13 Μαΐου 2022

ΛΕΞ - 2XXX [δισκοκριτική, 2018]


Ο νέος ΛΕΞ ρολάρει στο Spotify και προβλέπω μεγάλους ενθουσιασμούς εκ μέρους των ανθρώπων του εγχώριου μουσικού Τύπου – that's the way they like it, όπως απέδειξαν και πριν λίγες ημέρες με τον καινούριο δίσκο του Φοίβου Δεληβοριά. 

Για όσους απέμειναν να αγαπούν την ψυχραιμία και τις αλήθειες, βέβαια, ήταν μάλλον δεδομένο ότι το Μετρό –όπως λέγεται ο φρέσκος δίσκος– δεν θα έφτανε στο 2XXX του 2018: ούτε τον πήχη του θα άγγιζε, ούτε ο ίδιος χαμός θα μπορούσε να ξαναδημιουργηθεί. Μιλάμε άλλωστε για ένα ισχυρό χιπ χοπ ορόσημο, το οποίο έκατσαν εν τέλει να ακούσουν ακόμα και άνθρωποι που δεν ενδιαφέρονται για τον συγκεκριμένο ήχο.

Μια χαρά είναι πάντως το Μετρό. Μια καλή έως πολύ καλή δουλειά, με αναφορές μέχρι και στη Lana Del Rey, η οποία διατηρεί τον Θεσσαλονικό ράπερ σε μια δίκαιη κορυφή: εξακολουθεί να είναι και καλύτερος και πειστικότερος μέσα σε έναν συναγωνισμό που όλο και πληθαίνει, χωρίς όμως να φτάνει σε αντιστοίχως συνεκτικά αποτελέσματα. 

Δίνει επίσης μια καλή αφορμή επαν-επίσκεψης στην αναπάντεχη κοσμογονία του 2XXX. Ο δίσκος αγαπήθηκε κομμάτι-κομμάτι στο YouTube, αγοράστηκε σε CD στο επικό sold-out live του ΛΕΞ στο Gazi Music Hall και η κριτική μου πρωτοδημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis, γραμμένη ένα ήσυχο πρωινό στο ιστορικό καφέ «Αίγλη», στο Ζάππειο. Εδώ αναδημοσιεύεται με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις. Η κεντρική φωτογραφία ανήκει στον Θάνο Λαΐνα και προέρχεται από τη βραδιά του ΛΕΞ στο Θέατρο Πέτρας, τον Ιούνιο του 2019. Ή, αλλιώς, τη συναυλία που με έκανε να χάσω τους πολυαγαπημένους μου Manowar. Όμως αυτή είναι μια άλλη ιστορία.


Κατά συναρπαστικά αντιφατικό τρόπο, αυτός ο ωμά ρεαλιστικός δίσκος αποδεικνύεται γεμάτος ...εξωγήινους και UFO. Πώς διάολο πετάγονται τόσο φυσιολογικά τα διαστημόπλοια 'δω κι εκεί, ανάμεσα σε ρίμες για ξεχασμένους Χουντικούς στα συνοικιακά κουρεία και για ελληνικές γειτονιές όπου θεριεύει το Μίσος –όπως 20+ χρόνια πριν στα γαλλικά προάστια του Ματιέ Κασοβίτς; Σε κάνει να πιστεύεις ότι είναι τελικά εξίσου αληθινά, οπότε είσαι εσύ που έχεις χάσει τα επεισόδια. 

Ο ΛΕΞ ήταν βέβαια πάντα αξιόλογος, και στα Ανάποδα Καπέλα και στα Βόρεια Αστέρια, αλλά και στον πρώτο σόλο του δίσκο Ταπεινοί Και Πεινασμένοι (2014), για τον οποίον πολύ εύστοχα τα είχε γράψει τότε και ο Τάσος Μαγιόπουλος. Στο 2ΧΧΧ, όμως, αποτυπώνεται σπουδαίος. 

Σε σημαντικό βαθμό αυτό οφείλεται στο άλμα που κάνει η μουσική. Ενώ δηλαδή στο Ταπεινοί Και Πεινασμένοι υπήρχε μια ανάγκη να τιμηθούν οι αναφορές, εδώ ο βασικός συνθέτης Dof Twogee στρέφει τον δίσκο προς τις πιο σύγχρονες τάσεις, εδράζοντας πολλά στις δωρικές, ομιχλώδεις λούπες και στη ναρκοληπτική τους επανάληψη, η οποία αφήνει μια αίσθηση ερήμωσης βγαλμένη θαρρείς από το Dead Cities των Future Sound Of London (1996), ειδικά όταν μπλέκεται και ο Deathwish στην παραγωγή, σε κομμάτια-ορόσημα σαν το "Vittorio" και το "Γρανίτες Και Τσιγάρα". Δεν είναι τυχαίο ότι και ο ίδιος ο ΛΕΞ απηχεί την αλλαγή στους στίχους του, κάνοντας μεν έξυπνες αναφορές στο τιμημένο παρελθόν (Ice Cube, Wu-Tang Clan, μα και Τρύπες, Sex Pistols), μα ριμάροντας κατά τα λοιπά για το grime που ακούνε στις αυλές των φίλων, για το trap που βάζει σε κάποια ερωτική του σύντροφο, για τον Kendrick Lamar τον οποίον προφανώς θαυμάζει.

Το χιπ χοπ, βέβαια, διανύει ιδιαιτέρως γκλαμουράτη φάση. Εδώ και χρόνια έχει γίνει η ποπ των καιρών μας και η εύκολη αναφορά για όποιον θέλει να διαφημίσει ότι είναι «μέσα στα πράγματα». Μετατοπίστηκε έτσι προς έναν «μεσαίο χώρο»-ταμάμ για εξευγενισμένους ράπερ και για μια χλιαρή γενικά κατάσταση, όπου εκπροσωπούνται τολμηρότερα οι ανησυχίες και οι φαντασιώσεις των μορφωμένων μεσαίων στρωμάτων, με την «αλητεία» να οριοθετείται από επιμελώς ατημέλητες περιπτώσεις σαν τους Migos ή από τους αλαζονικούς κομπασμούς της Cardi B για τις αιδοιολειχίες που ανταλλάσσει με δωράκια Yves Saint Laurent. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει ότι δεν βγαίνει καλή μουσική (και) έτσι· δεν χρειάζεται να εκπέσουμε στον ελιτισμό. Ωστόσο μια τέτοια επικρατούσα τάση συσκοτίζει τη διαφορετική ιστορία του είδους και τις γερές του ρίζες με όσους προσδιορίστηκαν από τα 1980s και μετά ως απόκληροι στις Δυτικές μητροπόλεις. Κάποιοι λοιπόν την υπηρετούν ακόμα αυτήν την όψη· και ο ΛΕΞ ανήκει ανάμεσά τους. 

Είναι λοιπόν οι ...λέξεις του ΛΕΞ εκείνες που σε τσούζουν σαν καρφί που μπήγεται στο γυμνό σου πέλμα, καθώς περπατάς αμέριμνα ξυπόλυτος. Ναι, μιλάνε ενίοτε για τη φάση τους, και κάτι τέτοιο ίσως αποξενώσει ορισμένους, αν και μπορείς λ.χ. να απολαύσεις τα λεγόμενα ακόμα κι αν δεν έχεις ιδέα για τον θρυλικό Σαλονικιό skater Βασίλη Απαμάν, ακόμα κι αν δεν γράφει πουθενά στα credits του 2ΧΧΧ ότι είναι δύο φίλοι skaters του ΛΕΞ –ο Filipon και ο Notis– που ραπάρουν μαζί του (αντίστοιχα) στο "Γρανίτες Και Τσιγάρα" και στα "Παυσίπονα". 

Πρόκειται για στίχους γραμμένους με καρδιά και με ένα βλέμμα περισσότερο κουρασμένο παρά λυπημένο, που αποτυπώνεται και στον εξαιρετικό τρόπο με τον οποίον ο ΛΕΞ πλησιάζει ή απομακρύνεται από το μικρόφωνο ενώ ραπάρει. Δεν υπάρχει δε η παραμικρή σχέση με όσους μας έχουν φλομώσει στον λυγμό και στις φλωροταξιδιάρικες περικοκλάδες. Είναι επίσης στίχοι που ντύνονται τη σκληρή καθημερινότητα που περιστοιχίζει έναν νέο άνθρωπο στην υποβαθμισμένη Θεσσαλονίκη των 18 χρόνων αυτού του 21ου αιώνα, αλλά χωρίς να καταφεύγουν στο ανέξοδο θα σου κάνω/θα σου δείξω ζοριλίκι το οποίο πουλάνε έτεροι ράπερ. Ακόμα δηλαδή και όταν περιαυτολογεί για τον πρώτο του δίσκο, ο ΛΕΞ έρχεται να σου πει για τις ημέρες που δεν τον γεμίζει τίποτα ή για τις μανάδες των 20άρηδων fans οι οποίες τον θεωρούν υπαίτιο που τα τέκνα τους «χέζουν το μέλλον τους». 

Είναι με τέτοια εκφραστικά όπλα που ο ΛΕΞ έχει κάνει χαμό και βλέπει την επικείμενη συναυλία στην Αθήνα να χρειάζεται το Gazi Music Hall για να εξυπηρετήσει τη ζήτηση. Δικαιολογημένα, λοιπόν, φαντάζει ως «ήρωας» για μια νεολαία που ζει έτσι ή κάπως έτσι· είναι άνθρωπος της δικής τους γενιάς, που κάνει τραγούδι τα βιώματά τους τηρώντας υψηλότατες προδιαγραφές και βάζοντας τον πήχη πιο πάνω για τον ίδιο του τον εαυτό, πρώτα-πρώτα. Δικαιολογημένα, όμως, γίνεται και ήρωας για τους απέξω, όσους αντιλαμβάνονται ότι εδώ υπάρχει κάτι αδαμάντινα αληθινό, που τους τραβάει ένα δυνατό χαστούκι, αναγκάζοντάς τους να δουν καθαρά όλα όσα κοιτούν, μα δεν βλέπουν: τη Χρυσή Αυγή, όσους οι καθώς πρέπει συγκαταλέγουν στη «φύρα» της κοινωνίας, εκείνους που, όταν προσεύχονται, το κάνουν για να δουν τους ΔΙΑΣ να πέφτουν από τις μηχανές.  

Ο ίδιος ο ΛΕΞ, βέβαια, δεν έχει αυταπάτες: «ο πόνος των φτωχών, γίνεται τέχνη των αστών», γράφει στα "Κοράκια". Και είναι ένας αμείλικτος στίχος αυτός, που δεν αφήνει απέξω ούτε τα εκ του ασφαλούς «τσογλανάκια» των βόρειων προαστίων που θα πάνε μαζικά στο Gazi Music Hall, ούτε διάολε κι εμένα, που σκέφτηκα μεγάλο μέρος του παρόντος κειμένου πίνοντας τον φραπέ μου στην πρωινή ησυχία ενός ιστορικού αστικού καφέ. Είναι ψέμα ότι κριτικοί σαν και του λόγου μου μπορούν να μπουν στα παπούτσια του ΛΕΞ ταυτιζόμενοι με τη γλώσσα των μπλεγμένων. Μπορούμε μόνο να τον θαυμάσουμε, να χάσουμε λίγο τον ύπνο μας σκεπτόμενοι τις δυσανάλογες ζωές μας και να χειραγωγήσουμε κι εμείς τις λέξεις που μας αναλογούν, ώστε να πούμε ότι το 2ΧΧΧ είναι ένας καταπέλτης. Ο οποίος έρχεται από το θεσσαλονικιώτικο underground να σαρώσει όλο το ελληνικό τραγούδι της εποχής μας, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο –με χιπ χοπ μορφή– τις ποιότητες που έκαναν σπουδαίους τους μεγάλους δημιουργούς του εγχώριου παρελθόντος.  

Για πολλούς έφηβους και 20άρηδες εκεί έξω, άλμπουμ σαν το 2ΧΧΧ λειτουργούν όπως λειτούργησε κάποτε το πανκ. Και θα θυμούνται ίσως το 2018 ως τη χρονιά «που ο ΛΕΞ έβγαλε εκείνον τον δίσκο». Άλλωστε, όπως έχουν γράψει διάφοροι σε σχόλια εδώ κι εκεί στο ίντερνετ, το μόνο αληθινό μειονέκτημα του 2XXX είναι ότι τελειώνει.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου