20 Σεπτεμβρίου 2023

Violet Louise: «Γράμματα στα Κοριτσάκια» - ανταπόκριση (2014)


Γοητευτική αποδείχθηκε η παράσταση «Γράμματα στα Κοριτσάκια» της Violet Louise (Λουίζα Κωστούλα), την οποία παρακολούθησα τον Νοέμβριο του 2014 στο Από Μηχανής Θέατρο –όπου ανέβαινε για 2η σεζόν. Με άριστη οικονομία χρόνου, με τις γνωστές ισορροπίες μεταξύ θεάτρου και πρωτότυπης μουσικής σύνθεσης (όλα δια χειρός της δημιουργού και πρωταγωνίστριας), αλλά και με ιντριγκαδόρικα, αμείλικτα ερωτήματα, τα οποία δεν δίστασαν να φλερτάρουν και με το δυνητικό σκοτάδι. 

Όλα για χάρη του Lewis Carroll, του περίφημου Βρετανού συγγραφέα, ο οποίος μας χάρισε τις Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων (1865). Σε ένα πολυσύνθετο μήνυμα δίχως εύκολα συμπεράσματα, που, προκειμένου να αποκωδικοποιηθεί, θα πρέπει ίσως να συνδυαστεί με  ανάγνωση σε μια συνέντευξη της Violet Louise (δείτε εδώ), όπου μίλησε εκτενώς για το θέμα και για το πώς το προσέγγισε, καθώς έφτιαχνε τα «Γράμματα στα Κοριτσάκια». 

Μια κριτική για την παράσταση δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα κι εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες προέρχονται από το promo υλικό της παράστασης και ανήκουν στους Στέφανο Κναππ & Περικλή Πραβήτα


Από την αθωότητα στο έρεβος μας πήγε η Λουΐζα Κωστούλα (Violet Louise), μέσα σε μόλις 1 ώρα. Σε μια performance με άριστη οικονομία χρόνου, η οποία αξιοποίησε κάθε ένα από τα 60 λεπτά της για να προσφέρει μια πυκνή μουσική/θεατρική αφήγηση, που κύλησε όμως σαν νεράκι. Αφήνοντάς μας γοητευμένους και συνάμα προβληματισμένους στο φινάλε, να χειροκροτούμε ενόσω στα μυαλά μας επαναλαμβανόταν αδυσώπητο το ερώτημα: ήταν; δεν ήταν;

Μία από τις μεγάλες αρετές της παράστασης ξετυλίγεται τόσο ανεπαίσθητα, ώστε την παίρνεις χαμπάρι μόνο στο τέλος. Γιατί, παρά τη λιτότητα του σκηνικού, μπαίνεις αμέσως στο κλίμα και αντιμετωπίζεις το μικρό τραπέζι με τον προτζέκτορα σαν το γραφείο του Lewis Carroll Dodgson και τη Λουΐζα Κωστούλα σαν τον ίδιο τον συγγραφέα των «Περιπετειών της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων». Νιώθεις να μπαίνεις στο κεφάλι του, διασκεδάζεις με την ευρηματικότητα και τον ενθουσιασμό της αλληλογραφίας που ανταλλάσσει με τις μικρές του θαυμάστριες κι εγώ τουλάχιστον συμμερίστηκα το αίτημά του για 48ωρη μέρα, αλλά και το φλογερό του κήρυγμα υπέρ της διατήρησης μιας διανοητικής, έστω, νεότητας. Εκείνη την ανάγκη, δηλαδή, να μπορείς να συναναστρέφεσαι τους νέους ακόμα κι όταν εσύ δεν ανήκεις πια στο ηλικιακό τους γκρουπ. 

Έτσι, όταν η Violet Louise βάζει τη μάσκα του λαγού, το παίρνεις λίγο προσωπικά που ο κόσμος τούτος θολώνει και αποκτά μια εν δυνάμει ζοφερή πτυχή. Μήπως, τελικά, ο συγγραφέας καλύπτει κάτω από όλα αυτά «ένα τέρας, τέρας!», όπως αναφωνεί ο λαγός σε κάποιο σημείο; Πού τέμνεται, αλήθεια, ο ανύπαντρος γιος του κληρικού με τις απόψεις τις οποίες καταγράφει στο ημερολόγιό του για το παιδί ως εικόνα του Θεού; Πού βρίσκεται το όριο μεταξύ των στάνταρ της εποχής/της συγκεκριμένης κοινωνίας και της παρέκκλισης; Πού μπαίνει το σύνορο, στην προσωπική ιστορία του Carroll, ανάμεσα στις γενικές του απόψεις για το παιδί και στο ενδιαφέρον του για την 11άχρονη Alice Liddell (το πρότυπο, ίσως, για την Αλίκη της Χώρας των Θαυμάτων); 

Από εκείνο το σημείο και πέρα, ο τόνος της παράστασης αλλάζει· προσέχεις περισσσότερο το σκοτάδι στη σκηνή (σε απορροφά), ενώ και το sound design γίνεται σκληρό –σαν να ουρλιάζει μερικές φορές, παρέα με τις μύχιες σκέψεις του συγγραφέα. Υπάρχει δε μια εκπληκτική σκηνή, όπου η Violet Louise ρίχνει κραυγάζοντας ό,τι βρίσκει πάνω στο «γραφείο» προς την κατεύθυνση μιας φωτογραφίας εποχής, όπου απεικονίζεται ένα παιδικό γυμνό. Βέβαια, όπως πληροφορούμαστε, στη βικτωριανή περίοδο κάτι τέτοιο (υποτίθεται ότι) δεν περιείχε σεξουαλικές αποχρώσεις. Άρα, ποιος βάζει τους κανόνες; Είναι δικαιολογημένο το διαβόητο παιδοφιλικό κόμμα της Ολλανδίας, το PNVD, να θεωρεί σήμερα τον Lewis Carroll «δικό του», όπως δηλώνεται μέσω διαφάνειας, σε μια ανατριχιαστική διασύνδεση με το δικό μας σήμερα; 

Όλα αυτά αποδίδονται εξαιρετικά, οδηγώντας σε ένα φινάλε δίχως απαντήσεις –ο θεατής αφήνεται, πολύ ορθώς, στα δικά του συμπεράσματα. Μαζί με τα ερωτήματα, πάντως, μένει και η εντύπωση μίας ακόμα θαυμάσιας παράστασης από τη Λουΐζα Κωστούλα: μια performer με λαμπρές, πρωτότυπες ιδέες, οι οποίες σταθερά τέμνουν τη σκηνική δράση με μουσική γραμμένη ειδικά για κάθε περίσταση. Αν και η τελευταία δεν είχε στα Γράμματα στα Κοριτσάκια τον πρωταγωνιστικό ρόλο που διέθετε στα Υπόγεια του BBC, ακούσαμε μερικά ενδιαφέροντα, βρετανοπρεπή τραγούδια σε εναλλακτικές ποπ κατευθύνσεις. Με καλύτερο το πρώτο στη σειρά, που θύμιζε (ίσως λίγο υπερβολικά;) Dresden Dolls και η Κωστούλα ερμήνευσε με άριστη άρθρωση καθισμένη σε μια καρέκλα στο δεξί άκρο της σκηνής, απέναντι από το σκίτσο ενός κοριτσιού. Ωραίο βρήκα πάντως και το αμέσως επόμενο, το οποίο απηχούσε την ιδιότυπη γραφή των XTC. 

Τα Γράμματα στα Κοριτσάκια ανεβαίνουν φέτος για δεύτερη σεζόν, έχουν κάνει πρεμιέρα ήδη από τον Οκτώβριο και τα παρακολούθησα Κυριακή, όχι Σάββατο. Με αυτούς λοιπόν τους δείκτες κατά νου, το ότι βρήκα το Από Μηχανής Θέατρο σχεδόν γεμάτο μαρτυρεί νομίζω ένα έργο επιτυχημένο (έστω και σε μικρή κλίμακα), που δεν ευτύχησε μόνο στις κριτικές. Κι αν λάβουμε συμπληρωματικά υπόψη τη λεπτομέρεια που μας αποκάλυψε η Violet Louise όταν πήγαμε να της πούμε τα μπράβο από κοντά, ότι έπαιξε δηλαδή με 38.5 πυρετό, η επιτυχία που καταγράφει το παρόν κείμενο αποκτά και μία ακόμα διάσταση, που αφορά την ίδια τη δημιουργό του: δεν μας πέρασε από το μυαλό ούτε στιγμή ότι δεν βρισκόταν στα καλύτερά της, καθώς η απόδοσή της ήταν σταθερή, χωρίς ίχνος κόπωσης –βάλτε δε στον λογαριασμό πως υπήρχε κι ένα σημείο που απαιτούσε πολύ έντονες κινήσεις από μέρους της. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου