05 Νοεμβρίου 2021

Peter Hammill - συνέντευξη (2019)


Ασχέτως των διαφόρων που θα δείτε σε λίγο καιρό, όταν αρχίσουν να βγαίνουν οι λεγόμενες «λίστες της χρονιάς», ένας από τους ιδιαίτερους δίσκους του 2021 μάλλον δεν θα βρίσκεται στις περισσότερες από αυτές. Θα γκώσουμε να διαβάζουμε για τον συμπαθώς μέτριο δίσκο του Floating Points με τον Pharoah Sanders, ο οποίος θα παρουσιάζεται ως σύγχρονο κλάσικ, εάν ασφαλώς τον θυμούνται ακόμα όσοι τον αποθέωσαν εκεί προς Μάρτη/Απρίλη.

Βεβαίως, τα έχουμε ξαναπεί –με ποικίλες αφορμές– για το πόσο προβληματικές είναι αυτές οι «λίστες της χρονιάς», οι οποίες εν τέλει αντανακλούν απλά το περιορισμένο γούστο μιας συγκεκριμένης κοινότητας ακροατών, που κάνει εδώ και χρόνια κουμάντο στον διεθνή (μα και στον εγχώριο) μουσικό Τύπο. Έτσι εξηγούνται άλλωστε και οι συγκλίσεις, οι οποίες δίνουν την πλαστή εντύπωση της «συναίνεσης», ενημερώνοντας με τη σειρά τους το προβληματικό στάτους ψευδο-δημοκρατιών του ίντερνετ τύπου Metacritic.

Ο δίσκος τώρα στον οποίον αναφέρομαι, είναι το In Translation του Peter Hammill. Ή, αλλιώς, η πρώτη δουλειά της μακράς καριέρας του όπου ασχολείται με ...διασκευές! Κι ασφαλώς, όπως άλλωστε θα περίμενε κανείς, αντλεί υλικό από πολλές κατευθύνσεις: από κλασική μουσική, από το παλιό (καλό) American Songbook, ακόμα και από την ιταλική pop. 

Πίσω στον Οκτώβριο του 2010, εντωμεταξύ, κάναμε μια μικρή αλλά ωραία ραδιοφωνική κουβέντα με τον Peter Hammill για το Κόκκινο, μαζί βέβαια με τον Στυλιανό Τζιρίτα, για την παλιά εκδοχή της Συχνοτικής Συμπεριφοράς. Μάλιστα, ο τότε διευθυντής των μουσικών, ο Βαγγέλης ο Βέκιος, ήθελε να μεταφραστεί στα ελληνικά, ώστε να κρατηθεί στο αρχείο του σταθμού. Δυστυχώς δεν προνόησε κανείς μας να κρατήσει αντίγραφο και αγνοώ αν το Κόκκινο έχει όντως κάπου τη συνέντευξη. 

Ο χρόνος, ωστόσο, έφερε ξανά την ευκαιρία να τα πω με τον Peter Hammill. Ήταν αρχές του 2019 κι ετοιμαζόταν να έρθει για δύο συναυλίες στην Αθήνα, οπότε πιάσαμε την κουβέντα από εκεί –άλλωστε απολαμβάνει, όπως μου είπε, τα ταξίδια του στην Ελλάδα. Στη συνέχεια μιλήσαμε βέβαια και για άλλα πράγματα, π.χ. για τον μουσικό μας κόσμο, ο οποίος κατά τη γνώμη του έχει μετατραπεί σε ΙΚΕΑ, μα και για το τέλος των πραγμάτων, το οποίο αναπόφευκτα το σκέφτεται πια, έχοντας διαβεί την έβδομη δεκαετία της ζωής του.

Το κείμενο που προέκυψε από εκείνη τη συζήτηση δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες ανήκουν στον James Sharrock και παραχωρήθηκαν για τους σκοπούς της συνέντευξης


Ένα βράδυ αποδείχθηκε πολύ λίγο για το ελληνικό κοινό, το οποίο έχει αρκετά χρόνια να σας δει ζωντανά στην Αθήνα. Ήταν ευχάριστη έκπληξη το sold-out και το επακόλουθο αίτημα για δεύτερη συναυλία;

Ήταν πράγματι μια πολύ ευχάριστη έκπληξη, δηλώνω ενθουσιασμένος που θα εμφανιστώ για δύο συναυλίες στην Αθήνα. Άλλωστε κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα μπορώ να παίξω πολλά διαφορετικά τραγούδια κάθε βραδιά!

Ποιες είναι οι πιο ζωντανές σας αναμνήσεις από τους προηγούμενους ερχομούς σας στην Ελλάδα;

Πάντα μου άρεσε να παίζω στην Ελλάδα, συχνά μάλιστα ερχόμασταν μαζί με τον Stuart Gordon. Αν θυμάμαι κάτι ως ιδιαίτερη στιγμή, είναι η πρώτη-πρώτη έλευση, με τους The K Group. Μια αξιομνημόνευτη, μα και συναισθηματική περίσταση για μένα. 

Στο πιο πρόσφατο άλμπουμ σας From The Trees (2017), υπάρχει ένα τραγούδι με τίτλο μια ελληνική λέξη, το "Anagnorisis". Μιλάει για την ισορροπία μεταξύ προσωπικής και δημόσιας σφαίρας, μέσα από τη ματιά ενός περφόρμερ;

Μια ελληνική λέξη, αλλά κι ένας αγγλικός θεατρικός όρος. Αν και είμαι σίγουρος, τώρα που το συζητάμε, ότι έχει προέλθει από την ελληνική θεατρική παράδοση. Μιλάει για τη στιγμή εκείνη όπου όλα πια αποκαλύπτονται στον αντι-ήρωα ή στον τραγικό ήρωα, στο φινάλε ενός έργου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Βασιλιάς Ληρ.

Ο δίσκος σε αφήνει να σκεφτείς αρκετά για τη θνητότητα, ίσως για το πεπρωμένο, μπορεί και για στιγμές που υπήρξαν χαμένες ευκαιρίες. Σε τι βαθμό αντικατοπτρίζουν όλα αυτά τις δικές σας συνειδητοποιήσεις για τις αλλαγές που φέρνει ο χρόνος;

Θα έλεγα σε μεγάλο βαθμό. Γιατί, προφανώς, βρίσκομαι πλησιέστερα πλέον στο τέλος των πραγμάτων, παρά στην αρχή τους. Γίνεται έτσι αναπόφευκτη για τη σκέψη σου η στροφή προς τη θνητότητα –τόσο στη ζωή, όσο και στη δημιουργία τραγουδιών. Σε απασχολεί δηλαδή ο τρόπος με τον οποίον εξελίσσεται η ζωή κάποιου μα και οι ζωές των άλλων, συχνά μέσα από μυστηριώδεις διαδρομές. 

«Τα τραγούδια είναι ασκήσεις στη μοναξιά», μας είπατε στο Over, πίσω στο 1977. Ισχύει ακόμα κάτι τέτοιο;

Ναι, ισχύει. Η στιγμή που γράφεις ένα τραγούδι παραμένει, σχεδόν πάντα, η στιγμή μιας απόλυτα μοναχικής ενατένισης. Αλλά το ωραίο με τα τραγούδια είναι ότι μετά μπορείς να τα μοιραστείς, παίζοντάς τα ζωντανά!

Σε μια συναυλία σας στην Ιαπωνία το 2016, όμως, δεν τα παίξατε απλά: μοιράσατε και 100 CD-r, με 5 τραγούδια από το επικείμενο From The Trees σε demo εκδοχές. Πέρα από το να δώσετε ένα πολύτιμο δώρο στους πιστούς fans, ήταν άραγε κι ένα σχόλιο για τους μουσικούς μας καιρούς, για τη σύγχυση που φέρνουν οι ατέλειωτες ψηφιακές κυκλοφορίες;

Ήταν οπωσδήποτε μια ενδιαφέρουσα στιγμή αυτή, τόσο για το ακροατήριο, όσο και για μένα. Ήθελα ωστόσο να δω πού στεκόταν εκείνη τη στιγμή το συγκεκριμένο άλμπουμ, δεν είχα κατά νου κάποιο σχόλιο για την εποχή. Μάλιστα, με βοήθησε σημαντικά έπειτα, στη φάση που άρχισα ηχογραφήσεις. 

Όσο για τις ψηφιακές κυκλοφορίες, προσωπικά εξακολουθώ να προτιμώ το φυσικό format. Αλλά, ασφαλώς, εγώ ανήκω στην παλιά σχολή. 

Πίσω στο 2004, μιλώντας στον Nick Hasted της Independent, είπατε ότι «ο κόσμος έχει μετατραπεί σε ΙΚΕΑ κι εγώ παραμένω ένας επιπλοποιός που δουλεύω βάσει παραγγελιών. Δεν πουλάω πολλά και πουλώ μόνο σε ανθρώπους που με ανακαλύπτουν». 15 χρόνια μετά, λοιπόν, πού στεκόμαστε; Κι αν ο κόσμος τότε είχε μεταβληθεί σε ΙΚΕΑ, για πού οδεύουμε πλέον;

Ο κόσμος δείχνει να οδεύει προς το μάξιμουμ χάος και μάλιστα με πολύ ανησυχητικό ρυθμό! Όσον αφορά τη μουσική, δεν παρακολουθώ βέβαια ιδιαίτερα το σημερινό mainstream, αλλά ακόμα μου φαίνεται σαν ένα ΙΚΕΑ μονοπώλιο. 

Παρά ταύτα, είχα, θεωρώ, μια τίμια πορεία και μια τίμια καριέρα. Έχω λοιπόν μόνο συμπάθεια για τους νέους μουσικούς, όσους ξεκινούν στις συνθήκες των καιρών μας, προσπαθώντας να κάνουν κάτι το ενδιαφέρον. Γιατί, σε αντίθεση με τα δικά μου νεανικά χρόνια, τώρα είναι σχεδόν αδύνατον να ζήσει κανείς όντας μόνο μουσικός...

Σε μια άλλη συνέντευξη, είχατε πει εμφατικά ότι δεν είστε ο Neil Diamond. Σας αρέσουν αλήθεια τα τραγούδια του; 

Δεν θα δήλωνα fan του Neil Diamond. Ωστόσο έχω μόνο σεβασμό για το γεγονός ότι δεν έχει σταματήσει να δουλεύει όλα αυτά τα χρόνια. 

Η φημολογία δίνει και παίρνει μετά το Do Not Disturb (2016), την ως τώρα τελευταία κατάθεσή σας με τους Van Der Graaf Generator. Δεν είναι όμως το τέλος του κύκλου σας, έτσι δεν είναι; Πώς θα περιγράφατε το παρόν στάτους της μπάντας;

Το παρόν στάτους, είναι αυτό της αναμονής! (γελάει) Πάντως ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να κάνουμε κάτι ακόμα. Τώρα, πόσο αργά ή γρήγορα θα γίνει, είναι αβέβαιο.

Να περιμένουμε δική σας, καινούρια μουσική στο άμεσο μέλλον; 

Για την ώρα έκανα μερικές ηχογραφήσεις με τους Isildur's Bane, ένα συγκρότημα από τη Σουηδία. Ακόμα δεν έχω ξεκινήσει να γράφω τίποτα δικό μου. Ελπίζω όμως ότι θα αρχίσω να το κάνω σύντομα!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου