03 Ιουνίου 2021

Συχνοτική Συμπεριφορά, Σάββατο 29 Μαΐου 2021


Η Συχνοτική Συμπεριφορά της 29ης του Μάη παίζει κάμποσες φρέσκιες κυκλοφορίες από Ελλάδα και Κύπρο, αλλά εξετάζει και τις περιστάσεις στις οποίες δικαιολογείται(;) να φας δίσκο από άλλον μουσικόφιλο.

Θυμάται επίσης τον Dio στα ξενοδοχεία Χανδρής με ένα πολύ συγκεκριμένο παντελόνι, αλλά και το τραγούδι της Diana Ross το οποίο έχει χορέψει ακόμα και η Ελένη Τζιρίτα –η μητέρα του κυρίου Τζιρίτα, δηλαδή. 

Παράλληλα αποχαιρετά τον Jim Steinman με αθάνατη AOR επιτυχία και βρίσκει μία ακόμα αφορμή να μιλήσει για τον Τόλη Βοσκόπουλο (ναι, πάλι).

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το σόου (χωρίς διαφημιστικά μηνύματα) πατώντας στον σύνδεσμο εδώ.

Συμπεριφέρθηκαν συχνοτικώς τα εξής κομμάτια:

1. ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Mirrorself
2. ALDO ROMANO, LOUIS SCLAVIS, HENRI TEXIER & GUY LE QUERREC: Les Petits Lits Blancs
3. AUTOW NITE SUPERSTORE & ΛΙΑ ΚΟΛΥΤΑ: Syzygy
4. DIO: Stand Up And Shout
5. JIM STEINMAN & ROY DUDD: Rock And Roll Dreams Come Through
6. ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΒΑΝΔΗ: Στα 'Δωσα Όλα
7. ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ: Ίσως Φταίνε Τα Φεγγάρια
8. DIANA ROSS: Upside Down
9. USHER, LIL' JON & LUDACRIS: Yeah!
10. SUGABABES: Push The Button
11. ΘΕΜΗΣ ΑΔΑΜΑΝΤΙΔΗΣ: Δεν Είμαι Εγώ Για Έρωτες
12. ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοντά Σου Ξαναγύρισα (Λάρισα)
13. SIGNIFICANT POINT feat. GEORGE ITOH: Riders Under The Sun
14. ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Γέλια Τζαι Ττέλια  
15. THE HUMAN EXPRESSION: Everynight
16. MANHATTAN TRANSFER: Boy From New York City



31 Μαΐου 2021

Στην Ταράτσα του Φοίβου Δεληβοριά - ανταπόκριση (2018)


Μία ακόμα Ταράτσα στήνει ο Φοίβος Δεληβοριάς για τη σταδιακή μας επιστροφή στις συναυλίες, «με ασφάλεια, αποστάσεις και όλα τα απαραίτητα μέτρα» όπως διευκρινίζεται στα σχετικά δελτία Τύπου. 

Πρεμιέρα Πέμπτη 10 Ιουνίου, στο Άλσος πλέον, όπου και θα λαμβάνει χώρα κάθε Πέμπτη στη συνέχεια. Ήδη μάλιστα έχουν ανακοινωθεί και οι καλεσμένοι του καλοκαιριού, ανάμεσα στους οποίους ξεχώρισα προσωπικά τον Χρήστο Νικολόπουλο (24 Ιουνίου), την Καίτη Γαρμπή (8 Ιουλίου) και τον Γιώργο Μαργαρίτη με τον Δημήτρη Μεντζέλο (αμφότεροι στις 22 Ιουλίου).

Είχαμε περάσει θαυμάσια στην Ταράτσα του Φοίβου, όταν την επισκεφτήκαμε με τη Χριστίνα τον Ιούνιο του 2018 –στην Ιερά Οδό, τότε. Ήταν πρεμιέρα εκείνης της σαιζόν και η βραδιά περιλάμβανε κι ένα αφιέρωμα στον Λουκιανό Κηλαηδόνη. Και, για έναν τύπο σαν κι εμένα, που βρίσκει ξεχειλωμένες τις συνήθεις διάρκειες των ζωντανών προγραμμάτων, ήταν απροσδόκητο να μην κοιτάξω το ρολόι μου στις 3 ώρες του σόου. Είδαμε βαριετέ υψηλών προδιαγραφών και φύγαμε με πλήρη κατανόηση του γιατί είχε αποκτήσει δυναμική ορόσημου για τη βραδινή διασκέδαση της σύγχρονής μας Αθήνας.

Μια ανταπόκριση γράφτηκε τότε για λογαριασμό του Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ με την αφορμή της νέας πρεμιέρας, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* οι χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες ανήκουν στον Δημήτρη Μακρή και προέρχονται από το promo υλικό που δόθηκε τότε στον Τύπο


Επί 3 ώρες, δεν κοίταξα ούτε στιγμή το ρολόι. Και ας ίσχυαν για την πρεμιέρα της φετινής Ταράτσας του Φοίβου όλες οι γνωστές παράμετροι που συναντάτε στις δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις των συναυλιών –ναι, ήταν καθημερινή, ναι ήταν και εργάσιμη, άρα είχα κι εγώ κάμποση δουλειά πριν και δεν προσήλθα «φρέσκος»· ναι, δεν άρχισε 21.00 αλλά περίπου 21.20. 

Μικροπράγματα, ίσως πείτε. Αντί να μας γράψεις για τη δράση, τα σκετς, τα κοστούμια, τα σκηνικά, το πρόγραμμα, για τον Φοίβο Δεληβοριά, για το άστρο του Θανάση Αλευρά, εσύ μας λες για το ρολόι σου. Μικροπράγματα, μπορεί... Αλλά ξέρετε τι λένε για τις λεπτομέρειες και τον Διάβολο. Και απ' όλες τις λεπτομέρειες, αυτή είναι η πιο κρίσιμη. 

Γιατί; Επειδή πιστοποιεί αμέσως-αμέσως δύο βασικά συμπεράσματα για την Ταράτσα του Φοίβου, τα οποία έχουν να κάνουν με τη βαθύτερη υπόστασή της. Με την αιτία δηλαδή που δεν είναι απλά άλλο ένα ωραίο πρόγραμμα σε μία ιδιότυπη μουσική σκηνή, μα μία πρόταση διασκέδασης στην οποία, πέρα από τη σκέψη, τη φροντίδα και τον επαγγελματισμό, θα διακρίνεις και τη ζωντανή της σχέση με τις ρίζες της. 

Θέλω να πω ότι η Ταράτσα του Φοίβου έχει μεγάλη επίγνωση του τι είναι –να το ένα συμπέρασμα, το πιο άμεσο. Το είπε ο ίδιος ο Δεληβοριάς, στο τμήμα της πρεμιέρας που ήταν αφιερωμένο στον Λουκιανό Κηλαηδόνη: πρόκειται για ένα εγγόνι του. Εκεί στα ψηλά της Ιεράς Οδού έχει φτιάξει δηλαδή έναν μακρινό απόγονο της Μάντρας, των Πεύκων, της Όασης, του Αλκαζάρ, του Άλσους, της Κεφάλας του Αρία· ένα σύγχρονο βαριετέ, το οποίο εμπεριέχει τα λαϊκά αναψυκτήρια, τον Κηλαηδόνη της Βουλιαγμένης, όλα όσα διαμόρφωσαν τον ίδιο τον τραγουδοποιό από την εγχώρια εμπειρία και τις διεθνείς περιπλανήσεις των αυτιών του. Και βαριετέ σημαίνει –πάνω απ' όλα– ότι ο θεατής δεν πρέπει να στρέφει το βλέμμα μακριά από τη σκηνή, άσχετα αν εκεί έχει τραγούδι, πρόζα, ομαδικά σκετς, ζογκλέρ ή χορευτικά. Άσχετα αν ακούει μια ηλεκτρισμένη, rock εκτέλεση στο "Η Κική Κάθε Βράδυ" ή βλέπει τον Αλευρά να διηγείται στο κοινό τι γινόταν σε μια άλλη δεκαετία, όταν ο κόσμος πάρκαρε στη Συγγρού και πήγαινε γονατιστός όχι στην Παναγιά της Τήνου, αλλά στην Άντζελα Δημητρίου. 

Το δεύτερο συμπέρασμα (το πιο έμμεσο, ας το πούμε), έχει να κάνει με την ικανότητα του Δεληβοριά να ανακατεύει την τράπουλα, ανανεώνοντας την πίστη των παλιών και κερδίζοντας την εκτίμηση της νεότερης γενιάς. Το απέδειξε το ηλικιακά μεικτό κοινό το οποίο κατέκλυσε την Ταράτσα στη φετινή της πρεμιέρα: μόνο το δικό μου τραπέζι να κοίταγα, καθόμουν μαζί με άτομα καμιά δεκαριά χρόνια μεγαλύτερά μου και καμιά εικοσαριά μικρότερά μου. Ποτέ βέβαια δεν του έλειπε η ευφυΐα του Δεληβοριά. Αλλά εδώ μιλάμε κυρίως για αντανακλαστικά: για ένα καλλιτεχνικό ένστικτο που του επιτρέπει να παραμένει σχετικός, διατηρώντας συνάμα ό,τι τον κάνει «οικείο». Ίσως το καταφέρνει επειδή στίβει το μυαλό του για το πώς θα βάλει καινούρια ρούχα σε όσα τον καίνε διαχρονικά, αντί να τρέχει να καβαλήσει το τάδε χιπ τρένο ή να κάνει τα καραγκιοζιλίκια του Jean Luc Godard στα ύστερα 1960s. 

Επιπλέον, ο Δεληβοριάς δεν είναι μοναχικός ταξιδιώτης. Μπορεί η Ταράτσα να φέρει το δικό του μικρό όνομα, μπορεί να λάμπει ως αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής κάνοντας μιμήσεις του Λευτέρη Παπαδόπουλου και του Νίκου Πορτοκάλογλου, τραγουδώντας τον "Καθρέφτη" ή κρατώντας τον ρόλο του κονφερασιέ, μα δίπλα του έχει μια πολυάριθμη ομάδα συντελεστών. Και είναι όλοι τους ένας κι ένας. Η ορχήστρα, πρώτα-πρώτα: Θοδωρής Κότσυφας στις κιθάρες, Yoel Soto στο μπάσο, Σωτήρης Ντούβας στα τύμπανα και Κωστής Χριστοδούλου στα τύμπανα. Μουσικοί εκλεκτοί, ικανοί να δώσουν στην παράσταση ό,τι ακριβώς πρέπει, είτε «πειράζουν» την ενορχήστρωση στη "Μπόσα Νόβα Του Ησαΐα", είτε παίζουν το "Fuego" της Ελένης Φουρέιρα. 

Μετά είναι ο βασικός θίασος. Ο θαυμάσιος μίμος Alex De Paris (κατά κόσμον Αλέξανδρος Χωματιανός) δεν χρειάζεται να πει κουβέντα για να σε κρατήσει στα σκετς του. Η La Dandizette κλέβει την παράσταση ακόμα και από τον Δεληβοριά όταν εμφανίζεται ως Μεσογειακή Αφροδίτη με φόντο ένα τεράστιο, πολύχρωμο κοχύλι, πετυχαίνοντας να γεφυρώσει τα μπουρλέσκ της Belle Époque με μια ρετρό αισθητική που διαθέτει και κάτι από τα αμερικάνικα 1950s. Και η Νεφέλη Φασούλη φέρνει επί σκηνής τη δροσιά της, αν και θα πρέπει νομίζω –στα δεδομένα πλαίσια του ρόλου της– να βρει τον απαραίτητο χώρο έκφρασης και για κάτι λιγότερο «νιάου νιάου». 


Άφησα τον Θανάση Αλευρά για ξεχωριστή μνεία, γιατί γίνεται βαρύ πυροβολικό σε πολλά σημεία, παίρνοντας την παράσταση στους ώμους του. Η εξέλιξή του μέσα στα χρόνια είναι ραγδαία και φέτος νομίζω βρίσκεται στα καλύτερά του: και στα αέρινα χορευτικά –πρέπει να τον δείτε στο "Single Ladies (Put Α Ring Οn It)" της Beyoncé– και στις πρόζες και στις περιστάσεις όπου γίνεται δίδυμο με τον Δεληβοριά. Έχοντας ενσωματώσει τον θυελλώδη Γιώργο Μαρίνο της Μέδουσας, στέκεται ως σύγχρονος κωμικός/πολυεργαλείο. Το γεγονός επίσης ότι απέναντι σε μια τέτοια performance δεν έσβησε από τη μνήμη μας η guest παρουσία της ομάδας Κωμικό Μπουμ νωρίς στην παράσταση (Δημήτρης Μακαλιάς, Ζήσης Ρούμπος, Γιάννης Σαρακατσάνης & Γιώργος Αγγελόπουλος), σημαίνει ότι τα πήγαν κι εκείνοι μια χαρά. 

Η πρεμιέρα, όμως, επεφύλασσε κι ένα αφιέρωμα στον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον «δικό μας βασιλιά της Αθήνας», όπως τον χαρακτήρισε ο Δεληβοριάς. Και ήταν ένα ωραίο και φροντισμένο αφιέρωμα, στο οποίο ζωντάνεψαν ξανά τραγούδια σαν τον "Ύμνο Των Μαύρων Σκυλιών", το "Είμαι Ένας Φτωχός Και Μόνος Καουμπόι", το "Κάπου Την Έχουμε Πατήσει", το "Είδα Τη Ρίτα" ή το "Πού Βαδίζουμε Κύριοι;", δίνοντάς μας την ευκαιρία να στοχαστούμε ξανά στο πόσο αβίαστα έβρισκε ο δημιουργός τους μαγικούς σχεδόν κωδικούς διασύνδεσης μιας άμεσα αναγνωρίσιμης μικροαστικής καθημερινότητας με την οπτική και τα αιτήματα μιας νεολαίας που σκεφτόταν έξω από τα καλούπια της. Ως συγγενής τραγουδοποιός, ο Φοίβος Δεληβοριάς δεν θα μπορούσε παρά να τον τιμήσει επάξια. 


Χώρια που το αφιέρωμα επεφύλασσε και Αφροδίτη Μάνου, να γίνεται αληθώς συγκλονιστική Μαίρη Παναγιωταρά καθώς ερμήνευε το "Μια Μέρα Μιας Μαίρης", αλλά και Μαρία Κηλαηδόνη: τη μικρότερη κόρη του εκλιπόντος τραγουδοποιού, η οποία κέρδισε εντυπώσεις και χειροκροτήματα με το τρακ της, την κρυφή συγκίνησή της καθώς παίζονταν τα τραγούδια του πατέρα της, αλλά και με το δικό της "Ηράκλειο". Ένα ωραίο άσμα με δεληβοριο-κηλαηδονική συνταγή και ελαφριούς country απόηχους. 

Οπωσδήποτε, μία παράσταση που αλλάζει πρόσωπα στην τρίμηνη διάρκειά της θα κριθεί εν τέλει συνολικά. Ασφαλή συμπεράσματα μπορεί λοιπόν να βγάλει μόνο όποιος πάει σε όλες ή έστω στις περισσότερες ημερομηνίες. Με βάση πάντως τα όσα είδα στην πρεμιέρα, ίσως κάποτε έρθουν καιροί στους οποίους η Ταράτσα θα μνημονεύεται ως ορόσημο της αθηναϊκής βραδινής διασκέδασης. Ακόμα κι αν μιλάμε για μια εποχή κατακερματισμένη σαν τη σημερινή, η οποία τείνει σε μικρές, προσωπικές αφηγήσεις με (εξ ορισμού) περιορισμένο ορίζοντα, έχοντας εν πολλοίς πάψει να παράγει κοινά σημεία αναφοράς με ευρεία απήχηση.



27 Μαΐου 2021

Συχνοτική Συμπεριφορά, Σάββατο 22 Μαΐου 2021


Και τι δεν είχε το «περιβόλι» της Συχνοτικής Συμπεριφοράς για τις 22 του Μάη –για εμβολιασμένους και μη. 

Και αν έχει όντως ο Τόλης Βοσκόπουλος τη "Σωστή Απάντηση" αναρωτηθήκαμε και ...καψουρόσκονη τρίψαμε παρέα με τον Κώστα Μοναχό και τις προβλέψεις της Λίτσας Πατέρα για έλευση εξωγήινων θίξαμε. 

Αλλά και τη μουσική παράδοση των Παξών συζητήσαμε με τον Στυλιανό Τζιρίτα (όπως τη σύστησε μέσω ΕΡΤ3 ο ακαταπόνητος Γιώργης Μελίκης) και ελεγείες του Λουκιανού μελοποιημένες από τους Άβατον παίξαμε και πολιτικά θρίλερ από τη Γουατεμάλα είδαμε, ενώ σταθήκαμε και στο «Καλό Μεσημεράκι» του Νίκου Μουτσινά.

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το σόου (χωρίς διαφημιστικά μηνύματα) πατώντας στον σύνδεσμο εδώ.

Συμπεριφέρθηκαν συχνοτικώς τα εξής κομμάτια:

1. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Μέρος 3 - Ντο Δίεση Ελλάσσων Μέτριος Ρυθμός
2. JOURNEY: City Of The Angels
3. ΧΑΡΙΣ ΑΛΕΞΙΟΥ & ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ: Η Σκακιέρα (πρόβα στο σπίτι του συνθέτη, 1986)
4. TOM WAITS: Way Down In The Hole
5. ΑΒΑΤΟΝ: Τοῖσι Μέν Εὖ
6. ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ: Πελεκιάτικος
7. GABY MORENO: La Llorona De Los Cafetales
8. CESÁRIA ÉVORA: Tudo Tem Se Limite 
9. ΣΤΡΑΤΟΣ ΠΑΓΙΟΥΜΤΖΗΣ: Τι Σου Λέει Η Μάνα Σου
10. LYNYRD SKYNYRD: That Smell
11. ALICE COOPER: Love's A Loaded Gun
12. PETER FRAMPTON: Show Me The Way
13. ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΧΟΙΝΑΣ: Συγκοινωνούντα Δοχεία
14. ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΦΑΣΗΣ: Καψουρόσκονη
15. MECHANIMAL & ΘΕΚΛΑ ΤΣΕΛΕΠΗ: Είναι Το Φάντασμα
16. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΕΝΙΔΙΑΤΗΣ & ΒΟΥΛΑ ΓΚΙΚΑ: Ξημέρωσε Καλή Μου
17. ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η Σωστή Απάντηση
18. PSYCHIC TV: The Orchids



26 Μαΐου 2021

Ta hard & heavy μπλουζάκια του Φοίβου και ένα παλιότερο κείμενο (2012)


Παρά τα ονόματα που επιστρατεύτηκαν για την παρουσίαση (Ελένη Φουρέιρα) και την κριτική επιτροπή (Γιώργος Αρσενάκος, Καίτη Γαρμπή, Γιάννης Πλούταρχος & Φοίβος), το ρεάλιτι/talent show House of Fame νομίζω ότι δεν πήγε όσο καλά ανέμεναν οι ιθύνοντές του στον ΣΚΑΪ. Φάνηκε μάλιστα εξαρχής ότι είχε πρόβλημα, γιατί οι επιλεγμένοι συμμετέχοντες ήθελαν πολλή δουλειά (για την οποία δεν υπήρχε ο χρόνος), ενώ συχνά διαγωνίζονταν με τραγούδια εκτός των όποιων δυνατοτήτων τους.

Παρά ταύτα, μέλλει πιστεύω να το θυμόμαστε χάρη στον Φοίβο, που έκλεψε την παράσταση τόσο με τα hard rock/heavy metal μπλουζάκια τα οποία φόραγε (Saxon όπως στη φωτογραφία λ.χ., αλλά και Manowar, Iron Maiden, Ratt, Metallica), όσο και με τις εύστοχες, απολαυστικά σκληρές κριτικές του, οι οποίες κάθε άλλο παρά αυτιά χάιδευαν. Ενίοτε, επίσης, διηγήθηκε και απολαυστικές ιστορίες: για το πώς π.χ. γνώρισε τον Τόλη Βοσκόπουλο ή με τον Νίκο Καρβέλα, στον οποίον τηλεφωνά και λέει «γεια σου θεέ μου», για να του απαντήσει εκείνος «γεια σου πιστέ μου». Ήδη πολύς κόσμος που βαριόταν να κάτσει να δει όλο το σόου ή δεν ενδιαφερόταν καν, αναζητά τέτοια στιγμιότυπα σε ξεχωριστά κλιπάκια στη σελίδα του ΣΚΑΪ ή/και στο YouTube.

Καλλιτεχνικά μιλώντας ο Φοίβος είναι περίπτωση δημιουργού που έχει συνδεθεί με τρομερά λαοφιλείς επιτυχίες, μα στέκει πλήρως σχεδόν απαξιωμένος στο στερέωμα της «σοβαρής» κριτικής. Κάποια στιγμή, ωστόσο, η τελευταία θα πρέπει να διεκδικήσει όντως τη σοβαρότητα που επικαλείται και να ασχοληθεί μαζί του (όπως και εν γένει με ό,τι αποκαλούμε ποπ ή mainstream). Όχι συμβιβαστικά, αλλά με το ίδιο ακριβώς πνεύμα που κι εκείνος έγινε κριτικός, μετέχοντας στο House of Fame. Αποκαλύπτοντας δηλαδή τα αισθητικά του ναδίρ, αλλά παραδεχόμενη και τα ωραία τραγούδια τα οποία έγραψε, καθώς και την ευφυΐα που συχνά επέδειξε, ακόμα κι όταν υφάρπαζε οφθαλμοφανώς διεθνείς συνθέσεις –αξέχαστο στιγμιότυπο το "Gucci Φόρεμα".

Μια τέτοια απόπειρα έκανα τον Σεπτέμβριο του 2012, έστω κι αν εκ των συνθηκών έμεινε περιορισμένη στα όρια και στα πλαίσια μιας συναυλιακής ανταπόκρισης, αφού πήγα στο Ολυμπιακό Στάδιο για να παρακολουθήσω την παράσταση 20 Χρόνια Φοίβος. Το κείμενο δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και τώρα, καθώς το House of Fame φτάνει στο φινάλε αυτή την εβδομάδα, αναδημοσιεύεται κι εδώ. Με αισθητικής φύσης μικροτροποποιήσεις, αλλά και με κάποιες αναγκαίες αλλαγές/διασαφηνίσεις, καθώς ήταν ενάμιση χρόνο μετά που έμαθα κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες ως προς την προσέλευση, μιλώντας με άνθρωπο της εγχώριας συναυλιακής πραγματικότητας που γνώριζε καλά τα τι και πώς του παρασκηνίου.

Θα το γράψω επίσης εγώ κι ας σπάσουν μερικά αβγά, δεν πειράζει. Για την ανταπόκριση αυτή, οι άνθρωποι που είχαν τότε το promo της συναυλίας –οι οποίοι μου είναι και συμπαθείς, μάλιστα– έστειλαν έπειτα να με ευχαριστήσουν. Ωστόσο όταν τους ζήτησα δημοσιογραφική πρόσκληση, αρνήθηκαν να μου δώσουν: με διάφορες ευγενομανατζερίστικες προσπάθειες, με άφησαν στο περίμενε της τελευταίας στιγμής. Δεν ξέρω αν αυτά πιάνουν σε άλλους δημοσιογράφους και «δημοσιογράφους», εγώ πάντως ούτε καν τους ξανάστειλα κάτι. Πήρα εισιτήριο και πήγα.

Όσο για τα hard & heavy μπλουζάκια του Φοίβου, που έδωσαν τον τίτλο της παρούσας ανάρτησης και τόσο εξέπληξαν κάποιους, αντανακλούν μια πραγματικότητα μουσικών προτιμήσεων αρκετά γνώριμη σε όσους τον έχουμε παρακολουθήσει δίχως παρωπίδες. Μάλιστα, έχω στο αρχείο μου μια εκτενή λίστα με τους αγαπημένους του hard & heavy δίσκους, η οποία δεν έχει δημοσιευτεί πουθενά. Σκέφτηκα να τη βάλω εδώ, αλλά προτιμώ να κάνω κάτι διαφορετικό και πιο ουσιώδες. Θα την κάνω δώρο στο «νέο αίμα» της αναιμικής εγχώριας μουσικοκριτικής που θα κάνει τον κόπο να προβεί σε μια σοβαρή αποτίμηση του Φοίβου, πέρα από τους άχαρους μανιχαϊσμούς που επιμένουν να κυριαρχούν και την ξινίλα όσων αποστρέφονται ό,τι το λαϊκό και μαζικό.

* η φωτογραφία του Φοίβου προέρχεται από τη σελίδα του στο Facebook. Οι φωτογραφίες από τη συναυλία του 2012 ανήκουν στον Μανώλη Χιώτη και προέρχονται από το promo υλικό που στάλθηκε τότε στον Τύπο


Είκοσι χρόνια Φοίβος. Η συναυλία που δεν ένωσε καμία κοινότητα, μα συζητήθηκε απ' όλες, με πάθος το οποίο θύμισε αλλοτινές εποχές μουσικών διαξιφισμών. Η σημειολογία της, πέλαγος: πρώτα-πρώτα, ο Φοίβος Τασσόπουλος γιόρτασε τα 20 χρόνια του ως δημιουργός την ίδια μέρα που ο Μίκης Θεοδωράκης έστηνε ένα ακόμα Άξιον Εστί, σε ένα κατάμεστο Ηρώδειο. Ένα εμβληματικό έργο του νεότερου ελληνισμού σε αμφιλεγόμενη εκτέλεση, κόντρα στον «δημοφιλέστερο Έλληνα συνθέτη». Έτσι έγραφε στο εισιτήριό μου προς το ΟΑΚΑ. Μια έξυπνη διατύπωση. Καμία δάφνη σπουδαιότητας, μονάχα ένας δείκτης λαοφιλίας.  

Περισσότερη σημειολογία, αργότερα. Μερικά γεγονότα τώρα: η συναυλία δεν άρχισε στις 20.30, όπως έγραφε το δελτίο Τύπου. Άρχισε 21.30φεύγα. Και ήταν Δευτέρα, ήτοι επόμενη μέρα καθημερινή = εργάσιμη. Δεν ξέρω αν στη 1 παρά που βγήκε ο μεγάλος όγκος κόσμου είχε ακόμα ΗΣΑΠ, πάντως ήταν λιγάκι άσχημο να έχει βγει το τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς να πει δυο λόγια (και δυο είπε, λιτά, με τις απαραίτητες ευχαριστίες και με χιούμορ) και να βλέπεις κόσμο από τις κερκίδες να αποχωρεί. Λίγη σημειολογία-σφήνα: κόσμο κυρίως από τα VIP των 60 ευρώ και από τα «ακριβά» καθίσματα των 28. Από την αρένα των χαμηλών βαλαντίων, ουδείς. Έφευγαν οι έχοντες και κατέχοντες αυτοκίνητα, έμεναν οι ίσως-μη-έχοντες-πια-ΗΣΑΠ. 


Από την άλλη, η καθυστέρηση με βοήθησε να παρατηρήσω με προσοχή τι είχε σκαρώσει ο Φωκάς Ευαγγελινός. Το ΟΑΚΑ είχε κοπεί στα δύο, με τη σκηνή να έχει τοποθετηθεί στο μέσον. Ήταν φτιαγμένη πρωτότυπα, σαν ασφαλτόδρομος διπλής κατεύθυνσης με απλή λευκή λωρίδα ως διαχωριστικό. Στο ένα της άκρο, το προς τις κερκίδες, βρίσκονταν οι ηχολήπτες. Το άλλο της άκρο ήταν ένα μεγάλο video wall. Πάνω δεξιά κι αριστερά είχε διαμορφωθεί ο χώρος για την ορχήστρα. Κάτω δεξιά κι αριστερά, τα δύο τμήματα της αρένας. Σε γενικές γραμμές, οι πρωταγωνιστές της βραδιάς έμπαιναν από video wall πλευρά, κινούνταν στο μέσον του Foivos Road, αποχωρούσαν από το άκρο των ηχοληπτών. Και είχε κι άλλες καλές ιδέες ο Ευαγγελινός, όπως θα αποκάλυπτε η εξέλιξη της βραδιάς. 

Μερικά γεγονότα ακόμα: κάπου διάβασα ότι δεν είχε καλό ήχο στου Φοίβου. Δεν αληθεύει. Ο ήχος ήταν μεν γηπεδικός, με μπαρόκ τάσεις και υπερβολικά ντεσιμπέλ, ωστόσο επέτρεπε να ακούς λεπτομέρειες στα παιξίματα, αλλά και όλους τους στίχους καθαρά. Λύσσαξαν επίσης ορισμένοι με το ότι δεν είχε κόσμο –τα άκουγα πριν τη συναυλία, τα άκουσα και μετά. Εδώ χωράει μεγάλη συζήτηση, π.χ. για το πόσο κόσμο «έπρεπε» να έχει, ώστε να «έχει» κόσμο. Πάντως η τελική εικόνα της προσέλευσης δεν ήταν αυτή που θα περίμενε κανείς. Πόσο μάλλον αν αληθεύουν τα όσα έμαθα, για 7.000 προσκλήσεις.

Πάμε όμως λίγη σημειολογία ακόμα. Το μεγάλο στοίχημα βρισκόταν στο αν τα γενέθλια του Φοίβου θα έπειθαν το κοινό που συνήθως απολαμβάνει τα τραγούδια του σε μεγάλα ξενυχτάδικα (καθισμένο ή εν χορώ, με τα ουίσκι και τα ξηροκάρπια παραδίπλα), ώστε να μετάσχει σε ένα event με διαφορετικό κώδικα. Έναν κώδικα πιο συναυλιακό. Έπεισε κάποιους ο Φοίβος να έρθουν ως το ΟΑΚΑ, αλλά τους περισσότερους όχι. Επίσης, όπως υποψιαζόμουν, έβαλε κι εκείνος νερό στο κρασί του, για να εξασφαλίσει ότι δεν θα τους ξενίσει το πράγμα. 

Έτσι, λίγα τραγούδια τα ακούσαμε ολόκληρα. Πολλά από αυτά παίχτηκαν δυστυχώς με τη λογική του ποτ πουρί: ένα κουπλέ + ένα ρεφρέν και πάμε στο επόμενο. Σαν να βρισκόσουν σε κέντρο. Κατανοητό, έτσι όμως αποδυναμώθηκε το υλικό και έλαβε σάρκα και οστά μία από τις μεγαλύτερες κατηγορίες εναντίον του Φοίβου, ότι το έργο του απαρτίζεται από «τραγούδια-συνθήματα», φτιαγμένα με τη σέσουλα, τα οποία ποντάρουν σε ένα-δυο στιχουργικά πυροτεχνήματα προς ρεφρέν μεριά.   


Την πρώτη ώρα βαρέθηκα. Το πομπώδες μπάσιμο με το παιδάκι, τους χορευτές και μια απαστράπτουσα, ούμπερ σέξι Δέσποινα Βανδή να μας καλωσορίζει με το "Γεια" διέθετε μομέντουμ, αλλά τα μικρά ονόματα που ανέλαβαν τη συνέχεια δεν κατάφεραν να το διατηρήσουν. 

Οι περισσότεροι, δηλαδή. Γιατί ο Θάνος Καλλίρης μπορεί να βγήκε πρώτος και να ξεχάστηκε κατόπιν, υπήρξε όμως συγκινητικός και είπε θαυμάσια το "Κάποιο Καλοκαίρι" και το "Αγάπη Καλοκαιρινή", δύο δηλαδή από τα ωραιότερα τραγούδια του Φοίβου. Γιατί η Άντζελα Δημητρίου μπορεί να υποφέρει από φωνητικές φθορές και να μην κατάλαβε τον κώδικα «στάδιο» –δίνοντας συχνά στο κοινό τα τραγούδια, σαν να βρισκόταν στην Εμπατή North– αλλά το έχει. Η Λαίδη ξέρει επίσης να κάνει είσοδο επί σκηνής και ο Ευαγγελινός της έφτιαξε μια ταιριαστή εξτραβαγκάνζα: έστρωσε κόκκινο χαλί κι έντυσε το μπαλέτο δημοσιογράφους, να την κυνηγούν για μια δήλωση όσο εκείνη μάδαγε μαργαρίτες και μας διηγούταν για κάτι χαρακτήρες τελειωμένους αναπτήρες (κρίμα που δεν χώρεσε στο σετ και το "Ακατοίκητες Οι Νύχτες", που τόσο μου αρέσει). Ο κόσμος την καταχειροκρότησε. 

Κατά τα λοιπά, ο Διονύσης Σχοινάς έμεινε όσο λίγο έπρεπε (θυμίζοντας και το φλώρικο μα συμπαθές χιτάκι με τα συγκοινωνούντα δοχεία), ο Tus δεν μπόρεσε να σταθεί ούτε καν στο εκρηκτικό σουξέ "Χόρεψε Μωρό Μου" –κι ας είχε την Ελεάννα Αζούκη μαζί– και ο Δημήτρης Κόκοτας εκτέθηκε βγαίνοντας μετά τη Μαντώ, γιατί όσο δονούσε εκείνη το στάδιο με τις κορώνες της, τόσο απαρατήρητη πέρασε η δική του φωνή. Η Μαντώ, ωστόσο, «φάνηκε» μόνο στο δεύτερο μισό, όταν πραγματοποίησε guest εμφάνιση στο πλευρό του Αντώνη Ρέμου για το "Εμείς". Η Έλλη Κοκκίνου στα πράσινα υπήρξε μία από τις ομορφότερες παρουσίες της βραδιάς, όμως ούτε το "Ήταν Ψέμα", ούτε οι ιδέες του Ευαγγελινού με τα πολύχρωμα μπαλόνια (στο πρώτο μέρος) και την επέλαση των ΜΑΤ (στο δεύτερο μέρος) δεν καμουφλάρανε επαρκώς την ανικανότητά της να πατήσει ερμηνευτικά έξω από τον ορίζοντα Βανδή-Βίσση. 


Βλέποντας επίσης τον Θάνο Πετρέλη να είναι τόσο απλός μεν, τόσο λίγος δε στο μικρόφωνο, έπαψα να αναρωτιέμαι γιατί χάθηκε, παρότι στο δεύτερο μισό του live το "Χτύπα Κι Άλλο" ανέσυρε μνήμες στους 30+. Τον Πάνο Καλλίδη δεν τον θυμάμαι στο πρόγραμμα, πάντως, εφόσον μπήκε, θα μπορούσε ίσως να προσπαθήσει να μην τραγουδά σαν ανθυπο-Αντύπας, παίρνοντας π.χ. μερικά μαθήματα από τον Νίνο. Ο οποίος στάθηκε πολύ μετρημένα, κομψά ντυμένος και με τη δέουσα σοβαρότητα, δείχνοντας ότι έχει μεγάλο γκελ στο πιο νεανικό κοινό. Να διέθετε και καμιά φωνή της προκοπής... Τα μισά της συναυλίας χωρίστηκαν από το «special DJ σετ» του Μιχάλη Τσαουσόπουλου. Το οποίο δεν είχε τίποτα το σπέσιαλ. Μόνο φτηνή, pseudo-εντυπωσιακή electronica και τον ίδιο να καμώνεται τον superstar DJ.

Σημειολογίας ξαφνική επέλαση: το δελτίο Τύπου της Spicy, αλλά και το εισιτήριό μου, σημείωναν εμφατικά ότι τον Φοίβο θα συνόδευαν «όλοι οι σπουδαίοι Έλληνες ερμηνευτές της τελευταίας 20ετίας». Βλέποντας λοιπόν τον υιό Κόκοτα, τον Σχοινά, τον Νίνο, τον Καλλίδη και τον Tus, δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ ότι όποιος το έγραψε αυτό α) είναι θρασύτατος ψεύτης β) είναι επικίνδυνα ανόητος. 


Όσο βαρέθηκα στο πρώτο μέρος, άλλο τόσο διασκέδασα στο δεύτερο. Η Δέσποινα Βανδή είχε δικαιωματικά οριστεί ως βασίλισσα της βραδιάς και επιτέλεσε τον ρόλο της άψογα. Εμφάνιση, κίνηση, σόου, επικοινωνία με το κοινό, ερμηνείες, σε όλα τα πήγε περίφημα. Εντάξει, κατά σημεία τσίριζε· όμως η υπερβολή και το δράμα μοιάζουν συνυφασμένα με πολλά τραγούδια της. Κοίταξε να δεις, δεν γίνεται όταν φωνάζει η Νατάσσα Μποφίλιου να είναι πάντα ωραίο, αλλά όταν το κάνει το «Δεσποινάκι» να είναι εξ ορισμού κακό... Θέλει π.χ. υπερβολή το "Στα 'Δωσα Όλα", δεν βγαίνει διαφορετικά. Και θέλουν δράμα τα "Γυρίσματα" (ένα από τα ωραία ελληνικά τραγούδια του 2012). 

Έλα όμως που τελικά της πήρε τα σκήπτρα μέσα από τα χέρια η Καίτη Γαρμπή! Σείστηκε το Ολυμπιακό Στάδιο όταν είπε τα "Χαμένα" και το "Θα Μελαγχολήσω", χτυπώντας μια νότα συγκίνησης που έλειπε από την ατσαλάκωτη εμφάνιση της Βανδή. Μάλιστα, πέταξα κι εγώ τη σκούφια μου όταν άκουσα το "Επιτέλους" κι ας έλειπε η Νατάσσα Θεοδωρίδου. Η δύναμη του χειροκροτήματος και συνθήματα τύπου «Καίτη θεά, στον θρόνο σου ξανά» δεν άφησαν αμφιβολία: Δέσποινα-Καίτη, σημειώσατε 2.

Από τους άντρες ερμηνευτές, το ξέρω ότι συμμετείχε και ο Αντώνης Ρέμος, το ξέρει όμως κι εκείνος πιστεύω ότι δεν θα στεφόταν βασιλιάς της Δευτέρας. Ό,τι πάντως του έλειπε σε εκτόπισμα, το αναπλήρωσε σε αξιοπρέπεια· μου θύμισε δε πόσο μεγάλο ζεϊμπεκοσουξέ υπήρξε κάποτε το "Τι Ήμουνα Για Σένα". Προσωπικά περίμενα τον Γιώργο Μαζωνάκη να κερδίσει τον τίτλο με άνεση, εκείνος όμως είχε άλλα κατά νου: έκανε την πιο εντυπωσιακή εμφάνιση της βραδιάς μπουκάροντας στη σκηνή με αυτοκίνητο εποχής Ποτοαπαγόρευσης και τραγουδώντας με κατακόκκινη φόρμα εν μέσω των μαυροντυμένων γκάνγκστερ του, είπε όμως λίγα τραγούδια και έφυγε. Ασφαλώς ήταν και το "Gucci Φόρεμα" και το "Τέσσερις" ανάμεσά τους. Κι όποιος δεν έχει πιάσει πόσο κλάσικ λαϊκό θεωρείται πια το τελευταίο, φοβάμαι ότι δύσκολα θα καταλάβει βασικά πράγματα για τον λαϊκό μας πολιτισμό. 

Κάπως έτσι, λοιπόν, ως αδιαφιλονίκητος νικητής έμεινε ο King Bill ή «Μπίλαρος», όπως τον αποκαλούσε ένας πίσω μου. Ο Βασίλης Καρράς μπορεί να μην έχει πια τη φωνή των νιάτων του, οδήγησε όμως το ΟΑΚΑ σε δεύτερο σεισμό χειροκροτημάτων και ιαχών με το "Τι Αισθάνεσαι Για Μένα", το "Γι’ Αυτό Στάσου" και το "Απορώ Αν Αισθάνεσαι Τύψεις", ενώ εξέπληξε άπαντες όταν υποδέχτηκε επί σκηνής την Κωνσταντίνα (που δεν είχε ανακοινωθεί) για να πουν μαζί το "Δηλητήριο". 


Σημειολογίας ρελάνς & φινάλε: ο Φοίβος είχε κάθε δικαίωμα να γιορτάσει την εικοσαετία του. Έχει γράψει περισσότερα ωραία πράγματα από έναν σωρό κακών μίμων του Μάνου Χατζιδάκι, τραγουδοποιών της συμφοράς και αγγλόφωνων απομιμήσεων, που διαρκώς λανσάρονται ως ποιοτικοί. Μαζί με τον Νίκο Καρβέλα γύρισε τη βαριά σελίδα του λαϊκού μας τραγουδιού, γράφοντας το τελευταίο μέχρι σήμερα κεφάλαιό του: η λαϊκοπόπ έχει συμβεί σε όλους τους λαούς με γηγενή πολιτισμό που βρέθηκαν εμπρός στη λαίλαπα μιας γοργής Παγκοσμιοποίησης. Δεν χρειάζεται να αξιολογηθεί ως σημαντικό αυτό το κεφάλαιο για να του αναγνωριστεί  υπόσταση. Τέτοιος λαός γίναμε, άτσαλα μπερδεμένος μεταξύ μπουζουκιού και beat/ποπ/ηλεκτρικής κιθάρας, μόνο ένα τέτοιο λαϊκό τραγούδι μπορούσαμε να έχουμε μετά τη δεκαετία του 1990. 


Το τραγούδι αυτό, ωστόσο, είχε –όχι πάντα, αλλά συχνά– κάτι περισσότερο να πει για τις ζωές μας από πολλά «ποιοτικά», τα οποία απλά μπουρδολογούσαν. Κι αν ξεπατικώθηκε και κάτι από Coldplay, 50 Cent, Him και Faithless στην πορεία, δεν λέμε να μην επισημανθεί. Αρκεί να θυμόμαστε να διαμαρτυρηθούμε το ίδιο έντονα και όταν ξεπατικώνονται οι Αγγλοσάξονες από ατάλαντους αγγλόφωνους, όταν θυμόμαστε τον Απόστολο Καλδάρα και το Μπόλιγουντ ή τους πρώτους λαϊκούς δημιουργούς με την πρότερή τους δημοτική παράδοση. 

Όποιοι λοιπόν φρίττουν με τη θέση του Φοίβου στο εγχώριο τραγούδι, καλό θα ήταν αν πρώτα είχαν το σθένος να τα βάλουν με ό,τι πετάει ένα «Χατζιδάκις» και καθαρίζει, με ό,τι καβαλάει κίτρινα ροκ ποδήλατα στις παρυφές της Αριστερής διαμαρτυρίας, με ό,τι υποκλίνεται όψιμα και πονηρά στο θέρεμιν και βαφτίζεται ιμάμ, ιλεγκάλ ή δεν ξέρω τι άλλο. Ας καθαρίσει πρώτα αυτή η κόπρος του Αυγεία κι ας πάψει να λαμβάνει στήριξη από εναλλακτικά μεν, ημιμαθή δε ραδιόφωνα/έντυπα/sites και μετά να πιάσουμε αν θέλετε και τον Φοίβο. Γιατί είναι ορισμένα άλλα πράγματα που υπονομεύουν τη σύγχρονη ελληνική μουσική, περισσότερο από όλα τα σουξεδάκια του μαζί.  







25 Μαΐου 2021

Παύλος Παυλίδης - συνέντευξη 2 (2019)


Στο Ηρώδειο αυτό το καλοκαίρι δεν αναμένεται μόνο ο Brian Eno με τον αδερφό του, αλλά και κάποιες εγχώριες συμπράξεις παλαιότερων και νεότερων, που σε πρώτο επίπεδο δημιουργούν μια κάποια ίντριγκα: Λένα Πλάτωνος & Nalyssa Green, ας πούμε (Τετάρτη 14 Ιουλίου)· ή Παύλος Παυλίδης & The Boy (Δευτέρα 12 Ιουλίου).

Κοιτώντας βέβαια πιο διεξοδικά τι ακριβώς εννοείται υπό αυτούς τους τίτλους, η όποια ίντριγκα μάλλον εξανεμίζεται: ουσιαστικά, τα ονόματα που προέρχονται από την ας την πούμε indie έκφραση καλούνται να λειτουργήσουν με τη λογική του «support». Αναλαμβάνουν δηλαδή το «μέρος Α΄» των εν λόγω συναυλιών, με το πρόγραμμα να μην προβλέπει κάποια επί σκηνής συγκατοίκησή τους –αν το κάνουν, θα είναι ως έκπληξη. Πρόκειται για στόχευση που αφορά κυρίως την προπώληση, νομίζω. Για μένα τουλάχιστον, θα είχε περισσότερο νόημα αν οι καλλιτέχνες αυτοί προσπαθούσαν να συμπράξουν.

Nalyssa Green και The Boy θα πορευτούν με τα περσινά τους κεκτημένα, αλλά η Λένα Πλάτωνος έχει φρέσκο δίσκο, ενώ και ο Παύλος Παυλίδης δημοσιοποίησε δύο καινούρια τραγούδια ("Άνοιξη", "Στο Μάτι Του Κυκλώνα"), τα οποία οπτικοποίηθηκαν από τον Βασίλη Κεκάτο σε μια μικρού μήκους ταινία διάρκειας 9 λεπτών: μπορείτε να τη δείτε στον σύνδεσμο στο τέλος της ανάρτησης. Και τα δύο κομμάτια είναι προάγγελος ενός νέου άλμπουμ, που αναμένεται να βγει από τη United We Fly.

Η κινητικότητα αυτή μου έφερε κατά νου τα όσα συνέβησαν όταν ο Παυλίδης έβγαλε το "Ένα Αλλιώτικο Παιδάκι" (2018), με τις παραπομπές στον Ζακ Κωστόπουλο και μία ακόμα ιδιαίτερη οπτικοποίηση (με drag αισθητική), δια χειρός Μαρίνας Δανέζη. Λίγο αργότερα, μάλιστα, δόθηκε και η αφορμή για μια εκ νέου συζήτηση με τον τραγουδοποιό, 11 χρόνια μετά την πρώτη μας κουβέντα (δείτε εδώ). 

Σε αυτή (μεταξύ άλλων) είχαμε την ευκαιρία να θίξουμε και τις αντιδράσεις για την performance κάποιων κοριτσιών από τη Νέα Φιλαδέλφεια στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 2019, αλλά και τον ντόρο που προξένησε η ταινία Joker του Τοντ Φίλιπς. Το αποτέλεσμα της συνομιλίας μας δημοσιεύτηκε τότε στο Avopolis και αναδημοσιεύεται τώρα εδώ, με μικρές, αισθητικής φύσης τροποποιήσεις.

* από τις χρησιμοποιούμενες φωτογραφίες, η κεντρική προέρχεται από το προαναφερθέν ταινιάκι του Κεκάτου, ενώ η κάτωθι ανήκει στον Θάνο Λαΐνα


Υπάρχει ένα ωραίο, ιντριγκαδόρικο εικαστικό. Το οποίο σε μπλε φόντο αποτελεί εξώφυλλο για το single Η Νέα Βαρβαρότητα/Δεσποινίς (2018) και σε κόκκινο γίνεται αφίσα για τις επικείμενες συναυλίες στο Gagarin. Τι ακριβώς βλέπουμε; 

Η κόκκινη εικόνα που έγινε αφίσα για τη συναυλία στο Gagarin είναι στην ουσία το εξώφυλλο για άλλο ένα single, με δύο καινούρια κομμάτια μας. Θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες από την Inner Ear.

Το "Δεσποινίς" ορίστηκε ως προάγγελος ενός νέου δίσκου με τους B-Movies, αλλά μπαίνουμε σιγά-σιγά στο 2020 και δεν έχουμε ακούσει νεότερα. Ανέτρεψε κάτι τα αρχικά σχέδια; Θα είναι το single στο οποίο αναφέρεσαι μια επιπλέον «γεύση» από αυτόν;

Δεν είναι προάγγελος καινούριου δίσκου το single, ούτε θα συμπεριλαμβάνεται στο επόμενο άλμπουμ· το οποίο επρόκειτο όντως να κυκλοφορήσει φέτος, αλλά η κυκλοφορία του αναβάλλεται για το 2021. 

Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι θα βγάλουμε την άνοιξη έναν δίσκο με διασκευές από το έργο του Γιάννη Μαρκόπουλου. Η ιδέα ήταν της κόρης του Λέγκας Μαρκοπούλου, λόγω και του ότι ο συνθέτης έγινε φέτος 80 ετών –οπότε έχει και έναν κάπως επετειακό χαρακτήρα. Είμαι πολύ χαρούμενος για όλο αυτό, καθώς είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα με τα οποία έχω ασχοληθεί ποτέ.

Η συνεργασία με τον Γιάννη Αγγελάκα για τη "Νέα Βαρβαρότητα", αλλά και η φετινή με τον ΓΙΑΝ ΒΑΝ για το ΕΡ Κακό Ποίημα, πόσο κρίνεις ότι ενημέρωσαν την οπτική σου πάνω στην τραγουδοποιία; 

Στη "Νέα Βαρβαρότητα" ο Γιάννης δεν είχε κάποια συμμετοχή στη σύνθεση της μουσικής και των στίχων. Του πρότεινα να το πει επειδή αισθάνθηκα ότι ταιριάζει. Περιοδεύαμε εκείνη την εποχή και μαζί, οπότε μας φάνηκε καλή ιδέα. Αντιστοίχως, στον δίσκο του ΓΙΑΝ ΒΑΝ, όταν πήγα να τραγουδήσω, ήταν όλα έτοιμα· οπότε ούτε εγώ συμμετείχα στην κατασκευή των κομματιών. 

Όταν γράφεις τραγούδια, η οπτική σου για την τραγουδοποιία μπορεί να ενημερώνεται από το κάθε άκουσμα. Όπως και η στιχουργική μπορεί να επηρεαστεί από τα πιο παράξενα και άσχετα βιώματα. Τα τραγούδια είναι διάφανοι μηχανισμοί. Ο καθένας μπορεί να κοιτάξει μέσα τους. Τα ωραία τραγούδια είναι συνήθως απλά. Σου δείχνουν ταυτόχρονα και το αίνιγμα και τη λύση.

Την ίδια περίοδο που έγινε το μπαμ με τα Ξύλινα Σπαθιά, στη δεκαετία του 1990, έγινε κι ένα μπαμ με το ελληνικό χιπ χοπ. Και τώρα ζούμε πάλι σε μια περίοδο που το τελευταίο συζητιέται και ακούγεται πολύ, ιδίως από το νεότερο ακροατήριο. Σε ενδιαφέρουν καθόλου αυτές οι ζυμώσεις; Έχεις σκεφτεί να αναζητήσεις κάποια συνεργασία προς τα εκεί; 

Η φόρμα του χιπ χοπ μου είναι οικεία, από την εκκίνηση κιόλας των Ξύλινων Σπαθιών. Έχω λειτουργήσει σαν τραγουδιστής σε αρκετά τραγούδια έτσι, με βάση αυτή τη φόρμα, σε όλους τους δίσκους.

Οι μουσικές ζυμώσεις είναι πάντα ενδιαφέρουσες, όταν γεννούν μια νέα διάσταση· και σίγουρα μπορούν να ανοίγουν καινούριους δρόμους. Χαίρομαι που το χιπ χοπ στην Ελλάδα μεγαλώνει το κοινό του. Κάποια παιδιά λένε την αλήθεια τους μ' έναν αυθεντικό τρόπο και τους επιστρέφεται αγάπη κι εμπιστοσύνη.

Σκουπιδότοποι υπάρχουν σε όλα τα είδη της μουσικής και κυρίως στις λαϊκές φόρμες, όπως είναι το χιπ χοπ –ακριβώς επειδή είναι απλή η φόρμα τους. Όμως η αυθεντική έκφραση πάντα ξεχωρίζει. Και, αργά ή γρήγορα, φαίνεται ποιοι πιάνουν το μικρόφωνο απλά για να πουλήσουν μαγκιά και ποιοι θέλουν να κάνουν τον κόσμο γύρω τους καλύτερο. Ποιοι μας ταξιδεύουν στο βάθος της πραγματικότητας και ποιοι χαλάνε τον κόσμο πλατσουρίζοντας και σκούζοντας στα ρηχά.

Τόσο το "Δεσποινίς", όσο και το "Ένα Αλλιώτικο Παιδάκι", είναι τραγούδια που μπορούμε να τα πούμε «πολιτικά». Όχι όμως με την έννοια που υπήρχε στη Μεταπολίτευση, καθώς νομίζω ότι αφετηρία τους είναι το πώς βιώνεις εσύ προσωπικά διάφορα πράγματα που συμβαίνουν στους δρόμους της σύγχρονής μας Αθήνας. Είναι έτσι; 

Δεν υπάρχει τραγούδι που να μην είναι πολιτικό. Ο τρόπος με τον οποίον κάνουμε ένα κομμάτι, το ύφος μας, η στάση μας απέναντι στον εαυτό μας και τους γύρω μας –ακόμη κι όταν τραγουδάμε τον έρωτά μας ή οποιοδήποτε ταξίδι και πάθος της ψυχής μας– είναι πολιτική πράξη. Αλίμονο αν πρέπει κάποιος να γράψει ένα τραγούδι που να θίγει τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, για να μη θεωρηθεί απολιτίκ ή αδιάφορος. 

Όποτε πληγώνομαι από κάτι που συμβαίνει γύρω μου ή μέσα μου, αντί να μουγκρίσω, προσπαθώ να γράψω ένα τραγούδι. Δεν υποτιμώ τα μουγκρητά. Απλά έτσι λειτουργώ από παιδί, έτσι μου βγαίνει. Ακόμη και η σιωπή πρέπει να είναι σεβαστή ως πολιτική πράξη. Απλά η σιωπή δεν είναι ο τρόπος που επιλέγω. 

Η Μεταπολίτευση ήταν γεμάτη από πολιτικά εμβατήρια, που τα πήρε ο αέρας. Δεν 'κάναν καλύτερο τον κόσμο. Όσα τραγούδια όμως εκείνης της εποχής –είτε «πολιτικά», είτε «ερωτικά»– είχαν μέσα τους αληθινή ποίηση, ταξιδεύουν ακόμη, προστατευμένα από το ίδιο τους το βάρος.

Καθώς γράφω αυτές τις ερωτήσεις, τα social media συζητούν όσα έγιναν στην πρόσφατη παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στη Νέα Φιλαδέλφεια –με τα κορίτσια που διάλεξαν μια διαφορετική κινησιολογία, το κείμενο που δημοσίευσαν και τον βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Μπογδάνο που θέλει να τους κάνει μήνυση, γιατί «υπάρχουν και νόμοι σε αυτήν τη χώρα». Έρχεται λοιπόν στο μυαλό μου μια δήλωσή σου από πρόσφατη συνέντευξη (στη Μαρίτα Αλημίση, για το Luben): «Χρειαζόμαστε μία νεολαία απείθαρχη και ανήσυχη»... 

Αυτά τα κορίτσια τους τρομάζουν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο «εχθρό». Έχω γελάσει με την ψυχή μου, κυρίως με τις αναλύσεις περί της «διακηρύξεώς» τους. Αυτόκλητοι δικαστές, που πιστεύουν ότι το υψηλό IQ είναι η ανώτατη αρετή του ανθρώπου, τις κοιτάζουν έντρομοι ακριβώς επειδή η κίνησή τους ήταν απίστευτα έξυπνη. 

Αυτά τα κορίτσια έρχονται από τον ορίζοντα τρεκλίζοντας και σαρκάζουν έναν κόσμο που τρίζει σάπιος. Δεν το έκαναν για να χειροκροτηθούν, ούτε για να ανταμειφθούν. Μου θύμισαν τον στίχο του Οδυσσέα Ελύτη που λέει «ώσπου, σε μεγάλο βάθος, μου έγινε συνείδηση πια, ότι όλες οι θρησκείες λέγανε ψέματα. Ναι, ο Παράδεισος δεν ήταν μια νοσταλγία. Ούτε, πολύ περισσότερο, μια ανταμοιβή. Ήταν ένα δικαίωμα».

Δικαίωμά τους λοιπόν να παρελάσουν τρεκλίζοντας και χορεύοντας, να σπάσουν την αφύσικη τετραγωνίλα μιας παρέλασης που θυμίζει χούντες και μυρίζει αίμα.

Τι έθνος είναι αυτό, του οποίου τα ιερά και τα όσια κινδυνεύουν από δέκα κορίτσια που χορεύουν; Δεν ξέρω ποια νεολαία έχω κατά νου, όπως λες, αλλά σίγουρα αυτά τα κορίτσια μ' έκαναν λίγο πιο αισιόδοξο και χαρούμενο.

Έχεις πει κατά καιρούς, σε διάφορες συνεντεύξεις, για το πόσο σου αρέσει ο κινηματογράφος. Είδες αλήθεια το Joker του Τοντ Φίλιπς; Έχεις άποψη για τους μύδρους που εξαπέλυσαν ονόματα σαν τον Μάρτιν Σκορσέζε και τον Φράνσις Φορντ Κόπολα; 

Τον είδα τον Joker. Δεν ανήκει στο σινεμά που με συναρπάζει, ούτε και ο ντόρος που προκλήθηκε μου φαίνεται και τόσο ουσιαστικός –αν και είναι σίγουρα εύλογος και αναπόφευκτος για την εποχή στην οποία ζούμε. Συγκλονιστικός βέβαια, όπως πάντα, ο Joaquin Phoenix. Όσο για τις κατηγορίες των συγκεκριμένων σκηνοθετών, αφορούσαν νομίζω τις ταινίες με υπερήρωες γενικότερα, αν δεν κάνω λάθος.

Τέλος, υπάρχει κι ένα βιβλίο στα σκαριά, έτσι δεν είναι; Θα το δούμε να κυκλοφορεί σύντομα ή είναι κάτι σαν εκείνο το Πλοίο Που Όλο Φτάνει;

Ναι, έχεις δίκιο. Είναι σαν «το πλοίο που όλο φτάνει», αλλά τώρα πια είναι πολύ κοντά.