, ότι μια μέρα οι ανάγκες της επιβίωσης θα έβαζαν αποτελεσματικό εμπόδιο στη συνέχισή της.

Φτάσαμε λοιπόν στη μέρα αυτή. Μάλιστα, η περίφημη 
αστική περικοκλάδα τα έφερε έτσι τα πράγματα ώστε οι εξελίξεις υπήρξαν ξαφνικές και ραγδαίες για τον Στυλιανό Τζιρίτα. Με αποτέλεσμα να ανακοινωθεί εξίσου ξαφνικά η πτώση της αυλαίας, δίχως καν να προλάβουμε να αποχαιρετήσουμε τους φίλους της εκπομπής στον αέρα.

Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως όσους υπήρξατε ακροατές της Συχνοτικής Συμπεριφοράς, από το 2008 μέχρι σήμερα. Όσο για το τελευταίο σόου της ιστορίας, μπορείτε να το ακούσετε ολόκληρο (χωρίς διαφημιστικά μηνύματα) πατώντας στον σύνδεσμο εδώ.

* η κάτωθι φωτογραφία, με μένα καθιστό και τον κύριο Τζιρίτα όρθιο τραβήχτηκε από τον Παντελή Νταβανέλο σε μια άλλη τελευταία μέρα, όταν ο 105,5 Στο Κόκκινο άφησε το κτήριο της οδού Σαρρή όπου ξεκίνησε η ιστορία του για τη σημερινή του έδρα στο Μεταξουργείο


Συμπεριφέρθηκαν συχνοτικώς τα εξής κομμάτια:

1. ΞΟΡΚΙ: Η Κρύπτη Των Αγίων Αποστόλων
2. ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ: Τα Ροζιασμένα Χέρια Μου (επανεκτέλεση 1989)
3. E.A.R. & ELÉONORE FOURNIAU: Lo Berde
4. BUTTHOLE SURFERS: Ricky
5. ΜΑΡΙΚΑ ΝΙΝΟΥ: Τι Σήμερα, Τι Αύριο, Τι Τώρα
6. EAGLES: Hotel California
7. ANITA LANE: The World's A Girl
8. ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ανεπανάληπτος
9. ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ: Ψιλοβρέχει
10. ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Αγκάλη
11. ARRAIAL DO PAVULAGEM: Cachoeira Prateada
12. ΑΝΝΑ ΒΙΣΣΗ: Κι Έχω Τόσα Να Θυμάμαι
13. LES PERCUSSIONS DE STRASBOURG: Γιάννη Ξενάκη Peaux
14. ACE OF BASE: All For You
15. BULGARKA VOCAL TRIO: Poustono Loudo I Miado
16. JUDICATOR: Let There Be Nothing
17. ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι Το Κάτι Που Μένει




10 Ιουνίου 2021

Συχνοτική Συμπεριφορά, Σάββατο 5 Ιουνίου 2021


Η πρώτη Συχνοτική Συμπεριφορά του φετινού θέρους συζήτησε για ξεχασμένες εγχώριες φιγούρες με απίστευτες AOR δισκοθήκες, τοποθετήθηκε στο κλασικό super hero δίλημμα Marvel ή DC και κουβέντιασε για την αντιπάθεια που συνάντησαν στην Ελλάδα συγκροτήματα σαν τους (εικονιζόμενους) Electric Light Orchestra και τους Eloy.

Έπαιξε όμως και ιαπωνική ...μικροτονική ποπ, στάθηκε στην είσοδο του Donovan στο Twin Peaks, συζήτησε για το νέο βιβλίο του Στυλιανού Τζιρίτα Μάστερ Μπαζίλ που έχει ήρωα τον Βασίλη Τσιτσάνη, ενώ στάθηκε και σε ένα άγνωστο μέχρι το 2020 στιγμιότυπο των Thin Lizzy που ανακατεύεται απρόσμενα με τον Dr. Who, προαναγγέλλοντας τη δική μου συμμετοχή στην πρώτη μέρα του φετινού Gimme Shelter Film Festival (Τεχνόπολη, Παρασκευή 11 Ιουνίου), στο πάνελ με τον Χάκο Περβανίδη και τον Σάκη Φράγκο που θα συζητήσει για το ντοκιμαντέρ της Έμερ Ρέινολντς Phil Lynott: Songs For While I'm Away (2020), το οποίο θα προβληθεί σε πρώτη πανελλήνια προβολή.

Η εκπομπή δεν έχασε βέβαια και τη μεγάλη ευκαιρία να φανταστεί ένα τραπέζι στο οποίο θα κάθονταν, λέει, ο Νίκολας Κέιτζ με τον Vince Neil και τον Βασίλη Καρρά, θέτοντας το ερώτημα για το ποιος θα μπορούσε να είναι τέταρτος συνδαιτημόνας σε μια τέτοια παρέα.

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το σόου (χωρίς διαφημιστικά μηνύματα) πατώντας στον σύνδεσμο εδώ.

Συμπεριφέρθηκαν συχνοτικώς τα εξής κομμάτια:

1. VIENNA RADIO SYMPHONY (σε διευθ. MILAN HORVAT): Claude Debussy's La Μεr - Τrois Εsquisses Symphoniques, μέρος 3: Dialogue Du Vent Et De La Mer 
2. JOURNEY: Too Late
3. JOHN CALE: Fear Is A Man's Best Friend
4. ELTON JOHN: Dirty Little Girl
5. ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ: Είδα Την Άννα Κάποτε
6. ELECTRIC LIGHT ORCHESTRA: Livin' Thing
7. ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΤΣΑΟΥΣΑΚΗΣ & ΡΟΥΛΑ ΚΑΛΑΚΗ: Παλάτια Χρυσοστόλιστα
8. FOREIGNER: Break It Up
9. ΚΑΙΤΗ ΝΤΕΝΙΣ: Τι Ειν' Αυτό Που Το Λένε Αγάπη
10. SYZYGYS: Lotus Rain
11. DONOVAN: I Am The Shaman (David Lynch's 2021 version)
12. PAUL GOODMAN: Humble Mucker 
13. REAGAN YOUTH: Anytown
14. ΑΝΤΩΝΗΣ ΡΕΜΟΣ: Μπορεί Να Βγω
15. THIN LIZZY: 1969 Rock - live at RTÉ Radio 1969
16. BONEY M: Gadda-Da-Vida 
17. KASHMIR: Εξωγήινοι



08 Ιουνίου 2021

Νίκος Τριανταφυλλίδης - συνέντευξη (2014)


Πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν αυτές τις μέρες από τον θάνατο του Νίκου Τριανταφυλλίδη και μια βόλτα στο Facebook εύκολα πιστοποιούσε ότι οι άνθρωποι που τον γνώρισαν ή που τους άγγιξε το έργο του (είτε το κινηματογραφικό, είτε το Gagarin) δεν τον ξέχασαν. 

Το τελευταίο από τα πνευματικά του παιδιά, το Gimme Shelter Film Festival, ετοιμάζεται για έναν φόρο τιμής τώρα που, ύστερα από τέσσερις κορωνο-αναβολές, θα καταφέρει επιτέλους να πραγματοποιηθεί, Παρασκευή 11, Σάββατο 12 και Κυριακή 13 του μήνα, στην Τεχνόπολη. Το αφιέρωμα θα λάβει χώρα τη 2η μέρα, σε επιμέλεια Μαρίνας Δανέζη. Φέτος, μάλιστα, θα βρεθώ κι εγώ στο φεστιβάλ, καλεσμένος της Παρασκευής, στο πάνελ που θα συζητήσει πριν την πρώτη πανελλήνια προβολή του ντοκιμαντέρ της Emer Reynolds Phil Lynott: Songs For While I'm Away (2020), το οποίο θα ξετυλίξει τη ζωή και την καριέρα του θρυλικού ηγέτη των Thin Lizzy. Δίπλα μου θα βρίσκονται εξαιρετικοί συνάδελφοι –ο αρχισυντάκτης του Metal Hammer Χάκος Περβανίδης και ο Σάκης Φράγκος, αρχισυντάκτης του Rockhard.gr– ενώ συντονιστής θα είναι ο Δημήτρης Παπανδρέου, καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ.

Με τον Νίκο Τριανταφυλλίδη βρισκόμασταν κάποτε πολύ συχνά, στο παλιό κτήριο του 105,5 Στο Κόκκινο στη Σαρρή, καθώς η πρώτη φάση της Συχνοτικής Συμπεριφοράς που είχαμε ξεκινήσει εκεί με τον Στυλιανό Τζιρίτα (2008) γειτνίαζε με την Αισθηματική Αγωγή –μια ραδιοφωνική εκπομπή με τη δική της ιστορία, τόσο σε λόγο, όσο και σε ήχο. Οπότε έπεφταν διάφορες μικροσυζητήσεις και πολλά γέλια στα ενδιάμεσα των διαλειμμάτων και των δελτίων ειδήσεων. Ψέματα βέβαια δεν μου αρέσει να λέω, καλές σχέσεις δεν είχαμε πάντα με τον Νίκο: κάπου το 2010 ψυχραθήκαμε και δεν ξαναμιλήσαμε μέχρι το 2014. Η αιτία, βέβαια, είχε να κάνει με το στάτους των τότε σχέσεών του με τρίτα μέρη (δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, δεν έχει πια καμία σημασία άλλωστε). 


Θα πω μόνο ότι αφορμή για να τα σπάσουμε και αφορμή για να τα ξαναβρούμε, στάθηκαν οι Κόρε.Ύδρο. Στη φοβερή τους δηλαδή βραδιά της 17ης Γενάρη 2014 στο Six d.o.g.s. (που ο Άρης Καραμπεάζης είχε κάθε δίκιο να χαρακτηρίσει «ιστορική», στην τότε κριτική του για το Mic.gr), ο Παντελής Δημητριάδης τον κάλεσε από τη σκηνή. Εκείνος ήταν στο μπαρ. Δίστασε κάποια δευτερόλεπτα, αλλά άφησε το ποτήρι του (χαμηλό, ουίσκι, πάγος) και όρμησε να χορέψει ένα φοβερό ζεϊμπέκικο, ενώ η μπάντα έπαιζε το "Χωρίς Επίκληση". Αυθόρμητα, βρέθηκα κι εγώ να του χτυπάω παλαμάκια ζωσμένος με τη γνωστή μου τσάντα Kraftwerk (τότε σε καλή κατάσταση, ακόμα), σε ένα κινηματογραφικό στιγμιότυπο που σώθηκε για την ιστορία χάρη στην άνωθεν ασπρόμαυρη φωτογραφία της Πηνελόπης Γερασίμου.

Από εκείνη τη στιγμή, χωρίς να πούμε οτιδήποτε άλλο, κάθε μεταξύ μας παρεξήγηση είχε τελειώσει. Λίγους μήνες αργότερα, έλαβα πρόσκληση για την πρεμιέρα της ταινίας του Οι Αισθηματίες. Πήγα, τα είπαμε βιαστικά στο φινάλε. Έπειτα, τον Δεκέμβριο, κανονίσαμε και συναντηθήκαμε στο σπίτι του στην Κυψέλη, για ουίσκι και κουβέντα. Από την τελευταία προέκυψε μια συνέντευξη, η οποία δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με αφορμή την πενταετία από τον θάνατό του. Μετά τη δημοσίευση, μάλιστα, μου έστειλε και ευχαριστίες στο inbox του Facebook, γράφοντάς μου ότι ήταν ίσως η καλύτερή του αποτύπωση σε γραπτό λόγο.

* η κεντρική φωτογραφία ανήκει στον Νίκο Πάστρα. Η κάτωθι φωτογραφία ανήκει στον Χρήστο Σαρρή


Αισθηματίες η νέα ταινία, "Αισθηματική Αγωγή" η ραδιοφωνική εκπομπή που παρουσίαζες κάποτε στον 902 κι έπειτα στους 105,5 Στο Κόκκινο. Τι παίζει με τα αισθηματικά;
 
Τώρα που το λες! Δεν το είχα σκεφτεί... Πέρα από την ειρωνεία αμφότερων των τίτλων, νομίζω πως υπάρχει μια αλήθεια. Ότι δηλαδή, ανεξάρτητα από το πού μας οδηγούν και σε τι δρόμο μας βγάζουν, τα αισθήματά μας είναι η αλήθεια μας. Κι αυτό έχει ενδιαφέρον, γιατί αυτό είναι που αξίζει. Ανεξάρτητα από το τίμημα που καταβάλλει καθένας και καθεμία από μας. 
 
Είπες γι' αυτήν την ταινία πως είναι μια «ελεγεία για έναν κόσμο που φεύγει». Πώς το εννοείς;
 
Πρόκειται για έναν κόσμο στον οποίον ζήσαμε, μα εκφυλίστηκε, αρρώστησε και πλέον πνέει τα λοίσθια. Δεν ξέρω βέβαια αν αυτό που θα έρθει θα είναι καλύτερο ή χειρότερο. Πάντως αυτός ο κόσμος πεθαίνει. Είχε λ.χ. συγκεκριμένους κώδικες, που πλέον αποσυρναμολογήθηκαν, αναφορές τις οποίες υποσκάψαμε εμείς οι ίδιοι, μα και μια γλώσσα που τελικά μας απομακρύνει, αντί να μας βοηθά να συνεννοούμαστε.   
 
Ναι, αλλά ο χαρακτήρας του Δασκάλου –τον οποίον παίζει μοναδικά ο Τάκης Μόσχος– δεν εκπροσωπεί έναν κόσμο που μένει;
 
Δυστυχώς ναι. Ο Τάκης Μόσχος έδωσε μια εξαιρετική ερμηνεία, απέδωσε αυτήν την πατριαρχική φιγούρα η οποία και μας οδήγησε σε όσα βιώνουμε σήμερα. Αυτή η φιγούρα και είναι εδώ, αλλά και θα μείνει. Και θα σου πω και τι έγινε στο Μόναχο, μετά την προβολή της ταινίας: πολλά κορίτσια στις συζητήσεις που κάναμε ήταν όχι ενοχλημένα με το τέλος, αλλά σε μια απελπισία. Τους είπα λοιπόν να μην ανησυχούν, γιατί, εάν κάνουμε sequel, θα αρχίζει με τη δολοφονία του πατέρα από την κόρη! Και ίσως αυτός να είναι ο δρόμος... 
 
Τι ψάχνεις συνήθως στους ηθοποιούς σου;
 
Αλήθεια. Την αλήθεια τους. Δεν με ενδιαφέρουν όσοι άνθρωποι προσεγγίζουν την ηθοποιία έντεχνα ή αναλωνόμενοι σε γραφικές ασκήσεις ύφους –άσχετα με το πόσο επιτυχημένες μπορεί να είναι. Με ενδιαφέρει να καίγονται για τον χαρακτήρα τους, ν' αρχίζουν αλισβερίσι μαζί του. Κι όπου τους πάει.  
 
Και πού βάζεις το όριο μεταξύ των όσων θέλεις εσύ για μια ταινία και των όσων μπορεί να σου φέρουν/προτείνουν εκείνοι;
 
Από ένα σημείο και μετά, τους ακολουθείς. Τους αφουγκράζεσαι, τους χαζεύεις και υποκλέπτεις ό,τι καλύτερο κάνουν. Είμαι καλός κλέφτης! (γελάει) Πάντα βέβαια έχω μια εικόνα, κυρίως ως προς τη συγκρότηση του ρόλου αυτού καθ' αυτού. 
 
Τι χρωστάς στο σινεμά του Νίκου Νικολαΐδη;
 
Στον ίδιο τον Νικολαΐδη χρωστάω ουκ ολίγα. Κατά κάποιον τρόπο υπήρξε ο πνευματικός μου πατέρας, άσχετα αν εγώ δεν υπήρξα καλός γιος. Αυτό θα το έλεγε εκείνος! Στο σινεμά του, τώρα, χρωστάω ένα παράθυρο στον κόσμο· το μεγαλύτερο δώρο δηλαδή το οποίο μπορεί να σου κάνει ένας άνθρωπος όταν βρίσκεσαι σε μια κρίσιμη κι ευαίσθητη ηλικία, σαν την εφηβεία. Αλλά και την ιδέα ότι το σινεμά δεν είναι κάτι απλό: απεναντίας, είναι υπόθεση ζωή και θανάτου. Και βέβαια έφερε στο εκράν misfits χαρακτήρες και μια ολόκληρη μυθολογία που ήταν απωθημένοι στο υποσυνείδητο του Νεοέλληνα, τότε. Είχε μια αγάπη για τους απόκληρους και τους καταραμένους ο Νίκος. Κι αυτό νομίζω μας συνδέει, πολύ. 
 
Γι' αυτό είχες γράψει και στο Facebook τις προάλλες ότι, όταν πεθάνεις, θέλεις να σκορπιστεί η στάχτη σου στους υπονόμους και στις χαβούζες; 
 
Α, ναι το έγραψα! Βέβαια το έκανε ο Πετρόπουλος πρώτος. Θα ήθελα πολύ να γίνει εδώ στη Φωκίωνος Νέγρη. Γιατί, έξω από την αγορά, αν βάλεις το κεφάλι σου στη σκάφη του υπονόμου, μπορείς ακόμα ν' ακούσεις το ποτάμι, εκείνο που τη διέσχιζε κάποτε και φτάνει μέχρι την Αχαρνών κι από εκεί στη θάλασσα. Έχω λοιπόν διαλέξει και τον υπόνομο και μάλιστα έχω κάνει και τη σχετική συμβολαιογραφική πράξη. Που σημαίνει βέβαια ότι, και πεθαμένος, πάλι μπελάς θα 'μαι! Κάποιος δηλαδή θα πρέπει να με στείλει κάπου, να με κάψουνε, να με φέρουν ξανά πίσω. Ο μπαγάσας, θα λένε, δεν μας αφήνει ήσυχους ούτε και πεθαμένος.
 
«Πάλι» μπελάς; 
 
Δυστυχώς είμαι... Δεν το θέλω. Αλλά προκύπτει. 
 
Η μουσική στους Αισθηματίες, για να ξαναγυρίσω εκεί, δεν είναι απλά ένα soundtrack, έτσι δεν είναι; 
 
Για μένα και τον Αλέξανδρο Βούλγαρη –τον Boy– η μουσική στους Αισθηματίες έχει τον ρόλο του χορού σε μια αρχαία τραγωδία. Και έγινε πολύ συνειδητά αυτό: αποτελεί μια δεύτερη αφήγηση, μια αφήγηση κάτω από την αφήγηση, η οποία σχολιάζει την πρώτου επιπέδου δράση. Το προσπαθήσαμε πάρα πολύ και ποικιλοτρόπως. Κι έτσι επιλέξαμε για το soundtrack συγκεκριμένους μουσικούς και ερμηνευτές ως «μέλη» του συγκεκριμένου χορού. Καλλιτέχνες δηλαδή που έχουν να κάνουν με την ανολοκλήρωτη μοντερνιτέ της νεοελληνικής μας ταυτότητας. 
 
Ακούμε και την Τζένη Βάνου σ' αυτό, που αν δεν κάνω λάθος έδωσε το τελευταίο λάιβ της ζωής της στο Gagarin...
 
Ναι, ήταν το τελευταίο. Η Τζένη για μένα είναι σειρήνα, νεράιδα, μάγισσα, ένα πνεύμα που με συντροφεύει. Σπάνια, σπάνια προσωπικότητα... Και, ξέρεις, ίσως στην Τζένη υπάρχει η απάντηση για το γιατί κάποια πράγματα μου πάνε όπως μου πάνε. Όταν οι γονείς μου ήταν στο Μόντρεαλ, και ήταν νέοι και ήθελαν να βγουν κανά ραντεβουδάκι, ήμουν 2-3 ετών, οπότε η Τζένη Βάνου αναλάμβανε χρέη μπεϊμπι-σίτερ. Λοιπόν, όταν κάποιος έχει τη Βάνου ως μπεϊμπι-σίτερ, δεν ξέρω τι θ' απογίνει ως ενήλικας! (γέλια) Η αυταπάρνηση, το συναισθηματικό ολοκαύτωμα, η θυσία κι όλα αυτά με μια τέτοια κλάση, δεν νομίζω ότι θα το απαντήσουμε σε άλλο πλάσμα στο ελληνικό τραγούδι.
 
Και ο Νίκος Γούναρης;
 
Ο Νίκος Γούναρης είναι για μένα ο crooner της Ελλάδας, ο Frank Sinatra μας. Η φωνή της μοντερνικότητας που δεν ολοκληρώθηκε κι έμεινε να σέρνεται, σαν σακάτης στο υποσυνείδητό μας. Ο Γούναρης είναι από τους πρωταγωνιστές στους Αισθηματίες. Γι' αυτό και η προτομή του παρακολουθεί τα τεκταινόμενα: εκείνος ξέρει τι θα συμβεί.
 
Οι Κόρε.Ύδρο.; Σε συναυλία των οποίων στο Six d.o.g.s. σε έχω δει να χορεύεις και ζεϊμπέκικο; 
 
Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Εγώ δεν χορεύω, αλλά μου το αφιέρωσαν –και δεν γινόταν να μην τους τιμήσω. Βέβαια μ' ένα άθλιο ζεϊμπέκικο... (γελάει) 

Τους αγαπώ πολύ τους Κόρε.Ύδρο. και τον Παντελή τον Δημητριάδη ιδιαίτερα. Αυτά τα παιδιά είχαν τη διορατικότητα να καταλάβουν πως το σύμπαν μας αποτελείται από κατακερματισμένες εικόνες, ήχους και ιδέες. Είναι δηλαδή σαν ένα παζλ, σαν εκείνο που έλεγαν οι Στέρεο Νόβα ότι διαλύθηκε στον αέρα. Και νομίζω ότι ο Παντελής, ως ποιητής, προσπαθεί να ενώσει ξανά αυτά τα κομμάτια. Βεβαίως ποτέ ένα παζλ δεν το κάνεις το ίδιο. Κι εδώ βρίσκεται το ενδιαφέρον. 

Το συγκεκριμένο τώρα ζεϊμπέκικο, το "Χωρίς Επίκληση", το έχω λατρέψει, γιατί φέρνει την αύρα των σκυλάδικων της επαρχίας, των μοναχικών ανδρών σε κωλόμπαρο λίγο πριν τους διώξει ο ιδιοκτήτης. Έχει μια αφόρητη μοναξιά· κι από την άλλη μια μεγάλη ζέση. Πράγματα που νομίζω μόνο άνθρωποι που δουλεύουν πάνω από κατακερματισμένους κόσμους μπορούν να συλλάβουν. Στεναχωρήθηκα που διαλύθηκαν. 
 
Και ο Λευτέρης Μυτιληναίος; 
 
Α, ο αγαπημένος Λευτέρης! Κατ' αρχήν οι καταβολές του είναι στο ελαφρό τραγούδι, υπηρέτησε βέβαια τον ελαφρολαϊκό ήχο, για λόγους της εποχής. Άρα είναι εξ ορισμού crooner. Το αξιοπερίεργο είναι το πόσο κουλ μπορεί να παραμένει ενώ διηγείται ιστορίες συναισθηματικής καταστροφής, μετά το τέλος τους μάλιστα! (γελάει) Και μου άρεσε που κάναμε αυτό το βιντεοκλίπ, έτσι παλιομοδίτικο, με έναν λαϊκό βάρδο στους δρόμους της Αθήνας. Κάτι ανάλογο είχαμε κάνει και με τον Μανίκα, για τον Γιώργο τον Μαργαρίτη και τους "Δρόμους Του Πουθενά". Μ' αρέσουν αυτοί οι απόκληροι, οι outsiders. 
 
Σε κάποια φάση θυμάμαι ότι προσπάθησες να ξαναστήσεις στο Gagarin τα αναψυκτήρια, χώρο όπου διακρίθηκε κάποτε ο Μυτιληναίος. Τι το σημαντικό είχαν για σένα τα αναψυκτήρια; Τι μας άφησαν;
 
Δεν νομίζω ότι μας άφησαν κάτι. Δεν μ' αρέσει να εξωραΐζω το παρελθόν και το έχω πολύ συνειδητά κατά νου αυτό και στα Στέκια· με ενδιαφέρει όμως να μη χάνεται το νήμα που μας ενώνει μ' εκείνο –ψάχνω και γενικότερα δηλαδή για όσα μας ενώνουν. 

Για μένα, τώρα, τα αναψυκτήρια είχαν να κάνουν με την αθωότητα. Ήταν ένα αμιγώς λαϊκό θέαμα, για ανθρώπους που δεν μπορούσαν να ξοδέψουν τη νύχτα. Τους παρουσίαζαν έτσι ένα φαντασιακό υποκατάστατο. Το κοινό τους ήταν οικογενειάρχες, άτομα που περνούσαν ζόρια, άνθρωποι που τέλος πάντων δεν μπορούσαν να πάνε το βράδυ να δουν τη φίρμα. Θα ερχόταν λοιπόν η φίρμα σ' εκείνους. 

Κι έχει μεγάλη σημασία κάτι τέτοιο: η φίρμα τότε πήγαινε και τραγουδούσε γι' αυτό το κοινό. Μιλάμε για μια συνθήκη η οποία έχει πλέον χαθεί. Έχει έναν βαθμό κοινωνικής συνείδησης και έχει βέβαια να κάνει και με το να τιμάς τις καταβολές σου. Γιατί οι πιο πολλές από εκείνες τις φίρμες ήταν λαϊκά παιδιά. 
 
Μιας κι ανέφερες τα Στέκια, γυρίζεις κι ένα επεισόδιο για το Ρόδον, σωστά;
 
Φλας-μπακ επικίνδυνο... Γιατί έχω ζήσει εκεί από την πρώτη μέρα. Ήταν σαν κιβωτός, έμπαινες μέσα κι αισθανόσουν ασφαλής, λες και βρισκόσουν στο σαλόνι σου. Που δεν ήσουν καθόλου βέβαια, όμως έτσι ένιωθες, ότι ήσουν εκεί με τους δικούς σου. Μόνος μου πήγαινα στο Ρόδον, δεν υπήρχε θέμα, ήξερες ότι πάντα θα είναι εκεί κάποιος. Άλλη φάση τότε, ζούσαμε και την ψευδαίσθηση του Greil Marcus, ότι το ακροατήριο μιας ροκ συναυλίας μπορεί και να είναι η μαγιά μιας καλύτερης κοινωνίας. Κι εκείνος έκανε λάθος βέβαια, μα κι εμείς το πιστέψαμε λάθος. 
 
Είναι επώδυνο να γυρνάς στο παρελθόν σου και είναι επίσης επώδυνο να συναντάς ανθρώπους που έχεις να δεις πολλά χρόνια και να ξαναπηγαίνεις μαζί τους προς τα πίσω. Και πιστεύω ότι η νοσταλγία, η λατρεία του ρετρό είναι πάρα πολύ επικίνδυνο πράγμα. Ανθυγιεινό και καθόλου δημιουργικό. Καλό είναι λοιπόν να τα διακωμωδείς λίγο τα πράγματα: να σαρκάζεις και ν' αυτοσαρκάζεσαι. 
 
Είναι αλήθεια ότι είχες κάνει πρόταση να το πάρεις το Ρόδον, πριν ανοίξεις το Gagarin;
 
Ναι, αληθεύει. Δεν πιστέψαν ότι έχω χρήματα, όμως είχα πάρει δάνειο. Δεύτερον, δεν πιστέψανε πως μπορούσα να συνεισφέρω· εκ των πραγμάτων, αποδείχθηκε ότι έκαναν λάθος. Και γι' αυτό άλλωστε άνοιξε το Gagarin. 
 
Σε ενόχλησε ο Δημήτρης ο Κανελλόπουλος μ' αυτό που έγραψε στο e-tetRadio για τα Στέκια και τη ΝΕΡΙΤ; Μια σωστή εκπομπή σε λάθος κανάλι;
 
Ο Κανελλόπουλος είναι φίλος μου, αλλά λέει μαλακίες –κι αυτό μπορείς να το γράψεις έτσι ακριβώς. Έχω φίλους με τους οποίους δεν συμφωνώ, είτε πολιτικά, είτε αλλού· και θα συνεχίσω να έχω τέτοιους φίλους. 

Ο Δημήτρης προφανώς μου προτείνει να πάω στο MEGA, μετά το Κάτω Παρτάλι ίσως; Ή στο Κανάλι της Βουλής, ξέρω 'γω. Δεν αναρωτήθηκε όμως αν το MEGA θα πρόβαλλε ποτέ μια σειρά όπως τα Στέκια. Κι επειδή έχω ακούσει ουκ ολίγα, ότι νομιμοποιώ λέει με τη θέση μου ως εξωτερικός συνεργάτης το μόρφωμα της ΝΕΡΙΤ, εγώ δεν νομιμοποίησα ποτέ κανέναν. Δεν υπέγραψα καμία δήλωση μετανοίας, ούτε και αλλαξοπίστησα. Και, εν πάσει περιπτώσει, πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων δεν θα δώσω.
 
Μόνο όποιος επέλεξε τη ρήξη με τον κόσμο στον οποίον ζούμε θεωρώ πως έχει δικαίωμα να ομιλεί, άσχετα εάν συμφωνώ ή διαφωνώ: από τον Παλαιοκώστα, μέχρι τον Ρωμανό. Οι υπόλοιποι, όπως τραγουδούσαν και οι Pop Group, «We're All Prostitutes». Kαι, σαν σκηνοθέτης του κινηματογράφου στην Ελλάδα, ε, είμαι από τις μεγαλύτερες «πουτάνες». Και έχω δανειστεί κι από τοκογλύφους κι έχω κλέψει, ακόμη και τον ίδιο μου τον εαυτό, και έχω κάνει στο παρελθόν τα ανήκουστα προκειμένου να γίνει μια ταινία. 
 
Γι' αυτό που κάνω και μεταδίδεται από τη ΝΕΡΙΤ είμαι ιδιαίτερα περήφανος. Κατά τα λοιπά, ζούμε σε μια χώρα όπου απουσιάζει η κριτική σκέψη κι όπου τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας λέγονται Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ένα τραγικό λάθος στον ορισμό, που αφήνει απέξω τον πολιτισμό –όχι τυχαία βέβαια. Ο πολιτισμός ήταν και είναι μια τσόντα μέσα στον νεοελληνικό πολιτισμό.
 
Στις συνεντεύξεις βλέπω ότι σε ρωτάνε συνέχεια για τον πατέρα σου, τον Χάρρυ Κλυνν...
 
Ναι, άλλο πάλι και τούτο... Καμιά φορά το παρακάνω βέβαια κι εγώ, γιατί είμαι περήφανος για τον πατέρα μου. Αλλά δεν καταντάει πια βαρετό; Ολόκληρος μαντράχαλος είμαι, βρωμόγερος...
 
Ήθελα λοιπόν να σε ρωτήσω για τη μητέρα σου, για την οποία δεν θυμάμαι να έχω διαβάσει κάτι...
 
Τη λατρεύω. Όλα για τη μητέρα μου, όπως έλεγε κι ο Αλμοδόβαρ. Είναι ο άνθρωπος που με έκανε να σταθώ στα πόδια μου και να γίνω ό,τι είμαι. Εξ ου και η αγάπη μου για τις γυναίκες –και δεν εννοώ ερωτικά. Τις λατρεύω, μ' αρέσει να δουλεύω με γυναίκες, τις εμπιστεύομαι. Πιστεύω ότι ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος, εάν έκαναν κουμάντο εκείνες. Έχουμε αποτύχει ως αρσενικά, το μόνο που κάναμε ήταν κακό. Γιατί, δυστυχώς, διαπλέκεται η πούτσα με την εξουσία. Ενώ οι γυναίκες έχουν μέσα τους τη ζωή και τη θάλασσα. Άλλα πλάσματα... Εμείς τι έχουμε; Ξηρασία.
 
Τι ακούς αλήθεια αυτήν την περίοδο, από μουσική;
 
Μ' άρεσε πολύ το τελευταίο άλμπουμ του Leonard Cohen. Και τη Marissa Nadler την αγαπώ πάρα πολύ. Ήθελα να πάω να τη δω, δεν μπόρεσα δυστυχώς λόγω υποχρεώσεων. Τα άπαντα του The Boy. Και χάρηκα που έρχονται και οι Black Keys. Τις τελευταίες μέρες, πάντως, ακούω και ξανακούω το Forever Changes των Love. Ανάθεμα κι αν ήξερα τι μ' έχει πιάσει!
 
Και για να κλείσουμε με μια διαφορετική νότα, τι θα γίνει, θα το σηκώσει φέτος ο ΠΑΟΚ το πρωτάθλημα; 
 
Μπορεί! Αν η Παναγία το θελήσει! (γελάει) Αλλά κάτι μου λέει ότι φέτος η Παναγία είναι μαζί μας. Ο Άγγελος είναι πολύ καλός κόουτς κι όσοι κοροϊδεύουν δεν ξέρουν πού έχουν μπλέξει, θα το βρουν απ' τον Θεό! (γέλια) Έφτιαξε όμως ομάδα, ενώ πέρυσι ήταν ένα συνονθύλευμα μισθοφόρων, έτσι; 

Τον αγαπάω τον ΠΑΟΚ, γιατί είναι ομάδα με αντιφάσεις: αξιοπρεπής, κατατρεγμένη μα και μη κατατρεγμένη –μην το παρακάνουμε– αυτοκαταστροφικό αουτσάιντερ. Το τελευταίο πρωτάθλημα το πήραμε το 1983, ήμουν 22 χρονών τότε. Ε, να μη δω λοιπόν κι ένα δεύτερο στη ζωή μου;





03 Ιουνίου 2021

Συχνοτική Συμπεριφορά, Σάββατο 29 Μαΐου 2021


Η Συχνοτική Συμπεριφορά της 29ης του Μάη παίζει κάμποσες φρέσκιες κυκλοφορίες από Ελλάδα και Κύπρο, αλλά εξετάζει και τις περιστάσεις στις οποίες δικαιολογείται(;) να φας δίσκο από άλλον μουσικόφιλο.

Θυμάται επίσης τον Dio στα ξενοδοχεία Χανδρής με ένα πολύ συγκεκριμένο παντελόνι, αλλά και το τραγούδι της Diana Ross το οποίο έχει χορέψει ακόμα και η Ελένη Τζιρίτα –η μητέρα του κυρίου Τζιρίτα, δηλαδή. 

Παράλληλα αποχαιρετά τον Jim Steinman με αθάνατη AOR επιτυχία και βρίσκει μία ακόμα αφορμή να μιλήσει για τον Τόλη Βοσκόπουλο (ναι, πάλι).

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το σόου (χωρίς διαφημιστικά μηνύματα) πατώντας στον σύνδεσμο εδώ.

Συμπεριφέρθηκαν συχνοτικώς τα εξής κομμάτια:

1. ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Mirrorself
2. ALDO ROMANO, LOUIS SCLAVIS, HENRI TEXIER & GUY LE QUERREC: Les Petits Lits Blancs
3. AUTOW NITE SUPERSTORE & ΛΙΑ ΚΟΛΥΤΑ: Syzygy
4. DIO: Stand Up And Shout
5. JIM STEINMAN & ROY DUDD: Rock And Roll Dreams Come Through
6. ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΒΑΝΔΗ: Στα 'Δωσα Όλα
7. ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ: Ίσως Φταίνε Τα Φεγγάρια
8. DIANA ROSS: Upside Down
9. USHER, LIL' JON & LUDACRIS: Yeah!
10. SUGABABES: Push The Button
11. ΘΕΜΗΣ ΑΔΑΜΑΝΤΙΔΗΣ: Δεν Είμαι Εγώ Για Έρωτες
12. ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοντά Σου Ξαναγύρισα (Λάρισα)
13. SIGNIFICANT POINT feat. GEORGE ITOH: Riders Under The Sun
14. ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Γέλια Τζαι Ττέλια  
15. THE HUMAN EXPRESSION: Everynight
16. MANHATTAN TRANSFER: Boy From New York City



31 Μαΐου 2021

Στην Ταράτσα του Φοίβου Δεληβοριά - ανταπόκριση (2018)


Μία ακόμα Ταράτσα στήνει ο Φοίβος Δεληβοριάς για τη σταδιακή μας επιστροφή στις συναυλίες, «με ασφάλεια, αποστάσεις και όλα τα απαραίτητα μέτρα» όπως διευκρινίζεται στα σχετικά δελτία Τύπου. 

Πρεμιέρα Πέμπτη 10 Ιουνίου, στο Άλσος πλέον, όπου και θα λαμβάνει χώρα κάθε Πέμπτη στη συνέχεια. Ήδη μάλιστα έχουν ανακοινωθεί και οι καλεσμένοι του καλοκαιριού, ανάμεσα στους οποίους ξεχώρισα προσωπικά τον Χρήστο Νικολόπουλο (24 Ιουνίου), την Καίτη Γαρμπή (8 Ιουλίου) και τον Γιώργο Μαργαρίτη με τον Δημήτρη Μεντζέλο (αμφότεροι στις 22 Ιουλίου).

Είχαμε περάσει θαυμάσια στην Ταράτσα του Φοίβου, όταν την επισκεφτήκαμε με τη Χριστίνα τον Ιούνιο του 2018 –στην Ιερά Οδό, τότε. Ήταν πρεμιέρα εκείνης της σαιζόν και η βραδιά περιλάμβανε κι ένα αφιέρωμα στον Λουκιανό Κηλαηδόνη. Και, για έναν τύπο σαν κι εμένα, που βρίσκει ξεχειλωμένες τις συνήθεις διάρκειες των ζωντανών προγραμμάτων, ήταν απροσδόκητο να μην κοιτάξω το ρολόι μου στις 3 ώρες του σόου. Είδαμε βαριετέ υψηλών προδιαγραφών και φύγαμε με πλήρη κατανόηση του γιατί είχε αποκτήσει δυναμική ορόσημου για τη βραδινή διασκέδαση της σύγχρονής μας Αθήνας.

Μια ανταπόκριση γράφτηκε τότε για λογαριασμό του Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με την αφορμή της νέας πρεμιέρας, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες ανήκουν στον Δημήτρη Μακρή και προέρχονται από το promo υλικό που δόθηκε τότε στον Τύπο


Επί 3 ώρες, δεν κοίταξα ούτε στιγμή το ρολόι. Και ας ίσχυαν για την πρεμιέρα της φετινής Ταράτσας του Φοίβου όλες οι γνωστές παράμετροι που συναντάτε στις δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις των συναυλιών –ναι, ήταν καθημερινή, ναι ήταν και εργάσιμη, άρα είχα κι εγώ κάμποση δουλειά πριν και δεν προσήλθα «φρέσκος»· ναι, δεν άρχισε 21.00 αλλά περίπου 21.20. 

Μικροπράγματα, ίσως πείτε. Αντί να μας γράψεις για τη δράση, τα σκετς, τα κοστούμια, τα σκηνικά, το πρόγραμμα, για τον Φοίβο Δεληβοριά, για το άστρο του Θανάση Αλευρά, εσύ μας λες για το ρολόι σου. Μικροπράγματα, μπορεί... Αλλά ξέρετε τι λένε για τις λεπτομέρειες και τον Διάβολο. Και απ' όλες τις λεπτομέρειες, αυτή είναι η πιο κρίσιμη. 

Γιατί; Επειδή πιστοποιεί αμέσως-αμέσως δύο βασικά συμπεράσματα για την Ταράτσα του Φοίβου, τα οποία έχουν να κάνουν με τη βαθύτερη υπόστασή της. Με την αιτία δηλαδή που δεν είναι απλά άλλο ένα ωραίο πρόγραμμα σε μία ιδιότυπη μουσική σκηνή, μα μία πρόταση διασκέδασης στην οποία, πέρα από τη σκέψη, τη φροντίδα και τον επαγγελματισμό, θα διακρίνεις και τη ζωντανή της σχέση με τις ρίζες της. 

Θέλω να πω ότι η Ταράτσα του Φοίβου έχει μεγάλη επίγνωση του τι είναι –να το ένα συμπέρασμα, το πιο άμεσο. Το είπε ο ίδιος ο Δεληβοριάς, στο τμήμα της πρεμιέρας που ήταν αφιερωμένο στον Λουκιανό Κηλαηδόνη: πρόκειται για ένα εγγόνι του. Εκεί στα ψηλά της Ιεράς Οδού έχει φτιάξει δηλαδή έναν μακρινό απόγονο της Μάντρας, των Πεύκων, της Όασης, του Αλκαζάρ, του Άλσους, της Κεφάλας του Αρία· ένα σύγχρονο βαριετέ, το οποίο εμπεριέχει τα λαϊκά αναψυκτήρια, τον Κηλαηδόνη της Βουλιαγμένης, όλα όσα διαμόρφωσαν τον ίδιο τον τραγουδοποιό από την εγχώρια εμπειρία και τις διεθνείς περιπλανήσεις των αυτιών του. Και βαριετέ σημαίνει –πάνω απ' όλα– ότι ο θεατής δεν πρέπει να στρέφει το βλέμμα μακριά από τη σκηνή, άσχετα αν εκεί έχει τραγούδι, πρόζα, ομαδικά σκετς, ζογκλέρ ή χορευτικά. Άσχετα αν ακούει μια ηλεκτρισμένη, rock εκτέλεση στο "Η Κική Κάθε Βράδυ" ή βλέπει τον Αλευρά να διηγείται στο κοινό τι γινόταν σε μια άλλη δεκαετία, όταν ο κόσμος πάρκαρε στη Συγγρού και πήγαινε γονατιστός όχι στην Παναγιά της Τήνου, αλλά στην Άντζελα Δημητρίου. 

Το δεύτερο συμπέρασμα (το πιο έμμεσο, ας το πούμε), έχει να κάνει με την ικανότητα του Δεληβοριά να ανακατεύει την τράπουλα, ανανεώνοντας την πίστη των παλιών και κερδίζοντας την εκτίμηση της νεότερης γενιάς. Το απέδειξε το ηλικιακά μεικτό κοινό το οποίο κατέκλυσε την Ταράτσα στη φετινή της πρεμιέρα: μόνο το δικό μου τραπέζι να κοίταγα, καθόμουν μαζί με άτομα καμιά δεκαριά χρόνια μεγαλύτερά μου και καμιά εικοσαριά μικρότερά μου. Ποτέ βέβαια δεν του έλειπε η ευφυΐα του Δεληβοριά. Αλλά εδώ μιλάμε κυρίως για αντανακλαστικά: για ένα καλλιτεχνικό ένστικτο που του επιτρέπει να παραμένει σχετικός, διατηρώντας συνάμα ό,τι τον κάνει «οικείο». Ίσως το καταφέρνει επειδή στίβει το μυαλό του για το πώς θα βάλει καινούρια ρούχα σε όσα τον καίνε διαχρονικά, αντί να τρέχει να καβαλήσει το τάδε χιπ τρένο ή να κάνει τα καραγκιοζιλίκια του Jean Luc Godard στα ύστερα 1960s. 

Επιπλέον, ο Δεληβοριάς δεν είναι μοναχικός ταξιδιώτης. Μπορεί η Ταράτσα να φέρει το δικό του μικρό όνομα, μπορεί να λάμπει ως αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής κάνοντας μιμήσεις του Λευτέρη Παπαδόπουλου και του Νίκου Πορτοκάλογλου, τραγουδώντας τον "Καθρέφτη" ή κρατώντας τον ρόλο του κονφερασιέ, μα δίπλα του έχει μια πολυάριθμη ομάδα συντελεστών. Και είναι όλοι τους ένας κι ένας. Η ορχήστρα, πρώτα-πρώτα: Θοδωρής Κότσυφας στις κιθάρες, Yoel Soto στο μπάσο, Σωτήρης Ντούβας στα τύμπανα και Κωστής Χριστοδούλου στα τύμπανα. Μουσικοί εκλεκτοί, ικανοί να δώσουν στην παράσταση ό,τι ακριβώς πρέπει, είτε «πειράζουν» την ενορχήστρωση στη "Μπόσα Νόβα Του Ησαΐα", είτε παίζουν το "Fuego" της Ελένης Φουρέιρα. 

Μετά είναι ο βασικός θίασος. Ο θαυμάσιος μίμος Alex De Paris (κατά κόσμον Αλέξανδρος Χωματιανός) δεν χρειάζεται να πει κουβέντα για να σε κρατήσει στα σκετς του. Η La Dandizette κλέβει την παράσταση ακόμα και από τον Δεληβοριά όταν εμφανίζεται ως Μεσογειακή Αφροδίτη με φόντο ένα τεράστιο, πολύχρωμο κοχύλι, πετυχαίνοντας να γεφυρώσει τα μπουρλέσκ της Belle Époque με μια ρετρό αισθητική που διαθέτει και κάτι από τα αμερικάνικα 1950s. Και η Νεφέλη Φασούλη φέρνει επί σκηνής τη δροσιά της, αν και θα πρέπει νομίζω –στα δεδομένα πλαίσια του ρόλου της– να βρει τον απαραίτητο χώρο έκφρασης και για κάτι λιγότερο «νιάου νιάου». 


Άφησα τον Θανάση Αλευρά για ξεχωριστή μνεία, γιατί γίνεται βαρύ πυροβολικό σε πολλά σημεία, παίρνοντας την παράσταση στους ώμους του. Η εξέλιξή του μέσα στα χρόνια είναι ραγδαία και φέτος νομίζω βρίσκεται στα καλύτερά του: και στα αέρινα χορευτικά –πρέπει να τον δείτε στο "Single Ladies (Put Α Ring Οn It)" της Beyoncé– και στις πρόζες και στις περιστάσεις όπου γίνεται δίδυμο με τον Δεληβοριά. Έχοντας ενσωματώσει τον θυελλώδη Γιώργο Μαρίνο της Μέδουσας, στέκεται ως σύγχρονος κωμικός/πολυεργαλείο. Το γεγονός επίσης ότι απέναντι σε μια τέτοια performance δεν έσβησε από τη μνήμη μας η guest παρουσία της ομάδας Κωμικό Μπουμ νωρίς στην παράσταση (Δημήτρης Μακαλιάς, Ζήσης Ρούμπος, Γιάννης Σαρακατσάνης & Γιώργος Αγγελόπουλος), σημαίνει ότι τα πήγαν κι εκείνοι μια χαρά. 

Η πρεμιέρα, όμως, επεφύλασσε κι ένα αφιέρωμα στον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον «δικό μας βασιλιά της Αθήνας», όπως τον χαρακτήρισε ο Δεληβοριάς. Και ήταν ένα ωραίο και φροντισμένο αφιέρωμα, στο οποίο ζωντάνεψαν ξανά τραγούδια σαν τον "Ύμνο Των Μαύρων Σκυλιών", το "Είμαι Ένας Φτωχός Και Μόνος Καουμπόι", το "Κάπου Την Έχουμε Πατήσει", το "Είδα Τη Ρίτα" ή το "Πού Βαδίζουμε Κύριοι;", δίνοντάς μας την ευκαιρία να στοχαστούμε ξανά στο πόσο αβίαστα έβρισκε ο δημιουργός τους μαγικούς σχεδόν κωδικούς διασύνδεσης μιας άμεσα αναγνωρίσιμης μικροαστικής καθημερινότητας με την οπτική και τα αιτήματα μιας νεολαίας που σκεφτόταν έξω από τα καλούπια της. Ως συγγενής τραγουδοποιός, ο Φοίβος Δεληβοριάς δεν θα μπορούσε παρά να τον τιμήσει επάξια. 


Χώρια που το αφιέρωμα επεφύλασσε και Αφροδίτη Μάνου, να γίνεται αληθώς συγκλονιστική Μαίρη Παναγιωταρά καθώς ερμήνευε το "Μια Μέρα Μιας Μαίρης", αλλά και Μαρία Κηλαηδόνη: τη μικρότερη κόρη του εκλιπόντος τραγουδοποιού, η οποία κέρδισε εντυπώσεις και χειροκροτήματα με το τρακ της, την κρυφή συγκίνησή της καθώς παίζονταν τα τραγούδια του πατέρα της, αλλά και με το δικό της "Ηράκλειο". Ένα ωραίο άσμα με δεληβοριο-κηλαηδονική συνταγή και ελαφριούς country απόηχους. 

Οπωσδήποτε, μία παράσταση που αλλάζει πρόσωπα στην τρίμηνη διάρκειά της θα κριθεί εν τέλει συνολικά. Ασφαλή συμπεράσματα μπορεί λοιπόν να βγάλει μόνο όποιος πάει σε όλες ή έστω στις περισσότερες ημερομηνίες. Με βάση πάντως τα όσα είδα στην πρεμιέρα, ίσως κάποτε έρθουν καιροί στους οποίους η Ταράτσα θα μνημονεύεται ως ορόσημο της αθηναϊκής βραδινής διασκέδασης. Ακόμα κι αν μιλάμε για μια εποχή κατακερματισμένη σαν τη σημερινή, η οποία τείνει σε μικρές, προσωπικές αφηγήσεις με (εξ ορισμού) περιορισμένο ορίζοντα, έχοντας εν πολλοίς πάψει να παράγει κοινά σημεία αναφοράς με ευρεία απήχηση.